Ο πιο γευστικός «γύρος» του κόσμου
- 05/07/2014, 09:41
- SHARE
H Μέγας Γύρος, αφού κέρδισε το Μανχάταν, ανοίγει τα «φτερά» της για νέες αγορές και προσφέρει καινούργιες γεύσεις.
Ήταν μόλις το έτος 2007 όταν το εργοστάσιο παραγωγής Μέγας Γύρος ξεκινούσε την πορεία του στον πλέον ανταγωνιστικό χώρο της εστίασης. Με όπλο τις αυστηρές προδιαγραφές και την επιτυχή βιομηχανοποίηση της ελληνικής παράδοσης, κατάφερε να ολοκληρώσει με απόλυτη επιτυχία το business plan της πρώτης πενταετίας μέσα σε δύο μόλις χρόνια.Ένα επίτευγμα το οποίο, όπως αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος και αντιπρόεδρος της εταιρείας Νίκος Λούστας, δεν ήρθε τυχαία.
«Μετά τα 20 χρόνια εμπειρίας μου στο προϊόν του γύρου και την ενασχόλησή μου με την ιδέα “γύρος” σε παγκόσμιο επίπεδο, πίστευα ότι δεν θα αργούσε η στιγμή που το προϊόν θα αποκτούσε τη δική του χρυσή δεκαετία και στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Πιστεύω ότι η στιγμή αυτή επιτέλους έφτασε» λέει στο Fortune ο CEO της εταιρείας.
Με αρχική επένδυση που ξεπέρασε τα πέντε εκατ. ευρώ, η Μέγας Γύρος είναι το αποτέλεσμα του οράματος των Νίκου Λούστα και Γιώργου Νίκα για την εξύψωση της παραδοσιακής ελληνικής «λιχουδιάς» σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Καταφέραμε να συνδυάσουμε την καινοτομία με την παράδοση. Με μια πρωτοποριακή μέθοδο την οποία παρουσίασα πριν από περίπου δέκα χρόνια, επιτύχαμε να επεξεργαστούμε το προϊόν με τρόπο που στην Ελλάδα δεν έχει ξαναγίνει» τονίζει ο Νίκος Λούστας.
Η Μέγας Γύρος επεξεργάζεται την πρώτη ύλη του κρέατος κάτω από συνθήκες απόλυτης υγιεινής. Όπως περιγράφει ο CEO της επιχείρησης, «για πρώτη φορά ο γύρος μπήκε σε φούρνους κατάψυξης, όπου παγώνει στους 20 βαθμούς Κελσίου με τη διαδικασία shock freeze, ενώ σε κανένα στάδιο της παραγωγής το προϊόν δεν ξεπερνά τους πέντε βαθμούς. Με τη μέθοδο αυτή, ο γύρος ‘‘ψήνεται’’ κατεψυγμένος ώστε να μην προλάβουν να διαρραγούν οι ίνες του κρέατος και χαθούν οι χυμοί του, διατηρώντας έτσι αναλλοίωτα όλα τα θετικά του χαρακτηριστικά».
Στις εγκαταστάσεις των 5.000 τ.μ. στον Ασπρόπυργο Αττικής, η Μέγας Γύρος επεξεργάζεται τα προϊόντα συγκεκριμένων οίκων με τους οποίους συνεργάζεται επιμελώς για να επιτύχει την απόλυτη ποιότητα στην πρώτη ύλη. Όπως περιγράφει ο Νίκος Λούστας, τα αποτελέσματα της σκληρής δουλειάς δεν άργησαν να έρθουν: «Το 2007 ο τζίρος της εταιρείας ήταν 2,3 εκατ. ευρώ, ενώ την περσινή χρονιά άγγιξε τα 18 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία που διαθέτουμε αυτή τη στιγμή, το πρώτο τετράμηνο του 2014 κινηθήκαμε κατά 20% θετικότερα σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, ποσοστό με το οποίο υπολογίζουμε ότι θα κλείσουμε στο τέλος του έτους».
Εκτοξεύτηκε η αγορά γύρου εν μέσω κρίσης
Η αγορά του γύρου στην Ελλάδα γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, με τον αριθμό των ψητοπωλείων να ξεπερνούν σήμερα τα 26.000 σε ολόκληρη τη χώρα. Ο κόσμος στράφηκε στο παραδοσιακό, πλήρες και οικονομικό ελληνικό προϊόν, «γυρίζοντας την πλάτη στις ξενόφερτες γεύσεις». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αριθμοί να εκτοξευθούν και η εν λόγω αγορά να ξεπερνά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Νίκου Λούστα, το ένα δισ. ευρώ!
«Η αγορά του γύρου έχει μια ιδιαιτερότητα. Είναι αρκετά κατακερματισμένη και μοιρασμένη ανάμεσα στις βιομηχανοποιημένες μονάδες παραγωγής, τις μικρές βιοτεχνίες και τα καταστήματα τα οποία, αντιβαίνοντας τους κανόνες υγιεινής, παρασκευάζουν τον γύρο μόνα τους. Τα δικά μας προϊόντα καλύπτουν περίπου το 8-10% της συνολικής κίνησης. Αίσθησή μου, όμως, είναι ότι η αγορά τείνει να συγκεντρωθεί στους “μεγάλους παίκτες”». Πέρα από την επεξεργασία της πρώτης ύλης, η Μέγας Γύρος ποντάρει στην καινοτομία και την πρωτοτυπία. Ύστερα από σκληρή δουλειά, παρουσίασε το πρώτο εργονομικό «καλαμάκι», το οποίο φέρει πάνω του το όνομά της, ενώ προχώρησε σε στρατηγικές συνεργασίες, παρουσιάζοντας τα κεμπάπ με γιαούρτι και κρέμα Philadelphia.
«Επιδίωξή μας από την πρώτη ημέρα ήταν οι αγορές του εξωτερικού. Η πατέντα με το “καλαμάκι” και η πρωτοτυπία με τα προϊόντα κεμπάπ στοχεύουν στο να μπούμε στη συνείδηση του καταναλωτή κάθε φορά που θα σκέφτεται το σουβλάκι. Πρακτικά, είναι ο μόνος τρόπος για να σταθείς ανταγωνιστικά στις μεγάλες αγορές και να κερδίσεις τη θέση που σου αξίζει» επισημαίνει ο Νίκος Λούστας.
Μέγας Γύρος σε όλο τον κόσμο
Το «άνοιγμα» της Μέγας Γύρος ξεκίνησε από την Ευρώπη. Τα προϊόντα της φτάνουν σήμερα σε δώδεκα χώρες, όπως η Αγγλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Δανία κ.ά. Η «έξοδος» αυτή πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εδραίωση του ελληνικού γύρου ως ένα προϊόν το οποίο διαφέρει από τα γνωστά τουρκικά ντονέρ, τα οποία είχαν κατακλύσει τις αγορές για χρόνια.
Μεγάλο στοίχημα για τον Νίκο Λούστα αποτέλεσαν οι ΗΠΑ. «Η προσπάθειά μας για επέκταση στην Αμερική ξεκίνησε το 2010. Ταξιδέψαμε για πρώτη φορά στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, έχοντας κατά νου ότι οι εξαγωγές κρέατος από την Ευρώπη είναι σχεδόν αδύνατες, λόγω των εμπορικών περιορισμών. Αυτό μας ώθησε στην απόφαση να τεστάρουμε το προϊόν μας στο κέντρο του κόσμου, το Μανχάταν».
Με προσωπική επένδυση του Γιώργου Νίκα, τον Σεπτέμβριο του 2012 ανοίγει στη Νέα Υόρκη το πρώτο ελληνικό «γυράδικο», το GRK Fresh. Η ανταπόκριση των καταναλωτών έδωσε το τελικό OK για τη συνέχιση του αμερικανικού ονείρου. «Το κατάστημα γνώρισε τρομακτική επιτυχία. Έφτασε στο σημείο να πουλάει καθημερινά πάνω από 500 κιλά γύρου και τον κόσμο να σχηματίζει κυριολεκτικά ουρές! Αυτό μας έδωσε έρεισμα να προχωρήσουμε σε μια σημαντική επένδυση της εταιρείας. Τη δημιουργία ενός εργοστασίου στη Νέα Υόρκη, το οποίο θα παρασκευάζει τα προϊόντα της Μέγας Γύρος με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ακολουθούμε και στην Ελλάδα».
Το εργοστάσιο ενοικιάστηκε από την εταιρεία το 2013 και στήθηκε. Στις εγκαταστάσεις των 2.500 τ.μ. μεταφέρθηκε από την Ελλάδα και την Ευρώπη όλος ο απαραίτητος μηχανολογικός εξοπλισμός και τον Ιούνιο του 2014 η επένδυση των πέντε εκατ. δολαρίων ξεκινά την παραγωγή ελληνικού παραδοσιακού γύρου στην οικονομική πρωτεύουσα του κόσμου.
«Προχωράμε ήδη σε στρατηγικές συνεργασίες με πελάτες από τις ΗΠΑ, όπως κάποιες μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, με τις οποίες βρισκόμαστε σε συζητήσεις, καθώς και με πολλά ελληνικά καταστήματα σε Αμερική και Καναδά. Η παρουσία του ελληνικού gyros έχει εδώ και χρόνια σημαντική θέση στις διατροφικές συνήθειες του Αμερικανού καταναλωτή, με τη μοναδική διαφορά ότι δεν αποτελεί προϊόν παραδοσιακής παραγωγής. Με την κατασκευή της δικής μας μονάδας, θα διαθέσουμε στην αγορά αυτό ακριβώς που εκατομμύρια τουρίστες γεύονται κάθε χρόνο όταν επισκέπτονται την Ελλάδα. Για τον λόγο αυτό, αποφασίσαμε να ονομάσουμε το δικό μας προϊόν Megas Yeeros, με σκοπό να το κάνουμε να ξεχωρίσει από την πρώτη στιγμή».
Οι κρούσεις που δέχεται ήδη η Μέγας Γύρος από καταστήματα των ΗΠΑ, του Καναδά και ορισμένων χωρών της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής είναι πάρα πολλές. Η επιλογή της δύσκολης αμερικανικής αγοράς, σε αντιπαράθεση με τις πιο «εύκολες» αναδυόμενες αγορές της Ασίας, εξυπηρετούσε έναν σημαντικό σκοπό: «Θεωρήσαμε εξαρχής πως, αν τα καταφέρουμε στην πλέον απαιτητική και ανοιχτή για όλους αμερικανική αγορά, μπορούμε να τα καταφέρουμε παντού. Το δείγμα γραφής του Μανχάταν ήταν εξαιρετικό. Το μέλλον είναι μπροστά μας για να αξιοποιήσουμε αυτήν την ευκαιρία, αρκεί να είμαστε εργατικοί, καινοτόμοι αλλά και επιθετικοί».
Ο Νίκος Λούστας μοιράζει πλέον τον χρόνο του μεταξύ δύο ηπείρων. Όπως μάλιστα λέει χαρακτηριστικά, «η καταγωγή μου είναι από τη Φλώρινα. Κάνω οκτώ ώρες για να φτάσω από την Αθήνα με το αυτοκίνητο και άλλες τόσες για να πάω με το αεροπλάνο ως τη Νέα Υόρκη! Παρ’ όλα αυτά, ό,τι έχει συμβεί μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ειλικρινά δεν το είχα υπολογίσει. Πάντα, όμως, πίστευα ότι η αγορά του γύρου είναι δυνατή. Με τον κύκλο εργασιών μας να ανεβαίνει από τα 14,7 εκατ. ευρώ του 2011 στα 17,7 εκατ. του 2013 και τα κέρδη προ φόρων να παραμένουν σταθερά πάνω από το 1,1 εκατ. ευρώ αντιστοίχως, εν μέσω μάλιστα της σφοδρότατης ελληνικής κρίσης, μπορώ να πω ότι εξακολουθώ να εκπλήσσομαι θετικά. Είναι μια επιτυχία η οποία οφείλεται στα καινοτόμα μας προϊόντα και στα εξαιρετικά στελέχη της εταιρείας».
Η εταιρεία ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία: «Με τη συμφωνία μας με την Kraft για το κεμπάπ με Philadelphia, καθώς και με πολλές ακόμη κινήσεις συνεργασίας με σούπερ μάρκετ σε Βρετανία και Γερμανία, επιδιώκουμε διαρκώς να μεγαλώσουμε τον κύκλο της εταιρείας στο εξωτερικό. Όσον αφορά την Ελλάδα, πιστεύω ότι υπάρχει ήδη ένα θετικό κλίμα –κάτι που το βλέπουμε και από το επίπεδο κατανάλωσης των προϊόντων μας, το οποίο ανεβαίνει διαρκώς– και είμαι αισιόδοξος ότι με τη διατήρηση του ΦΠΑ εστίασης στο 13% η αγορά του γύρου θα συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία των τελευταίων ετών».
* To κείμενο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος του Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.
Διαβάστε ακόμα:
Οι πετσέτες θαλάσσης αποκτούν υπηκοότητα ελληνική!
Η εταιρεία που βλέπει το ταξίδι ως επένδυση