Τα «ψιλά» γράμματα του Eurogroup: Τι κερδίσαμε, τι χάσαμε
- 06/12/2016, 12:35
- SHARE
Η ασάφεια για τα πλεονάσματα, το όφελος των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και η μη συμφωνία για κλείσιμο της αξιολόγησης.
Με πολλά κενά και ασάφειες αλλά και με την υπόνοια συνέχισης της σκληρής εποπτείας μετά το τέλος του προγράμματος, έληξε το Eurogroup της Δευτέρας, βγάζοντας δύο σημαντικές ειδήσεις: τη λήψη των πρώτων βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, αλλά και την αδυναμία να υπάρξει συνεννόηση μεταξύ Ευρώπης και ΔΝΤ για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης έστω και σε τεχνικό επίπεδο.
Τα σημάδια της μη συμφωνίας είχαν φανεί από τις προηγούμενες μέρες, καθώς στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των τεχνοκρατών υπήρξαν σημαντικά «αγκάθια» στα εργασιακά και τα δημοσιονομικά, καθώς και στον «άπιαστο» -κατά το ΔΝΤ- στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018 και τα επόμενα έτη.
Μετά το τέλος του Eurogroup έγινε σαφές ότι η Ευρώπη μετέφερε τα ζητήματα των πλεονασμάτων στο μέλλον, χωρίς να οριοθετεί ούτε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων που θα εξασφαλίσουν το πολυπόθητο 3,5%, αλλά ούτε και κάποια απάντηση στο αίτημα του ΔΝΤ για μείωσή του στο 2%-1,5% ούτως ώστε να αποφευχθούν περαιτέρω μέτρα λιτότητας. Επιπλέον, ο πρόεδρος του Eurogroup απέκλεισε την πιθανότητα έκτακτης συνόδου μέσα στο 2016 για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης έστω και σε επίπεδο τεχνικών θεμάτων, μεταφέροντας τις όποιες αποφάσεις στον Ιανουάριο του 2017.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με το Bloomberg και τους Financial Times, το ΔΝΤ, θεωρεί ότι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ανεπαρκή και ότι Θεσμοί απέχουν πολύ από την συμφωνία. Ως «μάντες κακών», αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ακόμα σκληρότερες διαπραγματεύσεις στην Αθήνα αφού το κουαρτέτο θα επιστρέψει για να συζητήσει επί των νέων διαρθρωτικών μέτρων.
Τα μέτρα για το χρέος
Στα καλά νέα, σύμφωνα με τον Κλάους Ρέγκλινγκ τα μέτρα για το χρέος αφορούν σε:
1) Εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμής του EFSF βάσει των υφιστάμενων μέσων σταθμισμένων ωριμάνσεων που φθάνουν τα 32,5 χρόνια
2) Άρση της αύξησης του επιτοκιακού περιθωρίου κατά 200 μονάδες βάσης, που αφορά την εξαγορά χρέους του δεύτερου ελληνικού προγράμματος για το 2017.
3) Χρήση της χρηματοδοτικής στρατηγικής του ESM ανάλογα με την κατάσταση που θα επικρατεί στις αγορές, προκειμένου να μειωθεί το επιτοκιακό ρίσκο, χωρίς να προκύψει πρόσθετο κόστος για τις χώρες της ευρωζώνης που συμμετείχαν στα προγράμματα. Η συγκεκριμένη παρέμβαση θα γίνει με τους εξής τρόπους:
- Ανταλλαγή τίτλων του ESM που χρησιμοποιήθηκαν για την τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση στην Ελλάδα
- Διενέργεια swap επιτοκίων από τον ESM για να περιοριστεί ο κίνδυνος από την αύξηση των επιτοκίων
- Ανάλογο μοντέλο για μελλοντικές εκταμιεύσεις στην Ελλάδα υπό το τρέχον πρόγραμμα.
Ο στόχος των πλεονασμάτων στο 3,5% και η διάρκειά του
Τα τεχνικά κλιμάκια επιστρέφουν στην Αθήνα τις επόμενες ημέρες με σκοπό να καταφέρουν να φτάσουν στο στόχο του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018 με τρόπο που να είναι αξιόπιστος και για το Ταμείο. Το ΔΝΤ επιμένει ότι τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους θα φέρουν μόλις 1,5% του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα και για το λόγο αυτό επιμένει σε περικοπές στις συντάξεις και μείωση του αφορολόγητου ορίου στα 5.000. H παραπάνω θέση του Ταμείου, εκφράστηκε από τον Πόουλ Τόμσεν κατά τη διάρκεια του Eurogroup. «Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι ένα πακέτο σοβαρών διαρθρωτικών μέτρων που θα αποδίδουν 3,5% του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα για το 2018 και τα επόμενα χρόνια», απάντησε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ.
Όσον αφορά το πόσα χρόνια θα πρέπει να επιτυγχάνεται πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018, δεν υπήρξε σαφής τοποθέτηση. «Υπήρχαν 19 διαφορετικές απόψεις όσον αφορά τη διάρκεια του πρωτογενούς πλεονάσματος», δήλωσε ο Ντάισελμπλουμ μετά τη λήξη της συνάντησης, προσθέτοντας ότι άλλοι υπουργοί υποστήριζαν τη διατήρηση του στόχου 3,5% για τρία χρόνια, άλλοι για πέντε και άλλοι για δέκα.
Όποιο όμως και να είναι το χρονοδιάγραμμα, η ελληνική πλευρά συμφώνησε ότι θα βρει με την τρόικα έναν μηχανισμό αλλά και θα λάβει περαιτέρω διαρθρωτικά μέτρα για να εξασφαλιστεί ο στόχος του 3,5% μετά τη λήξη του προγράμματος και για όσο διάστημα χρειαστεί, κάτι που σημαίνει συντήρηση της εποπτείας για αρκετά χρόνια ακόμη.
Στο σημείο αυτό ο πρόεδρος του Eurogroup έφερε στο τραπέζι το θέμα του δημοσιονομικού «κόφτη» ο οποίος αναμένεται να μείνει ακόμη και μετά το τέλος του προγράμματος, ελέγχοντας και περιορίζοντας στο ελάχιστο οποιαδήποτε ελευθερία κινήσεων στις ελληνικές κυβερνήσεις για ελάφρυνση των φορολογικών βαρών, τουλάχιστον για όσα χρόνια διαρκέσει η υποχρέωσης επίτευξης δυσθεώρητων πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτό, για τους περισσότερους αναλυτές αλλά και για την ελληνική αντιπολίτευση, μεταφράζεται σε θέσπιση νέων μέτρων, δίχως όμως να λογαριάζεται στην εξίσωση και το ΔΝΤ το οποίο για να μπει στο πρόγραμμα ζητά ξεχωριστή συμφωνία με την Ελλάδα με βάση το καταστατικό του. Κι ως γνωστόν, το Ταμείο δεν πρόκειται να προχωρήσει σε αυτήν την κίνηση για όσο διάστημα οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Το ΔΝΤ επέμεινε ότι απαιτούνται περαιτέρω περικοπές, ιδίως στα φορολογικά και τις συντάξεις, για να διατηρηθούν τα πλεονάσματα σε αυτό το επίπεδο. Διπλωμάτες, τους οποίους επικαλούνται οι Financial Times, αναφέρουν ότι στο Eurogroup βασικοί υπουργοί, όπως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επέμειναν ότι η περαιτέρω συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους και τους μεσοπρόθεσμους στόχους του προϋπολογισμού μπορούν να γίνουν μόνο μετά από το τέλος του προγράμματος το 2018. Εάν, η ευρωζώνη και η Ελλάδα θέλουν 3,5% για πέντε ή δέκα χρόνια, πρέπει να δούμε με ποια μέτρα θα το πετύχουν, ανέφερε ανώτερο αξιωματούχος του ΔΝΤ, προειδοποιώντας πως όσο λιγότερα χρόνια διατηρηθεί το 3,5% τόσο μικρότερη ζημιά θα υποστεί η ανάπτυξη.
Από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, σε δήλωσή του μετά τη συνεδρίαση του συμβουλίου, κάλεσε τους θεσμούς «να λάβουν υπόψη την τρέχουσα πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα».
Ο Σόιμπλε εμμένει στη γραμμή του
Με τις γνωστές, σκληρές του θέσεις, προσήλθε στο Eurogroup ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τονίζοντας πως εκείνο που είναι ρεαλιστικό για την Ελλάδα είναι να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που θα την κάνουν ανταγωνιστική, ώστε να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών. «Για την Ελλάδα είναι ένας μακρύς και δύσκολος δρόμος» τόνισε χαρακτηριστικά, όταν ερωτήθηκε για το εάν είναι ρεαλιστικό να απαιτηθεί από την Ελλάδα να διατηρήσει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για μία δεκαετία.
Το Μαξίμου θεώρησε το αποτέλεσμα «εθνική επιτυχία»
«Η απόφαση του Eurogroup για την άμεση εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, αποτελεί μια σημαντική επιτυχία και ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα, για την έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την κρίση» επισημαίνει σχόλιο του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού για την απόφαση του Eurogroup» ανέφερε το Μαξίμου.
«Συγκεκριμένα, εξασφαλίζεται μείωση χρέους ύψους 22% του ΑΕΠ, δηλαδή, τουλάχιστον, 45 δισ. ευρώ, ενώ, παράλληλα, σταθεροποιούνται τα επιτόκια στο ευνοϊκό ύψος του 1,5% γεγονός ύψιστης σημασίας ειδικά σε μια περίοδο αβεβαιότητας αλλά και προβλέψεων για αύξηση των επιτοκίων το προσεχές διάστημα” αναφέρει το σχόλιο του Μαξίμου, προσθέτοντας “η κυβέρνηση εξάλλου κράτησε στάση αρχής διατηρώντας τις διατυπωμένες θέσεις της στα εργασιακά, αλλά και τασσόμενη απέναντι στις παράλογες απαιτήσεις για διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5%, μετά το 2018, για ακόμα δέκα χρόνια. Δεν υποχώρησε, όμως, και στις ακραίες απαιτήσεις του ΔΝΤ για πρόσθετα μέτρα μετά το τέλος του προγράμματος.».
Συμπερασματικά, αυτό το οποίο προέκυψε από το Eurogroup της Δευτέρας είναι μια ασάφεια ως προς τα πλεονάσματα αλλά και ένα πρόγραμμα ελάφρυνσης χρέους με βραχυπρόθεσμα μέτρα που θα αποδώσουν σε βάθος πολλών δεκαετιών. Γεγονός το οποίο αφήνει ελάχιστα περιθώρια δημοσιονομικής χαλάρωσης στην κυβέρνηση παρατείνοντας την αβεβαιότητα της μη συμφωνία για κλείσιμο της αξιολόγησης μέσα στο έτος. Στόχος ο οποίος είχε τεθεί επίμονα από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο εδώ και μήνες. Με αυτά τα δεδομένα η ελληνική κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει ένα ιδιαίτερα σκληρό αίτημα για συνέχιση του στενού δημοσιονομικού ελέγχου για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, με άγνωστα για τους πολίτες μέτρα να περιμένουν στη γωνία κάθε φορά που ο στόχος της Ευρώπης για την ελληνική οικονομία παρεκκλίνει. Εξέλιξη την οποία θεωρεί δεδομένη το ΔΝΤ.