Το τρίτο κύμα της τεχνολογίας fintech αλλάζει το χρηματοοικονομικό τοπίο
- 16/11/2019, 18:00
- SHARE
του Robert Hackett
Η προέλευση της σημερινής έκρηξης στο ‘fintech’ – ή αλλιώς χρηματοπιστωτική τεχνολογία – που επικεντρώνεται στον καταναλωτή ανάγεται στην παγκόσμια οικονομική κατάρρευση του 2008.
Από τότε, ο κλάδος εξελίχθηκε σε τρεις διακριτές φάσεις, λέει στο Fortune ο Jason Brown, διευθύνων σύμβουλος και συνιδρυτής της Tally, μιας νεοφυούς επιχείρησης fintech.
Το πρώτο κύμα ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις που προέκυψαν στον απόηχο της οικονομικής κρίσης. Η ανάγκη για πίστωση τροφοδότησε εναλλακτικούς δανειστές. Διαδικτυακά και peer-to-peer marketplaces όπως το Prosper και το LendingClub άκμασαν, ενώ η επιδίωξη των απολυμένων εργαζομένων να καταρτιστούν εκ νέου έδωσε ώθηση σε παρόχους φοιτητικών δανείων όπως η Social Finance – ή SoFi.
Το επόμενο κύμα επεκτάθηκε εν μέσω μιας πλημμυρίδας κινητών συσκευών που ήρθε όταν η Apple λάνσαρε το iPhone το 2007. Η πρόσβαση στους καταναλωτές έγινε ο πρωταρχικός στόχος για νεοσύστατες επιχειρήσεις. Οι εφαρμογές απευθύνονταν σε νεότερες γενιές, οι οποίες ήταν πιο συνηθισμένες να ακουμπάνε τις οθόνες των smartphone παρά να επισκέπτονται υποκαταστήματα.
Αυτό το υπόδειγμα παραμένει ολοζώντανο. Μερικοί από τους πιο γνωστούς εκφραστές του είναι το Credit Karma, ένας δωρεάν πάροχος πιστωτικής αξιολόγησης, διαδικτυακές «νέο-τράπεζες» όπως οι Chime, Monzo, και N26, και διαδικτυακοί traders μετοχών όπως το Robinhood. «Αυτά είναι απλώς εύχρηστα εργαλεία για κινητά, στα οποία μπορείτε να ανοίξετε την εργαλειοθήκη και να ολοκληρώσετε την χρηματοοικονομική σας δραστηριότητα», λέει ο Brown.
Πλέον, ένα τρίτο κύμα αρχίζει να αναδύεται: η αυτοματοποίηση. «Αφορά έναν κόσμο όπου υπάρχει μια έξυπνη υπηρεσία η οποία σκέφτεται και δρα για σας», λέει ο Brown. «Αντί να πρέπει να χάνετε χρόνο για να βρείτε τι πρέπει να κάνετε, αυτή το έχει ήδη υπολογίσει με βάση τους στόχους σας».
Η επιχείρησή του Brown – η Tally – αυτοματοποιεί τις αποπληρωμές χρεών των πιστωτικών καρτών, μειώνοντας τα επιτόκια και βοηθώντας στην αποφυγή τελών καθυστέρησης, ισχυρίζεται η εταιρεία. Η εταιρία προσφέρει επίσης ένα προϊόν αποταμίευσης που όμως δεν καταβάλλει τόκο.
Η προσέγγιση της Tally στην αποταμίευση διαφέρει σημαντικά από άλλες εταιρείες του κλάδου. Οι αντίπαλοι, όπως ο Marcus της Goldman Sachs, η ψηφιακή τράπεζα Ally, και χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι (robo-advisers) όπως η Betterment και η Wealthfront προσπαθούν να προσφέρουν τον αποταμιευτικό λογαριασμό με την υψηλότερη απόδοση, συνήθως γύρω στο 2%. Αλλά ο Brown δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτό το τμήμα της αγοράς, λέει.
«Αυτό που έχει σημασία είναι ποιος είναι ο πελάτης σου», λέει ο Brown, σημειώνοντας ότι η Tally στοχεύει «στο μεσαίο 50% των Αμερικανών», και όχι στους ανθρώπους με υψηλά εισοδήματα – μια πληθυσμιακή ομάδα για την οποία μάχονται οι ανταγωνιστές. «Οι κανονικοί καταναλωτές δεν ενδιαφέρονται για έναν τόκο 30 σεντ το μήνα», καταλήγει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Tally είναι έτσι σχεδιασμένη ώστε να βγάζει χρήματα μόνο όταν εξοικονομεί χρήματα για τους πελάτες, οι οποίοι αποπληρώνουν το χρέος των πιστωτικών καρτών.