To εμπορικό μπρα ντε φερ ΗΠΑ-Κίνας, η Ελλάδα και η παγκόσμια οικονομική αναταραχή
- 11/04/2018, 15:18
- SHARE
Στελέχη της αγοράς, εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και καθηγητές αναλύουν στο Fortune τις συνέπειες μιας οικονομικής «ανάφλεξης».
Ένας ανελέητος «εμπορικός πόλεμος» έχει ξεσπάσει μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, από τη στιγμή που ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή δασμών έως και 60 δισ. δολαρίων σε εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα.
Μη μένοντας με σταυρωμένα τα χέρια η Κίνα προσέφυγε με τη σειρά της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών για την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, ζητώντας να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις επί του θέματος.
«Η Κίνα είναι πιθανόν να πληγεί περισσότερο από ότι οι ΗΠΑ, μιας και είναι περισσότερο εκτεθειμένη ως προς τις εξαγωγές. Ως ποσοστό του ΑΕΠ αγγίζουν το 3%, όταν στις ΗΠΑ είναι 0,7% και στην ΕΕ περίπου 1,5%» τονίζει στο fortunegreece.com ο Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης. Η άποψή του είναι ότι σε έναν κόσμο, όπου οι οικονομίες είναι αλληλοεξαρτώμενες, ανεξαιρέτως εθνικότητας και μεγέθους, όλες οι χώρες θα ζημιωθούν. Μπορεί η Κίνα να αποδειχθεί ο μεγαλύτερος πληγέντας, όμως τα πράγματα δεν θα είναι καλύτερα για τις ΗΠΑ, αν λάβει κανείς υπόψη ότι η χώρα του «Κόκκινου Δράκου» κρατάει στα χέρια της ένα σημαντικό μέρος του αμερικανικού χρέους.
Η Κίνα διακρατούσε στα τέλη Ιανουαρίου αμερικανικά κρατικά ομόλογα ύψους 1,17 τρισ. δολ., ποσό που την καθιστά τον μεγαλύτερο ξένο πιστωτή της αμερικανικής κυβέρνησης. Ενδεχόμενη μαζική πώληση αμερικανικών κρατικών ομολόγων από το Πεκίνο θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρό πρόβλημα στις ΗΠΑ και σε όσους έχουν επενδύσει σε αμερικανικά ομόλογα. Ο Τζέφρι Γκούντλαχ, διευθύνων σύμβουλος της DoubleLine Capital, δήλωσε στο Reuters πως η Κίνα μπορεί να χρησιμοποιήσει ως μοχλό πίεσης τα αμερικανικά ομόλογα που διαθέτει, αλλά μόνο στην περίπτωση που δεν τα πουλήσει. «Είναι πιο αποτελεσματική ως απειλή. Αν πουλήσουν, δεν θα μπορούν να απειλούν», είπε.
Εάν επικρατήσει το χειρότερο σενάριο, της μη εξεύρεσης λύσης, οι Αμερικανοί πολίτες θα βρεθούν αντιμέτωποι με αύξηση των εισαγωγών και του πληθωρισμού. «Κανείς δεν μπορεί να βγει κερδισμένος από μια τέτοια κίνηση. Εάν το τραβήξουν στα άκρα και οι δύο πλευρές θα μιλάμε για διαχείριση ζημιάς – κόστους και όχι κέρδους».
Η Ελλάδα θα κληθεί να επιλέξει στρατόπεδο
Όσο για το πώς θα επηρεαστεί η χώρα μας, που συνιστά εμπορικό εταίρο και σύμμαχο τόσο της Αμερικής όσο και της Κίνας, ενδεχομένως να γνωρίσει χειρότερες μέρες από αυτές που βιώνει την τελευταία 8ετία, διότι θα αναγκαστεί να επιλέξει στρατόπεδο. «Μην ξεχνάτε ότι η Ελλάδα προσβλέπει στη σχέση της με την Κίνα και θα επιδιώξει να διατηρήσει τη θέση της ως πύλη εισόδου των κινεζικών προϊόντων στην Ευρώπη. Από την άλλη όμως δεν μπορεί να διαταράξει τις σχέσεις της με την Αμερική».
Ο κ. Φίλης εκτιμά ότι στο τέλος θα βρεθεί η χρυσή τομή, ακόμη και αν χρειαστεί να περάσει κάποιο χρονικό διάστημα. Εξηγεί πως παρότι ο Τραμπ αντιλαμβάνεται το κόστος της πολιτικής του, εντούτοις τη χρησιμοποιεί ως μοχλό πίεσης για να αναγκάσει την Κίνα να συμμορφωθεί με τους παγκόσμιους κανόνες εμπορίου και να σταματήσει την τακτική του απομονωτισμού και του προστατευτισμού που τη χαρακτηρίζει στο εσωτερικό της οικονομίας της.
«Υπάρχουν δραματικοί περιορισμοί για όσες εταιρείες επιχειρούν να δραστηριοποιηθούν στην Κίνα. Όσες έχουν καταφέρει να διεισδύσουν, υποχρεώνονται από το κινεζικό κράτος να δίνουν την τεχνογνωσία τους. Αφού οι Κινέζοι πάρουν αυτό που θέλουν από το δυτικό κόσμο, αναπτύσσουν μόνοι τους τις εν λόγω τεχνολογίες και μετά διώχνουν τις αμερικανικές και τις ευρωπαϊκές εταιρείες» καταλήγει.
Την ίδια ώρα στελέχη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα τηρούν στάση αναμονής, αφού όπως λένε «υπάρχει μια περίεργη κινητικότητα και ένα διάχυτο σκηνικό», γεγονός που καθιστά οποιαδήποτε πρόβλεψη ριψοκίνδυνη.
Ο Αντώνης Τριφύλλης, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της διαΝΕοσις και πρώην στέλεχος της Ε.Ε. εκτιμά ότι θα συνεχιστεί αυτή η πολεμική κατάσταση, προτάσσοντας ως βασικούς λόγους το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ, αλλά και τη διαμάχη για το ποια δύναμη θα επικρατήσει στην εποχή του ψηφιακού μετασχηματισμού. «Εξίσου σημαντική παράμετρος είναι τα πνευματικά δικαιώματα στις εμπορικές ανταλλαγές. Όταν εγκαθίστανται κινεζικές εταιρείες και εργοστάσια στην Αμερική έχουν το δικαίωμα της πλήρους ιδιοκτησίας και της απόκτησης του συνόλου των μετοχών. Όταν κάτι αντίστοιχο συμβαίνει στην Κίνα, οι επιχειρηματίες υποχρεούνται να παραχωρήσουν το 51% σε κάποια κινεζικών συμφερόντων, ιδιωτική ή κρατική εταιρεία, και να διατηρήσουν μόνο το 49%».
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, κληθείς να σχολιάσει τις επιπτώσεις των δασμών στην οικονομία της Ε.Ε. ανέφερε: «Ο άμεσος αντίκτυπος στην οικονομία της ευρωζώνης από τους δασμούς που ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ και η Κίνα είναι μικρός, αλλά μπορεί να πλήξει την επενδυτική εμπιστοσύνη και να προκαλέσει αντίποινα.Οι άμεσες επιπτώσεις δεν είναι μεγάλες.Στο τέλος, το βασικό ζήτημα είναι τα αντίποινα».
«Ο Τραμπ εξυπηρετεί τα συμφέροντα μιας ελίτ»
«Πρόκειται για έναν εμπορικό πόλεμο που μόνο καταστροφικές συνέπειες θα μπορούσε να έχει για όλους» λέει από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Ελληνο-κινεζικού οικονομικού Συμβουλίου και Γενικός Διευθυντής της Eurochinese Development P.C., κ. Φώτης Προβατάς, κάνoντας λόγο για «παρασιτικούς» κύκλους του Τράμπ, οι οποίοι στο βωμό του χρήματος και της παραγωγής κερδών ακολουθούν μια πολιτική που θα επηρεάσει αρνητικά την παγκόσμια οικονομία.
«Οι μικρές χώρες δεν έχουν κανένα συμφέρον από μία τέτοιου είδους ανατάραξη. Είτε κάποιος είναι φιλο-αμερικανός είτε όχι, το θέμα είναι να αντιληφθεί ότι δεν συμφέρει να αποσυρθούν οι Αμερικάνοι γιατί οι μικροί σε μέγεθος θα την πληρώσουν» επισημαίνει ο κ. Προβατάς.
Τονίζει πως οι Κινέζοι, κρίνοντας και από τη διπλωματική στάση που κρατούν μέχρι στιγμής, έχουν συμφέρον από την ομαλή ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων με την Αμερική. Ωστόσο, όπως εξηγεί ο κ. Προβατάς, μια τέτοια εξέλιξη είναι δύσκολη δεδομένου ότι Πλανητάρχης φαίνεται να κινείται ενάντια στο συμφέρον της Αμερικής προωθώντας τα συμφέροντα μίας και μόνο ελίτ.
«Σαφώς και οι δύο χώρες κοιτάνε την ισχυροποίηση τους, όμως έτσι δεν εξυπηρετείται η παγκόσμια οικονομική κοινότητα. Το να λειτουργείς αυθαίρετα θα έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός “παφλασμού” που θα πνίξει τις μικρότερες χώρες και ενδεχομένως και τους ίδιους τους Αμερικανούς».