Ο Γιάννης Στουρνάρας στο FORTUNE: «Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα»
- 30/07/2019, 17:01
- SHARE
της Vivienne Walt
Είναι δύσκολο να φανταστούμε μια πιο ανησυχητική περιγραφή της κατάστασης μιας χώρας από τη φράση «η οικονομία βρίσκεται σε χαμηλή πτήση … και περιέχει βόμβες που έχουν απασφαλιστεί». Η εκτίμηση αυτή προήλθε από τον νέο υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, Χρήστο Σταϊκούρα, την ημέρα που ορκίστηκε στο αξίωμά του, αφότου το συντηρητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας κατατρόπωσε τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα στις εκλογές της 7ης Ιουλίου.
Τώρα, ο νέος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης – ένας venture capitalist που σπούδασε στο Χάρβαρντ – έχει το επείγον καθήκον να διασφαλίσει ότι οι «βόμβες» αυτές δεν θα εκραγούν στον αέρα, όπως συνέβη στις αρχές του 2010, όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας και της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η χώρα πέρασε πραγματικά δύσκολα χρόνια: το ΑΕΠ της συρρικνώθηκε κατά 26% μέσα σε οκτώ χρόνια – η μεγαλύτερη ύφεση στην ιστορία οποιασδήποτε χώρας σε καιρό ειρήνης, εκτός ίσως από τη Μεγάλη Ύφεση.
Χάρη στο πρόγραμμα διάσωσης ύψους περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα δέκα εκατομμύρια των Ελλήνων πολιτών εξακολουθούν να είναι και πολίτες της ΕΕ. Όμως, πρέπει να δοθούν και αλλού ευχαριστίες για τη διάσωση, όπως π.χ. στην Κίνα, της οποίας ο κρατικός ναυτιλιακός κολοσσός Cosco Shipping Group κατέχει σήμερα το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, τον Πειραιά.
Άλλες τέτοιες συμφωνίες ενδέχεται να προκύψουν στο μέλλον. Ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε στο BBC αυτήν την εβδομάδα ότι «η πρώτη μου προτεραιότητα είναι να καταστήσω την Ελλάδα έναν ελκυστικό προορισμό για το κεφάλαιο» και δεσμεύθηκε να μειώσει τους εταιρικούς φόρους από 28% σε 20%, ξεκινώντας από την 1η Ιανουαρίου. Το μοντέλο για τις ξένες επενδύσεις, λέει ο Μητσοτάκης, είναι ο Πειραιάς. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενέκρινε ήδη τα σχέδια επέκτασης της Cosco στον Πειραιά για νέα ξενοδοχεία πέντε αστέρων και ένα πολυτελές mall – επενδύσεις που η κυβέρνηση του Τσίπρα παρεμπόδιζε για αρκετούς μήνες. Έχει επίσης πει ότι θα τερματίσει τα capital controls που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, η οικονομία της Ελλάδας έχει ακόμα μια μακρά πορεία ανάκαμψης μπροστά της, όπως ανακαλύψαμε όταν καθίσαμε και συζητήσαμε στην Αθήνα εκτεταμένα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Ο Γ. Στουρνάρας μάς μίλησε, μεταξύ άλλων, για το πώς η χώρα μπορεί να ξεφύγει από τη σκοτεινότερη δεκαετία της των νεότερων χρόνων.
FORTUNE: Τελείωσε η ελληνική οικονομική κρίση;
Γιάννης Στουρνάρας: Είναι πολύ καλύτερα. Η ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί, το τραπεζικό σύστημα είναι κεφαλαιοποιημένο. Φυσικά, εξακολουθεί να υπάρχει η κληρονομιά της κρίσης, που είναι το υψηλό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Υπάρχει ένα brain drain και ένα κενό στις επενδύσεις. Αυτά τα προβλήματα θα παραμείνουν για έναν αριθμό ετών. Καταφέραμε να λύσουμε τo πρόβλημα των ελλειμμάτων. Όμως, προβλήματα όπως το υψηλό χρέος και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν.
Όταν λέτε «για έναν αριθμό ετών», ποια είναι η πρόβλεψή σας για το πότε θα βγείτε πραγματικά απ’ αυτή την κρίση;
Για να μειωθεί το χρέος από το 180% του ΑΕΠ σε ποσοστό κάτω από το 100% του ΑΕΠ θα χρειαστεί ένας αριθμός ετών.
Εξετάζοντας την επένδυση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, είναι αλήθεια ότι πολλές επενδύσεις που προγραμματίζει η Cosco δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμα.
Ναι. Χρειαζόμαστε απεγνωσμένα άμεσες ξένες επενδύσεις. Διότι, για να επιτύχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης χρειαζόμαστε περισσότερες επενδύσεις. Επενδύουμε μόνο το 10% του ΑΕΠ. Πριν από την κρίση επενδύαμε περίπου το 20% του ΑΕΠ. Υπάρχει λοιπόν ένα κενό στις επενδύσεις. Δεν μπορούμε να δανειστούμε, ή οι όροι του δανεισμού είναι πολύ δύσκολοι λόγω της κληρονομιάς της κρίσης του χρέους. Ελπίζουμε λοιπόν να εξασφαλίσουμε άμεσες ξένες επενδύσεις.
Φύγατε από το καθεστώς διάσωσης της ΕΕ το καλοκαίρι του 2018. Υπάρχει μια αντίληψη εκτός Ελλάδος ότι η χώρα βρίσκεται πλέον εκτός κρίσης. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Μια χώρα που μόλις έχει βγει από ένα καθεστώς λιτότητας πρέπει να είναι προσεκτική.
Πόσο δύσκολα ήταν αυτά τα χρόνια της λιτότητας για τον μέσο Έλληνα;
Για μερικούς ήταν πολύ δύσκολα. Εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Για όσους έμειναν στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια αυτών των ετών σημειώθηκε μια μέση μείωση του εισοδήματος άνω του 25%. Αυτό είναι πολύ σοβαρό – μιλάμε για μια από τις μεγαλύτερες υφέσεις στην ιστορία, πίσω ίσως μόνο από τη Μεγάλη Ύφεση στις ΗΠΑ στις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Και στην Ελλάδα κράτησε περισσότερο. Όλο αυτό είναι ένα μάθημα που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Αυτός είναι κι ο λόγος για τον οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος στέλνει προειδοποιητικά σήματα όταν αισθάνεται ότι πρέπει να το κάνει.
Ποιο είναι το δίδαγμα που αντλήσατε από αυτά τα σκοτεινά χρόνια;
Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Το πρόβλημα ήταν ότι ξεπερνούσαμε τους στόχους του προϋπολογισμού. Σε κάποιο σημείο στο παρελθόν είχαμε δημοσιονομικό έλλειμμα ύψους 50% του ΑΕΠ. Αυτό είναι εξαιρετικά υψηλό και σημαίνει ότι κανένας δεν έδινε προσοχή στη δημοσιονομική κατάσταση του κράτους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λέω ότι δεν πρέπει ποτέ να επιστρέψουμε σε μια παρόμοια κατάσταση στο μέλλον.
Παντού όπου πηγαίνουμε στην Αθήνα οι άνθρωποι μιλάνε για το brain drain. Πόσο οξεία είναι η δημογραφική κρίση στην Ελλάδα;
Εκατοντάδες χιλιάδες ταλαντούχοι άνθρωποι εγκατέλειψαν την Ελλάδα για να εργαστούν στο εξωτερικό, εξαιτίας των συνθηκών κρίσης και της ύφεσης. Ας ελπίσουμε ότι θα μπορέσουμε να φέρουμε κάποιους απ’ αυτούς πίσω. Όχι στο μακρινό μέλλον αλλά αμέσως, επιτυγχάνοντας υψηλότερη ανάπτυξη και δημιουργώντας καλές νέες θέσεις εργασίας με καλούς μισθούς.
Το brain drain προκαλεί χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης επειδή η αύξηση του πληθυσμού μειώνεται. Αυτό σημαίνει ότι ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μειώνεται επίσης. Δεν είναι εύκολο να αντιστραφούν αυτές οι τάσεις. Μόνο με τη δημιουργία καλών θέσεων εργασίας μπορούμε να φέρουμε πίσω τους ανθρώπους που έφυγαν – ειδικά τα νεαρά ζευγάρια που κάνουν περισσότερα παιδιά. Ωστόσο, χρειάζονται καλύτερες θέσεις εργασίας για να το κάνουν αυτό και βραχυπρόθεσμα αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και πρέπει να έχουμε άμεσες επενδύσεις. Έχουμε πολύ υψηλές δυνατότητες. Αλλά για να το εκμεταλλευτεί αυτό, η Ελλάδα χρειάζεται άμεσες ξένες επενδύσεις – αμέσως.
Πηγή: fortune.com