Γερμανία: Σοβαρές διαστάσεις λαμβάνει η υπόθεση των σεξουαλικών επιθέσεων από μετανάστες στην Κολονία
- 07/01/2016, 19:01
- SHARE
Παράλληλα, στο Ντίσελντορφ οργανώνονται ομάδες «αυτοάμυνας πολιτών» με σκοπό να προστατεύσουν τις γυναίκες σε περίπτωση επιθέσεων.
Εξαιρετικά σοβαρές διαστάσεις λαμβάνει η υπόθεση των σεξουαλικών παρενοχλήσεων και επιθέσεων σε γυναίκες τη νύχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς στην Κολονία, το Αμβούργο, τη Φρανκφούρτη και άλλες γερμανικές πόλεις, με την κυβέρνηση να επιρρίπτει ευθύνες στις αρχές, οι οποίες δεν κατάφεραν να ελέγξουν την κατάσταση και την Αστυνομία να απαντά με τη σειρά της επικαλούμενη ελλείψεις σε προσωπικό. Το γεγονός δε ότι οι δράστες προέρχονταν κυρίως από αραβικές και βορειοαφρικανικές χώρες αναζωπυρώνει τη διαμάχη σχετικά με την πολιτική διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης.
Από την Αστυνομία της Κολονίας ανακοινώθηκε σήμερα ότι οι καταγγελίες έχουν φθάσει τις 121, με τις δύο από αυτές να αφορούν βιασμό και τις 100 σεξουαλική επίθεση, αλλά και ότι έχουν αναγνωριστεί 16 ύποπτοι, από φωτογραφίες και βίντεο, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστά τα ονόματά τους. Την ίδια ώρα, στο Ντίσελντορφ οργανώνονται ομάδες «αυτοάμυνας πολιτών».
Σύμφωνα με την έκθεση της Αστυνομίας της Κολονίας, όπου συνέβησαν τα περισσότερα περιστατικά, η κατάσταση γύρω απόν σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης ήταν ανεξέλεγκτη. «Είχαμε ήδη ενημερωθεί για τις συνθήκες μέσα και γύρω από τον σταθμό καθώς φθάναμε στις θέσεις μας από ανθρώπους σε φορτισμένη ψυχολογική κατάσταση, με παιδιά που έκλαιγαν. Στην πλατεία έξω από τον σταθμό βρίσκονταν χιλιάδες αλλοδαποί άνδρες, οι οποίοι πετούσαν διαφόρων ειδών κροτίδες και μπουκάλια προς το πλήθος, ακόμη και εναντίον των αστυνομικών», αναφέρεται στην έκθεση, την οποία επικαλούνται σε σημερινά τους δημοσιεύματα το περιοδικό «Der Spiegel» και η εφημερίδα «Bild».
Όπως επισημαίνεται στην Έκθεση, ο κόσμος έτρεχε προς τους αστυνομικούς έντρομος, προκειμένου να αναφέρει κλοπές, περιστατικά βίας και σεξουαλικών επιθέσεων εναντίον γυναικών. «Ακόμη και η παρουσία των αστυνομικών δεν συγκράτησε τις μάζες. Γυναίκες – συνοδευόμενες από άνδρες ή όχι- αναγκάστηκαν να τρέχουν για να σωθούν, σε απερίγραπτη κατάσταση, καταδιωκόμενες από μεθυσμένους άνδρες», συνεχίζει η Έκθεση, γεγονός που οδήγησε στην απόφαση της Αστυνομίας να εκκενώσει την πλατεία, προσπάθεια η οποία διήρκεσε από τις 11:30μμ ως τις 12:15πμ.
Η κατάσταση χάους ωστόσο συνεχίστηκε, με τους αστυνομικούς να κάνουν λόγο για πολλές γυναίκες οι οποίες κλαίγοντας και σε κατάσταση σοκ ανέφεραν επιθέσεις σεξουαλικού περιεχομένου από ομάδες ανδρών. «Οι αστυνομικοί που βρίσκονταν επιτόπου δεν μπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της κατάστασης – ήταν απλώς πάρα πολλά γεγονότα που συνέβαιναν ταυτόχρονα και ήταν αδύνατον να ελεγχθούν», αναφέρεται χαρακτηριστικά και σημειώνεται ότι πολλοί από τους επιτιθέμενους χλεύαζαν τόσο το πλήθος όσο και τους αστυνομικούς, ισχυριζόμενοι ότι δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν συνέπειες για τις πράξεις τους. Η έκθεση καταλήγει με την επισήμανση ότι «η χαοτική και εξευτελιστική κατάσταση της παραμονής της Πρωτοχρονιάς κάνει την Αστυνομία ακόμη πιο αποφασισμένη».
Χθες πάντως ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ επέρριψε την ευθύνη στην ηγεσία της Αστυνομίας, λέγοντας ότι «απλώς δεν μπορεί να λειτουργεί έτσι», για να λάβει την απάντηση από τον επικεφαλής του συνδικάτου της Αστυνομίας Ράινερ Βεντ, ότι η πολιτική ηγεσία ήταν αυτή που απέτυχε στην παροχή των απαραίτητων μέσων και του προσωπικού που χρειάζεται η Αστυνομία για να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά της.
«Δεν μπορείς να επικρίνεις την Αστυνομία. Πολύ απλά, δεν ήταν σε θέση να καθαρίζουν συνεχώς την πλατεία με το προσωπικό που διέθεταν», δήλωσε ο κ. Βεντ. «Λόγω του σκοταδιού και του όγκου του συγκεντρωμένου πλήθους, πολλά από τα γεγονότα ήρθαν στο φως την επόμενη μέρα, με τον μεγάλο αριθμό των καταγγελιών», δηλώνει σήμερα ο αρχηγός της Αστυνομίας της Κολονίας Βόλφγκανγκ ‘Αλμπερς στην «Koelnischer Runschau».
Αναφερόμενος στο γεγονός ότι οι καταγγελίες αφορούν άτομα αραβικής και βορειοαφρικανικής καταγωγής, ο Γερμανός υπουργός Δικαιοσύνης Χάικο Μάας, έσπευσε να απευθύνει έκκληση «να μην εκμεταλλευθούν κάποιοι τις επιθέσεις προκειμένου να απαξιώσει συνολικά τους μετανάστες», τονίζοντας ότι, «αν μεταξύ των δραστών υπάρχουν και κάποιοι που ζητούν άσυλο, αυτό δεν είναι λόγος για να γίνουμε καχύποπτοι γενικά προς όλους τους πρόσφυγες».
Χαρακτηριστική πάντως του κλίματος που επικρατεί είναι η δημιουργία ομάδων «αυτοάμυνας των πολιτών» στο Ντίσελντορφ, οι οποίες, όπως αναφέρει η «Rheinische Post», συγκεντρώνουν μέλη μέσω του Facebook, με σκοπό να οργανωθούν περιπολίες στην πόλη και να προστατεύσουν γυναίκες σε περίπτωση επιθέσεων.
Οι εμπνευστές της πρωτοβουλίας τονίζουν ότι δεν πρόκειται ούτε για πολιτική ούτε για βίαιη ομάδα, αλλά για μια προσπάθεια να γίνει η πόλη «ασφαλέστερη για τις γυναίκες». Περισσότερα από 2200 άτομα έχουν ήδη εγγραφεί στην ομάδα, η οποία θα ενεργοποιηθεί το Σάββατο. «Η Αστυνομία είναι υπεύθυνη για την δημόσια ασφάλεια στην Γερμανία. Δεν είναι δουλειά των πολιτών να ψάχνουν για εγκληματίες με συνειδητό και στοχευμένο τρόπο», δήλωσε σχετικά εκπρόσωπος της Αστυνομίας στην εφημερίδα, αντιδρώντας στην πρωτοβουλία.
Η ένταση όμως αφορά και τα μεγάλα γερμανικά ΜΜΕ, τα οποία άρχισαν να μεταδίδουν τα γεγονότα μόλις την Τρίτη και μόνο αφού η κατάσταση είχε λάβει σοβαρές διαστάσεις, λόγω του μεγάλου αριθμού των καταγγελιών.
«Το γεγονός ότι τα ΜΜΕ χρειάστηκαν μέρες για να ενημερώσουν για τις καταγγελίες είναι σκάνδαλο», δήλωσε ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Χανς-Πέτερ Φρίντριχ και κατηγόρησε τους δημοσιογράφους ότι «λειτουργούν σε καρτέλ σιωπής και αποκλεισμού ειδήσεων».
«Μια αναφορά υποψίας η οποία δεν καλύπτεται από σοβαρή έρευνα δεν είναι απλώς ασύμβατη προς τις αρχές της υπεύθυνης δημοσιογραφίας, αλλά και εμπρηστική, σε ό,τι αφορά την πολιτική ασφάλειας», απάντησε ο Πρόεδρος των Γερμανών Δημοσιογράφων Φρανκ Ουμπεράλ, ενώ ο αρχισυντάκτης της διαδικτυακής έκδοσης της Tagesspiegel Μάρκους Χέσελμαν, με ανάρτησή του στο Twitter, δήλωσε ότι «το δίδαγμα από την Κολονία είναι όχι ότι πρέπει να μεταδίδουμε ταχύτερα τις ειδήσεις, αλλά με μεγαλύτερη ακρίβεια, ευαισθησία και αξιοπιστία – και αυτό συνήθως σημαίνει αργότερα».
Από την άλλη πλευρά ωστόσο το δεύτερο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης ZDF, σε μια έκφραση αυτοκριτικής, ζήτησε συγγνώμη από τους τηλεθεατές για την καθυστέρηση στην μετάδοση των γεγονότων, με ανάρτησή του στο Facebook, κάνοντας λόγο για «εσφαλμένη κρίση».
Τα γερμανικά ΜΜΕ δέχονται εδώ και καιρό κριτική ότι «θάβουν» ειδήσεις που αφορούν περιστατικά βίας που αφορούν πρόσφυγες, προκειμένου να μην ενισχύουν τις ξενοφοβικές και ρατσιστικές φωνές που γίνονται όλο και περισσότερες.