Λεονάρδο Παδούρα: Οι άνθρωποι πρέπει να προσδιορίσουν μόνοι τους την ιστορική τους μοίρα
- 16/06/2018, 19:51
- SHARE
Ο δημοφιλής Κουβανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για το νέο του βιβλίο, αλλά και τις αλλαγές που συντελούνται στην χώρα του.
Μυθιστοριογράφος, σεναριογράφος, δημοσιογράφος και κριτικός, ο Λεονάρδο Παδούρα, γεννημένος στην Αβάνα το 1955, έγινε διεθνώς γνωστός με την τετραλογία του «Οι τέσσερις εποχές», όπου πρωταγωνιστεί ο ντέντεκτιβ Μάριο Κόντε. Τα βιβλία του Παδούρα -στις «Τέσσερις εποχές» προστέθηκαν αργότερα και τα μυθιστορήματα «Παρελθόν χαμένο στην ομίχλη» και «Αντιός, Χέμινγουεϊ»- έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ ο ίδιος έχει βραβευτεί στην Κούβα, την Ισπανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Δομινικανή Δημοκρατία και την Αυστρία.
Προσκεκλημένος του Ιβηροαμερικανικού Φεστιβάλ Λογοτεχνία Εν Αθήναις – ΛΕΑ, που φέτος γιορτάζει τα δέκα του χρόνια, τα οποία συμπίπτουν με τη διοργάνωση «Αθήνα Παγκόσμια Πρωτεύουσα του Βιβλίου», ο Παδούρα μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το καινούργιο του μυθιστόρημα «Η διαφάνεια του χρόνου», το οποίο κυκλοφόρησε αυτές τις ημέρες στα ελληνικά, σε μετάφραση Κώστα Αθανασίου, από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
«Στην Κούβα», λέει στη συνέντευξή του, «η πορεία της κοινωνικής εξέλιξης ακολουθεί έναν αργό και συντηρητικό βηματισμό, αλλά επείγει να βρεθούν λύσεις ικανές να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο». Αναφερόμενος στο πολιτικό καθεστώς της Κούβας, ο Παδούρα σημειώνει πως έχει τόση μονομέρεια όση και οι αντίπαλοί του, οι εξόριστοι στο Μαϊάμι. Εκείνο πάντως που επιδιώκει πρωτίστως να δείξει ο συγγραφέας με το βιβλίο του είναι «η ανάγκη να προσδιορίσουν οι άνθρωποι μόνοι τους την ιστορική τους μοίρα».
Ακολουθεί η συνέντευξη του Λεονάρδο Παδούρα στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, στον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.
ΕΡ: Η Αβάνα λειτουργεί σε όλα σας τα μυθιστορήματα σαν κοινωνικοπολιτικός χάρτης της Κούβας, αλλά στην «Διαφάνεια του χρόνου» η πόλη προβάλλει με ιδιαίτερα έντονο τρόπο. Στα εξαθλιωμένα προάστιά της παρακολουθούμε ανθρώπους που έχουν αποβληθεί από παντού, ζώντας μέσα στον ζόφο της κοινωνικής απόγνωσης. Τι ακριβώς εκπροσωπεί αυτός ο κόσμος;
ΑΠ: Είναι ο κόσμος των αόρατων, των προσώπων που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, και είναι αναγκασμένοι να αναπτύξουν επισφαλείς στρατηγικές επιβίωσης. Για τους ίδιους είναι εγγυημένα μόνο κάποια ελάχιστα οφέλη, όπως η υγεία, αλλά η πιθανότητα για την οποιαδήποτε κοινωνική τους άνοδο παραμένει ανύπαρκτη. Θα πρέπει να μεσολαβήσει μια οικονομική επανάσταση για να υπάρξει κάποια έξοδος από την κατάστασή τους.
Κι αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο αφού όλη η πορεία της κοινωνικής εξέλιξης στην Κούβα γίνεται με αργά και πολύ συντηρητικά βήματα. Η κυβέρνηση αποφεύγει τις πολιτικές-σοκ. Ταυτοχρόνως, όμως, είναι απαραίτητο να αναζητηθούν εναλλακτικές οικονομικές και κοινωνικές πραγματικότητες και βιώσιμες λύσεις – λύσεις ικανές να μεταβάλουν το παραγωγικό μοντέλο. Δεν ξέρω, βέβαια, ποιες ακριβώς πρέπει να είναι αυτές οι λύσεις γιατί δεν είμαι οικονομολόγος ούτε κοινωνιολόγος. Είμαι μόνο ένας πολίτης που ζει μέσα στην κοινωνία του.
ΕΡ: Διατηρείτε πάντα μια ανεξάρτητη και κριτική στάση απέναντι στο πολιτικό καθεστώς της Κούβας, από την άλλη ωστόσο πλευρά είστε το ίδιο επικριτικός με τις θέσεις και τις απόψεις των Κουβανών εξορίστων οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στο Μαϊάμι. Πόσο δύσκολη είναι μια τέτοια ισορροπία;
ΑΠ: Το να κρατάει κανείς ανεξάρτητη τη σκέψη του στην Κούβα είναι ένα αρκετά περίπλοκο ζήτημα. Υπάρχουν δύο μεγάλες ανταγωνιστικές εξουσίες που επηρεάζοντας τα μέσα ενημέρωσης επιδιώκουν να σκεφτόμαστε όπως εκείνες. Νομίζω ότι η πραγματικότητα είναι πολύ ευρύτερη από τις οπτικές γωνίες των δύο αυτών εξουσιών. Σε ό,τι με αφορά, έχω την εντύπωση πως είμαι, όπως λέει κι ένας Ισπανός φίλος μου, «τουφεκίσιμος» και από τις δύο εξουσίες. Και με πυροβολούν συχνά – όχι, βέβαια, με μολύβι, αλλά με πυρά που μπορεί να αποδειχθούν πολύ οδυνηρά.
Στην Κούβα, ξέρετε, επισήμως είμαι απόλυτα αναγνωρίσιμος. Την ίδια ώρα, όμως, παραμένω αόρατος: χωρίς πρόσβαση στην τηλεόραση ή στις εφημερίδες. Οι εκτός Κούβας με κατηγορούν συχνά ότι δεν είμαι αρκετά επιθετικός με την κυβέρνηση, και μου επιτίθενται με τη σειρά τους. Κάτι δεν αρέσει καθόλου στην περίπτωσή μου είτε στη μια είτε στην άλλη πλευρά. Παρόλα αυτά είμαι αυτός που είμαι: έχω εκδότες σε 25 χώρες, παίρνω διεθνή βραβεία και γεμίζω τις αίθουσες όταν παρουσιάζω βιβλία στην Αβάνα ή στο Μαϊάμι.
ΕΡ: «Η Διαφάνεια του χρόνου» κινείται σε τρία χρονικά επίπεδα: στο κουβανικό παρόν, στον ισπανικό Εμφύλιο και στην Ευρώπη των Σταυροφοριών. Ένας συνδυασμός του νουάρ με το κοινωνικοπολιτικό και το ιστορικό μυθιστόρημα ή κάτι παραπάνω;
ΑΠ: Είναι ένα μίγμα όλων αυτών: αστυνομικό, κοινωνικοπολιτικό και ιστορικό μυθιστόρημα με συνδετικό τους ιστό τη σχέση του ανθρώπου με την Ιστορία και την κοινωνία. Και στο βάθος αυτής της κατασκευής υπάρχει μία παραδοχή: ο άνθρωπος διασχίζοντας τον χρόνο υφίσταται τη σκληρότητα της Ιστορίας ενώ η ζωή του γνωρίζει μικρές ή μεγάλες μεταβολές. Το αίτημα είναι να φτιάξει τη μοίρα του μόνος του, αλλά μια τέτοια βούληση τελεί πάντοτε υπό απειλή. Κι εδώ εγώ φτιάχνω από τη μεριά μου ένα μυθιστόρημα όπου ανακατεύω πολλές κουλτούρες, πολλές εποχές, πολλά είδη και πολλούς χαρακτήρες. Γιατί αυτά είναι τα στοιχεία που αποτελούν την οικουμενική σύγκρουση την οποία βιώνει η ανθρωπότητα.
ΕΡ: Ποιος είναι ο ρόλος της κλεμμένης Μαύρης Παρθένου που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο; Είναι θρησκευτική ανάγκη, μεταφυσικό καταφύγιο, τρόπος λύτρωσης ή μια γενικότερη υπέρβαση της πραγματικότητας;
ΑΠ: Η Μαύρη Παρθένος είναι το σύμβολο μιας επιθυμίας, η αναζήτηση της μητέρας, η προσπάθεια να βρούμε ένα σίγουρο καταφύγιο. Είναι η εικόνα μιας δύναμης που μας υπερβαίνει και που μας προσφέρει πνευματική γαλήνη. Αν είναι κανείς πιστός και βλέπει την εικόνα της Μαύρης Παρθένου, τότε μπορεί να θαυμάσει την αισθητική της ομορφιά, τη δυνατότητά της να προσδώσει ομορφιά σε ένα κομμάτι ξύλο. Και διακρίνεται εν προκειμένω μια βαθύτερη, πιο απόκρυφη σημασία.
Οι πιστοί δεν εξηγούν λογικά τα θαύματα, απλώς πιστεύουν στη δύναμή τους. Οι άλλοι εξηγούν τα πάντα βάσει της λογικής. Υπάρχει μια αμφισημία στην ανθρώπινη ύπαρξη: από τη μια η πίστη, από την άλλη η λογική. Δεν θα γινόταν να πιστεύουμε όλοι ή, αντίθετα, να ζούμε όλοι χωρίς Θεό. Οι διαφορετικές ερμηνείες και εκδοχές της πραγματικότητας δείχνουν πόσο περίπλοκοι και πλούσιοι είμαστε – πόσο εκτεταμένη είναι η ποικιλομορφία μας. Γι’ αυτό ακριβώς με τρομάζουν οι εθνικισμοί, οι φονταμενταλισμοί και οι κλειστές ιδεολογίες – γιατί αν κάποιος επιδιώκει να σκεφτόμαστε άπαντες με τον ίδιο τρόπο, τότε φτωχαίνουμε και στερούμαστε τα δικαιώματα που μας προσφέρει η ανθρώπινη συνθήκη.
ΕΡ: Τι θα κάνει ο Κόντε τώρα που έκλεισε τα εξήντα; Πώς θα πορευτεί στο μέλλον;
ΑΠ: Είμαστε πολύ νέοι για να πεθάνουμε και πάρα πολύ γέροι για να αλλάξουμε, όπως το λέει ο ίδιος στο βιβλίο. Αλλά πρέπει, έτσι ή αλλιώς, να συνεχίσουμε να ζούμε. Και καθώς ο Κόντε έχει μια περιέργεια που τον ξεπερνάει και τον εμπλέκει σε περίεργες ιστορίες, και καθώς επίσης αρχίζει επιτέλους να γράφει το βιβλίο του, κάτι που προσπαθούσε εδώ και πολύ καιρό, και ενόσω επιπροσθέτως το συκώτι του δεν έχει γίνει ακόμη εντελώς πέτρα, και μπορεί να εξακολουθήσει να πίνει, ελπίζω να βρει τη διαύγεια για να συνεχίσει την πορεία του σε δύο ή τρία ακόμα μυθιστορήματα – πάντοτε ως ερευνητής, παρατηρητής και μάρτυρας της σύγχρονης ζωής.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ