Στουρνάρας: Είναι αρκετά νωρίς για έξοδο στις αγορές
- 11/07/2017, 19:28
- SHARE
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος παίρνει θέση στη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί τελευταία περί εξόδου στις διεθνείς χρηματαγορές.
Εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις προτείνει αντί της επιστροφής στις αγορές με τη σημερινή συγκυρία, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας και απαντώντας έτσι, ως θεσμικός παράγοντας, στη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί τελευταία περί εξόδου στις διεθνείς χρηματαγορές.
Με αφορμή συνέντευξή του στη Wall Street Journal, ο κ. Στουρνάρας, καθιστά σαφές ότι κατά τη γνώμη του «είναι αρκετά νωρίς» να βγει η Ελλάδα φέτος στις αγορές ομολόγων. Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση είναι να επικεντρωθεί στις ιδιωτικοποιήσεις, προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Όπως χαρακτηριστικά είπε:
«Θεωρώ ότι θα ήταν ακόμη καλύτερο εάν για παράδειγμα η Ελλάδα δρομολογούσε δύο ή τρεις εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις στο επόμενο διάστημα. Αυτό θα βοηθούσε περισσότερο για την έξοδο στις αγορές αργότερα».
Στο δρόμο για το QE
Επικριτικός ήταν ο διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος αναφορικά με την έλλειψη σαφούς πλαισίου σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας.
Εάν οι εταίροι της Ελλάδας δεν καταφέρουν να αποσαφηνίσουν τη θέση τους για το χρέος και εάν η Ελλάδα δεν μπορέσει να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές με λογικά επιτόκια εξαιτίας αυτού, τότε φοβάμαι ότι θα είναι αναπόφευκτο άλλο ένα πρόγραμμα διάσωσης”, είπε χαρακτηριστικά. “Αλλά κανείς δεν το θέλει αυτό”.
Ως προς την ένταξη της Ελλάδας στο QE, ο κ. Στουρνάρας, τόνισε ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να αλλάξει ακόμη γνώμη και να εξετάσει την αγορά ελληνικού χρέους, ακόμη και φέτος, υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις και ότι οι πιστωτές θα καταλήξουν σε συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και παράσχουν περισσότερη σαφήνεια γύρω από το ζήτημα
“Νομίζω εξάλλου ότι η Ελλάδα το αξίζει. Υπάρχει πολύς χρόνος, γιατί η λήξη του QE δεν θα έλθει αιφνιδίως”, είπε.
Όσον αφορά στο μέλλον του προγράμματος αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, δεν έχει έλθει ακόμη η κατάλληλη στιγμή ώστε η Κεντρική Τράπεζα να αλλάξει πορεία.
Μάλιστα, χαρακτήρισε τις αντιδράσεις της αγοράς ως “υπερβολικές” στα σχόλια του Mario Dragi – τα οποία η αγορά είχε ερμηνεύσει ως σημάδι ότι το QE φτάνει στο τέλος του.
“Δεν πρέπει να υποβαθμίζουμε την ανάκαμψη που επιτυγχάνεται μέσα από υπομονετικές κινήσεις και δεν υπάρχει λόγος να το κάνουμε. Ο δομικός πληθωρισμός δεν αυξάνεται, ούτε βλέπουμε προβλήματα χρηματοοικονομικής αστάθειας”, ανέφερε. Ωστόσο, υπογράμμισε τους συνεχιζόμενους οικονομικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των χαμηλών τιμών στα εμπορεύματα και του αδύναμου δολαρίου, που βλάπτουν τους μεγάλους εξαγωγείς της Ευρωζώνης. Όπως είπε, η αξιολόγηση της κατάστασης θα μπορούσε να αλλάξει. “Συναντιόμαστε κάθε μήνα, οπότε…”.
Κριτική στις πιστώτριες χώρες
Επίσης, ο διοικητής της ΤτΕ υπερασπίστηκε την ένταξη της Ελλάδας στη νομισματική ένωση, αλλά κάλεσε μεγάλες εξαγωγικές δυνάμεις, όπως είναι η Γερμανία, να δρομολογήσουν οικονομικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση των εισαγωγών και των επενδύσεων. “Κανείς δεν λέει στη Γερμανία να μειώσει τις εξαγωγές του”, ανέφερε.
Επιχειρώντας μια κριτική προς τις πιστώτριες χώρες της Βόρειας Ευρώπης, όπως η Γερμανία, με την κατηγορία ότι διακινδυνεύουν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα της Ευρωζώνης με τα μεγάλα πλεονάσματα στο εξωτερικό ισοζύγιο που καταγράφουν. Όπως είπε “αύξαναν τα πλεονάσματα τους την περίοδο που άλλοι προσπαθούσαμε να μειώσουμε τα ελλείμματά μας”.
Ορισμένοι Έλληνες αξιωματούχοι είναι πρόθυμοι να επιχειρήσουν μια συμβολική επιστροφή στις διεθνείς αγορές ομολόγων, πιθανότατα αυτό το μήνα. Ο επικεφαλής του ESM, Klaus Regling, σύστησε τη Δευτέρα ότι η Ελλάδα θα ήταν καλύτερα να επιστρέψει στις αγορές πολύ πριν τελειώσει το πρόγραμμά της.
Το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας αναμένεται να λήξει τον Αύγουστο του 2018 και στη συνέχεια η χώρα, είτε θα χρειαστεί να συγκεντρώσει χρήματα από ιδιώτες επενδυτές, είτε να επιστρέψει στους πιστωτές του δημόσιου τομέα για ένα νέο σχέδιο διάσωσης. Οι επενδυτές πιθανότατα θα ζητούσαν απόδοση περίπου 5% ετησίως, πολύ περισσότερο από ό, τι η Αθήνα πληρώνει τους πιστωτές της στο πλαίσιο των συμφωνιών διάσωσης.
Πηγή: news247.gr