Η επικίνδυνη προσέγγιση της βρετανικής κυβέρνησης: Θέλει ο πληθυσμός να νοσήσει για να αποκτήσει συλλογική ανοσία στον κορωνοϊό
- 15/03/2020, 09:39
- SHARE
των Katherine Dunn και Jeremy Kahn
Από το επόμενο Σαββατοκύριακο, το Ηνωμένο Βασίλειο θα απαγορέψει τις μαζικές συναθροίσεις, όπως αναφέρει ο Guardian. Φαίνεται ότι, επιτέλους, η πίεση από το κοινό και την επιστημονική κοινότητα ανάγκασαν τη βρετανική κυβέρνηση σε υποχώρηση από την πολιτική μη λήψης δραστικών μέτρων. Η ανακοίνωση ήρθε στον απόηχο κάποιων κινήσεων υψηλού προφίλ, όπως π.χ. η διακοπή της Premier League, του αγγλικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, και η ακύρωση σειράς επίσημων υποχρεώσεων της Βασίλισσας. Όλα αυτά συνέβησαν ενώ η επίσημη κυβερνητική πολιτική είναι να μην υπάρξουν ακυρώσεις επειδή, λέει, κάτι τέτοιο θα αποδιοργανώσει τη δημόσια ζωή και δεν θα έχει επίδραση στον περιορισμό της επιδημίας.
Η απόφαση για περιορισμό των μαζικών συναθροίσεων ήλθε αφότου γνωστοί επιστήμονες και πολιτικοί άσκησαν δριμύτατη κριτική στην στρατηγική της κυβέρνησης του Boris Johnson για την καταπολέμηση του κορονοϊού. Η βρετανική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μια προσέγγιση που διαφέρει εντελώς από την αντίστοιχη των περισσοτέρων άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Στο επίκεντρο της κριτικής βρίσκεται η πολιτική επίτευξης «συλλογικής ανοσίας» (ή ανοσίας αγέλης – herd immunity) έναντι του ιού. Ουσιαστικά, η πολιτική αυτή επιδιώκει να νοσήσουν από τον κορωνοϊό τουλάχιστον 40 εκατομμύρια Βρετανοί με την ελπίδα να οικοδομηθεί μια μακροπρόθεσμη κοινωνική ανθεκτικότητα στον ιό.
«Στόχος μας είναι να προσπαθήσουμε να μειώσουμε την κορύφωση της επιδημίας, να διευρύνουμε αυτή την κορύφωση, και όχι να την καταπιέσουμε εντελώς» είπε ο Patrick Vallance, επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης, στο BBC Radio 4. «Επειδή η τεράστια πλειοψηφία των ανθρώπων νοσούν ελαφρά, στόχος μας είναι να επιτύχουμε κάποιου είδους ανοσία έτσι ώστε να μειώσουμε τη διάδοση».
Για να επιτευχθεί συλλογική ανοσία, η βρετανική κυβέρνηση είπε ότι τουλάχιστον 60% του πληθυσμού θα πρέπει να κολλήσει τον ιό. Στο σημείο αυτό, ο βαθμός της μετάδοσης μειώνεται αρκετά ώστε να προστατευθεί το υπόλοιπο 40% του πληθυσμού και να μην κολλήσει τον ιό. Η στρατηγική αυτή, όμως, βασίζεται και στην προσπάθεια διαχείρισης του ποιοι άνθρωποι βρίσκονται σε αυτό το 60% του πληθυσμού. Σε ένα ιδανικό σενάριο, η κυβέρνηση θα ήθελε να κολλήσουν τον ιό μόνο όσοι είναι πιθανότερο να νοσήσουν ελαφρά.
Η προσέγγιση του Ηνωμένου Βασιλείου ουσιαστικά σημαίνει το εξής: ότι πολλοί υγιείς άνθρωποι στη χώρα πρέπει να κολλήσουν τον ιό, ενώ παράλληλα το ποσοστό θνησιμότητας θα πρέπει να κρατηθεί όσο πιο χαμηλά γίνεται. Κι όλο αυτό είναι μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση από το τι ισχύει στον υπόλοιπο κόσμο, όπου οι αρχές προσπαθούν να αποτρέψουν τους ανθρώπους από το να κολλήσουν τον ιό.
Επίσης, πρόκειται για μια προσέγγιση που βασίζεται στην υπόθεση ότι ο COVID-19 θα είναι ένας εποχικός ιός που θα επανέρχεται – όπως η γρίπη – και ότι αν κολλήσεις τον ιό μία φορά, δεν θα τον ξανακολλήσεις. Αν ισχύει κάτι τέτοιο (αν, τονίζουμε…), υπάρχουν συνήθως δύο τρόποι για τη μακροπρόθεσμη διαχείριση ενός ιού. Ο πρώτος τρόπος είναι μέσω ενός εμβολίου. Κι όταν δεν υπάρχει εμβόλιο, ο δεύτερος τρόπος είναι να κολλήσουν πολλοί άνθρωποι τον ιό, να επανέλθουν και να αποκτήσουν ανοσία, έτσι ώστε να μειωθεί η επικινδυνότητα και η διάδοση του ιού.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η προσέγγιση είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, όπως έχουν επισημάνει πολλοί ειδικοί. «Μιλάω με άλλους ακαδημαϊκούς, επιστήμονες, εταιρείες και κρατικούς αξιωματούχους, και όλοι έχουν δυσκολία να κατανοήσουν την πολιτική αυτή» τουίταρε η Devi Sridhar, καθηγήτρια Παγκόσμιας Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. «Η κυβέρνηση φαίνεται να ακολουθεί μια πολιτική καταπολέμησης της γρίπης. Όμως, αυτό δεν είναι γρίπη. Ο COVID-19 είναι πολύ χειρότερος και οι επιδράσεις στην υγεία είναι σοβαρότατες».
Παράλληλα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η χώρα περνάει στη φάση «επιβράδυνσης» αναφορικά με την αντιμετώπιση της επιδημίας, που στοχεύει στο να ελαττωθεί η πίεση στο σύστημα υγείας. Έτσι, ζητήθηκε από ανθρώπους ακόμη και με πολύ ήπια συμπτώματα γρίπης να κάθονται σπίτι. Όμως, δεν ελήφθησαν μέτρα που υιοθετήθηκαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως το κλείσιμο σχολείων και πανεπιστημίων.
Η κυβέρνηση είπε ότι ίσως ληφθούν τέτοια αυστηρότερα μέτρα στο μέλλον, αλλά τώρα κάτι τέτοιο είναι πρώιμο και μη αναγκαίο και θα αποδιοργανώσει τη δημόσια ζωή. Επιπλέον, σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση, ο κόσμος ίσως κουραστεί από τέτοια μέτρα και αρχίσει να τα αγνοεί ακριβώς όταν η επιδημία θα βρίσκεται στο peak της.