Μετά το «λουκέτο», ο κίνδυνος της τεχνητής χρεοκοπίας
- 03/10/2013, 13:54
- SHARE
Εκνευρισμένος από το πολιτικό αδιέξοδο ο Μπαράκ Ομπάμα, ενώ η χώρα κινδυνεύει να μην μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις της μετά τις 17 Οκτωβρίου.
Περισσότερο από μια ώρα διήρκεσαν αργά χθες οι συνομιλίες του Αμερικανού Προέδρου με τους επικεφαλής Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατών σε Βουλή και Γερουσία. Κι εκεί που φαινόταν ότι μπορεί να υπάρχει πρόταση στο τραπέζι για «μεγάλο συμβιβασμό», οι δηλώσεις τους αργότερα έδειξαν ότι δεν υπάρχει ελπίδα γρήγορης επίλυσης της κρίσης.
«Ο Ομπάμα αρνείται να διαπραγματευτεί», είπε ο Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος της Βουλής, Τζόν Μποένερ. «Δεν πρόκειται να παίξουμε άλλο το παιχνίδι τους», απάντησε ο βετεράνος των Δημοκρατικών πρόεδρος της Γερουσίας, Χάρι Ρηντ. «Εάν είμαι αγανακτισμένος; Φυσικά και είμαι», δήλωσε και ο Μπαράκ Ομπάμα στο CNBC. «Έχω αγανακτήσει με την ιδέα ότι εάν δεν πω σε 20 εκατομμύρια Αμερικανούς ότι δεν μπορούν να έχουν ασφάλιση στην περίθαλψη, τότε αυτοί οι τύποι δεν πρόκειται να επιτρέψουν στην κυβέρνηση να λειτουργήσει. Αυτό είναι ανεύθυνο».
Καθώς πλησιάζει και η ημερομηνία που οι ΗΠΑ δεν θα μπορούν πλέον να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί εκτίμησαν ότι το «λουκέτο» -το οποίο έχει οδηγήσει σε αναγκαστική άδεια περίπου 800.000 δημοσίους υπαλλήλους- μπορεί να διαρκέσει δυο εβδομάδες ή και περισσότερο.
Με άλλα λόγια, το βαθιά διχασμένο Κονγκρέσο θα πρέπει πλέον να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα και τα δυο προβλήματα: και τον προüπολογισμό του 2014, και κυρίως την αύξηση του πλαφόν δανεισμού της χώρας, που θα επιτρέψει στο υπουργείο Οικονομικών, μεταξύ άλλων, να καταβάλει τους τόκους στους ξένους κατόχους κρατικών ομολόγων, προλαμβάνοντας το τραγικό σενάριο της τεχνητής χρεοκοπίας.
Μέχρι και χθες τα δυο νομοθετικά σώματα έστελναν το ένα στο άλλο, προτάσεις προς έγκριση, που απέρριπταν βουλευτές και γερουσιαστές αντίστοιχα, ψηφίζοντας αυστηρά με βάση τις κομματικές γραμμές.
Διαβάστε ακόμη: «Λουκέτο» στις ΗΠΑ: Πλήγμα πολλών δισ. για την οικονομία
Παρότι υπάρχουν αρκετοί διαφωνούντες στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών για την αδιάλλακτη στάση που κρατάει το κόμμα, μέχρι τώρα στις ψηφοφορίες, όλοι ακολουθούν τη γραμμή, που φαίνεται ότι έχει επιβάλει ο σκληρός πυρήνας των ακραίων συντηρητικών, δηλαδή οι περίπου 24 βουλευτές που ανήκουν στο λεγόμενο Κίνημα του Τσαγιού (Tea Party). Το αποτέλεσμα είναι ότι αρνούνται να αποσύρουν από το τραπέζι το αίτημα για αναστολή της εφαρμογής του πακέτου Obamacare -που στόχο έχει να προσφέρει κάλυψη για την περίθαλψη πάνω από 20 εκατομμυρίων ανασφάλιστων Αμερικανών- και προτείνουν σχέδια περιορισμένης χρηματοδότησης για τη λειτουργία ορισμένων υπηρεσιών, που ως επί το πλείστον εξυπηρετούν την εκλογική τους βάση.
Όλα απορρίπτονται ασυζητητί από τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι επιμένουν ότι είναι έτοιμοι μεν να διαπραγματευτούν, αλλά χωρίς κανέναν απολύτως όρο κι αφού δεχθούν οι αντίπαλοί τους να ανοίξουν πάλι οι κυβερνητικές υπηρεσίες.
Αυτή η λογική, βρίσκει σύμφωνους αρκετούς μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς.
Ένας από αυτούς, ο βουλευτής Πήτερ Κινγκ της Νέας Υόρκης, κατηγόρησε τους σκληροπυρηνικούς συναδέλφους του, που ανήκουν στο Tea Party, ότι «κρατούν το κόμμα σε ομηρεία», υποστηρίζοντας ότι πλησιάζει πλέον τους εκατό ο αριθμός των συναδέλφων του, που όχι μόνο διαφωνούν, αλλά πρόκειται να οργανώσουν δική τους συνάντηση για να συντονίσουν τις κινήσεις τους και να βρούν διέξοδο στην κρίση. Ωστόσο, μια προηγούμενη τέτοια απόπειρα, στις αρχές της εβδομάδας, να ψηφίσουν δηλαδή οι «αντάρτες» Ρεπουμπλικανοί στο πλευρό των Δημοκρατικών στη Βουλή, απέτυχε.
Το Κονγκρέσο τα τελευταία χρόνια, παρά τις ιδεολογικές διαφορές, έχει περάσει πάνω από εκατό νομοσχέδια, χωρίς διαφωνίες, κρίσεις και προβλήματα. Αυτήν τη φορά η συναίνεση κατάρρευσε, επειδή οι υπερσυντηρητικοί Ρεπουμπλικανοί θεώρησαν ότι η έγκριση του προüπολογισμού είναι ιδανική ευκαιρία είτε για να εκτροχιάσουν, είτε για να καθυστερήσουν τις μεταρρυθμίσεις του Ομπάμα για την υγεία, ένα νόμο που θεωρούν ότι είναι η πλέον «απεχθής» μορφή κυβερνητικού παρεμβατισμού στη ζωή των Αμερικανών.
Ο ηγέτης του κόμματος στην Βουλή, Τζον Μποένερ, που έχει αφεθεί να συρθεί στη γωνία από το Κίνημα του Τσαγιού, μπορεί να αλλάξει τη δυναμική στην Ουάσιγκτον, σχολιάζει η Washington Post, επιλέγοντας να «συμμαχήσει» με τους Δημοκρατικούς βουλευτές και τους μετριοπαθείς δικούς του. «Αυτή θα μπορούσε να είναι μια πολιτική διέξοδος» εκτιμά η εφημερίδα, «αλλά ο Μποένερ είναι στριμωγμένος από τις τάσεις μέσα στο κόμμα του».
Από τότε που έγινε Πρόεδρος της Βουλής, το 2011, οι ακραίοι βουλευτές του -οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν εκλεγεί το 2010- αμφισβήτησαν όχι μόνο την ηγεσία του, αλλά και την πίστη του στις «συντηρητικές αξίες». Τον αψηφούσαν σε όλες τις μεγάλες ψηφοφορίες και προσπάθησαν αρκετές φορές να τον ανατρέψουν.
Ο Μπoένερ έχει καταφέρει μεν μέχρι στιγμής να επιβιώσει, αλλά στην ουσία έχει παραδοθεί σχεδόν «άνευ όρων» στον σκληρό πυρήνα των υπερσυντηρητικών και έχει πλέον πολύ περιορισμένα περιθώρια εσωκομματικών ελιγμών, ενόψη και των ακόμη πιο δύσκολων διαπραγματεύσεων για την αύξηση του επιπέδου δανεισμού της χώρας.