Γιατί η στρατηγική της Τερέζα Μέι για το Brexit έγινε κομμάτια
- 12/06/2017, 10:11
- SHARE
Και η Ευρωπαϊκή Ένωση το γνωρίζει πολύ καλά.
του Τζέφρι Σμιθ
Η στρατηγική της Τερέζα Μέι για το Brexit σμπαραλιάστηκε.
Η πρωθυπουργός προκήρυξε τις γενικές εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο ειδικά για να εξασφαλίσει μια εντολή διαπραγμάτευσης του Brexit με τους όρους της, με πλειοψηφία αρκετά μεγάλη για να αντιμετωπίσει μια κοινοβουλευτική αντιπολίτευση που εξακολουθεί να επιθυμεί να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κι μια σκληροπυρηνική μερίδα στο κόμμα της που επιδιώξει μια γρήγορη έξοδο από την ΕΕ με οποιοδήποτε τίμημα.
Αλλά έχοντας χάσει την πλειοψηφία της στη Βουλή των Κοινοτήτων, βρίσκεται ακριβώς στην αντίθετη θέση: η εξουσία της μέσα στο κόμμα πλήττεται και αυτή (ή όποιος τη διαδεχθεί ως ηγέτης των Συντηρητικών) θα εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τη χάρη και την εύνοια άλλων κομμάτων για να λάβει έγκριση για οποιαδήποτε συμφωνία μπορέσει το Ηνωμένο Βασίλειο να συνάψει με την ΕΕ. Η Μέι έχει ήδη υποσχεθεί στο κοινοβούλιο μια «ουσιαστική» ψηφοφορία γι’ αυτή τη συμφωνία.
Κανένα από τα άλλα κόμματα δεν είναι πρόθυμο να υποστηρίξει το μότο της Μέι ότι «η μη συμφωνία είναι καλύτερη από μια κακή συμφωνία» – ένας σύντομος τρόπος για να υποστηρίξει κάποιος την αποδοχή του κινδύνου απότομων επιπτώσεων στην οικονομία το 2019 όταν το Brexit γίνει νομικό γεγονός και οι τράπεζες, οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι αγρότες του Ηνωμένου Βασιλείου θα χάσουν την τρέχουσα απεριόριστη πρόσβασή τους στην ευρωπαϊκή αγορά.
Αλλά ενώ το νέο κοινοβούλιο είναι λιγότερο ικανό να επιδιώξει συνειδητά ένα «σκληρό» Brexit, οι δικές του εσωτερικές διαιρέσεις μειώνουν την ικανότητά του να συμφωνήσει σε μια διαπραγματευτική θέση, πράγμα που σημαίνει ότι η έξοδος από την ενιαία αγορά της ΕΕ λόγω κάποιου ατυχήματος το 2019 είναι μια πραγματική δυνατότητα. Και είναι πολύ πιο ευάλωτο στις πιέσεις από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα απεχθάνονται την πρόσθετη αβεβαιότητα. Η οικονομία, όπως έχει ήδη προβλεφθεί από την Τράπεζα της Αγγλίας και τους περισσότερους οικονομολόγους, θα επιβραδυνθεί φέτος και του χρόνου, και η στερλίνα άγγιξε χαμηλό διμήνου καθώς αποκαλύφθηκε το μέγεθος της σύγχυσης.
Το αποτέλεσμα ενισχύει περαιτέρω την ήδη εξαιρετικά ισχυρή θέση της ΕΕ. Το ερώτημα είναι τι θα κάνει η ΕΕ με αυτή τη θέση που έχει εξασφαλίσει. Τα πρώτα σημάδια από την ΕΕ προμηνύουν, φυσιολογικά, μια ασυμβίβαστη διάθεση. Ο κορυφαίος διαπραγματευτής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, απέπνευσε μια άνεση που περιοριζόταν μόνο από τον φόβο της Επιτροπής για ένα άτακτο Brexit.
Εν τω μεταξύ, ο Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος μιλά εξ ονόματος των άλλων 27 κυβερνήσεων της ΕΕ, δεν εξέφρασε την επιθυμία να ληφθούν υπόψη η παράλυση και η σύγχυση της βρετανικής πλευράς. Και ο Πιερ Μοσκοβισί, ο κορυφαίος γραφειοκράτης της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό Europe 1 ότι «το Brexit πρέπει να πραγματοποιηθεί…. δεν είναι προαιρετικό, είναι καθορισμένο από τον νόμο».
Όπως προβλέπει η Συνθήκη της ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο θα εγκαταλείψει την Ένωση τον Μάρτιο του 2019, δύο χρόνια μετά την επίσημη ανακοίνωση της πρόθεσής του να φύγει. Η παράταση της διετούς διαπραγματευτικής περιόδου είναι δυνατή μόνο με ομοφωνία από τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη. Ακόμη και πριν από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, αυτό το θεωρούσαν όλοι, εκτός από την κυβέρνηση της Μέι, ως ένα πολύ σύντομο χρονοδιάγραμμα για τη διαπραγμάτευση μιας συνολικής συμφωνίας σχετικά με τις εμπορικές ρυθμίσεις και τα δικαιώματα των πολιτών. Αυτό τώρα φαίνεται τελείως αδύνατο.
«Δύο ισχυροί εταίροι νοιώθουν αυτοπεποίθηση και θα φτάσουν ταχύτερα και καλύτερα σε ένα αποτέλεσμα το οποίο και οι δύο πλευρές μπορούν να δεχτούν», δήλωσε ο Γερμανός Επίτροπος Γκίντερ Έτινγκερ στον ραδιοφωνικό σταθμό Deutschlandfunk. «Ένας αποδυναμωμένος εταίρος αποδυναμώνει συνολικά τις διαπραγματεύσεις».
Ο πρώτος γύρος των επίσημων συνομιλιών μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου πρόκειται να διεξαχθεί στις 19 Ιουνίου.
«Είμαστε έτοιμοι… θα είμαστε σκληροί αλλά δίκαιοι στις διαπραγματεύσεις μας», δήλωσε ο Έτινγκερ. «Το αν η άλλη πλευρά μπορεί ακόμη και να ξεκινήσει θα πρέπει να γίνει σαφές στις επόμενες ώρες και ημέρες, εφόσον αν δεν υπάρχει καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να υπάρξει και διαπραγμάτευση».
Ωστόσο, φαίνεται ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα είναι σε θέση τουλάχιστον να σχηματίσει μια κυβέρνηση αρκετά γρήγορα. Η Μέι θα ζητήσει από την Βασίλισσα Ελισάβετ άδεια για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, έχοντας έλθει κατ’ αρχήν σε συμφωνία με το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Βόρειας Ιρλανδίας (DUP). Οι Συντηρητικοί έχουν 318 έδρες και το DUP 10, γεγονός που τους δίνει μια ισχνή πλειοψηφία έξι εδρών σε μια βουλή 650 εδρών. Αυτή η πλειοψηφία θα αυξηθεί στις 13 έδρες, δεδομένου ότι το Sinn Fein, το μόνο άλλο κόμμα στη Βόρεια Ιρλανδία που κέρδισε έδρες στις εκλογές, σκοπεύει να συνεχίσει την πολιτική του να μποϋκοτάρει το Γουέστμινστερ (όπως δήλωσε ο ηγέτης του, Τζέρι Άνταμς).
Πάντως, η εξάρτηση από το DUP αναδεικνύει μία από τις πιο δύσκολες πτυχές του Brexit: τη μοίρα της Βόρειας Ιρλανδίας. Ο λόγος ύπαρξης του DUP ήταν πάντα να διατηρήσει την επαρχία στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ το Sinn Fein θέλει να την επανασυνδέσει με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Αλλά ακόμη και η ηγέτης του DUP, Αρλίν Φόστερ, έχει αμφιβολίες για τη στρατηγική του «Σκληρού Brexit» που επιδιώκεται από τη Μέι και τους ευρωσκεπτικιστές συναδέλφους της.
«Κανείς δεν θέλει να δει ένα Σκληρό Brexit – αυτό που θέλουμε να δούμε είναι ένα εφαρμόσιμο σχέδιο για να εγκαταλείψουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση», δήλωσε η Φόστερ στο Sky News. «Αυτό προκύπτει από το αποτέλεσμα των εκλογών και επομένως πρέπει να το ακολουθήσουμε, αλλά πρέπει να το κάνουμε με τρόπο που να αντικατοπτρίζει τις ιδιαίτερες συνθήκες της Βόρειας Ιρλανδίας και βεβαίως την κοινή ιστορία και γεωγραφία μας με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας».
Διαβάστε ακόμη:
Πόσο προετοιμασμένοι είναι στην πραγματικότητα οι Βρετανοί εργοδότες για το Brexit;
Μ. Βρετανία: Γιατί το εκλογικό αποτέλεσμα «φρικάρει» τις επιχειρήσεις