Έξοδος από το Μνημόνιο δε σημαίνει ότι θα περάσουμε αυτόματα από την κόλαση στον παράδεισο
- 20/02/2018, 12:43
- SHARE
O Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για την επόμενη μέρα της Ελλάδας, το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ και τις προκλήσεις της Ευρώπης.
Συναντήσαμε τον Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, στην ολομέλεια του Φεβρουαρίου στο Στρασβούργο. Ο ίδιος είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί τόσο για τη διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια, στρατηγικό στόχο της Ε.Ε από το 2003 που για 15 χρόνια μπήκε στον πάγο, όσο και για το Brexit και την επόμενη μέρα της Ευρώπης στην παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική σκακιέρα.
Ο Δημήτρης Παπαδημούλης αναφέρει ότι δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία για επίλυση του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Επισημαίνει ότι το «πραγματικό δίλημμα για όσους δεν εθελοτυφλούν είναι ή σύνθετη ονομασία κοινής αποδοχής και λύση πακέτο έναντι όλων, χωρίς αλυτρωτισμούς, ή οριστική διεθνής αναγνώριση του σκέτο “Μακεδονία”». Παράλληλα τονίζει στο Fortune την ευκαιρία που παρουσιάζεται για την χώρα μας και ιδιαίτερα για τη Βόρεια Ελλάδα να γίνει το κέντρο ανάπτυξης της βαλκανικής χερσονήσου, η οποία έχει τεράστιες ανάγκες, αλλά και ευκαιρίες για επενδύσεις. «Η Ελλάδα έχει λιμάνια σε Θεσσαλονίκη, Καβάλα και Αλεξανδρούπολη που μπορεί να εξελιχθούν σε λιμάνια όλων των Βαλκανίων» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Για την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο, τονίζει ότι το πραγματικό στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να «εγγυηθεί ότι η Ελλάδα δεν θα ξαναπεράσει ποτέ κάτι ανάλογο και παράλληλα να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των παθογενειών, που την οδήγησαν στη χρεοκοπία».
Αναγνωρίζει ότι η έξοδος από τα Μνημόνια «δε σημαίνει ότι θα περάσουμε αυτόματα από την κόλαση στον παράδεισο. Θα συνεχίσει να υπάρχει επιτήρηση και εποπτεία, αλλά με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες και όχι τα Μνημόνια που είναι εξαίρεση».
Τέλος αναφέρει ότι έχει αλλάξει το κλίμα για την χώρα τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο, όσο και στον διεθνή τύπο, ενώ επαναλαμβάνει ότι οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους, το 2019.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη:
F: Διεύρυνση της Ε.Ε. στα Δυτικά Βαλκάνια: Στρατηγικός στόχος που μπορεί στην πράξη να πετύχει ή επιδίωξη που θα μείνει στα χαρτιά;
Η διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια δεν είναι μια χθεσινή συζήτηση. Αποφασίστηκε επισήμως στη σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Ιούνιο του 2003 στη Θεσσαλονίκη και για 15 χρόνια μπήκε στον «πάγο». Ο βασικός λόγος είναι ότι η τελευταία και μεγαλύτερη διεύρυνση της Ε.Ε. τον Μάιο του 2004, όταν και προσχώρησαν δέκα νέα κράτη μέλη, της έπεσε «βαριά»και έκτοτε οι διευρύνσεις έγιναν με το σταγονόμετρο.
Η στρατηγική διεύρυνσης της Ε.Ε. στα Δυτικά Βαλκάνια κερδίζει ξανά έδαφος μετά την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας, αλλά και λόγω των ανησυχιών που υπάρχουν στις Βρυξέλλες για την επιρροή χωρών, όπως η Τουρκία και η Ρωσία, στον χώρο των Βαλκανίων. Η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση, υποστηρίζουν θερμά τη διεύρυνση της ΕΕ προς τα δυτικά Βαλκάνια και τη δημιουργία ενός “οδικού χάρτη” δημοκρατικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, έτσι, ώστε μέσα στην επόμενη δεκαετία τα 27 κράτη μέλη να γίνουν 33. Κάτι τέτοιο απαιτεί σχέσεις καλής γειτονίας, σταθερότητα συνόρων, ειρηνική συνύπαρξη, κράτος δικαίου, καταπολέμηση της διαφθοράς, δημοκρατία, συνανάπτυξη, επενδύσεις. Η προοπτική διεύρυνσης θα είναι χρήσιμη και για τη χώρα μας, διότι θα ενισχύσει τη σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στην περιοχή, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα, παρά την κρίση των τελευταίων χρόνων, παραμένει η πλουσιότερη χώρα των Βαλκανίων και το παλαιότερο μέλος της Ένωσης στην ευρύτερη περιοχή. Άρα μόνο οφέλη έχουμε από μια τέτοια κίνηση. Φυσικά χρειάζεται πάρα πολύ δουλειά και οι χώρες αυτές πρέπει να προχωρήσουν σε σημαντικές αλλαγές και η Ε.Ε. από την πλευρά της να τις βοηθήσει έμπρακτα και όχι μόνο στα λόγια.
Η ΠΓΔΜ είναι επίσημα υποψήφια προς ένταξη χώρα. Πιστεύετε ότι η Ε.Ε. επιδιώκει και υποστηρίζει οριστική λύση στο ζήτημα της ονομασίας;
Λύσεις για το Μακεδονικό πρέπει να επιδιώκουμε πρώτοι απ’ όλους εμείς. Θεωρώ λάθος την προσέγγιση ότι «μας πιέζουν να λύσουμε το πρόβλημα». Εμείς πρέπει να επιλέξουμε τί θέλουμε για την Ελλάδα και την επόμενη γενιά. Θέλουμε η Ελλάδα να γίνει μια κανονική αναπτυσσόμενη χώρα, η οποία θα αναλάβει ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια; ‘Η θέλουμε να μείνουμε φοβικοί, περίκλειστοι, μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης; Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας, καθώς στη θέση του εθνικιστή Γκρουέφσκι υπάρχει μια άλλη κυβέρνηση που επιδιώκει τη λύση, ενώ στις Βρυξέλλες έχουν εγκαταλείψει τη γραμμή ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ «πάση θυσία», παρακάμπτοντας τις ελληνικής ενστάσεις. Υπάρχει πλέον προτροπή προς τη Fyrom να τα βρει με την Ελλάδα, για να μπορέσει να προχωρήσει η ένταξη σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε., όπως δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Το πραγματικό δίλημμα για όσους δεν εθελοτυφλούν είναι ή σύνθετη ονομασία κοινής αποδοχής και λύση πακέτο έναντι όλων, χωρίς αλυτρωτισμούς, ή οριστική διεθνής αναγνώριση του σκέτο “Μακεδονία”. Η τοποθέτησή μου στο Ευρωκοινοβούλιο για στήριξη του διαλόγου Τσίπρα – Ζάεφ χειροκροτήθηκε από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα της Ολομέλειας, συμπεριλαμβανομένων και του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Γεγονός που δείχνει ότι, με την εξαίρεση κάποιων εθνικιστών που τοποθετούνται στην άκρα δεξιά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχεδόν στο σύνολό του στηρίζει αυτή την προοπτική.
Εσείς βλέπετε λύση τελικά;
Αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί και η πιθανή λύση θα βοηθήσει όχι μόνο τη σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στην περιοχή, αλλά και την οικονομία και ειδικότερα τη Βόρεια Ελλάδα. Χιλιάδες άνθρωποι και κυρίως νέοι θα βρουν δουλειά, εκατοντάδες ΜμΕ θα έχουν καλύτερες προοπτικές και η Βόρεια Ελλάδα θα βρίσκεται στο κέντρο μιας βαλκανικής χερσονήσου, η οποία έχει τεράστιες ανάγκες, αλλά και ευκαιρίες για επενδύσεις. Η Ελλάδα έχει λιμάνια σε Θεσσαλονίκη, Καβάλα και Αλεξανδρούπολη που μπορεί να εξελιχθούν σε λιμάνια όλων των Βαλκανίων. Επίσης η Εγνατία Οδός μπορεί να εξυπηρετεί ευρύτερες συνέργειες με αμοιβαίο όφελος, ενώ ο αγωγός TAP, ως ένα έργο εξαιρετικά σημαντικό για την Ελλάδα και την ΕΕ, θα αναζωογονήσει την τοπική οικονομία και θα δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε ότι η εξομάλυνση των σχέσεων με τους γείτονές μας θα μας επιτρέψει να στρέψουμε το βλέμμα μας στο αληθινό πρόβλημα ασφάλειας, που είναι η Τουρκία προς ανατολάς.
Το 2018 έχει χαρακτηριστεί ως «κομβική» χρονιά για την Ε.Ε. από τον ίδιο τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, όταν ήρθε στην Ελλάδα. Πόσο εφικτή θεωρείτε τη δημιουργία μιας ενισχυμένης οικονομικής εκτελεστικής εξουσίας με «έδρα» τις Βρυξέλλες;
Είναι περίπου υποχρεωτικό για την Ε.Ε. να προχωρήσει σε πολιτική και οικονομική ενοποίηση, για να προετοιμαστεί κατάλληλα, τώρα που οι καιροί είναι πιο ήρεμοι, για μια μελλοντική κρίση. Η οικονομία κάνει κύκλους και, όπως λέει ο λαός, τη στέγη τη φτιάχνεις, όταν έχει λιακάδα, και όχι, όταν ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Έχουμε και έναν πρόσθετο λόγο να προχωρήσουμε πιο αποφασιστικά και αυτός είναι το Brexit, που υποχρεώνει τα υπόλοιπα 27 κράτη – μέλη, όχι απλώς να μείνουν ενωμένα, αλλά να σκεφτούν πώς θα γίνουν περισσότερα. Πρέπει να γίνουν βήματα προς την οικονομική και νομισματική ενοποίηση, γιατί είναι ατελής, και προς την ενίσχυση της διαφάνειας και της δημοκρατικής λογοδοσίας, κάτι που σημαίνει και ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Να σταματήσουν οι αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες και η Ε.Ε. να γίνει ξανά πιο λειτουργική και πιο ελκυστική στους πολίτες. Είναι πλέον υποχρεωτικό να επενδύσουμε περισσότερα σε κοινές δομές και πολιτικές, καθώς, αν παρατηρήσει κανείς το συσχετισμό δυνάμεων στον πλανήτη, η ισχύς της Ευρωζώνης απειλείται από ανερχόμενες δυνάμεις, όπως η Κίνα και η Ινδία. Μάλιστα πριν λίγες εβδομάδες, η Κίνα προσπέρασε για πρώτη φορά την Ε.Ε. στο ποσοστό που επενδύει σε έρευνα και καινοτομία. Πρέπει επιτέλους να επιταχύνουμε και είναι υποχρεωμένη η Γερμανία, ως η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, να βρει μια ισορροπία με τις προτάσεις της Γαλλίας και του ευρωπαϊκού νότου για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Ο νέος κυβερνητικός μεγάλος συνασπισμός μπορεί να έχει αρκετές αναταράξεις και αντιφάσεις, αλλά τουλάχιστον στο κομμάτι που αφορά στο μέλλον της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδας, είναι προτιμότερος από μια συμμαχία της Μέρκελ με τους Φιλελεύθερους, οι οποίοι μόνο φιλελεύθερο και ευρωπαϊκό κόμμα δεν είναι. Είμαι πολύ ικανοποιημένος που στη θέση του Σόιμπλε έχουμε τον Σολτς, ένα σοσιαλοδημοκράτη υπουργό, και όχι κάποιον σαν τον Λίτνερ.
Γνωρίζουμε όμως ότι η Γερμανία έχει μια συνέχεια στην πολιτική της. Πιστεύετε ότι η αλλαγή προσώπου στο γερμανικό ΥΠΟΙΚ θα συνοδευτεί από ουσιαστικές αλλαγές ως προς τη στάση της Γερμανίας απέναντι στην Ευρώπη και στο ελληνικό ζήτημα;
Σίγουρα δεν είναι μόνο θέμα προσώπων, αλλά δεν πρέπει να μηδενίζουμε τη σημασία που παίζουν τα πρόσωπα σε τέτοιες θέσεις. Όλα θα κριθούν από το αποτέλεσμα και η Γερμανία έχεις τους δικούς της εσωτερικούς λόγους να κάνει στροφή στην οικονομική της πολιτική. Παρουσιάζει ένα τεράστιο πλεόνασμα, εμπορικό και οικονομικό, ενώ από την άλλη έχει γερασμένες υποδομές και μια ασθενική εσωτερική ζήτηση, καθώς έχει παγώσει τους μισθούς της για τουλάχιστον 15 χρόνια. Αν δώσει περισσότερα χρήματα, για να ενισχύσει τη δική της εσωτερική ζήτηση και αγορά, όπως έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο της νέας κυβέρνησης του μεγάλου συνασπισμού, αυτό θα βοηθήσει και την οικονομία της Ευρώπης, στην οποία τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό οι οικονομικές και περιφερειακές ανισότητες. Eπίσης το δόγμα Σόιμπλε για αιώνια και μονομερή λιτότητα έχει αποδυναμωθεί, υπάρχουν «ρωγμές», κάτι που αποτυπώνεται και στην νέα σύνθεση της γερμανικής κυβέρνησης. Αλλά χρειάζεται αρκετή δουλειά ακόμη, για να υπάρξει ένα διαφορετικό μείγμα οικονομικής πολιτικής.
Μιλάμε για ενοποίηση, την ώρα που η Ευρώπη πολλών ταχυτήτων θεωρείται το επικρατέστερο σενάριο. Σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα μπορεί να είναι στον σκληρό πυρήνα του ευρώ, όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός;
To στοίχημα για την Ελλάδα είναι να μην υπάρξουν διαφορετικές ταχύτητες στην Ευρωζώνη. Η ζώνη του ευρώ είναι ήδη σε προχωρημένη ταχύτητα σε σχέση με το σύνολο της Ε.Ε. Το στοίχημα είναι να μην υπάρξει Β’ εθνική μέσα στη ζώνη του ευρώ. Το 2018 είναι η χρονιά που η ελληνική οικονομία ανακάμπτει, που οι προβλέψεις της Κομισιόν είναι θετικές για το 2018 – 2019 και από τον Αύγουστο και μετά θα βγούμε από τα Μνημόνια, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας. Αυτό δε σημαίνει ότι θα περάσουμε αυτόματα από την κόλαση στον παράδεισο. Θα συνεχίσει να υπάρχει επιτήρηση και εποπτεία, αλλά με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες και όχι τα Μνημόνια.
Ενώ βγαίνουμε τυπικά από το τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, υπάρχουν μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί τόσο για το 2019, όσο και για το 2020 από την κυβέρνηση, όπως η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου.
Αυτό είναι ένα αναγκαστικό τίμημα, απόρροια των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών που επικρατούν και στην Ε.Ε. και στην πλευρά των δανειστών. Η Ελλάδα τα τρία τελευταία χρόνια όχι απλώς επιτυγχάνει τους στόχους της, αλλά υπερ αποδίδει, όπως έγινε το 2016 και το 2017, γεγονός που μας επετρεψε να διανέμουμε κοινωνικό μέρισμα. Η τρίτη αξιολόγηση, που έκλεισε σε χρόνο ρεκόρ, είναι η πρώτη αξιολόγηση στα χρονικά του Μνημονίου που ολοκληρώθηκε χωρίς καθυστερήσεις. Η εμπειρία έχει δείξει ότι όταν πετυχαίνεις τους στόχους, για τους οποίους έχεις δεσμευτεί, τότε έχεις και μεγαλύτερα περιθώρια να διαπραγματευτείς κάτι καλύτερο. Αυτές οι επιδόσεις θα μας βοηθήσουν την άνοιξη του 2018 να πετύχουμε νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και, αν καταφέρουμε να κλείσουμε και την τέταρτη αξιολόγηση στην ώρα της, τότε νομίζω ότι το Eurogroup της 21ης Ιουνίου του 2018 θα εγκρίνει και μια συμφωνία για τους κανόνες εποπτείας μετά το τέλος του προγράμματος, με πολύ μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι θα έχουμε δέσμευση σε ό,τι αφορά τους στόχους που θα θέτει το μεσοπρόθεσμο για τη περίοδο 2019 – 2022, αλλά δεν θα μας επιβάλλεται η συνταγή. Θα έχουμε την ευκαιρία να επιλέγουμε εμείς το μείγμα της οικονομικής πολιτικής για την επίτευξη αυτών των στόχων. Αυτό είναι τεράστια διαφορά σε σχέση με την περίοδο των Μνημονίων, στην οποία ακόμα και για μια παράταση στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, χρειαζόμασταν την έγκριση των δανειστών.
Όμως, όπως έχουν δηλώσει επίσημα αξιωματούχοι της Ε.Ε., καθώς και ο επικεφαλής του ESM Kλάους Ρέγκλινγκ, περισσότερα μέτρα για το χρέος σημαίνει και πιο ενισχυμένη εποπτεία. Αυτό πώς το σχολιάζετε;
Αυτό είναι ένα από τα ζητήματα της διαπραγμάτευσης. Επικουρώ το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ώστε να πετύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία για το χρέος. Μετά το μνημόνιο θα έχουμε την εποπτεία, που έχουν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, συν τις προβλέψεις των κανονισμών 472 και 473, που αφορούν στις χώρες που ήταν σε μνημόνιο, αλλά βγήκαν από αυτό. Ισχύουν ήδη για την Ιρλανδία, την Κύπρο και την Πορτογαλία. Με δυο λόγια, βγαίνουμε από τα μνημόνια, όχι για να ξεσαλώσουμε, να μοιράζουμε λεφτά που δεν υπάρχουν και να κάνουμε αυτά που έκαναν για χρόνια οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, οδηγώντας σε αυτή την οδυνηρή περιπέτεια και την τεράστια ταπείνωση τον ελληνικό λαό, αλλά, για να θεμελιώσουμε και να εγγυηθούμε ότι η χώρα μας δεν θα ξαναπεράσει ποτέ κάτι ανάλογο. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για εμάς. Ο εκσυγχρονισμός της διοίκησης, η μείωση της γραφειοκρατίας, η απλοποίηση της νομοθεσίας και όλες οι απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των παθογενειών που οδήγησαν στη χρεοκοπία είναι ελληνική υποχρέωση.
Έχετε όμως σχέδιο για την επόμενη μέρα; Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την επιστροφή στην πραγματική ανάπτυξη.
Αυτοί που μας ασκούν κριτικοί είναι αυτοί που ήθελαν να κάνουν όσα ζητούσε ο Σόιμπλε και άλλα τόσα και μας εγκαλούσαν για τις καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις. Τώρα μας κατηγορούν ότι είμαστε πολύ υποστηρικτικοί έως και δουλικοί απέναντι στους δανειστές. Αυτή η κριτική δεν είναι πειστική, γιατί είναι αντιφατική και κυρίως γιατί προέρχεται από αυτούς που έριξαν το «καράβι» της ελληνικής οικονομίας στα βράχια. Κατά τα άλλα ετοιμάζεται αυτή την περίοδο το ελληνικό σχέδιο ανάπτυξης για μετά την περίοδο των Μνημονίων. Έχει εγκριθεί ένα μεσοπρόθεσμο καταρχήν, αλλά πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένο. Βασική προτεραιότητα είναι η μείωση της ανεργίας και, για να το πετύχουμε αυτό, χρειάζεται μια οικονομία πιο φιλική στις επενδύσεις που θα μας επιτρέψει να ενισχύσουμε την παραγωγικότητά μας. Η μείωση της ανεργίας θα φέρει και μια σταδιακή αύξηση του επιπέδου των αμοιβών. Mαζί φυσικά και επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Τι θα κάνετε όμως για την επιχειρηματικότητα που είναι το μεγάλο “θύμα” της κρίσης;
Για την επιχειρηματικότητα νομίζω ότι χρειάζεται ενίσχυσή της στο πεδίο της έρευνας και της καινοτομίας, ενώ ζητούμενο είναι και ο υγιής ανταγωνισμός. Στην Ελλάδα για πολλά χρόνια είχε κυριαρχήσει ένα φαινόμενο ολιγαρχών, που θυμίζει περισσότερο Ρωσία του Πούτιν, παρά μια σύγχρονη ευρωπαϊκή οικονομία. Και αυτό πλήττει την υγιή επιχειρηματικότητα, τις ΜμΕ, τις νεοφυείς εταιρείες. Αν δείτε ποιοι λεηλατούσαν τον τραπεζικό δανεισμό σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των επιχειρήσεων, θα καταλάβετε τι εννοώ. Αυτό αλλάζει και είμαστε σε μια φάση που η Ελλάδα έχει μπει στο «ραντάρ» των επενδυτών, όχι μόνο των βραχυπρόθεσμων, αλλά και των πιο σοβαρών που σκέφτονται να επενδύσουν μακροπρόθεσμα. Ο πρώτος λόγος είναι ότι η οικονομία ανακάμπτει και δίνει προοπτικές για κέρδη και ο δεύτερος είναι ότι διαθέτουμε ένα πολύ αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό.
Αυτή την αλλαγή κλίματος που υποστηρίζετε, τη διαπιστώνετε και στο Ευρωκοινοβούλιο; Οι εταίροι μας είναι αισιόδοξοι για την επόμενη μέρα; Έχουν κουραστεί μαζί μας και θέλουν να τελειώνουν; Θα είμαστε μόνοι μας από τον Αύγουστο και μετά…
Η εικόνα της Ελλάδας βελτιώνεται βήμα – βήμα. Η «μετοχή» μας ανεβαίνει σταθερά. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά στο σήμερα και στο πώς ήταν τα πράγματα πριν ένα, δύο ή τρία χρόνια. Αυτό αντανακλάται, όχι μόνο στα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, αλλά και στη καθημερινότητά μας στο Ευρωκοινοβούλιο. Όταν εκλέχθηκα για πρώτη φορά αντιπρόεδρος τον Ιούλιο του 2014, στήριξε την υποψηφιότητά μου το 43% των Ευρωβουλευτών. Τον Ιανουάριο του 2017 με στήριξε το 75%, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο. Αυτό εν μέρει οφείλεται στην προσωπική μου δουλειά, αλλά επειδή θέλω να είμαι δίκαιος, η στήριξη αυτή αντανακλά την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Κάποτε δεν ήθελαν να βγουν φωτογραφία με τον Αλέξη Τσίπρα. Τώρα τον καλούν ως παρατηρητή στις συνόδους των σοσιαλιστών ηγετών, ενώ ο Εμανουέλ Μακρόν επέλεξε να παρουσιάσει τις θέσεις του για την Ευρώπη από την Ελλάδα.
Εκλογές το 2019;
Ναι εκλογές το 2019. Θεωρώ ότι αυτό είναι το καλύτερο για τη χώρα. Χρειαζόμαστε μια περίοδο σταθερότητας για να κεφαλαιοποιήσουμε κάποια βήματα που έχουν γίνει και για να προχωρήσουμε στις απαραίτητες αλλαγές που θα βοηθήσουν τη μεταμνημονιακή Ελλάδα να μην επαναλάβει τα λάθη που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία.