Δικαίωμα στις startups
- 11/08/2014, 21:00
- SHARE
Όταν η ταπεινή καταγωγή δεν στέκεται εμπόδιο στην επιχειρηματικότητα.
Τι χρειάζεται κανείς περισσότερο για να στήσει τη δική του επιχείρηση: ίδια κεφάλαια ή επιμονή και πίστη σε αυτό που κάνει; Προφανώς, η ιδανική απάντηση είναι και τα δύο. Όμως αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως όποιος έχει κεφάλαια θα πετύχει ή ότι κάποιος που δεν έχει κομπόδεμα στην άκρη είναι a priori καταδικασμένος να αποτύχει…
Προς ενίσχυση της δεύτερης εκδοχής, υπάρχει μία πληθώρα παραδειγμάτων νεαρών επιχειρηματιών, που παρά τις αντιξοότητες κατάφεραν να πατήσουν γερά στα πόδια τους, είτε μόνοι τους, είτε βρίσκοντας στήριγμα σε τρίτους.
«Πολλοί επιχειρηματίες δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι άρχισαν με την οικονομική βοήθεια συγγενών και φίλων», λέει στο BBC η 28χρονη Κάθριν Μίνσιου από τη Νέα Υόρκη, συνιδρύτρια και CEO της πλατφόρμας «The Muse», μίας εξαιρετικά πετυχημένης σήμερα ιστοσελίδας με υπηρεσίες συμβουλών καριέρας.
Η Κάθριν ξεκίνησε την εταιρία της έχοντας μόλις 5.000 δολάρια στην άκρη, τα οποία κατάφερε να «αυγατίσει» με 40.000 δολάρια από τον οικογενειακό και φιλικό της κύκλο και με άλλα 70.000 δολ. που έλαβε από επενδυτές, επονομαζόμενους και «angel investors».
Πιο τυχερή, η Λίμορ Σους -επίσης από τη Νέα Υόρκη- κατάφερε να συγκεντρώσει 200.000 δολ. από φίλους και συγγενείς για να λανσάρει τις δύο πρώτες της startups: την ποικίλης ύλης ιστοσελίδα Spotery (που τελικά πήγε κατά διαόλου) και την Dealery, που τώρα κάνει “χρυσές” δουλειές προσφέροντας διαδικτυακά εκπτωτικά κουπόνια.
«Πιστεύω ότι το βασικό είναι να μπορείς να έχεις πρόσβαση σε ένα δίκτυο ασφαλείας», παρατηρεί. Αλλά όπως πιθανόν ήδη θα σκέφτεστε, στην Ευρώπη της ύφεσης και της έλλειψης ρευστότητας όλα αυτά ακούγονται απλά σαν κούφια λόγια…
Βάζοντας ίσως τα πράγματα στη θέση τους, ο Ντουέιν Τζάκσον -πρώην τρόφιμος σε άσυλο ανηλίκων του Λονδίνου, μετέπειτα καταδικασθείς για εμπόριο ναρκωτικών και σήμερα ιδρυτής της εταιρίας λογισμού λογιστικής Kashflow- τονίζει ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο των μη προνομιούχων στην εξασφάλιση ρευστότητας είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης.
Στην αγορά, τονίζει, κυριαρχούν στερεότυπα του τύπου «business κάνουν αυτοί που πήγαν στο Κέμπριτζ και στην Οξφόρδη». Πολεμώντας τα λοιπόν ο Ντουέιν πήρε την κατάσταση στα χέρια του, αναζήτησε εναλλακτικές και κατάφερε να λάβει χρηματοδότηση από το ίδρυμα Prince’s Trust του πρίγκιπα Καρόλου…
Η επιμονή και η αυτοπεποίθηση ήταν τα πιο χρήσιμα «όπλα» και για τον 23χρονο Όστιν Όλρεντ από την αμερικανική Γιούτα. Με αφορμή την περυσινή βομβιστική επίθεση στη Βοστώνη, αποφάσισαν με τον συμφοιτητή και συνέταιρό του, Γκάρετ Θόρνμπουργκ, να λανσάρουν πρόωρα στην αγορά την πλατφόρμα Grasswire που είχαν ήδη αναπτύξει, ως μέσο διαμοιρασμού ειδήσεων μεταξύ χρηστών, σε πραγματικό χρόνο.
Λόγω όμως της μεγάλης προσφοράς και ζήτησης, η ιστοσελίδα τους κράσαρε. Ήταν πλέον προφανές ότι οι δύο νεαροί προγραμματιστές χρειάζονταν πρόσθετα κεφάλαια για την αναβάθμισή της. Σχεδόν χωρίς λεφτά στην τσέπη, ο Όλρεντ πήρε το αυτοκίνητό του και πήγε στην Καλιφόρνια σε αναζήτηση επενδυτών.
Τελικά, το κατάφερε έπειτα από επίμονες προσπάθειες τριών μηνών. Στο μεσοδιάστημα, κοιμόταν στο ΙΧ του και να κρατιόταν στη ζωή, τρώγοντας από κονσέρβες. Όμως ο κόπος φαίνεται πως κάτι άξιζε. Σήμερα, η Grasswire είναι και πάλι στον «αέρα», έχει 2.000 ενεργούς χρήστες σε καθημερινή βάση, 30.000 followers στο Twitter και 50.000 δολ. στα ταμεία της, που έχει συγκεντρώσει από επενδυτές-αγγέλους, μέσω crowdfunding και φίλους.
Ας μην γελιόμαστε, ωστόσο. Όλα αυτά δεν αφορούν σε κομμωτήρια, καφετέριες και σουβλατζίδικα, που κατά μία στρέβλωση των startups τείνουν να γίνουν η ελληνική κυρίαρχη αντίληψη των νεοεισερχόμενων στον επιχειρηματικό τομέα.
Στη διεθνή αγορά, τονίζει στο BBC ο 21χρονος Ολλανδός Κρίστοφερ Προύισεν -πρώην πρόεδρος των Oxford Entrepreneurs του ομώνυμου πανεπιστημίου και νυν διευθυντής ανάπτυξης επιχειρήσεων στην Nacue (National Association for College and University Entrepreneurs)- «είναι ο τεχνολογικός τομέας που αφήνει περιθώρια στην αξιοκρατία»…
Διαβάστε ακόμη: