Η ταυτότητα της λίστας
- 14/11/2014, 11:30
- SHARE
Είκοσι ελληνικές εταιρείες – λαµπρές εξαιρέσεις σε µια ακόµη δύσκολη χρονιά για την ελληνική οικονοµία.
Του Αλέξη Νικολαΐδη*
Στην Ελλάδα της ύφεσης εξακολουθούν να αναδεικνύονται περιπτώσεις επιχειρήσεων, οι οποίες ξεχώρισαν αναφορικά µε την ανοδική πορεία του κύκλου εργασιών και των λειτουργικών κερδών, καθώς και την αποκλιµάκωση της δανειακής τους επιβάρυνσης κατά την περίοδο 2010-2013.
Η σηµασία της λίστας των 20 αυτών ταχύτατα αναπτυσσόµενων εταιρειών έγκειται στην ανάδειξη της αµιγώς ελληνικής επιχειρηµατικότητας σε µια «γκρίζα» για την ελληνική οικονοµία χρονιά. Κοινό χαρακτηριστικό τους αποτελεί η µετατροπή των απειλών της κρίσης σε ευκαιρίες, µέσω του τρίπτυχου Επενδύσεις-Καινοτοµία-Εξαγωγές, δηµιουργώντας µάλιστα νέες θέσεις εργασίας στο γενικότερο περιβάλλον απολύσεων που βιώνουµε γύρω µας. Η επιτυχηµένη παρουσία τους στον επιχειρηµατικό χάρτη της χώρας καθίσταται αξιοσηµείωτη, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα από το 2008 έως τα τέλη του 2013 απώλεσε το 24% του ΑΕΠ της, ενώ η γραφειοκρατία, που ανέκαθεν δυσχέραινε την ιδιωτική πρωτοβουλία, αποτέλεσε ένα πρόσθετο εµπόδιο που έπρεπε να ξεπεράσουν.
Επενδύσεις: Η επενδυτική δραστηριότητα των εταιρειών, µε την πλειονότητα αυτών να εδρεύει στην επαρχία, –και µάλιστα χωρίς να επιδεινωθεί η δανειακή τους επιβάρυνση- επικεντρώθηκε κυρίως στην ανάπτυξη υποδοµών σε εργοστασιακές εγκαταστάσεις και µηχανολογικό εξοπλισµό, στρατηγική που τους επέτρεψε να ενισχύσουν διαχρονικά την παραγωγική τους δυναµικότητα, να εκσυγχρονίσουν τις γραµµές παραγωγής αλλά και να στραφούν στο δεύτερο πόλο επιτυχίας, την έρευνα και ανάπτυξη καινοτόµων προϊόντων.
Καινοτοµία: Ο παράγοντας «καινοτοµία» και η διαρκής παρακολούθηση των µεταβολών των αναγκών της αγοράς αποτελούν παράµετρο που εξασφαλίζει άµεση και συνεχή επαφή µε τον τελικό καταναλωτή / χρήστη, κάτι που συντηρεί το ενδιαφέρον για τα νέα προϊόντα των εταιρειών της λίστας. Ωστόσο, η κατάρτιση καίριων συνεργασιών µε χονδρεµπορικά και λιανεµπορικά δίκτυα ήταν αυτή που «άνοιξε» στις εν λόγω επιχειρήσεις τον δρόµο για την επιτυχή διείσδυση των προϊόντων τους, τόσο στην εγχώρια όσο και σε αγορές του εξωτερικού. Στο πλαίσιο αυτό, καθοριστικής σηµασίας ήταν οι συνεργασίες των εταιρειών παραγωγής καταναλωτικών ειδών και τροφίµων µε αλυσίδες λιανικής πώλησης για την ανάπτυξη κωδικών ιδιωτικής ετικέτας, τοµέας µε σηµαντική διείσδυση τα τελευταία χρόνια.
Εξωστρέφεια: Παράλληλα, οι διοικήσεις των εταιρειών φρόντισαν να αναπτύξουν την εξωστρέφειά τους εκτός των συνόρων, είτε µε εξαγωγική δραστηριότητα, είτε µε ανάπτυξη παραγωγικών εγκαταστάσεων (ίδρυση θυγατρικών), ώστε να µειωθεί η εξάρτηση από τη φθίνουσα εγχώρια κατανάλωση.
Το who is who των εταιρειών : Από τις 20 επιχειρήσεις της λίστας, οι πέντε δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κλάδο τροφίµων και ποτών (ΑΛΜΗ, ΑΣΠΙΣ ΔΕΔΕΣ, ΜΥΛΟΙ ΚΕΠΕΝΟΥ, ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ FOOD SERVICE και INTERCOMM FOODS). Η βιοµηχανία τροφίµων ανέκαθεν αποτελούσε κλάδο φύσει αµυντικό σε περιόδους κάµψης της κατανάλωσης: η κάµψη της παραγωγικής της επίδοσης κατά 9% κατά την τετραετία 2010-2013 κρίνεται ήπια συγκριτικά µε την πτώση άλλων τοµέων της ελληνικής µεταποίησης, αποτελώντας ένα είδος «ασπίδας» για τις εταιρείες που περιλαµβάνονται στη λίστα. Η προσεκτική επιλογή και µεταποίηση της υψηλής ποιότητας εγχώριας αγροτικής παραγωγής, οι ανταγωνιστικές τιµές και η προβολή των ελληνικών προϊόντων στην Ελλάδα και το εξωτερικό αποτελεί από µόνη της ισχυρή βάση πάνω στην οποία οι εν λόγω εταιρείες έχουν αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα και έχουν διακριθεί.
Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις προέρχονται από αρκετούς τοµείς της ελληνικής µεταποίησης: δύο από τη βιοµηχανία πλαστικών (ΑΡΓΩ και ΑΤΛΑΣ TAPES), τη χαρτοβιοµηχανία (ΜΑΞΙ και ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΕΛΛΑΔΟΣ), την ανάµιξη λιπασµάτων (ΓΑΒΡΙΗΛ και SULPHURΕΛΛΑΣ), τον κλάδο εξόρυξης και κατεργασίας δοµικών υλικών (ΠΑΥΛΙΔΗΣ και MARMORSG) και τα καπνικά προϊόντα (ΚΑΠΝΙΚΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ και ΚΑΡΕΛΙΑ) και από µια από τους κλάδους της γουνοποιίας (ΓΚΛΙΑΓΙΑ ΑΦΟΙ), εκκόκκισης βάµβακος (ΜΑΡΚΟΥ), µεταλλικών κατασκευών (ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΛΛΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ), ειδών αρωµατοποιίας και καλλωπισµού (FREZYDERM) και φαρµακοβιοµηχανίας (PHARMATHEN).
Οι δύο εκπρόσωποι του κλάδου επεξεργασίας και παραγωγής προϊόντων καπνού, ΚΑΡΕΛΙΑ και ΚΑΠΝΙΚΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, προέρχονται από µια αγορά µε άνοδο της παραγωγικής της επίδοσης κατά 3,4% την τελευταία τετραετία. Οι σηµαντικές επενδύσεις και των δύο σε εργοστασιακές εγκαταστάσεις και ο εξαγωγικός προσανατολισµός, ιδίως της πρώτης (το 80% του όγκου πωλήσεων του Οµίλου ΚΑΡΕΛΙΑ προέρχεται από το εξωτερικό) αποτελούν σηµεία αιχµής της στρατηγικής τους διαχρονικά, γεγονός που τους επιτρέπει να αντισταθµίζουν τις δυσµενείς επιπτώσεις από την υψηλή φορολόγηση τσιγάρων στην εγχώρια αγορά.
Η περίπτωση της PHARMATHEN: Ιδιαίτερη µνεία πρέπει να γίνει στην εκπρόσωπο της βιοµηχανίας φαρµάκων PHARMATHEN, κλάδος ο οποίος την περίοδο 2010-2013 εµφάνισε άνοδο παραγωγής κατά 7%. Η εταιρεία κατέχει ένα διευρυµένο portfolio προϊόντων που διατίθενται παγκόσµια και περιλαµβάνει φάρµακα, φαρµακευτικά και παραφαρµακευτικά προϊόντα. Εµφανίζει έντονη επενδυτική δραστηριότητα, διαθέτοντας 20 εκατ. ευρώ ετησίως στην έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων (κυρίως υψηλής τεχνολογίας), ενώ η εξαγωγική της δραστηριότητα αγγίζει σχεδόν το 1% του συνόλου των εξαγωγών της χώρας. Η πλήρως καθετοποιηµένη επιχείρηση διαθέτει τρία ερευνητικά εργαστήρια και δύο βιοµηχανικές µονάδες, καλύπτοντας όλο το φάσµα, από την ανάπτυξη, έως τη διάθεση φαρµακευτικών προϊόντων, και απασχολώντας πάνω από 900 άτοµα.
Θέση στη λίστα έχουν και εταιρείες προερχόµενες από φύσει εξαγωγικούς κλάδους, όπως η εκκόκκιση βάµβακος και η γουνοποιία (ΜΑΡΚΟΥ και ΓΚΛΙΑΓΙΑ ΑΦΟΙ αντίστοιχα), οι οποίοι εξάγουν το µεγαλύτερο µέρος του όγκου παραγωγής τους, εκµεταλλευόµενοι τη διεθνή ζήτηση. Ειδικότερα, το 90% της εγχώριας ποσότητας εκκοκκισµένου βάµβακος προωθείται πλέον στο εξωτερικό, µε την Τουρκία να αποτελεί τον κυριότερο προορισµό. Αντιθέτως, η εγχώρια κατανάλωση έχει περιοριστεί σε ιδιαίτερα χαµηλά επίπεδα λόγω της συρρίκνωσης της δραστηριότητας της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας και της παύσης λειτουργίας πολλών µονάδων.
Ο τοµέας της γούνας, αποτελώντας έναν από τους λεγόµενους «παραδοσιακούς» κλάδους της χώρας και επικεντρωµένος στις περιοχές Καστοριάς και Σιάτιστας, εξάγει το σύνολο σχεδόν της παραγωγής, µε το 70% του όγκου να διοχετεύεται στη ρωσική αγορά (η γούνα κατέχει την πρώτη θέση µεταξύ των εξαγόµενων ελληνικών προϊόντων προς τη Ρωσία). Οι εταιρείες του κλάδου την τελευταία τετραετία έχουν ευνοηθεί σηµαντικά από τη ζήτηση που εκδηλώνεται από το εξωτερικό, µε κύριες πτυχές της στρατηγικής τους να αποτελούν αφενός η ενίσχυση της εξαγωγικής τους δράσης και αφετέρου οι επενδύσεις σε µονάδες εκτροφής ζώων, ώστε να αµβλυνθεί η εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές πρώτων υλών.
Επιπλέον ο κλάδος πλαστικής συσκευασίας, ακολουθώντας τη γενικότερη υποχώρηση της µεταποιητικής παραγωγής την περίοδο 2010-2013, εµφάνισε µείωση κατά 25%. Το τελευταίο έτος όµως σηµείωσε µικρή άνοδο 1,5%, επωφελούµενος από την αύξηση του όγκου εξαγωγών νωπών οπωροκηπευτικών, καθώς και την αυξανόµενη εξαγωγική δραστηριότητα σε ευρωπαϊκές αγορές. Οι ΑΤΛΑΣ TAPES και ΑΡΓΩ µάλιστα έχουν ενισχύσει σηµαντικά τα λειτουργικά τους κέρδη, σε έναν κλάδο που διαχρονικά επηρεάζεται από τις τιµές των πρώτων υλών και την ένταση του ανταγωνισµού στην εγχώρια αγορά.
Εν κατακλείδι, η διαχρονική ανάπτυξη των εσόδων και της κερδοφορίας των εταιρειών της λίστας, συνοδευόµενη από την ταυτόχρονη µείωση του δανεισµού τους, αποδεικνύει ότι η ελληνική επιχειρηµατική σκηνή περιέχει λαµπρές εξαιρέσεις στον κανόνα που επέβαλε τα τελευταία χρόνια η οικονοµική ύφεση.
*O Αλέξης Νικολαΐδης είναι Economic Research & Sectoral Studies Analyst της Infobank Hellastat