Το πιο «πράσινο» κτίριο στην Ελλάδα
- 04/04/2014, 19:15
- SHARE
Το Karela Office Park είναι το μοναδικό οικολογικό πάρκο γραφείων στην Ελλάδα.
Του Νίκου Χ. Ρουσάνογλου
Αν πριν από λίγα χρόνια κάποιος υποσχόταν σε μια επιχείρηση ότι, αν μετακόμιζε στο δικό του κτίριο θα έβλεπε την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος να μειώνεται κατά 75%, η μετριοπαθέστερη αντίδραση θα ήταν η δυσπιστία.
Σήμερα η εξοικονόμηση αυτή αποτελεί πραγματικότητα στο μοναδικό κτίριο της χώρας το οποίο έχει λάβει τη χρυσή πιστοποίηση Leadership in Energy and Environmental Design (LEED), που δίνεται από το Αμερικανικό Συμβούλιο Πράσινων Κτιρίων (U.S. Green Building Council). Το κτίριο Karela Office Park, το οποίο σήμερα μισθώνεται εξ ολοκλήρου από τον όμιλο του ΟΤΕ, έχει κατακτήσει τη συγκεκριμένη διάκριση χάρη στη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών, που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ ξανά στην Ελλάδα.
Όπως μας λέει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Dimand Δημήτρης Ανδριόπουλος, ο οποίος εμπνεύστηκε και υλοποίησε το έργο για λογαριασμό της ιδιοκτήτριας της έκτασης Karela S.A., «στόχος μας ήταν να δημιουργήσουμε ένα μοναδικό οικολογικό πάρκο γραφείων, που θα ενσωμάτωνε το σύνολο των πλεονεκτημάτων της “πράσινης” αρχιτεκτονικής στον εργασιακό χώρο. Κεντρική ιδέα ήταν να ενώσουμε τους εργαζόμενους με τη φύση, σεβόμενοι το περιβάλλον».
Η Dimand ξεκίνησε τις εργασίες για την ανάπτυξη του ακινήτου το 2008, σύμφωνα με την παραπάνω στόχευση. Προτού όμως κατορθώσει να ολοκληρώσει τον σχεδιασμό του, μεσολάβησαν η οικονομική κρίση και η είσοδος της οικονομίας της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης.
Πολλές από τις επενδύσεις που δρομολογούνταν εκείνη την περίοδο στην αγορά ακινήτων έμειναν στα «χαρτιά», είτε λόγω έλλειψης ζήτησης είτε λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Στην περίπτωση του Karela Office Park, τα προβλήματα αυτά ξεπεράστηκαν εξαιτίας της εξασφάλισης της συμφωνίας εκμίσθωσης του ακινήτου πριν ξεκινήσει η κατασκευή.
Ο όμιλος ΟΤΕ (τότε μέσω της θυγατρικής του Cosmote) αποφάσισε να υπογράψει προσύμφωνο για τη στέγαση του συνόλου των υπηρεσιών της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας, αναγνωρίζοντας τα πλεονεκτήματα ενός τέτοιου κτιρίου.
Σήμερα, με την ολοκλήρωση ενός πλήρους έτους λειτουργίας, προκύπτει ότι η μέση ετήσια κατανάλωση ανά τετραγωνικό μέτρο διαμορφώνεται σε μόλις 85 kWh, όταν στα υπόλοιπα κτίρια που διαθέτει ο όμιλος ΟΤΕ αγγίζει τις 340 kWh.
Εν ολίγοις, προκύπτει εξοικονόμηση της τάξης του 75% σε σχέση με μια συμβατική κατασκευή, ενώ σε επίπεδο κατασκευαστικού κόστους η πρόσθετη δαπάνη ήταν της τάξης του 7% επί του προϋπολογισμού. Το επίτευγμα αυτό προκύπτει με τη χρήση μιας σειράς τεχνολογιών και συστημάτων.
Σημείο αναφοράς είναι η «πράσινη» στέγη. «Έχουμε δημιουργήσει έναν χώρο πρασίνου επιφάνειας έντεκα στρεμμάτων στην οροφή, που αποτελεί τον μεγαλύτερο του είδους του στα Βαλκάνια και έναν από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη» αναφέρει ο Δημήτρης Ανδριόπουλος.
Με τον τρόπο αυτό απορροφάται περισσότερη ποσότητα θερμότητας κατά τους θερινούς μήνες και μειώνεται η χρήση κλιματιστικών, καθώς το επίπεδο της θερμοκρασίας στο εσωτερικό του ακινήτου είναι χαμηλότερο. Αντίστοιχα, σημαντική κρίνεται η τοποθέτηση περσίδων περιμετρικά του κτιρίου. Οι περσίδες περιστρέφονται αυτόματα και προσαρμόζουν την κλίση τους ανάλογα με το ύψος και τη φορά του ήλιου. Στόχοι είναι η βελτίωση της σκίασης και η αύξηση του επιπέδου φυσικού φωτισμού στο εσωτερικό.
Πρόσθετη εξοικονόμηση ενέργειας προκύπτει και από τη χρήση αυτοματισμών στα φώτα, με ανιχνευτές κίνησης και μείωση του τεχνητού φωτισμού, όταν ο φυσικός φωτισμός κρίνεται επαρκής. Επίσης, ενδεικτικό της προσοχής που έχει δοθεί στη λεπτομέρεια είναι το ότι χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και πλακίδια ανοικτής απόχρωσης για να στρωθεί ο περιβάλλων χώρος, προκειμένου να μειωθεί το φαινόμενο του τοπικού «θερμοκηπίου», που προκαλείται αρκετά συχνά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Παρεμβάσεις έχουν γίνει και όσον αφορά την εξοικονόμηση νερού, μέσω της χρήσης ενός συστήματος βιολογικού καθαρισμού για την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων -για τις ανάγκες άρδευσης των φυτών του κτιρίου- όπως επίσης μέσω ενός συστήματος συγκέντρωσης βρόχινου νερού. Έως και η επιλογή των φυτών και των δέντρων έγινε με γνώμονα την εξοικονόμηση νερού, καθώς το βασικό δέντρο είναι η ελιά, που έχει μειωμένες υδατικές ανάγκες.
Η κατασκευή του κτιρίου ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2011, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, και περατώθηκε τον Οκτώβριο του 2012. Κατά την κατασκευή χρησιμοποιήθηκαν οικολογικά υλικά (με προσμείξεις από ανακυκλωμένα υλικά). Μετά την ολοκλήρωση των σχετικών δοκιμών, το κτίριο παραδόθηκε στον όμιλο του ΟΤΕ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2013, ενώ τον Μάρτιο έλαβε τη χρυσή πιστοποίηση, κατά το πρότυπο LEED. Λίγους μήνες μετά, το κτίριο αποκτήθηκε από την Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ, τη θυγατρική εταιρεία επενδύσεων ακινήτων του ομίλου της Εθνικής Τράπεζας.
* Το κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune, που κυκλοφορεί στα περίπτερα
Διαβάστε ακόμη:
ΟΤΕ: Τέσσερις στρατηγικοί άξονες για το 2014
Στους 100 πιο επιτυχημένους στις τηλεπικοινωνίες ο Μιχάλης Τσαμάζ