Ιστορίες επιχειρηματικού νεποτισμού
- 06/01/2015, 15:57
- SHARE
Όταν τα... γονίδια γίνονται Νο1 κριτήριο για την επαγγελματική ανέλιξη στις επιχειρήσεις.
Και σε αυτόν τον «κανόνα» υπάρχουν βέβαια «εξαιρέσεις». Όμως, η ιστορία επαναλαμβάνεται συχνά-πυκνά: γόνοι πλουσίων και ισχυρών βρίσκουν διάπλατα ανοιχτές τις «πόρτες» για μία θέση στελέχους σε κολοσσούς και, μπαίνοντας, την κλείνουν με φόρα στα «μούτρα» όσων… ταπεινών ξεροσταλιάζουν στην ουρά, περιμένοντας να τους χαμεγελάσει η τύχη. Για του λόγου το αληθές, ιδού έξι ιστορίες, που θεωρούνται το… αποκρύφωμα του επιχειρηματικού νεποτισμού.
Το «βασίλειο» των Τραμπ
Ο εκκεντρικός πολυεκατομμυριούχος Ντόναλντ Τραμπ ποτέ δεν έκρυψε την περηφάνεια του για το πόσο καλομαθημένα έχει τα παιδιά του. Ο 37χρονος Ντόλαντ Τζούνιορ είναι σήμερα εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Trump Organization κι ο 31χρονος αδελφός του, Έρικ, είναι εκτελεστικός αντιπρόεδρος στον τομέα ανάπτυξης κι εξαγορών.
Η μοναδική ίσως που… ξεστράτησε για λίγο είναι η 33χρονη αδελφή τους, Ιβάνκα, που από διάσημο μοντέλο εξελίχθηκε σε πετυχημένη επιχειρηματία και δημιουργό μίας ολόκληρης σειράς κοσμημάτων, τσαντών, υποδημάτων κι ενδυμάτων. «Θα ήταν όμως ψέμα να πω ότι δεν με βοήθησε το όνομά μου», είχε παραδεχθεί σε μία παλαιότερη συνέντευξη στο δίκτυο ABC. Στο μεσοδιάστημα, η Ιβάνκα ανέλαβε στην Trump Organization τη θέση του έτερου εκτελεστικού αντιπροέδρου στον τομέα ανάπτυξης κι εξαγορών.
Το «σόι» του Ρούπερτ Μέρντοχ
Οι επενδυτές στον μιντιακό κολοσσό News Corp. του Ρούπερτ Μέρντοχ ουδόλως ενθουσιάστηκαν με την απόφαση του Αυστραλού μεγιστάνα να διορίσει ένα πρωινό του 2000 τον 32χρονου τότε γιό του Λάχαν στη θέση του αναπληρωτή γενικού διευθυντή στην News Corp – θέση από την οποία τελικά παραιτήθηκε το 2005. Σε αυτήν μεταπήδησε εύκολα ο βενιαμίν της φαμίλιας, Τζέημς, που τότε ήδη διατελούσε CEO της θυγατρικής British Sky Broadcasting Group.
Κατά αρκετούς επενδυτές, αυτοί οι κληρονομικοί διορισμοί και οι μετακινήσεις περισσότερο έβλαψαν, παρά οφέλησαν την εταιρία. Πολλοί μάλιστα πιστεύουν ότι ο κολοσσός κάποια στιγμή θα καταρρεύσει όταν ο 83χρονος Ρούπερτ αποφασίσει να αποσυρθεί. Ο ίδιος πάντως, για να τους καθησυχάσει, λέει ότι η συνταξιοδότηση δεν είναι στα σχέδιά του. «Θα ζήσω τουλάχιστον μέχρι και τα 120», αρέσκεται να λέει. Στη χειρότερη, υπόσχεται, θα «πατήσει» τα 100!
Όταν... τραντάχτηκε το «Rolling Stone»
Τα μάτια πολλών στο περιοδικό Rolling Stone γούρλωσαν από απορία και θυμό στις αρχές του έτους, όταν ο συνιδρυτής κι εκδότης του, Γιαν Βένερ, αποφάσισε να διορίσει επικεφαλής του Rollingstone.com τον 22χρονο γιό του, Γκας. Είχε μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο Μπράουν και «το πολύ να είχε δουλέψει στο site για 5-6 μήνες», έγραψε το περιοδικό τεχνολογίας Adweek. Μέχρι τότε, μοναδικό άλλο ενδιαφέρον στοιχείο στο βιογραφικό του Γκας ήταν ότι μετείχε σε μία φοιτητική μπάντα, σχολιάζει.
Όπως και να ‘χει, αυτό αποφάσισε ο μπαμπάς, που φαίνεται να λειτουργεί με γνώμονα και την προσωπική του ιστορία: ήταν μόλις 21 ετών όταν συνίδρυσε το εμβληματικό πια Rolling Stone. Και τότε, δεν ήταν καν απόφοιτος πανεπιστημίου…
JPMorgan Chase καλεί Κίνα
Και ξαφνικά, στην JPMorgan Chase άρχισε να κυλά κινεζικό «αίμα». Το ένα μετά το άλλο, τέκνα Κινέζων αξιωματούχων άρχισαν να προσλαμβάνονται με τέτοιους ρυθμούς στον τραπεζικό κολοσσό, που οι αμερικανικές αρχές άρχισαν να ερευνούν εάν «πρόκειται για τακτική που θα βοηθούσε την τράπεζα να κλείσει συμφωνίες σε μία από τις ταχύτερα αναδυόμενες οικονομίες του πλανήτη», όπως γράφουν οι New York Times.
Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα θεωρείται η περίπτωση του Ταγκ Ξιαοπίνγκ, γιού του Ταγκ Σουανγκίνγκ, προέδρου του κινεζικού κρατικού κολοσσού China Everbright Group. Λίγο μετά την πρόσληψη του βλασταριού του, ο Σουανγκίνγκ συνεργάστηκε με την JPMorgan Chase, «χαρίζοντάς» της μια σειρά συνεργασιών με τον κινεζικό όμιλο. Φυσικά, αυτή η περίπτωση δεν είναι η μόνη. Όσο για την έρευνα των αμερικανικών αρχών; Καλά κρατεί…
Το μυστήριο του Σάμνερ Ρέντστοουν
Στα 91 του, ο Σάμνερ Ρέντστοουν παραμένει το «αφεντικό» μίας από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες θεάματος κι αναψυχής στις ΗΠΑ. Έχει το «τιμόνι» του τηλεπτικού δικτύου CBS και του μιντιακού ομίλου Viacom, θυγατρική της οποίας είναι η εταιρία κινηματογραφικών παραγωγών Paramount Pictures. Και παρά το γεγονός ότι χρόνια τώρα «στρώνει» το έδαφος για την διαδοχή στην 60χρονη πια κόρη του, τη Σάρι, τίποτε δεν θεωρείται απίθανο, ούτε και πιθανό.
Οι καυγάδες τους έχουν μείνει ομηρικοί, κυρίως μετά τον θάνατο του πατέρα της φαμίλιας Ρέντστοουν. Τότε, οι φήμες έλεγαν ότι η Σάρι είχε πέσει σαν «κοράκι» πάνω από την κενή πια θέση του προέδρου και ελέγχοντος μετόχου στο CBS και στην Viacom. Έκτοτε, ο πατέρας της την είχε πολλάκις απειλήσει ότι θα την διώξει κλωτσηδόν από τον όμιλο. Σήμερα, πάντως, η Σάρι είναι η πρόεδρος της μητρικής εταιρίας National Amusements κι αντιπρόεδρος στις CBS και Viacom. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει να μην αισθάνεται ασφαλής…
McGraw-Hill: το τέλος μίας «δυναστείας»
Ο Χάρολντ «Τέρι» Μαγκρόου ίδρυσε την McGraw-Hill στα τέλη του 19ου αιώνα. Έναν αιώνα μετά, κι ενώ ο μικρός εκδοτικός οίκος είχε πια εξελίχθηκε σε έναν καθ’ όλα κολοσσό, με βαριά «χαρτιά» στην κατοχή του, τα «ηνία» ανέλαβε ο δισέγγονός του, Χάρολντ «Τέρι» Μαγκρόου ο Γ’. Υπό την προεδρία του, ωστόσο, ο ίδιος και η εταιρία του έχουν περάσει από 40 κύματα.
Από το 2005 οι New York Times διέβλεπαν ότι ο Χάρολντ «ήταν ένας ακόμη κληρονόμος, που πήρε στα χέρια μια επιχείρηση χωρίς να μπορεί να την κουμαντάρει». Τέσσερα χρόνια αργότερα, η McGraw-Hill αναγκάστηκε να πουλήσει ένα από τα «διαμάντια» της, το περιοδικό BusinessWeek, στην Bloomberg LP, μητρική του πρακτορείου Bloomberg.
Το 2011, υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των επενδυτών, ανακοίνωσε τον διαμελισμό των δραστηριοτήτων της McGraw-Hill, διαχωρίζοντας έτσι τις μέτρια κερδοφόρες εκπαιδευτικές εκδόσεις της από τον «χρυσοφόρο» χρηματοοικονομικό κλάδο της, που περιλαμβάνει τον οίκο αξιολογήσεων Standard & Poor’s! Και πριν δύο χρόνια πούλησε τελικά τον εκπαιδευτικό «βραχίονα» στην Apollo Global Management LLC, έναντι 2,5 δισ. δολ., φέροντας την McGraw-Hill ένα βήμα πιο κοντά στην διάλυση, έπειτα από σχεδόν 125 χρόνια παρουσίας. Τώρα, για τη θέση του CEO «προθερμένεται» ο Ντάγκλας Πέτερσον, πρώην στέλεχος της Citibank και νυν πρόεδρος της S&P.