Υπογραφές στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας – Τι θα γίνει με τον κατώτατο μισθό
- 28/03/2018, 18:45
- SHARE
Τι παραμένει, πόσες αλλαγές έρχονται και ποιο θα είναι το μέλλον μετά τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς.
Υπεγράφη την Τετάρτη, 28 Μαρτίου 2018, η νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΣΕΕ.
Όπως σημειώνεται από την Ελληνική Συνομoσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, η νέα ΕΓΣΕΕ διασώζει, τόσο τον θεσμό της σύμβασης, όσο και τους θεσμικούς της όρους, που περιλαμβάνουν το επίδομα γάμου και τις άδειες, με δεδομένο το γεγονός ότι παραμένει “ανοικτή” η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους Θεσμούς για την επαναρρύθμιση του καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων, της επεκτασιμότητας και του καθορισμού του κατώτατου μισθού.
Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε – όπως επισημαίνει η ΕΣΕΕ – ότι μετά την αντικατάσταση του άρθρου 8 παρ. 1 ν. 1876/1990, η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση έχει “κομμένα φτερά”, αφού καθορίζει πλέον για τους εργαζόμενους όλης της χώρας μόνο τους μη μισθολογικούς όρους εργασίας.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση της ΕΣΕΕ επισημαίνει πως η επιβίωση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, είναι ενδεικτική τολμηρών αποφάσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, οι οποίες εμπεδώνουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και ενισχύουν τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος – κύριου παράγοντα εξόδου από την κρίση.
“Στο πλαίσιο αυτό, επαναφορά του καθεστώτος των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στην πράξη δεν υπάρχει χωρίς την παλιννόστηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης και την επαναφορά του καθορισμού των κατώτατων αμοιβών στην αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων” όπως υπογραμμίζεται.
Σε ό,τι αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού, η θέση της ΕΣΕΕ είναι η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού μετά το τέλος του 3ου δημοσιονομικού προγράμματος σε τρία χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων του 2008 και του 2010 (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 ευρώ, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 ευρώ).
Η ΕΣΕΕ σημειώνει ότι δεν αντιμετώπισε ποτέ φοβικά την αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς πιστεύει πως θα ενισχύσει την αγορά, θα αυξήσει τον τζίρο των επιχειρήσεων και θα επιταχύνει την αύξηση της κατανάλωσης, η οποία είναι και το ζητούμενο σήμερα. Αναλυτικότερα:
– Η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (μεικτά) μετά τη λήξη της εποπτείας θα αναθερμάνει την οικονομία.
– Η προσεκτική αύξηση του κατώτατου μισθού θα προκαλέσει τόνωση της καταναλωτικής ζήτησης και του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα εισρεύσουν επιπλέον έσοδα στα δημόσια ταμεία, από τον ΦΠΑ.
– Οι ΜμΕ του εμπορίου αναγνωρίζουν εμπράκτως πως η “ανακύκλωση” του χρήματος εντός της ελληνικής αγοράς βοηθάει πρωτίστως την ελληνική οικονομία.
– Η επιβάρυνση των εργοδοτών από την αύξηση του κατώτατου μισθού, θα μπορούσε να αντισταθμιστεί εν μέρει μεσοπρόθεσμα τόσο από την μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όσο και από την επιδότηση της εργασίας αντί της ανεργίας.
“Εξ όσων γνωρίζουμε, το υπουργείο Εργασίας ήδη εξετάζει την εφαρμογή του πορτογαλικού μοντέλου” όπως σημειώνεται.
Στην Πορτογαλία, από τον μνημονιακό βασικό μισθό των 530 ευρώ, η κατώτατη αμοιβή αυξήθηκε σε 557 ευρώ το 2017 για να φθάσει τα 580 ευρώ το 2018 και τα 600 ευρώ το 2019. Έχουμε την άποψη, αναφέρει η ΕΣΕΕ, ότι το σημαντικότερο που προκύπτει από το πορτογαλικό μοντέλο, είναι μεν η αύξηση των κατώτατων αμοιβών, αλλά σε ταυτόχρονο συνδυασμό με σημαντικές μειώσεις στο μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, ώστε να καταπολεμηθεί η ανεργία και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της επιχειρηματικότητας συνολικά.
Σε ό,τι αφορά την τρέχουσα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, οι κοινωνικοί εταίροι έχουν συμφωνήσει ότι όλοι οι θεσμικοί όροι εργασίας, που θεσπίσθηκαν με τις προηγούμενες ΕΓΣΣΕ και τις αντίστοιχες διαιτητικές αποφάσεις, όπως ίσχυαν κατά τη διαδοχή τους, αποτελούν ενιαίο σύνολο και εξακολουθούν να ισχύουν. Εάν όμως κατά τη διάρκεια ισχύος της ΕΓΣΣΕ, με οποιονδήποτε τρόπο αρθεί η περιοριστική διάταξη που έχει επιβληθεί με νομοθετική παρέμβαση και δίνει την αρμοδιότητα του περιεχομένου της ΕΓΣΣΕ 2010-2011-2012 στην Κυβέρνηση, τότε θα ξεκινήσουν άμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ ΓΣΕΕ και ΕΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ για τον καθορισμό των μισθολογικών όρων της σύμβασης.
Εργοδότες και εργαζόμενοι επίσης, έχουν αναλάβει κοινές δράσεις, όπως η σύσταση ομάδων μελέτης για διάφορα κρίσιμα θέματα της αγοράς και της οικονομίας, επί παραδείγματι:
– Επανεκκίνηση επιχειρήσεων – διάσωση θέσεων εργασίας με αναζήτηση τεχνικής υποστήριξης και χρηματοδότησης από φορείς της εργασίας και της επιχειρηματικότητας (ΕΙΒ/ΕΙF, EBRD, ILO κλπ).
– Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης .
– Χάραξη κατευθυντήριων γραμμών για αποτελεσματικές συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα, οι φορείς ζητούν από το υπουργείο Εργασίας την σύσταση και την ουσιαστική λειτουργία μόνιμου Συμβουλίου Τριμερούς Διαβούλευσης, όπως προβλέπει και η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας 144 του ILO, την οποία έχει συνυπογράψει και η χώρα μας.
Η σύμβαση επίσης προβλέπει ότι, οι ευνοϊκότεροι όροι εργασίας που καθορίζονται από νόμους, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, πάγωμα προσαυξήσεων τριετιών, διαιτητικές αποφάσεις, εσωτερικούς κανονισμούς, έθιμα, πρακτική της επιχείρησης ή ατομικές συμβάσεις εργασίας, θα συνεχίσουν να υπερισχύουν. ”Ο κοινωνικός διάλογος σε μία μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης, κοινωνικών εντάσεων και υψηλής ανεργίας, επιβάλλεται να μείνει ζωντανός” σημειώνεται σχετικά.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης δήλωσε σχετικά:
“Η διατήρηση της ΕΓΣΣΕ δεν σημαίνει αύξηση του κατώτατου μισθού εντός του 2018, ούτε επιβαρύνει με κάτι επιπλέον τον εργοδότη από αυτά που πληρώνει σήμερα. Σαφέστατα, μετά από τρία μνημόνια υπάρχουν δυσκολίες, οι οποίες όμως ξεπεράστηκαν από εμάς τους ίδιους τους κοινωνικούς εταίρους. Η υπογραφή της νέας ΕΓΣΣΕ επετεύχθη με σύνεση, συναίνεση και ευθύνη, την οποία η ΕΣΕΕ ως τριτοβάθμια οργάνωση και κοινωνικός εταίρος πάντα διέθετε. Η θέση και η στάση μας όλα αυτά τα χρόνια, ήταν να διορθωθούν τα κακώς κείμενα, αλλά με προσοχή, ώστε από την υπερβολή να μην φτάσουμε στην κατάργησή της. Χαίρομαι που οι κοινωνικοί εταίροι εργοδοτών και εργαζομένων υπογράψαμε τη νέα εθνική συλλογική του 2018 και διαφυλάξαμε όπως άλλωστε οφείλουμε, το θεσμικό πλαίσιο και τον κεντρικό κορμό της ΕΓΣΣΕ”.
Φέσσας: Να αποφευχθούν τα λέθη του παρελθόντος
“Λάθη του παρελθόντος που έπληξαν την ανταγωνιστικότητα της χώρας πρέπει να αποφευχθούν. Το κόστος που έχουν πληρώσει επιχειρήσεις και εργαζόμενοι στα χρόνια της κρίσης είναι τεράστιο και δεν πρέπει να πάει χαμένο”.
Αυτό επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης των Κοινωνικών Εταίρων για την υπογραφή της νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Ο κ. Φέσσας τόνισε ακόμη τα εξής: “Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον της εργασίας και της παραγωγής και σεβασμό στο θεσμικό μας ρόλο, υπογράψαμε την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας του 2018”.
Ο βαθύς και συνεχής κοινωνικός διάλογος μεταξύ επιχειρήσεων, εργαζομένων και κράτους καλλιεργεί το έδαφος για τις αναγκαίες συναινέσεις, σε όλες τις χώρες που ευημερούν και προοδεύουν. Αυτό είναι το στοίχημα και για τη χώρα μας που, από τον Αύγουστο του 2018, ελπίζουμε να επανέλθει στην Ευρωπαϊκή κανονικότητα και να σταθεί όρθια, με τις δικές της δυνάμεις. Ο ρόλος των επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε αυτή τη συλλογική προσπάθεια επιστροφής σε μια δυναμική και βιώσιμη ανάπτυξη είναι πολύ σημαντικός.
Στο πλαίσιο αυτό, οι κοινωνικοί εταίροι συμφωνήσαμε να ασχοληθούμε ενεργά με τα προβλήματα του κόσμου της παραγωγής και της εργασίας, όπως είναι το ασφαλιστικό, η διάσωση αλλά και η αύξηση των θέσεων εργασίας. Παράλληλα, δεσμευθήκαμε να αιτηθούμε από την πολιτεία την ουσιαστική ενεργοποίηση του Συμβουλίου Τριμερούς Διαβούλευσης, όπως προβλέπεται στη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 144. Συμφωνήσαμε επίσης για συνεργασία σε κοινά έργα και δράσεις που αφορούν στο μέλλον της εργασίας, την επαγγελματική κατάρτιση και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ευελπιστούμε ότι όλα αυτά θα δώσουν ώθηση στην εθνική οικονομία, προς όφελος των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των ανέργων της χώρας».