Έτσι είδε ο Διεθνής Τύπος τη νίκη Μητσοτάκη
- 08/07/2019, 09:14
- SHARE
«Οι επενδυτές περιμένουν από τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, 51 ετών, να δείξει ότι είναι αντάξιος της φήμης του πολιτικού που είναι φίλα προσκείμενος προς το επιχειρείν. Ο πτυχιούχος του Χάρβαρντ (…) καλείται να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του, να αντιμετωπίσει ζητήματα όπως τα δημοσιονομικά, τα κόκκινα δάνεια και η γραφειοκρατία, ενώ θα εργάζεται εντός των αυστηρών δημοσιονομικών περιορισμών που έχουν ορίσει οι πιστωτές», αναφέρει μεταξύ άλλων σε ρεπορτάζ του για το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ελλάδα το πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg.
«Αν και κληρονόμησε μια οικονομία που συνέρχεται κι ένα χρηματιστήριο που ανεβαίνει, η ανάκαμψη αυτή άρχισε από πολύ χαμηλές βάσεις. Ο κ. Μητσοτάκης καλείται να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να προσελκύσει τις επενδύσεις που χρειάζεται απελπιστικά και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας καθώς η χώρα βγαίνει από μια κρίση που έπληξε το βιοτικό επίπεδο» του πληθυσμού, προστίθεται στο κείμενο.
Ο κ. Μητσοτάκης θα γίνει «ο πρώτος πρωθυπουργός μετά την κρίση, σε μια χώρα που δυσκολεύεται να ανακάμψει έπειτα από τρία συναπτά προγράμματα λιτότητας», σημειώνει εξάλλου η γαλλική εφημερίδα Le Figaro, κατά την οποία «μολονότι το περιβάλλον του νέου πρωθυπουργού εκτιμά ότι θα χρειαστούν εκατό ημέρες για να φανούν τα πρώτα αποτελέσματα των εξαγγελιών του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξέρει ότι πρέπει να κινηθεί με ταχύτητα».
Αφού αναλάβει την εξουσία ο κ. Μητσοτάκης «θα ανακοινώσει τη σύνθεση της κυβέρνησής του, που είναι “ήδη έτοιμη” κατά στενούς του συνεργάτες (…). Το κοινοβούλιο, που έκλεισε για τις εκλογές, θα ξανανοίξει τη 17η Ιουλίου για την ορκωμοσία των νέων βουλευτών και την ψήφο εμπιστοσύνης την 22η», ενώ «θα κατατεθούν τρία νομοσχέδια», ένα που θα αφορά «το οργανόγραμμα» της κυβέρνησης, ένα για «τη συγχώνευση υπουργείων» και ένα για «τη μεταρρύθμιση του ποινικού κώδικα» που μεταξύ άλλων «θα απαγορεύει τη χορήγηση αδειών σε ισοβίτες» όπως τα μέλη της 17Ν, κατά το ρεπορτάζ της γαλλικής εφημερίδας.
Στα τέλη Αυγούστου, η Βουλή θα κληθεί να ψηφίσει ένα σχέδιο νόμου για «τη μείωση των φόρων» από 1ης Ιανουαρίου 2020 και άλλο ένα για τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος που θα επιτρέψει τη λειτουργία «ιδιωτικών πανεπιστημίων», προσθέτει η Le Figaro.
Ακόμη, η γαλλική εφημερίδα σημειώνει ότι ανάμεσα στα «καυτά» ζητήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο κ. Μητσοτάκης θα είναι «η λανθάνουσα κρίση με την Τουρκία», καθώς η Άγκυρα «πολλαπλασιάζει τις προκλήσεις της» στα ελληνικά και τα κυπριακά χωρικά ύδατα αμφισβητώντας κυρίως τις έρευνες για υδρογονάνθρακες και την εκμετάλλευσή τους στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα της Κύπρου και της Ελλάδας.
Στην ευρωπαϊκή σκηνή ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως μέλος του ΕΛΚ, τάχθηκε υπέρ της υποψηφιότητας του Μάνφρεντ Βέμπερ, του γερμανού Spitzenkandidat που άρχισε στην Ελλάδα την εκστρατεία του για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και υπέρ αυτής της Ούρσουλας φαν ντερ Λάιεν, νέας υποψήφιας για την προεδρία της Κομισιόν.
Ο νέος πρωθυπουργός σκοπεύει να διαπραγματευθεί ξανά τους στόχους για τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα με τους πιστωτές της Ελλάδας (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ), επιδιώκοντας τη μείωσή τους «από το 3,5% στο 2,5% του ΑΕΠ», τονίζει η γαλλική εφημερίδα, ενώ, με τις αγορές να μοιάζουν να διάκεινται ευνοϊκά έναντι της κυβέρνησής του και τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού, «ενδέχεται να αποφασίσει γρήγορα την έκδοση ομολόγου» πριν αποδυθεί «στην αναζήτηση ξένων επενδύσεων».
Στο ζήτημα των δημοσιονομικών δεσμεύσεων για τα επόμενα χρόνια στέκεται αναπόφευκτα στο ρεπορτάζ της και η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, η οποία υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να «επιτυγχάνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Αυτό δεν είναι εφικτό χωρίς υψηλούς δείκτες ανάπτυξης, οι οποίοι όμως προσκρούουν στην υψηλή φορολογία. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο. Εάν οι δανειστές δεν αφήσουν στην Αθήνα περιθώριο ελιγμών και η νέα κυβέρνηση θα απογοητεύσει τις προσδοκίες για μια αισθητή ανάκαμψη».
«Εκλογές στην Ελλάδα: κέρδισε ο Μητσοτάκης. Ήττα του Τσίπρα που αψηφούσε τη λιτότητα και συγκρούσθηκε με την Ευρώπη», τιτλοφορεί την ανταπόκρισή της από την Αθήνα η μεγαλύτερης κυκλοφορίας εφημερίδα στην Ιταλία Corriere della Sera. Όπως τονίζει στο ίδιο άρθρο «ο Αλέξης Τσίπρας έχασε την πλειοψηφία, αλλά δεν είναι ένας ηττημένος πολιτικός. Εν σχέσει προς το 23% των Ευρωεκλογών, η ανάκαμψή του ήταν σημαντική. Η διαφορά με το πρώτο κόμμα υπάρχει, αλλά δεν είναι τεράστια. Ο Τσίπρας, που από χθες ξαναρχίζει την σταδιοδρομία του ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης, είναι όμως ένας πολύ ριζικά διαφορετικός ηγέτης από εκείνον που είχε θριαμβεύσει το 2015. Όχι πια πολεμιστής, με τίποτα επαναστάτης, αλλά πραγματιστής, ευέλικτος και σχεδόν τεχνοκράτης». Το άρθρο συνεχίζει απαριθμώντας τους λόγους που ώθησαν τους Έλληνες να στρέψουν τα νώτα τους στην πολιτική που ενσάρκωνε ο απερχόμενος πρωθυπουργός.
«Ελλάδα: ο θρίαμβος του Μητσοτάκη, ένας τραπεζίτης στην κυβέρνηση. «Λιγότεροι φόροι και πιο υψηλοί μισθοί», είναι ο τίτλος της αντίστοιχης ανταπόκρισης της δεύτερης μεγαλύτερης εφημερίδας στην Ιταλία, της Repubblica. Η εφημερίδα παρουσιάζει αναλυτικά τα αποτελέσματα και στέκεται ιδιαίτερα στις πρώτες δηλώσεις του νέου πρωθυπουργού της Ελλάδας Κυριάκου Μητσοτάκη.
Από την πλευρά του, ο ενημερωτικός ιστότοπος huffingtonpost.it προτάσσει τον τίτλο «Ελλάδα, η Ευρώπη σβήνει το όνειρο του Τσίπρα (και της Αριστεράς)», που εξόν από την αναλυτική παρουσίαση του αποτελέσματος των εκλογών, προσθέτει και την άποψη της ιρλανδής βουλεύτριας με το Σιν Φέιν Μαρτίνα Άντερσον, που τονίζει «η μάχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι και δική μας, εάν χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ χάνουμε κι εμείς», δηλώνοντας τη σημασία που έχει για την ευρύτερη Αριστερά της Ευρώπης η σημασία της ήττας του ελληνικού κόμματος. Επιπλέον, η εφημερίδα φιλοξενεί και μία συνέντευξη της Λουτσάνα Καστελίνα, ιστορικής μορφής της ιταλικής κι ευρωπαϊκής Αριστεράς, παρούσας στην Αθήνα–μέχρι και στην, τελευταία, συνέντευξη Τύπου του Αλέξη Τσίπρα στο Ζάππειο, για να παραδεχθεί την ήττα του. Η Καστελίνα, όπως υπογραμμίζει ο τίτλος της συνέντευξης, δηλώνει πως « τέτοιο αποτέλεσμα (ΣτΜ σαν του ΣΥΡΙΖΑ) το PD (Δημοκρατικό Κόμμα) ούτε στα όνειρά του. Η Λ.Καστελίνα είναι βέβαιη: Ο Τσίπρας άντεξε». Όπως τονίζεται στην τηλεφωνική της συνέντευξη από την πλατεία του Συντάγματος, η Καστελίνα δηλώνει πως «είναι μία ήττα, αλλά δεν είναι το τέλος μίας εποχής».
«Ενώπιον του νικητή των εκλογών Μητσοτάκη βρίσκεται τρομακτική δουλειά», γράφει στον τίτλο σχολίου της η εφημερίδα Welt και τονίζει ότι «η υπομονή των Ελλήνων έχει σχεδόν εξαντληθεί, θέλουν να δουν γρήγορα οικονομικές επιτυχίες και μια βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου – ένα ηράκλειο έργο για τον νικητή Μητσοτάκη, παρά την καθαρή πλειοψηφία των συντηρητικών».
«Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας ήταν αναμενόμενη. Οι περισσότεροι Έλληνες δεν έχουν πια ελπίδες ότι τα πράγματα θα πάνε σύντομα καλύτερα. Στην μεσαία τάξη έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια πολύ άσχημη οικονομική αφαίμαξη. Η διστακτική οικονομική ανάπτυξη δεν φτάνει στους περισσότερους ανθρώπους. Οι Έλληνες θέλουν ελπίδες. Προ πάντων οι νέοι ονειρεύονται πολιτικούς οι οποίοι επιτέλους θα ενεργήσουν καλύτερα. Μόνο για αυτό κατάφερε ο φιλελεύθερος οικονομολόγος Κυριάκος Μητσοτάκης να κερδίσει. Είναι το αντίθετο από τον μέχρι τώρα Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ενός ανθρώπου του λαού.
Ο Μητσοτάκης είναι η ενσάρκωση των παλαιών μισητών ελίτ της χώρας. Αλλά σήμερα εκφράζει τις ελπίδες των απελπισμένων. Οι υποσχέσεις του για μεταρρυθμίσεις και το όραμά του για ένα “επιθετικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και οικονομικής ανάπτυξης” γίνονται θετικά αποδεκτές από τους ανθρώπους. Θέλουν επιτέλους ένα άλλο μήνυμα και φως στην άκρη του τούνελ», επισημαίνει ο αρθρογράφος της Welt και εκτιμά ότι «το σημείο εκκίνησης για τον νέο Πρωθυπουργό είναι κακό, ενώ είναι απολύτως ανοιχτό το εάν θα τα καταφέρει και εάν θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναφέρει, έχει επισημάνει πολλά προβλήματα, όπως το χρέος, τα κόκκινα δάνεια, την ανεργία, την αδύναμη οικονομική ανάπτυξη και τον αργό ρυθμό των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης πάντως, σύμφωνα με την εφημερίδα, αναμένεται να πετύχει τουλάχιστον μια χαλάρωση των αυστηρών όρων των δανειστών, ώστε το πρωτογενές πλεόνασμα να μειωθεί από το 3,5%. «Σε αυτό θα βοηθήσουν και οι αρκετοί επικεφαλής κυβερνήσεων οι οποίοι ανήκουν στο συντηρητικό κόμμα. Όλα τα άλλα είναι αβέβαια», διευκρινίζει ο αρθρογράφος και εκφράζει την εκτίμηση ότι λόγω της οριακής κοινωνικής κατάστασης τα περιθώρια ελιγμού θα είναι περιορισμένα.
«Δεν αποκλείεται ο νέος Πρωθυπουργός, παρά το φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, να αποτύχει, διότι η υπομονή των Ελλήνων εν τω μεταξύ έχει σχεδόν εξαντληθεί και θέλουν να δουν γρήγορα οικονομικές επιτυχίες και βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Αν ο Μητσοτάκης πετύχει τους στόχους του, θα μπορούσε να γίνει ο νέος ήρωας της Ελλάδας. Αν όχι, θα μπει στην μεγάλη σειρά των τραγικών προσώπων στους μοχλούς της εξουσίας στην Ελλάδα», καταλήγει ο συντάκτης.
«Επιστροφή στο μηδέν», είναι ο τίτλος σχολίου της εφημερίδας Die Zeit, η οποία αναφέρει ότι «με τον Κυριάκο Μητσοτάκη επιστρέφει στην εξουσία μια παλιά δυναστεία – η ατζέντα του δεν αρκεί προκειμένου να κατανοήσει κανείς πώς φτάσαμε σε αυτή την επιτυχία».
«Το διάλειμμα τελείωσε. Επί τέσσερα χρόνια η Ελλάδα κυβερνήθηκε από τον πολιτικό νεοαφιχθέντα Αλέξη Τσίπρα και το αριστερό του κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτή η ιστορική εξαίρεση έχει πλέον παρέλθει. Τις εκλογές της Κυριακής κέρδισε καθαρά ο αντίπαλός του και μέχρι τώρα αρχηγός της αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης. Πολύ πιθανόν ο θρίαμβός του θα του φέρει την απόλυτη πλειοψηφία στην Βουλή. Αυτό οδηγεί την ελληνική πολιτική πίσω στο μηδέν και μάλιστα υπό πολλές έννοιες», συνεχίζει ο αρθρογράφος και επισημαίνει ότι είναι η πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης που η χώρα θα έχει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μαζί με τη Νέα Δημοκρατία «αναλαμβάνει επίσης και πάλι την εξουσία του Πρωθυπουργού μια οικογένεια η οποία επί έναν αιώνα συναποφασίζει την πολιτική της χώρας», συνεχίζει ο συντάκτης και αναφέρεται στην ιστορία του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ενώ υποστηρίζει ότι «στα χρόνια της κρίσης και εν τέλει με την ανάληψη της εξουσίας από τον Αλέξη Τσίπρα θεωρήθηκε ότι η εποχή των πολιτικών δυναστειών τελείωσε» και «οι άνθρωποι στην Ελλάδα είχαν κουραστεί με αυτές τις οικογένειες, τις οποίες θεωρούσαν υπεύθυνες για την κακοδιαχείριση στην οικονομία και για την πελατειακή πολιτική που οδήγησαν στην μεγαλύτερη κρίση χρέους από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
«Τι όμως οδήγησε τους ψηφοφόρους να αλλάξουν γνώμη; Πιθανόν τέσσερα χρόνια του Τσίπρα αρκούσαν προκειμένου να θολώσουν πλήρως την πολιτική μνήμη της χώρας. Τράβηξε πάνω του την μεγαλύτερη αγανάκτηση όταν αθέτησε την πιο σημαντική προεκλογική του υπόθεση. Ο Τσίπρας ήρθε για να απελευθερώσει τη χώρα “με τη μία” (…), αλλά συνέβη το αντίθετο. Η κυβέρνηση εφάρμοσε ακόμη ένα πρόγραμμα και το εφάρμοσε τόσο αφοσιωμένα ώστε η Ελλάδα να μπορεί τώρα να χειρίζεται την οικονομία της σχεδόν αυτόνομα και να μπορεί να χρηματοδοτείται στις αγορές. Οι θετικές συνέπειες της οικονομικής ανάπτυξης όμως είναι ως τώρα μόνο λίγο αισθητές στον λαό, ενώ οι περικοπές από δέκα χρόνια κρίσης πολύ περισσότερο», εκτιμά ο συντάκτης της Zeit και αναφέρει ότι ο κ. Τσίπρας έγινε αντιδημοφιλής σε πολλούς Έλληνες λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών.
«Οι λόγοι για την ήττα του Τσίπρα βρίσκονται γρήγορα, όχι όμως αυτοί για την νίκη του αντιπάλου του. Σίγουρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε σε πολλούς ανθρώπους μια απάντηση στα πιεστικά τους ερωτήματα. Υποσχέθηκε επενδύσεις στο κρατικό σύστημα Παιδείας και μια σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού και μειώσεις φόρων. Το πώς θα χρηματοδοτήσει αυτό το πρόγραμμα πρέπει ακόμη να το εξηγήσει. (…) Μετά την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος ο Μητσοτάκης πρωτίστως απέφυγε να κάνει λάθη, ήξερε ότι ο Τσίπρας, λόγω της κατάστασης, θα είχε δυσκολίες στις εκλογές. Ο Μητσοτάκης λοιπόν συγκρατήθηκε, απέφυγε επιθέσεις και προκλήσεις και παρουσιάστηκε ως νέος μεταρρυθμιστής, με συναίσθημα για τις κοινωνικές ανάγκες του κόσμου. Χωρίς να δείχνει πολύ την δική του ιστορία και αυτή του κόμματός του. Δεν χρειάστηκε περισσότερα για να πετύχει αυτή τη νίκη. Έγινε χωρίς πολλή φασαρία – λες και οι άνθρωποι στην Ελλάδα υποτάχθηκαν στη μοίρα τους», καταλήγει το σχόλιο.
«Καμία έκπτωση για τον Μητσοτάκη», είναι ο τίτλος σε σχόλιο της Frankfurter Allgemeine Zeitung, στο οποίο αναφέρεται ότι «μετά τον λάθος δρόμο που πήρε η Ελλάδα, όχι για πρώτη φορά, με τον Αλέξη Τσίπρα, οι Έλληνες μπορούν τώρα να ελπίζουν σε μια διέξοδο με την κυβέρνηση Μητσοτάκη», ενώ διατυπώνεται η εκτίμηση ότι «και αυτός ο δρόμος θα είναι μακρύς και δύσβατος – και μπορεί να κοστίσει νέα χρήματα στους Ευρωπαίους».
«Το 2015 οι Έλληνες έδωσαν την εντολή στον Αλέξη Τσίπρα να αλλάξει τη χώρα τους. Τώρα έχουν αποσύρει και πάλι την εντολή τους. Πολλοί Έλληνες εξακολουθούν να θέλουν μια άλλη χώρα – αλλά δεν είναι πια ο Τσίπρας ο άνθρωπος τον οποίο εμπιστεύονται για μια στροφή προς το καλύτερο. Τώρα εμπιστεύονται τον Κυριάκο Μητσοτάκη», γράφει ο συντάκτης της FAZ και τονίζει ότι μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να έχει πολλά σχέδια – ίσως και υπερβολικά πολλά για μια τετραετία – αλλά έλαβε καθαρή εντολή από τους Έλληνες.
«Τα χρόνια της κρίσης ταρακούνησαν πολλά δεδομένα στην Ελλάδα και όχι μόνο την άποψη ότι η χώρα μπορεί να χρεώνεται χωρίς όριο. Οι εποχές όπου πολλοί Έλληνες κατέβαιναν στους δρόμους εναντίον της κάθε έστω και μικρής μεταρρύθμισης και όπου τα συνδικάτα αρνούνταν ακόμη και την αλλαγή ακόμη και των πιο εμφανών ελαττωμάτων έχουν παρέλθει», σημειώνει ο συντάκτης και αναφέρεται στην εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τις δικές του μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.
Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι οι εταίροι του Κυριάκου Μητσοτάκη ενδέχεται να κληθούν εκ νέου να βοηθήσουν, καθώς ο νικητής των εκλογών ανακοίνωσε ότι μετά από κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αρχή της θητείας του θέλει να πάει στους εταίρους του και να ζητήσει να μειώσουν τα πρωτογενή πλεονάσματα που επέβαλαν στην Ελλάδα.
«Ο Τσίπρας πέτυχε τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέσω υπερβολικής φορολογίας, καθώς και μιας δραστικής μείωσης των δημοσίων δαπανών και επενδύσεων. Ο Μητσοτάκης προειδοποιεί ότι το υψηλό φορολογικό βάρος προκαλεί ασφυξία στην ελληνική οικονομία και την εμποδίζει να αναπτυχθεί. Για αυτό θέλει να μειώσει τα πρωτογενή πλεονάσματα. Τότε όμως η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει το χρέος της όπως έχει σχεδιαστεί. Με άλλα λόγια: θα πρέπει να το καλύψουν οι φορολογούμενοι άλλων κρατών της Ευρωζώνης και αυτό μπορεί να συναντήσει πολιτική αντίσταση», συνεχίζει ο αρθρογράφος της FAZ, για να καταλήξει: «Όταν ο Μητσοτάκης έγινε το 2016 αρχηγός της ΝΔ, στο περιβάλλον του υπήρχε αισιοδοξία. Προφανώς πίστευαν ότι για τον Μητσοτάκη θα υπάρξει – και όχι μόνο στο Βερολίνο – κάτι σαν μια πολιτική έκπτωση, διότι αντιθέτως από τον Τσίπρα, ανήκει στην ίδια πολιτική οικογένεια με την Καγκελάριο. Όμως θα μπορούσε μόνο δύσκολα να εξηγηθεί γιατί να δοθεί στον Μητσοτάκη μια τέτοια έκπτωση. Ό,τι ίσχυε για τον Τσίπρα, πρέπει να ισχύει και για τους διαδόχους του».
«Γιατί τιμωρήθηκε τώρα ο Τσίπρας» γράφει σε σχόλιό της της Sueddeutche Zeitung και επισημαίνει ότι «το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία κατάφερε μια τόσο καθαρή νίκη δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι θα επιθυμούσαν να αφήσουν πίσω τους τα χρόνια της κρίσης και ότι επιθυμούν πάλι κάτι σαν κανονικότητα». Η αρθρογράφος επισημαίνει ακόμη ότι «το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας τιμωρήθηκε έχει μεγάλη σχέση με την δυσαρέσκεια η οποία μαζεύτηκε κατά τα μακριά χρόνια της λιτότητας, τα οποία μετέτρεψαν την καθημερινότητα πολλών Ελλήνων σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης» και σημειώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάλυψε κάποιο έδαφος από τις ευρωεκλογές και «το αποτέλεσμα δίνει στους αριστερούς εντολή για μια ισχυρή αντιπολίτευση».
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναλαμβάνει μια μεγάλη ευθύνη. Εάν θέλει να κάνει κάτι καλό για τη χώρα, θα πρέπει όχι μόνο να μειώσει τους φόρους, αλλά να τερματίσει και την πολιτική πόλωση η οποία έχει δηλητηριάσει τόσο το κλίμα στην Ελλάδα», καταλήγει το σχόλιο της SZ.
H οικονομική εφημερίδα Handelsblatt αναφέρει: «Αν και ο Μητσοτάκης ανήκει σε μία από τις παλαιότερες πολιτικές δυναστείες της χώρας και συνεπώς θα μπορούσε να θεωρηθεί εκπρόσωπος των παλαιών ελίτ που κατέστρεψαν την Ελλάδα με τον νεποτισμό τους, πολλοί βλέπουν στο πρόσωπό του έναν ανανεωτή, ο οποίος θα μπορούσε να δώσει νέα πνοή σε μία ταλαιπωρημένη χώρα». Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι αμέσως μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης «ο Μητσοτάκης θέλει να φέρει στη Βουλή το πρώτο του μεταρρυθμιστικό πακέτο. Το εκτενές νομοσχέδιο βρίσκεται ήδη στο συρτάρι. Προβλέπει μεταξύ άλλων μία μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση. Με μία διοίκηση πιο κοντά στον πολίτη και με απλοποιημένες διαδικασίες αδειοδότησης ο Μητσοτάκης θέλει να θέσει τις βάσεις για μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».
Πηγή: Bloomberg, Le Figaro, Süddeutsche Zeitung, Deutsche Welle