Οι στρατηγικές που μπορούν να αυξήσουν την κερδοφορία μιας επιχείρησης
- 06/07/2019, 18:50
- SHARE
του Ryan Derousseau
Οι μετοχές των ενσυνείδητων εταιρειών υπερβαίνουν κατά πολύ σε απόδοση τις μετοχές των ανταγωνιστών τους μακροπρόθεσμα. Για τους κοινωνικά ενσυνείδητους επενδυτές, το γεγονός αυτό φέρνει στην επιφάνεια ένα ερώτημα που παραπέμπει στην κότα και το αυγό: Άραγε, οι εταιρείες που έχουν καλές επιδόσεις βάσει των μεγεθών ESG (αξιολόγηση εταιρειών με βάση τις προσπάθειές τους στους τομείς του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης) νικάνε την αγορά επειδή διοικούνται ήδη καλά; Ή μήπως οι κατά τα άλλα συνηθισμένες εταιρείες καθίστανται πιο ελκυστικές για τους επενδυτές καθώς αυξάνουν τις βαθμολογίες ESG τους;
Η JUST Capital, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που αξιολογεί ποιοι εταιρικοί οργανισμοί λειτουργούν προς το συμφέρον του κοινού, αποσαφήνισε κάπως αυτόν τον γρίφο σε μια νέα έκθεσή της που δόθηκε πρώτα αποκλειστικά στο Fortune. Η JUST, η οποία ιδρύθηκε το 2013 από μια ομάδα επενδυτών στους οποίους περιλαμβάνεται ο δισεκατομμυριούχος Paul Tudor Jones, ανέλυσε το Russell 1000, το οποίο μετρά την απόδοση των μετοχών μαζί με μια σειρά άλλων μεγεθών. Αυτά τα μεγέθη, τα οποία περιλαμβάνουν την αμοιβή των εργαζομένων, τις πολιτικές ιδιωτικότητας, καθώς και παραδοσιακά μέτρα ESG, βασίζονται με τη σειρά τους σε μια ετήσια έρευνα γνώμης που καθορίζει ποια θέματα έχουν σημασία για τους Αμερικανούς κατά την ανάλυση της εταιρικής συμπεριφοράς.
Ένας λόγος που οι ενσυνείδητες εταιρείες τείνουν να έχουν καλύτερη απόδοση, με βάση τις πολυάριθμες μελέτες στον τομέα των ESG, είναι ότι εξασφαλίζουν μεγαλύτερη αύξηση των κερδών και καλύτερα περιθώρια κέρδους βραχυπρόθεσμα, επιτρέποντάς τους να συνεχίζουν έναν ενάρετο κύκλο μακροπρόθεσμα.
Η νέα έρευνα της JUST ενισχύει αυτά τα ευρήματα: Για παράδειγμα, οι εταιρείες στο κορυφαίο πεμπτημόριο των αποτελεσμάτων της JUST είχαν απόδοση κεφαλαίου κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από τις εταιρείες στο κατώτερο πεμπτημόριο. «Οι εταιρικοί ηγέτες καταλαβαίνουν όλο και περισσότερο ότι η κάλυψη των αναγκών όλων των ενδιαφερομένων μερών- και όχι μόνο των μετόχων τους- είναι καλή για την κερδοφορία», λέει ο CEO της JUST, Martin Whittaker.
Όμως, ορισμένες εταιρικές πρακτικές αποδίδουν περισσότερο από άλλες. Η ανάλυση του Russell 1000 της JUST διαπιστώνει ότι οι εταιρείες που επικεντρώνονται στη διαχείριση της ρύπανσης παρουσίασαν τις μεγαλύτερες θετικές βελτιώσεις στα καθαρά περιθώρια κέρδους. Σε εταιρείες που βελτίωσαν την ικανότητά τους να ελέγχουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ή τις απορρίψεις χημικών λυμάτων, μεταξύ άλλων, τα καθαρά περιθώρια κέρδους ήταν περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα.
Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν μεταξύ των εταιρειών που προσέφεραν ισχυρότερα πακέτα συνταξιοδότησης. Στην κατηγορία αυτή, η JUST εξέτασε κατά πόσον οι εταιρείες προσφέρονταν, μεταξύ άλλων, να συνεισφέρουν στο συνταξιοδοτικό πρόγραμμα του εργαζομένου ανάλογα με τις δικές του εισφορές.
Και η υιοθέτηση μιας «στρατηγικής διαχείρισης των συγκρούσεων» βρέθηκε στην τρίτη θέση. Αυτή η κατηγορία μετρά τον βαθμό στον οποίο μια επιχείρηση λαμβάνει υπόψη ανησυχίες που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα, όπως θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού ή χρήση υλικών από περιοχές όπου δεν λαμβάνουν χώρα συγκρούσεις.
Μία από τις μεγαλύτερες πηγές θετικής επίπτωσης στα περιθώρια κέρδους – ακόμη περισσότερο κι από τη διαχείριση της ρύπανσης- ήταν ο αριθμός των θέσεων εργασίας που προσέφερε μια επιχείρηση. Ωστόσο, η JUST διαπίστωσε ότι η προσθήκη θέσεων εργασίας μπορεί να επιφέρει μειωμένες αποδόσεις, αφότου η εταιρεία φθάσει σε ένα συγκεκριμένο μέγεθος.
Σε κάθε περίπτωση, η διοίκηση κάθε εταιρείας και οι επενδυτές «θα πρέπει να δώσουν προσοχή σε αυτά τα πράγματα» αν προτίθενται να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις κοινωνικά ενσυνείδητες στρατηγικές τους, λέει ο Hernando Cortina, διευθυντής δεικτών και ποσοτικών αναλύσεων στη JUST Capital.