«Διατηρούν το αφορολόγητο όριο όσοι λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό»
- 04/02/2019, 15:38
- SHARE
Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ακυρώσει το μέτρο της μείωσης του αφορολόγητου ανέφερε η Έφη Αχτσιόγλου.
«Οι εργαζόμενοι που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό, εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από το αφορολόγητο όριο» δήλωσε η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στο «Πρώτο Πρόγραμμα».
Αναφερόμενη στη στάση της ΝΔ σχετικά με το μέτρο της μείωσης του αφορολόγητου το 2020, σημείωσε ότι η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει στην ακύρωση αυτού του μέτρου. «Αντιθέτως, η αξιωματική αντιπολίτευση το έχει εισάγει στο πρόγραμμά της και αυτό έγινε σαφές από την τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, όπου ξεδίπλωσε το συνολικό του πρόγραμμα για την επόμενη μέρα και εμπεριείχε τη μείωση του αφορολόγητου. Ο τρόπος που εκφράστηκε για το αφορολόγητο θεωρούσε δεδομένη τη μείωση αυτή. Εξάλλου, έτσι μόνο θα έστεκε και δημοσιονομικά το δικό του πρόγραμμα» πρόσθεσε.
«Η ΝΔ εκτίθεται, γιατί επενδύει για ακόμα μία φορά στην καταστροφολογική αντιπολιτευτική γραμμή» τόνισε η υπουργός Εργασίας, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση, «όπως ακριβώς έκανε και με το μέτρο της περικοπής των συντάξεων, το οποίο ακύρωσε, δουλεύει εντατικά, προκειμένου να αποσυρθεί και το μέτρο της μείωσης του αφορολόγητου, που, επίσης, δεν είναι ούτε δημοσιονομικά ούτε διαρθρωτικά αναγκαίο».
Για την αύξηση του κατώτατου και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους, δήλωσε: «Ο νέος ενιαίος αυξημένος κατώτατος μισθός είναι νόμος και θα τον τηρήσουν οι εργοδότες, γιατί γνωρίζουν ότι θα ήταν εντελώς λάθος από την πλευρά τους να κάνουν μία τόσο πρόδηλη παράβαση, η οποία θα τους οδηγούσε την αμέσως επόμενη μέρα να πληρώνουν πολλαπλάσια σε πρόστιμα».
Παράλληλα, η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού «σε μία οικονομία, όπως η ελληνική, συνιστά αναπτυξιακό παράγοντα, γιατί τονώνει την εσωτερική ζήτηση και την κατανάλωση και δίνει ώθηση στην οικονομία».
Επίσης, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση ενισχύει την επιχειρηματικότητα, μέσω της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών, όπου το ασφάλιστρο για την κύρια σύνταξη από 20% έπεσε στο 13,33%, έχει ήδη νομοθετήσει τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων κατά 1% κατ’ έτος, ενώ για την πρόσληψη νέων ή μακροχρόνια ανέργων οι εργοδοτικές εισφορές εκπίπτουν της φορολογίας, προσαυξημένες κατά 50%.