Μπόργιανς: Η ελληνική κυβέρνηση θέλει πραγματικά να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή
- 17/01/2016, 19:00
- SHARE
Ο Γερμανός πολιτικός δήλωσε πως η συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα αποτελεί μια "καλή βάση και για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων εταίρων της".
“Είναι ένα πολύ σημαντικό σημάδι το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά εννοεί σοβαρά” ότι θέλει να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή, τονίζει ο υπουργός Οικονομικών του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας- Βεστφαλίας Νόρμπερτ-Βάλτερ Μπόργιανς στη συνέντευξή στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει “δεν συνομιλήσαμε απλώς, αλλά έγινε και κάτι. Είναι μια καλή βάση και για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων εταίρων της”.
Στο ερώτημα αν αποκόμισε την εντύπωση ότι η κυβέρνηση Τσίπρα θέλει πραγματικά να καταπολεμήσει την φοροδιαφυγή, ο κ. Μπόργιανς απαντά καταφατικά: “ναι μπορεί κανείς ασφαλώς να έχει αυτήν την εντύπωση, αν δει τι έχει γίνει μέχρι τώρα για την επεξεργασία των δεδομένων, το γεγονός ότι έδρασε αμέσως, το ότι καταλήξαμε σε μια συμφωνία συνεργασίας, την οποία υπογράψαμε”.
Για τη συνεργασία του με τους κ.κ. Αλεξιάδη και Παπαγγελόπουλο λέει χαρακτηριστικά “συνεπέστερη δεν νομίζω πως μπορεί κανείς να φανταστεί τη συνεργασία μας”.
Με τον ίδιο τον κ. Στουρνάρα, ο Γερμανός υπουργός διευκρινίζει ότι δεν είχε μιλήσει μαζί του πριν τρία χρόνια, την προσφορά συνεργασίας την είχε κάνει όμως στον Έλληνα πρέσβη στη Γερμανία και τον Έλληνα πρόξενο, “αλλά μετά την ενημέρωση της Αθήνας δεν επανήλθαν” και “δεν υπήρξε καμιά θετική απάντηση”.
H λίστα την οποία παρέδωσε ο κ. Μπόργιανς στην Αθήνα πιστεύει ότι θα έχει καλύτερη τύχη από τη Λίστα Λαγκάρντ. “Έχω την εντύπωση μετά από όσα βλέπω ότι θα πετύχει”.
Παράλληλα, σχολιάζοντας τις φήμες που τον χαρακτηρίζουν επίμονο «εισπράκτορα χρημάτων» αναφέρει: “Πρώτον, νομίζω ότι έγινε μια αλλαγή στις συνειδήσεις μετά την οικονομική κρίση του 2008/2009. Οι πολίτες αντελήφθησαν ότι αν κάποιος φοροδιαφεύγει δεν είναι μόνο δική του υπόθεση, αλλά γίνεται βάρος και σε μας. Αν δεν θέλουμε να διολισθήσουμε σε χρέη, τότε θα υποχρεωθεί ο ειλικρινής να πληρώσει περισσότερους φόρους, εφόσον ο ανειλικρινής δεν πληρώνει τους δικούς του. Και αυτή τη θεμελιώδη θέση την κάναμε ολοκληρωτικά δική μας. Είπαμε ότι δεν γίνεται έτσι, πρέπει να ενεργήσουμε δραστικά, κάτι το οποίο είχε πολύ θετική απήχηση στο λαό. Και αυτό οδήγησε σε αυτήν την επιτυχία αλλά επίσης και στην ξεκάθαρη εξαγγελία μας, σε μια περίοδο (μάλιστα) που πολλοί έλεγαν ότι πρέπει να αφήσουμε ένα παραθυράκι ανοικτό ή ότι δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν δεδομένα τα οποία δίνονται από πληροφοριοδότες. Εμείς είπαμε ξεκάθαρα: όχι, διαφορετικά δεν βρίσκει κανείς αυτά τα ίχνη. Και η επιτυχία μας νομίζω πως μας δικαιώνει”.
Ενώ, μιλώντας για τον αριθμό των υπαλλήλων που θα εκπαιδευθούν στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, είπε: “Καταρχάς οι πενήντα είναι το πρώτο βήμα. Είπαμε ότι δεν θέλουμε να κάνουμε παράλογες προτάσεις. Θέλουμε να δούμε αν αυτή η προσφορά που κάναμε ή κάνουμε μας πάει πραγματικά πιο πέρα και αν έχουμε θετικά αποτελέσματα, είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε να συνεχίσουμε με περισσότερους Έλληνες εφοριακούς για ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Είναι το πρώτο βήμα για να το δούμε. Επιπλέον, και αυτό ισχύει τόσο για τη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία όπως ακριβώς και για την Ελλάδα, δεν υπάρχουν υπάλληλοι οι οποίοι να συνεισφέρουν τόσο πολύ στην εξασφάλιση των δικών τους μισθών όσο οι ελεγκτές της εφορίας, δηλαδή όπως εκείνοι οι οποίοι φροντίζουν να συλλέγονται οι φόροι. Πιστεύω σε τελευταία ανάλυση, ότι οι ελεγκτές της εφορίας δεν είναι παράγοντας κόστους, αλλά ένας σημαντικός παράγοντας για τα έσοδα του κράτους.”
Αποκρινόμενος σε ερώτηση για τη συνεργασία που είχε με τον κ. Αλεξιάδη τόνισε: “Μιλήσαμε την περασμένη άνοιξη για πρώτη φορά, το θέμα ξανάνοιξε, συναντηθήκαμε δύο φορές και μετά από τις δύο συναντήσεις φτάσαμε στο σημείο να δώσουμε τη λίστα και σήμερα υπογράψαμε συμφωνία συνεργασίας. Συνεπέστερη δεν νομίζω πως μπορεί κανείς να φανταστεί τη συνεργασία μας.
Την ίδια στιγμή, επισήμανε πως η προσφορά του για το διορισμό ελεγκτών και συνεργασία πριν από 3 χρόνια, ωστόσο ξεκαθάρισε πως “Θέλω να βάλω δύο πράγματα στη σωστή τους θέση, το έχω ήδη κάνει σε άλλα μέσα ενημέρωσης. Αυτό που προτείναμε πριν 3 χρόνια ήταν η εκπαίδευση (ενν. Ελλήνων υπαλλήλων της φορολογικής διοίκησης) και η ανταλλαγή απόψεων, εμπειριών. Δεν επρόκειτο για μια λίστα (ενν. με ονόματα Ελλήνων καταθετών σε ξένες τράπεζες), δεν επρόκειτο, ούτε τότε ούτε και μέχρι σήμερα, για συνομιλίες με οποιονδήποτε υπουργό οικονομικών. Το είχαμε προτείνει σε Έλληνες εκπροσώπους στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία, επιπροσθέτως στον Έλληνα πρέσβη και τον Έλληνα πρόξενο, αλλά μετά την ενημέρωση της Αθήνας δεν επανήλθαν. Δεν επρόκειτο για τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο”.
Τέλος, απαντώντας στην ερώτηση για το τι είναι πρόθυμος να κάνει ο Έλληνας πρωθυπουργός για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και τα πιθανά αποτελέσματα της προσπάθειας αναφέρει : “Αν δει κανείς τι έχει γίνει μέχρι τώρα για την επεξεργασία των δεδομένων, το γεγονός ότι (η ελληνική κυβέρνηση) έδρασε αμέσως, το ότι καταλήξαμε σε μια συμφωνία συνεργασίας (κατά της φοροδιαφυγής), την οποία υπογράψαμε σήμερα, τότε ναι μπορεί κανείς ασφαλώς να έχει αυτήν την εντύπωση.”
“Το θέμα βρίσκεται φυσικά στην αρμοδιότητα της ελληνικής πλευράς. Εχω την εντύπωση μετά από όσα βλέπω ότι θα πετύχει. Το κομμάτι που μας αναλογούσε ολοκληρώθηκε, το άλλο εναπόκειται στην Αθήνα”, κατέληξε.