Μητσοτάκης: Μείωση 30% στον ΕΝΦΙΑ σε δυο χρόνια

Μητσοτάκης: Μείωση 30% στον ΕΝΦΙΑ σε δυο χρόνια

“Πολιτική αλλαγή όσο γίνεται πιο γρήγορα”, ζήτησε ο πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε τηλεοπτική συνέντευξη που έδωσε.

Απαντήσεις για όλα τα καυτά θέματα της επικαιρότητας, για τη στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και τις προτεραιότητες που θα θέσει η Κυβέρνησή του, έδωσε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «ΣΚΑΪ» και το δημοσιογράφο κ. Αλέξη Παπαχελά.

Η Νέα Δημοκρατία έχει τον τρόπο να μειώσει τον ΕΝΦΙΑ κατά 30% στα δύο πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, τόνισε, ο οποίος υπογράμμισε ότι δεν θα δώσει υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα. Είπε συγκεκριμένα: «Το λάθος το οποίο έκανε ο κ. Τσίπρας να μιλήσει για κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, δεν πρόκειται να το επαναλάβω. Θα δεσμευτώ, όμως, ότι ο ΕΝΦΙΑ πρέπει να μειωθεί και πρέπει να μειωθεί 30% εντός των πρώτων δύο ετών».

Εξίσου κατηγορηματικά δεσμεύτηκε ότι δεν θα γίνουν απολύσεις Δημοσίων υπαλλήλων. «Δεσμεύομαι», είπε, «ότι δεν πρόκειται να γίνουν απολύσεις, αλλά μέσα από μια αναλογία αποχωρήσεων και νέων προσλήψεων, η οποία να μειώνει σταδιακά το Δημόσιο. Και το σημαντικότερο μέσα από τη μη ανανέωση της πρακτικής να βάζουμε στο Δημόσιο από την πίσω πόρτα, συμβασιούχους ορισμένου χρόνου και μετά να τους μονιμοποιούμε».

Παράλληλα, ερωτηθείς για τον αφελληνισμό των ελληνικών τραπεζών είπε “τον πέτυχε η ίδια η Κυβέρνηση με το τρίτο Μνημόνιο και την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών”.

“Και εκεί υπάρχουν τεράστιες ευθύνες οι οποίες θα διερευνηθούν κάποια στιγμή από μια εξεταστική επιτροπή για την οποία έχω δεσμευτεί ότι θα γίνει. Δεν γίνεται το ελληνικό Δημόσιο να είχε το 62% των συστημικών τραπεζών και να βρέθηκε ξαφνικά με το 25%. Αυτή είναι όμως μια πραγματικότητα σήμερα. Οι τράπεζες έχουν μετόχους. Έχουν μετόχους και Έλληνες, έχουν μετόχους και ξένους. Εμένα δεν με ενδιαφέρει τόσο η μετοχική σύνθεση, ελληνικές είναι οι τράπεζες”, είπε και τόνισε πως “θέλω ελληνικές διοικήσεις, άξιους ανθρώπους να μπορούν να στηρίξουν τα άξια ελληνικά στελέχη που δουλεύουν στην τραπεζική αγορά. Θέλω οι τράπεζες να ξανακάνουν τη δουλειά τους. Δεν γίνεται ένας επιχειρηματίας εξαγωγικής επιχείρησης να πηγαίνει σε μια τράπεζα και να λέει θέλω κεφάλαιο κίνησης για να χρηματοδοτήσω τις εξαγωγές μου και να λέει η τράπεζα δεν γίνεται”.

Αναφερόμενος, στις διαδικασίες αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών που εφάρμοσε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Ο νόμος Παππά θα καταργηθεί και οι αρμοδιότητες θα επιστρέψουν στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης… Ο νόμος Παππά είναι αντισυνταγματικός… Μιλάει η Κυβέρνηση για καναλάρχες εργολάβους. Μα, 465.000.000 έδωσε η ίδια η Κυβέρνηση πανωπροίκι στους εργολάβους για να συνεχίσουν τα έργα των μεγάλων αυτοκινητοδρόμων. Ποιον κοροϊδεύουν; Έχω στείλει μια επιστολή σήμερα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όπου ζητώ να προσκληθούν και οι 4 υπερθεματιστές και ο κ. Παππάς ως αρμόδιος Υπουργός και να τεκμηριώσουν οι υπερθεματιστές την προέλευση των χρημάτων. Είναι πολλά τα λεφτά πράγματι και θα πρέπει να αποδείξουν ότι τα έχουν από νόμιμους πόρους, όπως ορίζει ο νόμος… Μιλάμε για μια σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας της Δημοκρατίας μας και μια απαράδεκτη ροπή στον αυταρχισμό, στα κανάλια, στις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, στο κομματικό κράτος που χτίζεται».

Για την αντιπολιτευτική στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε: «Η εντολή που πήρα είναι να προτείνω στους Έλληνες μία συμφωνία αλήθειας, έναν διαφορετικό δρόμο εξόδου από την κρίση. Και αυτός ο διαφορετικός δρόμος δεν μπορεί να στηρίζεται σε υποσχέσεις, σε παροχές χωρίς αντίκρισμα. Δεν πρόκειται να αντιγράψω τις κακές συνήθειες άλλων Αρχηγών Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, οι οποίοι για να εκλεγούν έταζαν τα πάντα στους πάντες, για να βρεθούν αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα των δικών τους προεκλογικών δεσμεύσεων, όταν πια έφτασαν στην εξουσία».

Απαντώντας σε ερωτήσεις για την απόφασή του να ζητήσει πρόωρες εκλογές ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ανάμεσα στα άλλα, ανέφερε: «Η Ελλάδα σήμερα μοιάζει με ρημαγμένη χώρα. Δείτε τις επιχειρήσεις που κλείνουν… Δείτε την κατάσταση ανομίας… Δείτε την κατάσταση στην Παιδεία, που έχουμε μία ραγδαία οπισθοχώρηση. Δεν μπορώ να ανεχθώ αυτήν την παρακμή και έχω μια εθνική ευθύνη από τη θέση μου, να βάλω ένα τέλος σε αυτόν τον κατήφορο. Και το τέλος αυτό προϋποθέτει πολιτική αλλαγή στη χώρα. Και είπα τον Απρίλιο, όταν ζήτησα, για πρώτη φορά εκλογές, ότι το κόστος παραμονής της Κυβέρνησης είναι μεγαλύτερο από το κόστος απομάκρυνσης… Αισθάνομαι απολύτως δικαιωμένος που ζήτησα εκλογές. Θα εξακολουθώ να τις ζητώ με απόλυτη επιμονή και συστηματικότητα… Όσο καθυστερούμε τόσο πιο δύσκολο θα είναι το έργο της επόμενης Κυβέρνησης. Όχι τόσο πιο εύκολο. Ίσως θα ήταν η εύκολη λύση για μένα να αρκεστώ στη τακτική του ώριμου φρούτου».

Αναφερόμενος ειδικότερα στο Κράτος πρόσθεσε: «Δεν θέλω ένα αδύναμο Κράτος. Θέλω ένα μικρότερο αλλά ισχυρότερο Κράτος. Δημόσια αγαθά, δημόσια τάξη και δημόσια ασφάλεια, Παιδεία και Υγεία είναι τρεις τομείς δημόσιας πολιτικής στους οποίους η Κυβέρνησης έχει αποτύχει οικτρά, οικτρά, και υπάρχουν σημαντικά περιθώρια να μπορούμε να μιλήσουμε με πολύ συγκεκριμένες προτάσεις… Θα πω αυτά τα οποία μπορώ να κάνω. Και νομίζω ότι αυτό από μόνο του δημιουργεί συνθήκες αξιοπιστίας. Καταλαβαίνω την καχυποψία, την καταλαβαίνω απόλυτα και κάνω το καλύτερο που μπορώ. Είμαι ειλικρινής σε αυτό που κάνω και τεκμηριωμένος σε αυτά τα οποία προτείνω».

Σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά της Κυβέρνησης που θα συγκροτήσει, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας σημείωσε: «Θα είναι μια Κυβέρνηση των αρίστων. Θα υπάρχουν στην Κυβέρνησή μου και στελέχη έξω από τη πολιτική… Η πολιτική νομιμοποίηση που ζητάει είναι σαφής. Έρχομαι να κάνω πραγματικές μεταρρυθμίσεις και δεν πρόκειται να ανεχτώ αποκλίσεις από αυτό από κανέναν και αυτή θα είναι και η εντολή την οποία θα πάρω». «Θα χρειαστούμε», πρόσθεσε, «μια μεγάλη ομάδα την επόμενη μέρα η οποία θα υποστηρίξει αυτή την προσπάθεια. Αλλά η ομάδα αυτή πρέπει να έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Να είναι άνθρωποι ηθικοί, ακέραιοι, εργατικοί, με εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα, δουλευταράδες, αποφασισμένοι, με τσαγανό. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά τα οποία ψάχνω για την επόμενη μέρα. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, αλλά την πολιτική την αντιμετωπίζουν με καχυποψία».

Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος και τα πλεονάσματα που οφείλει να διασφαλίζει η χώρα, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Η χώρα μπορεί να διεκδικήσει από την Ευρώπη κάτι καλύτερο και στο χρέος και στο πρωτογενές πλεόνασμα. Θεωρώ απολύτως επιβεβλημένο την επομένη μέρα, μετά το 2018, να υπάρχει μείωση των στόχων του τωρινού πλεονάσματος». Αναφερόμενος ειδικότερα στο θέμα του χρέους πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στο ζήτημα του χρέους υπάρχουν μεγάλες ευθύνες των Ευρωπαίων. Από το Νοέμβρη του 2012 υπάρχει ρητή δέσμευση για απομείωση του χρέους. Ξέρουμε λίγο – πολύ τι μπορεί και τι δεν μπορεί να γίνει στο χρέος. Αυτό το οποίο μπορεί να γίνει πρέπει να γίνει. Δυστυχώς, επειδή η κατάσταση χειροτέρεψε με την τραγική διαπραγμάτευση Τσίπρα – Βαρουφάκη, οι παρεμβάσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν πρέπει να είναι πιο τολμηρές και αυτό δημιουργεί μια άλλη δυσκολία. Αλλά εδώ μιλάμε μια εξίσωση με τρεις βασικούς παραμέτρους. Το χρέος, το πλεόνασμα και τους ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτά τα τρία πρέπει να κολλάνε. Τώρα μπαίνουμε σε τεχνικά ζητήματα, αλλά τα νούμερα πρέπει να βγάζουν νόημα. Αλλά ναι, η απάντηση είναι βεβαίως και μας χρωστάνε κάτι στο χρέος. Αλλά κανείς δεν μας χρωστάει μόνο, αν δεν δείξουμε και εμείς σοβαρότητα και αξιοπιστία. Το να πάμε με τσαμπουκά και να λέμε απαιτούμε χωρίς να έχουμε κάνει αυτά τα οποία πρέπει να κάνουμε εμείς, δεν είναι στρατηγική. Και κρούω και πάλι τον κώδωνα του κινδύνου. Δεν αντέχει η χώρα άλλη μια παράταση της διαπραγμάτευσης. Διότι κάποια στιγμή στις αρχές του 2017 τελειώνουν και πάλι τα λεφτά. Και κάθε φορά που βρισκόμαστε με την πλάτη στο τοίχο παίζεται το ίδιο παιχνίδι. Πιο αυστηρά μέτρα, η οικονομία βουλιάζει πιο βαθιά σε ύφεση. Δεν θέλουμε να το ξαναδούμε αυτό το έργο. Έχει ευθύνη ο κ. Τσίπρας να πάρει τα 2,8 δις και να υλοποιήσει τα προαπαιτούμενα και να κλείσει και τη δεύτερη αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό. Αν δεν μπορεί να το κάνει να σηκωθεί να φύγει, να παραιτηθεί. Διότι αυτό το οποίο δεν πρόκειται εμείς να ανεχθούμε είναι τον κ. Τσίπρα να προσποιείται, για άλλη μια φορά, ότι διαπραγματεύεται την ώρα που η χώρα βουλιάζει».

Σε ό,τι αφορά τους πλειστηριασμούς ανέφερε χαρακτηριστικά: «Υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι πρέπει να προχωρήσουν πλειστηριασμοί, όχι μόνο στην πρώτη κατοικία, αλλά σε εξοχικά σπίτια στη Μύκονο επιχειρηματιών οι οποίοι λήστεψαν τις εταιρίες τους και έχουν τα λεφτά τους έξω και οι οποίοι είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές; Έχετε καμιά αμφιβολία ότι δεν ξέρουν οι τράπεζες ποιοι είναι αυτοί; Να κάνουν τη δουλειά τους και να κοιτάξουν να εισπράξουν ό,τι παραπάνω μπορούν και να μην τα φορτώσουν αυτά στην πλάτη του Έλληνα φορολογούμενου. Τα νομικά εργαλεία υπάρχουν πια».

Απαντώντας σε ερωτήσεις για την ανανέωση της Νέας Δημοκρατίας υπογράμμισε: «Είναι χρέος μου και είναι κάτι το οποίο είναι μία πρόκληση για το μέλλον, να ανανεώσω τη Νέα Δημοκρατία και σε πρόσωπα. Και να μην έχετε καμία αμφιβολία ότι όταν έρθει η ώρα των εθνικών εκλογών, αυτήν την ανανέωση στα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας, θα τη δείτε. Και επειδή προσβλέπω και προσδοκώ ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί και να διπλασιάσει την Κοινοβουλευτική της δύναμη, έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία οι επιλογές που θα δώσουμε στους πολίτες, όταν θα έρθουν να επιλέξουν βουλευτές με το σταυρό τους, να αποπνέουν ένα διαφορετικό ήθος, ύφος, αλλά και μία διαφορετική ποιότητα». «Η Νέα Δημοκρατία», πρόσθεσε, «είναι μία μεγάλη κεντροδεξιά Παράταξη. Σε αυτήν την Παράταξη χωράει και ο παραδοσιακός κεντρώος, χωράει και ο μετριοπαθής φιλελεύθερος κεντρώος, χωράει και κάποιος ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ως κεντροαριστερός και ο οποίος είναι απολύτως απηυδισμένος με την πολιτική της σημερινής Κυβέρνησης και αναζητεί μία πολιτική διέξοδο ή διεύρυνση».

Υπογράμμισε, ταυτόχρονα ότι: «Η Νέα Δημοκρατία είναι απολύτως ενωμένη. Λειτουργεί δημοκρατικά και προχωράει συντεταγμένα. Η Νέα Δημοκρατία δεν είναι ένα Κόμμα, όπως συχνά παρουσιάζεται, ομάδων, φεουδαρχών οι οποίοι ασκούν με το δικό τους τρόπο τη δική τους επιρροή. Είναι ένα ανοιχτό Κόμμα πολυτασικό. Ανεχόμαστε τη διαφορετική άποψη και προσπαθούμε πάντα να τη συγκεράσουμε σε μία κοινή γραμμή».

Τέλος, απαντώντας σε ερωτήσεις για το έλλειμμα του 2009 ανέφερε ότι: «Πολύ μεγαλύτερη σημασία σήμερα για τους πολίτες που μας ακούνε, για το συνταξιούχο που βλέπει τη σύνταξή του να κόβεται, για τον εργαζόμενο του οποίου η επιχείρηση κλείνει επειδή το κράτος δεν μπορεί να τον εξοφλήσει, δεν έχει τι έγινε το 2009 και αν το έλλειμμα ήτανε 15% ή 13%, αλλά το πώς θα βγούμε από το Μνημόνιο και αν μπορούμε εμείς ως εναλλακτική πολιτική δύναμη να δώσουμε σε αυτούς τους πολίτες μία ελπίδα που να στηρίζεται σε ένα αληθινό και ρεαλιστικό πρόγραμμα». Και πρόσθεσε: «Ο κύριος υπεύθυνος για την περιπέτεια αυτή ήταν και παραμένει στο δικό μου το μυαλό ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος σε μια εποχή, που εν πάση περιπτώσει οι θύελλες της διεθνούς οικονομικής κρίσης είχαν χτυπήσει την Ελλάδα μας είπε ότι ‘’λεφτά υπάρχουν’’ και, 7 μήνες μετά, βρεθήκαμε σε ένα Μνημόνιο το οποίο αμφιβάλω αν και ο ίδιος κατάλαβε ακριβώς τι υπέγραψε».