Θα είναι το 2016 η χρονιά των αποεπενδύσεων;
- 29/02/2016, 18:00
- SHARE
Η διάθεση για αποεπένδυση διπλασιάζεται το 2016 καθώς οι επιχειρήσεις χρηματοδοτούν την ανάπτυξή τους μέσω στρατηγικών πωλήσεων.
Οι αποεπενδύσεις βρίσκονται σε κορυφαία θέση στην ατζέντα των επιχειρήσεων για θέματα διαχείρισης κεφαλαίων, καθώς επιδιώκουν να αποσπάσουν τη μέγιστη δυνατή αξία από στρατηγικές πωλήσεις, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της ΕΥ 2016 Global Corporate Divestment Study.
Αντανακλώντας την αυξημένη έμφαση στις Συγχωνεύσεις και Εξαγορές (Σ&Ε) ως εργαλείο για την αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων, το 49% των εταιρειών σκοπεύουν να αποεπενδύσουν στη διάρκεια των επόμενων δυο ετών, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση με το 20% που κατεγράφη το 2015. Παράλληλα, το ποσοστό των εταιρειών που δεν προτίθενται να προχωρήσουν σε αποεπενδύσεις μειώθηκε από 56% σε 5%. Τα στοιχεία αυτά φανερώνουν μια αυξημένη διάθεση ενίσχυσης και μετασχηματισμού των κύριων δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Οι αποεπενδύσεις χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο ως βασικό εργαλείο ανάπτυξης, με το 70% των επιχειρήσεων να χρησιμοποιούν τα έσοδα από αυτές για να αναπτύξουν τις κύριες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, να επενδύσουν σε νέα προϊόντα και αγορές, ή να επεκταθούν σε άμεσα συμπληρωματικές δραστηριότητες. Μεταξύ των επιχειρήσεων που ολοκλήρωσαν μια αποεπένδυση το 2015, το 39% επανεπένδυσαν τα έσοδα στη βασική τους δραστηριότητα, το 20% επένδυσαν σε νέα προϊόντα, αγορές ή γεωγραφικές περιοχές, ενώ το 11% προχώρησαν σε εξαγορές. Συνολικά, το 84% πιστεύουν ότι δημιουργήθηκε μακροπρόθεσμη αξία στην υπόλοιπη επιχείρηση.
Ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων ΕΥ Ελλάδας, παρατηρεί:
«Στο βαθμό που θα αρχίσει να βελτιώνεται το επενδυτικό κλίμα και στην Ελλάδα, είναι βέβαιο ότι οι επιχειρήσεις θα χρησιμοποιήσουν όλο και περισσότερο την επιλογή της αποεπένδυσης με σκοπό την εξεύρεση των απαραίτητων κεφαλαίων για ανάπτυξη των κύριων δραστηριοτήτων τους. Ήδη, τη στρατηγική αυτή ακολουθούν οι ελληνικές συστημικές τράπεζες αποεπενδύοντας από τις δραστηριότητες των Βαλκανίων, καθώς και από τις επενδύσεις τους στην Ελλάδα εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα. Οι αποεπενδύσεις αποτελούν μια στρατηγική επιλογή, και για τις ελληνικές επιχειρήσεις, για τη δημιουργία μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Οι επιχειρήσεις θα τις χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο με σκοπό να χρηματοδοτήσουν νέες ευκαιρίες, να παρακολουθήσουν τις αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών και να προωθήσουν την καινοτομία. Η έξυπνη ανακατανομή των κεφαλαίων και η συντονισμένη αξιολόγηση των χαρτοφυλακίων θα αποτελέσει προτεραιότητα για τις επιχειρήσεις το 2016.»
Οι ευκαιριακές αποεπενδύσεις παραμένουν βασική αιτία πώλησης
Τη μεγαλύτερη επιτυχία σημείωσαν οι επιχειρήσεις που χρησιμοποίησαν την τελευταία τους αποεπένδυση για να χρηματοδοτήσουν εξαγορές, καθώς είχαν 62% περισσότερες πιθανότητες να καταγράψουν υψηλότερες αποτιμήσεις για το υπόλοιπο της επιχείρησης μετά την πώληση, σε σχέση με τις επιχειρήσεις που χρησιμοποίησαν τα έσοδα για να μειώσουν το δανεισμό τους. Οι αγορές αντέδρασαν θετικά στις εταιρείες που αποεπένδυσαν το 10% της αξίας τους, καθώς οι τιμές των μετοχών τους υπεραπέδωσαν κατά 612 μονάδες βάσης ως προς το χρηματιστηριακό δείκτη σε σχέση με τη χρονιά που προηγήθηκε της πώλησης. Για τις εταιρείες που αποεπένδυσαν το 20%, τα στοιχεία ήταν ακόμη πιο θετικά, ξεπερνώντας την επίδοση της προηγούμενης χρονιάς κατά 1.104 μονάδες βάσης.
Οι ευκαιριακές αποεπενδύσεις παραμένουν ο βασικός λόγος πώλησης, καθώς σχεδόν το ένα τρίτο (31%) ακολουθεί αυτή την οδό. Σύμφωνα με την έρευνα, οι ευκαιριακές πωλήσεις συγκεντρώνουν τις μικρότερες πιθανότητες να επηρεάσουν θετικά τις αποτιμήσεις της υπόλοιπης εταιρείας μετά την πώληση.
Η πρόσβαση σε στοιχεία η μεγαλύτερη πρόκληση για την αξιολόγηση των χαρτοφυλακίων
Το 49% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι η πρόσβαση σε ακριβή και πλήρη στοιχεία αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στη διαδικασία αξιολόγησης των χαρτοφυλακίων. Αποσπασματικά ή ανόμοια στοιχεία οδηγούν σε διλήμματα αναφορικά με αποφάσεις για αποεπενδύσεις, με το 81% των στελεχών να αναφέρουν ότι η κακή ποιότητα των δεδομένων καθιστά δύσκολη την αποτελεσματική ανάλυσή τους. Επιπλέον, το 42% των στελεχών δηλώνουν ότι καλούνται να ενσωματώσουν εξελιγμένα εργαλεία ανάλυσης και προσομοίωσης (business modelling tools) στις διαδικασίες αξιολόγησης του χαρτοφυλακίου για τη μέτρηση της απόδοσης.
Σύμφωνα με τον κ. Ιωσηφίδη, «Στην εποχή του cloud computing, του internet of things και των big data, η μεγιστοποίηση της αξίας βασίζεται στην πληροφορία. Οφείλεις να γνωρίζεις την επιχείρησή σου καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Μελετώντας τι γνωρίζουν εξωτερικοί παράγοντες για την εταιρεία σου, τι λένε για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της και αντιλαμβάνοντας πώς αυτή η πληροφόρηση θα μπορούσε να δημιουργήσει προοπτικές ανάπτυξης, ή ευάλωτα σημεία, μπορείς να διασφαλίσεις ότι η επιχείρησή σου θα πωληθεί στο σωστό χρόνο στη σωστή τιμή.»
Η έρευνα αναδεικνύει επίσης πως τα εργαλεία ανάλυσης και προσομοίωσης δεν είναι το δυνατό σημείο όσων συμμετείχαν. Για παράδειγμα, το 65% αναφέρουν ότι η ανάλυση των αντιλήψεων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των πελατών τους είναι εξαιρετικά αναποτελεσματική. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε μεγάλο βαθμό παραβλέπονται, ωστόσο το 19% των επιχειρήσεων σκοπεύουν να επενδύσουν σε αυτόν τον τομέα κατά τα επόμενα δύο χρόνια.
Η πειθαρχημένη προσέγγιση αποδίδει καρπούς
Τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν σαφώς ότι οι επιχειρήσεις που αποεπενδύουν στρατηγικά, προχωρώντας σε αξιολόγηση του χαρτοφυλακίου, προετοιμάζοντας τα προς πώληση στοιχεία και μελετώντας προσεκτικά πώς θα χρησιμοποιήσουν τα έσοδα από την πώληση, έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να υλοποιήσουν αποεπενδύσεις που θα επηρεάσουν θετικά την υπόλοιπη επιχείρηση μακροπρόθεσμα. Το 56% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι ελλείψεις στη διαδικασία αξιολόγησης και αποτίμησης του χαρτοφυλακίου οδήγησαν σε αποτυχία ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους της αποεπένδυσης, ενώ 44% επισημαίνει τη δυσκολία ανάδειξης της αξιολόγησης του χαρτοφυλακίου ως μια διαδικασία στρατηγικής σημασίας. Η έρευνα διαπίστωσε επίσης μια σαφή σύνδεση μεταξύ της συχνότητας των αποτιμήσεων του χαρτοφυλακίου και της επιτυχίας των αποεπενδύσεων. Μεταξύ των ερωτηθέντων που υλοποίησαν επιτυχημένες συμφωνίες, το 48% πραγματοποιούν τριμηνιαίες αξιολογήσεις και το 37% ετήσιες.