ΣΕΒ: Ανάπτυξη 2,2% στο εννεάμηνο, αλλά ο μίνιμουμ στόχος του 2% για όλο το έτος δύσκολα θα επιτευχθεί
- 11/12/2019, 12:23
- SHARE
Με την εγχώρια δαπάνη για ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις να παραμένει υποτονική, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να στηρίζεται στις καθαρές εξαγωγές, και ιδίως στον τουρισμό, αλλά και στις εξαγωγές αγαθών, που όμως επιβραδύνονται λόγω της διεθνούς συγκυρίας. Αυτό αναφέρει στο μηνιαίο οικονομικό του δελτίο ο ΣΕΒ, σημειώνοντας ότι στο ενιάμηνο του 2019 η αύξηση του ΑΕΠ διαμορφώνεται σε +2,2% έναντι +1,9% για όλο το 2018, με τις συνιστώσες του ΑΕΠ να μην αφήνουν, όμως, μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς, πέραν των καθαρών εξαγωγών που συμβάλλουν σημαντικά με 1 π.μ. στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, η συμβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων σε πάγια περιορίζονται σε 0,1 π.μ. η κάθε μία, με τη δημόσια κατανάλωση να συμβάλει κατά 0,6 π.μ. και τη μεταβολή των αποθεμάτων κατά 0,3 π.μ.
Ο ΣΕΒ υπογραμμίζει ότι η ελληνική οικονομία πάσχει από ένδεια επενδύσεων, που, αν δεν αντιστραφεί, θα είναι δύσκολο να αυξηθεί η παραγωγικότητα, η απασχόληση και τα εισοδήματα στον ιδιωτικό τομέα και έτσι να στηριχθεί η εγχώρια ζήτηση. Ειδικότερα, οι επενδύσεις σε πάγια με εποχική διόρθωση αυξήθηκαν στο ενιάμηνο του 2019 κατά +1%, ενώ είχαν μειωθεί κατά -6,2% στο ενιάμηνο του 2018 και κατά -12,2% σε όλο το 2018. Συγκεκριμένα, οι επενδύσεις σε κατοικίες αυξάνονται κατά 9,8% στο ενιάμηνο του 2019 έναντι αύξησης 17,2% σε όλο το 2018, ο εξοπλισμός ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών) κατά 0,6% και 16,8%, ο μηχανολογικός εξοπλισμός κατά 2,8% και 15,9%, και τα προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας κατά -0,8% και -0,1%, αντιστοίχως.
Ο ΣΕΒ τονίζει πως θα χρειαστεί σημαντική ανάκαμψη στις επενδύσεις σε πάγια και στην ιδιωτική κατανάλωση κατά το τέταρτο τρίμηνο, ώστε ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ να διαμορφωθεί άνω του 2%, όπως προβλέπεται στον Προϋπολογισμό 2020. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από την σημαντική υστέρηση που εμφανίζουν οι επενδύσεις σε πάγια και η ιδιωτική κατανάλωση σε σχέση με τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού 2020, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ότι οι καθαρές εξαγωγές στο ενιάμηνο του 2019 προοιωνίζονται καλύτερες επιδόσεις απ’ ό,τι αποτυπώνουν οι προβλέψεις στον Προϋπολογισμό 2020.
Στην 4η Έκθεση για την Ενισχυμένη Εποπτεία της Ελληνικής Οικονομίας (Enhanced Surveillance Report – Greece, November 2019), που συζητήθηκε στο Eurogroup της 4/12/19, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνει την ταχεία πρόοδο που σημειώνεται από την ελληνική κυβέρνηση για την ενίσχυση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας, με την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη διευκόλυνση του επιχειρείν και των επενδύσεων, καθώς και για την υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, αλλά και για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, με παράλληλη διαφύλαξη της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Ταυτόχρονα, σχεδόν όλες οι δεσμεύσεις έναντι των εταίρων στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, είτε έχουν ικανοποιηθεί είτε βρίσκονται σε προχωρημένη φάση υλοποίησης, παρατηρεί ο ΣΕΒ.
Όσον αφορά στις βραχυπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της χώρας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ενίσχυση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ να διαμορφώνεται σε +2,3% το 2020 από +1,8% το 2019. Η αύξηση αυτή στηρίζεται σε ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος από τα φορολογικά μέτρα και τις θετικές τάσεις που διαμορφώνονται στην αγορά εργασίας, αλλά και των επενδύσεων από χαμηλή βάση το 2019 λόγω της ανάκαμψης της αγοράς κατοικιών και των επιχειρηματικών κερδών λόγω μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων. Τέλος, οι εξαγωγές (αλλά και οι εισαγωγές) αναμένεται να επιβραδυνθούν λόγω του δυσμενούς οικονομικού περιβάλλοντος στην παγκόσμια οικονομία, παράγοντας που θα οδηγήσει σε επιβράδυνση το ΑΕΠ προς το +2% το 2021.
Μεσομακροπρόθεσμα, όμως, οι προοπτικές εξασθενούν καθώς δομικοί κυρίως παράγοντες αρχίζουν να επηρεάζουν δυσμενώς την οικονομία. Στην Έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Greece: 2019 Article IV Consultation, November 2019), αν και επισημαίνεται η προτεραιότητα που δίνει η ελληνική κυβέρνηση στην ανάπτυξη, αυτό συμβαίνει σε ένα περιβάλλον όπου οι προοπτικές επηρεάζονται δυσμενώς από τις επιπτώσεις της κρίσης όσον αφορά στο δημόσιο χρέος, τα δάνεια σε καθυστέρηση και τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Πέραν, όμως, της κρίσης, η αναπτυξιακή διαδικασία επηρεάζεται και από τη χαμηλή παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας (αυξανόμενη μόλις κατά +0,25% ετησίως κατά μέσο όρο τα τελευταία 50 χρόνια και κατά 0% τα τελευταία 20 χρόνια), το χαμηλό επίπεδο επενδύσεων (ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι στο χαμηλότερο επίπεδο παγκοσμίως), την αποδυναμωμένη νοοτροπία εμπρόθεσμων πληρωμών (λόγω της παροχής συνεχών διευκολύνσεων πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών) και τη δημογραφική κατάρρευση (αναμενόμενη μείωση του εργατικού δυναμικού κατά -1% το χρόνο μέχρι το 2060). Στο πλαίσιο αυτό, αξιολογείται ότι απόλυτη προτεραιότητα απαιτείται να δοθεί στην αποκατάσταση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, όχι μόνο μέσω της παροχής εγγυήσεων του δημοσίου στο πλαίσιο τιτλοποίησης των τραπεζικών δανείων σε καθυστέρηση (Σχέδιο Ηρακλής), αλλά και της εφαρμογής μιας συνολικής και πιο φιλόδοξης στρατηγικής αναδιάρθρωσης χρεών, που να στηρίζεται και σε ένα πιο αποτελεσματικό πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών και ρυθμίσεων στο πτωχευτικό δίκαιο, καθώς και τη σταδιακή κατάργηση σε μόνιμη βάση του ιδιότυπου καθεστώτος προστασίας στον τομέα της στεγαστικής πίστης και της πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών σε δόσεις στην εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Επίσης, μεγαλύτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στο δημοσιονομικό μίγμα πολιτικής προς την κατεύθυνση όχι μόνο της επέκτασης της φορολογικής βάσης και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, αλλά και του εξορθολογισμού των δαπανών μέσω τόνωσης στοχευμένων κοινωνικών δαπανών και δημοσίων επενδύσεων, στο πλαίσιο συμφωνημένης με τους θεσμούς αναθεώρησης των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων προς τα κάτω. Τέλος, πρωτοβουλίες πρέπει να αναληφθούν στον τομέα της απελευθέρωσης των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς η οικονομία κυριαρχείται από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που εξακολουθούν να λειτουργούν μέσα σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον ασφυκτικού ρυθμιστικού πλαισίου, παρά τις προσπάθειες τόνωσης του ανταγωνισμού που καταβάλλονται.
Τέλος, αναφορικά με τις εξελίξεις στους βραχυχρόνιους δείκτες, ο ΣΕΒ σημειώνει ότι το οικονομικό κλίμα και η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένουν σε υψηλό επίπεδο μέχρι και τον Νοέμβριο του 2019, με τις προσδοκίες για την παραγωγή και τις νέες παραγγελίες στη μεταποίηση να βελτιώνονται. Παράλληλα, οι εξαγωγές αγαθών πλην καυσίμων εξακολουθούν να κινούνται ανοδικά μέχρι και τον Οκτώβριο του 2019, αν και με επιβραδυνόμενο ρυθμό σε σύγκριση με το 2018, ενώ σημαντική αύξηση καταγράφεται στις τουριστικές εισπράξεις. Επίσης, ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων εμφανίζει σημαντική ανάκαμψη τον Σεπτέμβριο του 2019, περιορίζοντας τις απώλειες στο 9μηνο του έτους.