Δεν γίνεται να στοχοποιείται συνέχεια ο κλάδος των ξενοδόχων
- 03/04/2017, 17:23
- SHARE
Ο ελληνικός τουρισμός, το AirBnb, ο ρόλος του ΣΕΤΕ, και η επένδυση 300 εκατ. ευρώ στην Ηλεία.
Μεγάλη τουριστική ζήτηση καταγράφει η Ελλάδα εξαιτίας του πλήγματος που δέχτηκε ο τουρισμός της Τουρκίας και της Β. Αφρικής με τις Γερμανία, Αγγλία, Ρωσία, τις χώρες των Βαλκανίων και της Βαλτικής να δίνουν «ψήφο εμπιστοσύνης» στη χώρα μας. Ήδη οι προκρατήσεις από αυτές τις χώρες βρίσκονται στο +30%. Σε δυνατούς αντιπάλους αναδεικνύονται η Ισπανία, η Κροατία και η Βουλγαρία που βλέπουν το τουριστικό τους προϊόν να κερδίζει σταδιακά έδαφος αναφέρει στο fortunegreece.com ο Αντιπρόεδρος της Aldemar, Αλέξανδρος Αγγελόπουλος.
Την ίδια ώρα το Brexit από το ότι φαίνεται δεν θα επηρεάσει τη φετινή τουριστική σεζόν, καθώς όπως εξηγεί ο κ. Αγγελόπουλος, οι Βρετανοί φρόντισαν να κλείσουν νωρίς τις διακοπές τους εκμεταλλευόμενη την αρκετά ευνοϊκή ισοτιμία. «Η Γαλλία και η Ιταλία αποτελούν σταθερές αγορές, αλλά κλείνουν τα εισιτήριά τους τελευταία στιγμή, οπότε ακόμα δεν έχουμε πλήρη εικόνα. Όσο για τους Άγγλους το Brexit σίγουρα θα λειτουργήσει ανασταλτικά και ίσως δούμε πτώση στις κρατήσεις από το 2018».
«Το κράτος γίνεται κοινωνός της “μαύρης” οικονομίας»
Και αν το Υπουργείο Τουρισμού μιλάει διαρκώς για ρεκόρ τουριστών, ο ξενοδοχειακός κλάδος έχει υποστεί μειώσεις σε επίπεδο τζίρου, αφού ήταν υποχρεωμένος να προβεί σε μειώσεις τιμών έως και 30%, για να αντιστρέψει την αρνητική εικόνα απόρροια της κρίσης και του ασταθούς πολιτικό-οικονομικού περιβάλλοντος, αλλά και για να ανταπεξέλθει σε φαινόμενα τύπου airbnb. «Το πλαίσιο που δρομολογεί η κυβέρνηση για το airbnb δεν είναι ικανοποιητικό. Η οικονομία της φιλοξενίας με τέτοιου είδους φαινόμενα ρίχνει το επίπεδο παροχής υπηρεσιών. Το παρόν νομικό πλαίσιο δεν προστατεύει τον κλάδο μας. Οι ξενοδόχοι είναι αυτοί που επωμίζονται το βάρος της φορολόγησης, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά και το budget για την προβολή της χώρας στο εξωτερικό» επισημαίνει ο Αλέξανδρος Αγγελόπουλος.
Προσθέτει δε πως έως το 2020 το 50% των ταξιδιωτών θα επιλέγει εταιρείες που βασίζονται στη λογική του share economy, ποσοστό που δείχνει ότι δεν πρόκειται απλώς για μια μόδα, αλλά για μια τάση που εξαπλώνεται με ταχύτατους ρυθμούς παγκοσμίως. «Οι απώλειες για το κράτος από τη μη απόδοση φόρων από τα ενοικιαζόμενα σπίτια ξεπερνούν τα 400 εκατομμύρια ευρώ. Τη στιγμή που η ξενοδοχεία από το 2011 έχει δεχτεί συνολικά 13 φορολογικές επιβαρύνσεις. Το κράτος είναι σαν να ευνουχίζει τις επιχειρήσεις που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος και να γίνεται κοινωνός της “μαύρης” οικονομίας».
Ο κ. Αγγελόπουλος διευκρινίζει πως ο κλάδος του ζητά ίση μεταχείριση με τους υπόλοιπους παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ενώ επικρίνει τον ΣΕΤΕ λέγοντας χαρακτηριστικά πως ο ρόλος ενός τέτοιου οργάνου δεν είναι να κάνει απλά διαπιστώσεις, αλλά να ασκεί πολιτική που να προασπίζεται τα συμφέροντα των τουριστικών επιχειρήσεων. «Δεν γίνεται να «χτυπάνε» συνέχεια τον ίδιο. Αυτή τη στιγμή ο τουρισμός είναι «μαγαζί γωνία» και δεν έχει περιθώρια κέρδους.
Ένα μεγάλο ποσοστό των «κόκκινων» δανείων προέρχεται από τα ξενοδοχεία και η κυβέρνηση νομιμοποιεί την ύπαρξη μιας παράλληλης μαύρης οικονομίας. Στοχοποιούνται στους δανειστές συγκεκριμένοι κλάδοι όταν υπάρχουν άλλοι μη παραγωγικοί, όπως το Δημόσιο. Εκεί δεν γίνεται τίποτα». Καταλήγει λέγοντας πως ο τουρισμός είναι η σωστή δουλειά για μια χώρα όπως η Ελλάδα, αλλά «αιμορραγεί» τόσο γιατί δεν υπάρχει πλαίσιο, αλλά και γιατί οι εκπρόσωποί της στα χρόνια της κρίσης βρίσκονταν στον «αυτόματο πιλότο».
Σε συζητήσεις με Ευρωπαίους επενδυτές για project στην Ηλεία
Όσο για τον Όμιλο Aldemar στον οποίο ο κ. Αγγελόπουλος ασκεί καθήκοντα Αντιπροέδρου η φετινή τουριστική σεζόν δείχνει να κυλά ομαλά με το 60% των προκρατήσεων να προέρχεται από Ρωσία, Γερμανία, Αγγλία και χώρες της Βαλτικής. «Πέρυσι κλείσαμε με αύξηση τζίρου 12% και εκτιμάμε ότι και η τρέχουσα χρονιά θα είναι καλή».
Η προσοχή πλέον στρέφεται στη δημιουργία δύο νέων ξενοδοχείων στην περιοχή της Ηλείας για τα οποία έχει ληφθεί η απαιτούμενη άδεια, καθώς και ενός οικιστικού που θα φιλοξενεί 700 σπίτια. Πρόκειται για μια επένδυση της τάξης των 300 εκατ. ευρώ από την οποία θα προκύψουν 700 νέες θέσεις εργασίας και τόνωση της τοπικής οικονομίας.
«Θα υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις μέσα στο 2017. Ήδη βρισκόμαστε σε συζητήσεις με επενδυτές από την Ευρώπη. Πιστεύουμε πολύ στις συνέργειες».