Θα καταφέρει άραγε η Intel να διορθώσει το σκάνδαλο με τα κενά ασφαλείας;
- 15/01/2018, 17:01
- SHARE
Μια παρόμοια εμπειρία από το μακρινό 1994 ίσως δείξει τον δρόμο για το πώς θα καταφέρει να μην κάνει τα ίδια λάθη και σήμερα.
του Michael S. Malone*
Η Intel και άλλες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας παραδέχτηκαν την περασμένη εβδομάδα την ύπαρξη των Meltdown και Spectre – επιθέσεων ασφαλείας που εκμεταλλεύονται ευπάθειες σε μικρο-επεξεργαστές για να αποκτήσουν πρόσβαση σε ασφαλείς πληροφορίες.
Στην περίπτωση της Intel, αυτό έχει ξανασυμβεί. Όμως, παρά τις φαινομενικές ομοιότητες μεταξύ του τελευταίου σκανδάλου και της υπόθεσης Pentium FDIV πριν από πάνω από δύο δεκαετίες, οι λεπτομέρειες της ιστορίας και η αντίδραση της εταιρείας είναι εντελώς διαφορετικές.
Κι αυτό είναι ένα καλό νέο.
Το 1994, η Intel βρισκόταν στην κορυφή του κόσμου των ημιαγωγών. Για την ακρίβεια, είχε το μονοπώλιο στον ανώτατο τύπο τσιπ, τον μικρο-επεξεργαστή. Και την ίδια στιγμή είχε ξεκινήσει την πιο επιτυχημένη εκστρατεία μάρκετινγκ στην ιστορία των τεχνολογικών εταιρειών – “Intel Inside” – που στόχο είχε να διδάξει τους καταναλωτές να μην κρίνουν έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή μόνο από το «κουτί» του, αλλά να σκέφτονται και τα τσιπ που έχει στο εσωτερικό του.
Καθώς η χρήση του διαδικτύου αυξανόταν ραγδαία, τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σταματήσει την Intel.
Τότε, τον Ιούνιο του ίδιου έτους, ο Thomas Nicely, καθηγητής μαθηματικών στο Κολλέγιο Lynchburg της Βιρτζίνια, χρησιμοποίησε τον ηλεκτρονικό υπολογιστή του για να κάνει έναν αριθμητικό υπολογισμό και πήρε μια λάθος απάντηση.
Μέσα σε μερικές μόλις εβδομάδες, όλος ο κόσμος γνώριζε για το κενό ασφαλείας (bug) στο τσιπ Pentium. Το διαδίκτυο είχε τροφοδοτήσει μια έκρηξη των PC και εκατομμύρια νέων χρηστών νόμιζαν πλέον ότι τα μηχανήματα αυτά τούς έλεγαν …ψέματα.
Επικράτησε πανικός, και η Intel άρχισε να γίνεται αποδέκτης αγωγών εναντίον της. Η The Wall Street Journal κάλυπτε την υπόθεση σχεδόν σε ημερήσια βάση. Ο κόσμος φοβόταν ότι θα έπεφταν αεροπλάνα από τον ουρανό και θα κοβόταν το ηλεκτρικό ρεύμα. Η IBM ανακοίνωσε ότι έπαυε την πώληση ηλεκτρονικών υπολογιστών που βασίζονταν στο Pentium. Ο όρος αυτός είχε γίνει συνώνυμο της καταστροφής.
Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η Intel έπαθε ολική …τύφλωση. Πάντα υπήρχαν bugs στον κλάδο των ημιαγωγών. Όμως, μέχρι τότε η εταιρεία πουλούσε τα τσιπ της σε μηχανικούς και επιστήμονες, οι οποίοι γνώριζαν πώς να επιδιορθώσουν τα όποια προβλήματα. Με την εκστρατεία “Intel Inside”, η Intel είχε συνάψει ένα κοινωνικό συμβόλαιο με τους καταναλωτές, των οποίων οι προσδοκίες ήταν εντελώς διαφορετικές.
Σαστισμένη, η Intel – υπό την ηγεσία του CEO της, Andy Grove – αντέδρασε άτσαλα με τη μία επικοινωνιακή γκάφα της να διαδέχεται την άλλη. Η ουσία του μηνύματός που εξέπεμπε ήταν ότι το κοινό ήταν ηλίθιο που ανησυχούσε.
Ξαφνικά, όμως, ο Grove άλλαξε πορεία. Στις 21 Δεκεμβρίου 1994, η Intel ανακοίνωσε ότι θα αντικαθιστούσε τα τσιπ. Η κρίση του Pentium bug είχε πλέον λήξει.
(Στην πραγματικότητα, ελάχιστα τσιπ επιστράφηκαν από τους χρήστες, γεγονός που δείχνει ότι σε μια κρίση η πρόσληψη του προβλήματος είναι πιο σημαντική από την πραγματικότητα).
Τώρα, η Intel βρίσκεται και πάλι στη δίνη ενός σκανδάλου, και μάλιστα τα κενά ασφαλείας Meltdown και Spectre είναι πολύ πιο επικίνδυνα και εκτενή σε σχέση με το FDIV. Οι ανταγωνιστές της, η AMD και η ARM, εμπλέκονται επίσης στην κρίση. Αλλά το πρόβλημά τους λύνεται με την επιδιόρθωση ενός λογισμικού που αφορά την επίθεση Spectre. Επειδή το Meltdown επηρεάζει το hardware της Intel, η εταιρεία θα πρέπει να σχεδιάσει εκ νέου τα μελλοντικά τσιπ και να αντικαταστήσει τα τωρινά τσιπ που έχουν την ευπάθεια.
Το τωρινό πρόβλημα, σε αντίθεση με εκείνο του 1994, ανοίγει μια πόρτα απ’ την οποία οι χάκερ μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στις λειτουργίες του επεξεργαστή. Και δεν βρίσκεται μόνο σε ένα μοντέλο τσιπ της Intel, αλλά σε πολλαπλά μοντέλα που εκτείνονται σε βάθος δύο δεκαετιών. Αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα αφορά δισεκατομμύρια ηλεκτρονικούς υπολογιστές και άλλες συσκευές, κάποιες από τις οποίες είναι ενσωματωμένες σε πολύ ευαίσθητες εφαρμογές.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι η Intel και το σύνολο του κλάδου πήραν το μάθημά τους. Η εταιρεία φαίνεται ότι αντιμετώπισε άμεσα το πρόβλημα, κρατώντας το μυστικό από το κοινό μόνο όσο χρειαζόταν για να ενεργοποιηθούν κάποια αντίμετρα. Και στη συνέχεια, φρόντισε να δημοσιοποιήσει το θέμα.
Με άλλα λόγια, την προηγούμενη φορά, η Intel είδε τη δημόσια εικόνα της να πλήττεται. Νομίζω ότι σήμερα θα συμβεί το αντίθετο.
* Ο Michael S. Malone είναι βετεράνος δημοσιογράφος της Silicon Valley και συγγραφέας του βιβλίου The Intel Trinity.
Πηγή: fortune.com