Πόσο καιρό πρέπει να παραμένει στη θέση του ένας CEO;
- 12/07/2014, 17:22
- SHARE
Τα επιχειρήματα υπέρ των ορίων στη θητεία των διευθυνόντων συμβούλων.
της Αν Φίσερ
Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, όσο περισσότερο παραμένουν στη θέση τους οι διευθύνοντες σύμβουλοι, τόσο μεγαλύτερο μισθό λαμβάνουν – και τόσο μεγαλύτερους κινδύνους αναλαμβάνουν που ζημιώνουν τους μετόχους.
Είναι αρκετά σαφές πλέον ότι πολλοί διευθύνοντες σύμβουλοι εισηγμένων εταιρειών πληρώνονται περισσότερο από ότι δικαιολογεί η απόδοσή τους, και ότι τα διοικητικά συμβούλια συχνά αγνοούν τις διαμαρτυρίες των μετόχων για το ζήτημα αυτό. Αλλά πόσο κοστίζει πραγματικά η υπερβάλλουσα αμοιβή που λαμβάνουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι στους μετόχους;
Αρκετά, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που εξέτασε τις αμοιβές των διευθυνόντων συμβούλων, την απόδοση των τιμών των μετοχών, καθώς και την απόδοση του ενεργητικού σε μια βάση δεδομένων με τις 1.500 μεγαλύτερες εισηγμένες επιχειρήσεις των ΗΠΑ για την περίοδο 1994-2013.
Οι δέκα υψηλότερα αμειβόμενοι διευθύνοντες σύμβουλοι σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος της θητείας τους είχαν κατά μέσο όρο μέση απώλεια χρηματιστηριακής αξίας 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σε σύγκριση με εκείνους που αμείβονταν πιο συγκρατημένα.
Υπάρχουν κι άλλα ευρήματα: Ακόμη και στην περίπτωση που ένας διευθύνων σύμβουλος μπει στο top 10 για ένα μόνο έτος, η μετοχή της εταιρείας χάνει αξία για τα τρία επόμενα χρόνια, σε σύγκριση με τις μετοχές άλλων εταιρειών του ίδιου κλάδου. Και, εάν μια εταιρεία με έναν διευθύνοντα σύμβουλο στο top 10 κάνει μια εξαγορά ή συγχωνευτεί, «η αγορά αντιδρά πιο αρνητικά,» σπρώχνοντας την τιμή της μετοχής χαμηλότερα σε σχέση με αντίστοιχες συναλλαγές που πραγματοποιούνται από διευθύνοντες συμβούλους με χαμηλότερες αμοιβές, λέει ο Μάικ Κούπερ, καθηγητής χρηματοοικονομικής στο David Eccles School of Business στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα και συν-συγγραφέας της μελέτης.
«Αυτό δε σημαίνει ότι οι υψηλές αμοιβές διευθυνόντων συμβούλων είναι απαραίτητα κάτι κακό», προσθέτει. «Αλλά βρήκαμε μια σαφή σύνδεση μεταξύ των υψηλών αμοιβών των διευθυνόντων συμβούλων και της μειωμένης οικονομικής απόδοσης».
Ο κύριος λόγος, λέει ο Κούπερ, είναι ότι οι εξωφρενικές αμοιβές οδηγούν τους διευθύνοντες συμβούλους σε αυτό που η μελέτη αποκαλεί «υπερβολική αυτοπεποίθηση», ή την πεποίθηση ότι «έχουν καλύτερη πληροφόρηση και μαθαίνουν περισσότερα από ότι οι άλλοι», το οποίο οδηγεί σε μια τάση ανάληψης κινδύνων – πολλές εξαγορές, υπερεπενδύσεις σε παρακινδυνευμένα έργα που συνήθως αποτυγχάνουν, και γενικά σπατάλη χρημάτων της εταιρείας.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στη μελέτη που κατείχαν το αξίωμα για μεγάλο χρονικό διάστημα και έβγαζαν τα περισσότερα χρήματα, παρουσίαζαν επίσης πιο χλιαρά οικονομικά αποτελέσματα από ότι οι ομότιμοί τους σε άλλες εταιρείες, τουλάχιστον ως προς ένα δείκτη: η απόδοση του ενεργητικού κατά τη διάρκεια της θητείας τους υστερούσε σε σχέση με άλλες εταιρείες του κλάδου κατά 12%.
Παρότι ο Κούπερ είναι προσεκτικός και δεν ισχυρίζεται ότι η μελέτη είναι περιοριστική, η έρευνα δείχνει ότι ο καθορισμός ορίων στη θητεία των διευθυνόντων συμβούλων θα βοηθήσει να συγκρατηθούν τόσο οι ανεξέλεγκτες αμοιβές όσο και οι ακριβές, ριψοκίνδυνες κινήσεις.
Οι μέτοχοι μπορεί να κινδυνεύουν λιγότερο από πιθανές μακροπρόθεσμες ζημιές στις επενδύσεις τους, αν κανένας από τους διευθύνοντες συμβούλους που πληρώνονται πάνω από το 90% των αντίστοιχων αμοιβών σε άλλες εταιρείες του κλάδου δεν μπορεί να παραμείνει στη θέση αυτή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από, π.χ. τρία χρόνια.
Αυτή τη στιγμή, αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει: Ο μέσος χρόνος της θητείας των διευθυνόντων συμβούλων στις εταιρείες που περιλαμβάνονται στη λίστα Fortune 500 του 2013 ανέβηκε στα 9,7 χρόνια τον Απρίλιο, σύμφωνα με την μη κερδοσκοπική εταιρεία ερευνών The Conference Board. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη μέση θητεία που έχει αναφερθεί από το 2002.
Διαβάστε ακόμη: