Πώς κατέληξε η Ελλάδα να είναι η τρίτη φτωχότερη χώρα της Ε.Ε.;
- 27/02/2017, 11:45
- SHARE
Οι πολιτικές αυστηρής λιτότητας που ακολουθούνται τα τελευταία επτά χρόνια έχουν ως αποτέλεσμα να βαθύνει η ύφεση και να βρίσκεται η χώρα σήμερα πίσω από Ρουμανία - Βουλγαρία.
Η φτώχεια απειλεί την ελληνική κοινωνία: περίπου επτά χρόνια μετά την ένταξη της χώρας στο καθεστώς των μνημονίων, το ποσοστό των νοικοκυριών που διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας διπλασιάστηκε, όπως αναφέρει σε άρθρο της η Ημερησία.
Ενώ το 2008, έτος που ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, το 11,2% των Ελλήνων είχαν ελλείψεις σε βασικά αγαθά, το 2015 το ποσοστό αυτό «εκτινάχθηκε» στο 22,2%, όπως σε καμία άλλη χώρα της Ε.Ε.
Τη σοβαρή επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης στην Ελλάδα καταδεικνύουν στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τη στατιστική υπηρεσία της Ε.Ε. Σύμφωνα με αυτά, η Ελλάδα είναι η τρίτη φτωχότερη χώρα-μέλος της Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία (34,2%) και τη Ρουμανία (22,7%).
Με τη διαφορά, βεβαίως, ότι ενώ τα ποσοστά φτώχειας των πρώην κομμουνιστικών βαλκανικών κρατών έχουν μειωθεί σημαντικά -κατά σχεδόν ένα τρίτο στην περίπτωση της Ρουμανίας- το ποσοστό φτώχειας στην Ελλάδα έχει διπλασιαστεί από το 2008. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος για τη φτώχεια την ίδια περίοδο (2008-2015) υποχώρησε από το 8,5 στο 8,1%. Τα χαμηλότερα ποσοστά φτώχειας καταγράφονται στη Σουηδία (0,7% το 2015 έναντι 1,4% το 2008), Νορβηγία (1,7% έναντι 2%) και τη Φινλανδία (2,2% το 2015 έναντι 3,5% το 2008).
Όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, μπορεί η Ελλάδα να απέφυγε τη χρεοκοπία με την υπαγωγή της στο πρόγραμμα διάσωσης, ωστόσο οι πολιτικές αυστηρής λιτότητας που ακολουθούνται τα τελευταία επτά χρόνια έχουν ως αποτέλεσμα να βαθύνει η ύφεση και η χώρα να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση του ποσοστού φτώχειας στην Ε.Ε. «Ύστερα από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 αρκετές χώρες της Ευρωζώνης στράφηκαν προς διεθνείς δανειστές. Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, για παράδειγμα, ακολούθησαν προγράμματα διάσωσης και επέστρεψαν σε ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας τους. Δεν συνέβη όμως το ίδιο με την Ελλάδα», τονίζει το Reuters.
Σημειώνεται ότι στην Πορτογαλία, το ποσοστό φτώχειας μειώθηκε έστω και οριακά από 9,7% το 2008 σε 9,6% το 2015, ενώ αντίθετα στην Κύπρο αυξήθηκε σε 15,4% το 2015 έναντι 9,1% το 2008.
Αρνητική «πρωτιά» στην Ε.Ε. έχει η χώρα μας και στα ποσοστά ανεργίας. Η ανεργία έχει υποχωρήσει από το ρεκόρ του 28% σε 23%, ωστόσο, όπως τονίζει το Reuters, το ποσοστό αυτό παραμένει το υψηλότερο στην Ε.Ε. Από την έναρξη της κρίσης, το ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί κατά 25% και χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν κλείσει.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνει με δραματικό τρόπο η τελευταία έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για τις Συνθήκες Διαβίωσης στην Ελλάδα το έτος 2015. Σύμφωνα με την έκθεση, το 39,9% του πληθυσμού στη χώρα στερείται βασικά υλικά αγαθά και υπηρεσίες, όπως φαγητό και θέρμανση, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται στο 44,5% του πληθυσμού ηλικίας 0-17 ετών. Μάλιστα, σχεδόν ένα στα έξι νοικοκυριά (ποσοστό 17,7%) διαμένουν σε σπίτια ακατάλληλα με διαρροές στη στέγη, υγρασία σε τοίχους, πατώματα, κ.ά. Συνολικά, περισσότεροι από 4.512.000 Έλληνες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας, με τα παιδιά να απειλούνται περισσότερο. Ενδεικτικό είναι ότι 230.774 παιδιά ζουν σε νοικοκυριά χωρίς κανέναν εργαζόμενο και ουσιαστικά χωρίς κανένα εισόδημα.
Στοιχεία-σοκ για τη Θεσσαλονίκη
Πολυτέλεια αποτελούν για πολλούς Θεσσαλονικείς βασικά υλικά, όπως η θέρμανση και η ηλεκτροδότηση του σπιτιού τους. Έξι στα δέκα νοικοκυριά δυσκολεύονται να πληρώσουν το ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ περίπου 2.000 νοικοκυριά (14%) ζουν κάποιες περιόδους χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από έρευνα της Palmos Analysis, για λογαριασμό της ευρωβουλευτού Μαρίας Σπυράκη, που διενεργήθηκε σε δείγμα 456 νοικοκυριών στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης από τις 3 έως τις 7 Φεβρουαρίου 2017. Σύμφωνα με την έρευνα, στη Θεσσαλονίκη ευάλωτα ή σε κατάσταση ενεργειακής φτώχειας βρίσκονται συνολικά 190.000 νοικοκυριά (62%). Προκειμένου δε, να καλύψουν το αυξημένο κόστος θέρμανσης τα νοικοκυριά έχουν περικόψει κυρίως δαπάνες ένδυσης και υπόδησης (58%) διασκέδασης και ψυχαγωγίας (36%) και τρόφιμα/ έξοδα σούπερ μάρκετ (32%).
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, συνολικά 22.000 νοικοκυριά (7%) δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο κόστος θέρμανσης και 15.000 νοικοκυριά (5%) στο κόστος ηλεκτροφωτισμού. Την ίδια ώρα, το 53% των νοικοκυριών τα βγάζει πέρα με δυσκολία με τα έξοδα θέρμανσης και το 60% με τα έξοδα ηλεκτροφωτισμού. Για συνολικά 8.000 νοικοκυριά (38%) υπάρχουν περίοδοι που το νοικοκυριό τους δεν θερμαίνεται και 65.000 (21%) θερμαίνουν μέρος μόνο του σπιτιού τους.
Επίσης, από την έρευνα προκύπτει ότι 31.000 νοικοκυριά (10%) δεν έχουν συνεχώς διαθέσιμο ζεστό νερό και αυτό συμβαίνει με ιδιαίτερη ένταση (41%) τα τελευταία κρίσιμα χρόνια της ύφεσης (2011-2017) λόγω, κυρίως, (70%) του υψηλού κόστους.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ως ευάλωτα στην κατάσταση ενεργειακής φτώχειας είναι τα νοικοκυριά τα οποία ξοδεύουν περισσότερο από 10% του εισοδήματός τους για θέρμανση και ηλεκτροφωτισμό. Ο μέσος όρος της αντίστοιχης δαπάνης στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης είναι 13%.