«Τι μας δίδαξε η πανδημία»: Έλληνες επιχειρηματίες μιλούν για το πώς αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν

«Τι μας δίδαξε η πανδημία»: Έλληνες επιχειρηματίες μιλούν για το πώς αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν
Ενοικιαστήριο σε κλειστό κατάστημα στην πλατεία Καρύτση, στην Αθήνα, Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Αλέξανδρος Μπελτές Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Τα νέα δεδομένα της πανδημίας έφεραν τις επιχειρήσεις στα όριά τους.

«…Μάθαμε να είμαστε πιο ευέλικτοι…».
«…Διδαχθήκαμε ότι πρέπει να έχουμε πάντα έτοιμο ένα Plan B…».
«…Η εξαιρετική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την Ελλάδα, ανέβασε την εικόνα της εταιρίας μας στο εξωτερικό και αυτό θα προσπαθήσουμε να το κεφαλαιοποιήσουμε άμεσα…».
«…Πρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι για όλα…».
Είναι μερικές από τις απαντήσεις που έδωσαν μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πέντε επιφανείς επιχειρηματίες, για τα διδάγματα  που αποκόμισαν από την κρίση του κορωνοϊού και την διαχείρισή της.

«Μάθαμε να είμαστε πιο ευέλικτοι. Η κρίση αποτέλεσε επιταχυντή της ψηφιοποίησης της επικοινωνίας, επιτρέποντάς μας μεγαλύτερη ευελιξία στον τρόπο λειτουργίας μας»  λέει ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της  βιομηχανίας KLEEMAN  κ.Νίκος Κουκούντζος και εξηγεί: «Κληθήκαμε να διαχειριστούμε την κρίση σχεδόν ταυτόχρονα σε όλες τις χώρες με τοπική παρουσία μας. Η χρoνιά ξεκίνησε με τη διαχείριση της κρίσης στο εργοστάσιο στην Κίνα.

Μάθαμε από την εμπειρία της Κίνας και τους ανθρώπους μας εκεί. Αξιοποιήσαμε στο μέγιστο κάθε διαθέσιμο πόρο, ώστε να λάβουμε γρήγορες αποφάσεις και εφαρμόσαμε μέτρα για τη διαφύλαξη της υγείας και της ασφαλείας των εργαζομένων στο σύνολο του ομίλου»

Ερωτηθείς για  το αν εκτιμά ότι η κρίση θα αφήσει πίσω της κάτι θετικό, απαντά πως είναι νωρίς για απολογισμό, δεδομένου ότι δεν έχει τελειώσει.
« Ωστόσο», προσθέτει, «η εταιρεία έχει τώρα την ευκαιρία να επανεξετάσει τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα, να δει κατά πόσο παραμένουν ισχυρά στο νέο περιβάλλον, και κατά περίπτωση να τα ενδυναμώσει». Όπως λέει  «ήδη, στο πλαίσιο της προσαρμογής, πάνω από το 80% του διοικητικού προσωπικού της εταιρίας εργάζεται από το σπίτι, κάτι που πιθανώς θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, γιατί προσφέρει, πολλά πλεονεκτήματα».

«Την τελευταία δεκαετία», συμπληρώνει, «η KLEEMANΝ -όπως και άλλες ελληνικές επιχειρήσεις- χρειάστηκε να διαχειριστεί σημαντικές κρίσεις, που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της υπό πίεση. Αυτά που σίγουρα ενισχύονται και είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης είναι η αλληλεγγύη, η σύνδεση και η εμπιστοσύνη μεταξύ της εταιρίας και των ανθρώπων της. Αν και βασικό μέτρο πρόληψης της κρίσης είναι να είμαστε σε απόσταση, και να επικοινωνούμε μέσω μιας οθόνης, σήμερα νιώθουμε πιο ενωμένοι από ποτέ» λέει.

«Τα απρόοπτα εξελίσσονται τραγικά όταν σε πιάνουν αδιάβαστο»  τονίζει ο πρόεδρος του «ομίλου αγροτεχνολογίας  Ευθυμιάδη», κ. Νίκος Ευθυμιάδης.

«Το σημαντικότερο μάθημα της τρέχουσας κρίσης για τους επιχειρηματίες είναι ότι πρέπει να υπάρχει πάντα καταστρωμένο ένα Plan B, έτοιμο προς εφαρμογή, ακόμα και το πρωί της επόμενης ημέρας», καθώς -όπως επισημαίνει-  «πάντα μπορεί να υπάρξουν απρόοπτα, τα οποία εξελίσσονται τραγικά, όταν σε πιάνουν αδιάβαστο». «Όταν ενέσκηψε η πανδημία», λέει,  «ο όμιλος Ευθυμιάδη είχε ήδη έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο δράσης, διαβλέποντας τις αλλαγές που θα επιφέρει όχι η Covid-19, αλλά η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση»

«Από καιρό βλέπαμε πως έρχεται η ψηφιακή εποχή κι είχαμε ετοιμάσει ένα εναλλακτικό σχέδιο δράσης για τις αλλαγές, προβλεπόμενες και απρόβλεπτες, που φέρνει η τεχνολογία. Η πανδημία μας έδωσε το επιπλέον κίνητρο να το εφαρμόσουμε νωρίτερα με κάποιες αναπροσαρμογές. Αυτό το Plan B ήταν μια πολύ καλή βάση, όχι μόνο για να επανεκκινήσουμε εν μέσω πανδημίας, αλλά και για να πάμε πιο μπροστά» σημειώνει  εξηγώντας πως, όταν καταρτίζεις ένα Plan B, «ζυγίζεις ευκαιρίες, κινδύνους και συγκριτικά πλεονεκτήματα κι έτσι γνωρίζεις ανά πάσα στιγμή τις δυνάμεις σου γύρω από τους ανθρώπους σου,  τα συστήματα ασφαλείας και τους τρόπους προστασίας των επιχειρηματικών μυστικών σου, τη δυναμικότητά σου στο μάρκετινγκ, στην έρευνα, την ανάπτυξη καινοτομίας».

Κατά τον κ. Νίκο Ευθυμιάδη, η κρίση αυτή αφήνει πίσω της το θετικό ότι οι άνθρωποι  συνειδητοποίησαν πως πρέπει να είναι προσεκτικοί και προετοιμασμένοι. «Επίσης αντιλήφθηκαν πως μπορούν να έχουν εμπιστοσύνη στο κράτος, που -όπως είπε- έδρασε άμεσα στη συγκεκριμένη περίπτωση κι αυτό ήταν σημαντικό κέρδος για την Ελλάδα».
«Ταυτόχρονα όμως», λέει, «η πανδημία ανέδειξε και τη βασική αδυναμία, που συνιστά για την ελληνική οικονομία η σχεδόν μονοδιάστατη στήριξή της στον τουρισμό. «Το κράτος πρέπει να χτίσει κι άλλους πυλώνες για τη στήριξη του ΑΕΠ. Υπάρχει ανάγκη να αναπτύξουμε τη βιομηχανία πάνω στις νέες τεχνολογίες, αξιοποιώντας το ανθρώπινο δυναμικό μας και παράγοντας προϊόντα με προστιθέμενη αξία και διεθνή ανταγωνιστικότητα».

Κατά τον κ.Σταύρο Κωνσταντινίδη, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της βιομηχανίας ζυμαρικών Eurimac, η διασπορά κινδύνου αποτελεί διαχρονικό πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις κάτι που όπως υποστηρίζει επιβεβαιώθηκε και στη διάρκεια της πανδημίας. «Ήταν το τρίτο κατά σειρά μάθημα μέσα σε μια δεκαετία, αφού βιώσαμε τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 κι εκείνη του 2015 με τα capital controls. Επώδυνες εμπειρίες και οι δύο, ωστόσο κρίσιμες αφορμές για δημιουργία. Η Eurimac διαθέτει στο DNA της το προνόμιο της ευελιξίας, το να προσαρμόζεται σε καταστάσεις πίεσης» λέει.
Όπως εξηγεί, η διασπορά επιχειρηματικού κινδύνου επιτυγχάνεται -στην περίπτωση της Eurimac- με εξυπηρέτηση πολυμορφικού πελατολογίου (retail και food service με brands και ιδιωτική ετικέτα εντός και εκτός συνόρων), ισχυρή παρουσία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό (42% του τζίρου) και εφαρμογή δυναμικών στρατηγικών (Branding & έξυπνα προϊόντα).  «Επιπλέον, αυξάνουμε την παραγωγική δυνατότητα με επενδύσεις σε αποθήκες πρώτων υλών, γραμμές παραγωγής, πράσινη ενεργεία» προσθέτει.

Επισημαίνει πως η κρίση ενίσχυσε τις σχέσεις της βιομηχανίας με τους συνεργάτες της, χάρη στην καθολική ανταπόκρισή της στις υπερ-αυξημένες απαιτήσεις τους για ζυμαρικά εν μέσω πανδημίας. «Το μεγαλύτερο όμως όφελος για την εταιρεία μας είναι ότι, η εξαιρετική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την Ελλάδα, ανέβασε την εικόνα της Eurimac στο εξωτερικό. Αυτό θα προσπαθήσουμε να το κεφαλαιοποιήσουμε άμεσα» προσθέτει.

«Νομίζω πως το βασικό μάθημα της κρίσης του Covid-19 είναι ότι ο επιχειρηματίας πρέπει να έχει πάντα στον νου του και το χειρότερο δυνατό σενάριο, το τι θα μπορούσε να συμβεί αν τα πράγματα βρεθούν ξαφνικά στο μηδέν. Χρειάζεται να είμαστε αισιόδοξοι, αλλά να μην παρασυρόμαστε από την αισιοδοξία.

Για παράδειγμα ο τουρισμός, που στην προηγούμενη κρίση, του 2009-2010, δεν κλονίστηκε όσο άλλοι κλάδοι, είναι σήμερα ο “νούμερο ένα” πληττόμενος, που μπήκε νωρίτερα από όλους στην κρίση και πιθανώς θα βγει αργότερα από όλους» λέει στο  ο Κωνσταντίνος Τορνιβούκας, CEO του ομίλου Tor Hotel Group.

Ως επικεφαλής ενός ομίλου, που το 2025 κλείνει έναν αιώνα ζωής,  και έχοντας επιβιώσει στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής, αλλά και εν μέσω περιόδων οικονομικών υφέσεων, υπογραμμίζει την αξία της προσαρμοστικότητας ενώπιον δύσκολων γεγονότων, αλλά και της ύπαρξης ενός διαρκώς επικαιροποιούμενου Plan B, με πολλά …υπο-Plan B, όπως χαρακτηριστικά λέει.

«Κάθε μέρα, έχουμε στο μυαλό μας ένα πλάνο δράσης, που έχει αλλάξει πάρα πολλές φορές για να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, στα πρωτόγνωρα δεδομένα» επισημαίνει. Για παράδειγμα, λέει, στον τουρισμό ήταν μέχρι πρότινος πάρα πολύ δημοφιλές και ελκυστικό το μοντέλο του all-inclusive. Πλέον, τα ξενοδοχεία καλούνται να λειτουργήσουν με όσο το δυνατόν περιορισμένο μπουφέ, με όσο το δυνατόν περισσότερο room service. «Πορευόμαστε σε ένα τοπίο τελείως θολό. Χρειάζεται λοιπόν να επαναξιολογούμε και να αναπροσαρμόζουμε διαρκώς μοντέλα λειτουργίας και επενδύσεις» σημειώνει.
Ερωτηθείς αν θεωρεί ότι η κρίση αυτή  θα αφήσει πίσω της κάτι θετικό, εντοπίζει τρία σημεία: το γεγονός ότι όλοι αντιλήφθηκαν την αξία της προετοιμασίας, τη συνειδητοποίηση ότι η χρήση της τεχνολογίας μπορεί να μας κρατήσει παραγωγικούς και, κυρίως, την ευκαιρία που δόθηκε σε όλους για αξιολόγηση των συνεργατών τους. «Σε περιόδους κρίσεων πέφτουν οι μάσκες και το πώς αντιμετωπίζει κάποιος αυτή την κατάσταση, πώς στέκεται στην επιχείρηση, είναι σημαντικό» καταλήγει.

«Πρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι για όλα. Δεν μπορούμε ποτέ να είμαστε σίγουροι ότι έχουμε δει το χειρότερο, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αναμένουμε και το καλύτερο» επισημαίνει ο πρόεδρος της Ένωσης  Κονσερβοποιών Ελλάδος, Κώστας Αποστόλου.

Όπως λέει, οι κονσερβοποιοί προσπαθούν πάντα να είναι προετοιμασμένοι για τα απρόοπτα στις αγορές, μελετώντας κάθε φορά προσεκτικά τις καιρικές συνθήκες, τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τις μεταβολές συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά είναι προφανές ότι ουδείς μπορούσε να προβλέψει την έκταση και τη σφοδρότητα της Covid-19.

Αυτή τη στιγμή, σημειώνει, ο κλάδος βρίσκεται σε φάση ανασυγκρότησης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα, αντιμετωπίζοντας τις βασικές δυσκολίες πρώτον στο θέμα της συγκομιδής των φρούτων και των εργατών γης και, δεύτερον, στον τρόπο λειτουργίας των εργοστασίων, καθώς επίκειται η συγκομιδή του βερίκοκου στα μέσα Ιουνίου και του ροδάκινου στα μέσα Ιουλίου, οπότε οι μηχανές στις κονσερβοποιίες θα πρέπει να πάρουν σύντομα μπροστά.

«Προσπαθούμε να προετοιμαστούμε για όλα, για το πώς θα λειτουργήσουν τα εργοστάσια, ώστε να υπάρχει υγιεινή και ασφάλεια, ακόμα και για το πώς θα μεταφέρονται οι εργαζόμενοι στις μονάδες, αφού ίσως χρειαστεί να βάλουμε τα διπλά ή και τριπλά λεωφορεία. Όλα αυτά κάνουν το κόστος μας πολύ μεγαλύτερο. Αν χρειαστεί να γίνει νέο lockdown δε, θα είναι καταστροφή για την περιοχή μας, αλλά ελπίζουμε σε καλύτερες συνθήκες το καλοκαίρι» λέει, προσθέτοντας ότι αν δεν δουλέψουν τα ξενοδοχεία, η κατάσταση για τον κλάδο θα είναι δραματική, ιδίως στις μεγάλες συσκευασίες, που απευθύνονται στον κλάδο της HORECA (ξενοδοχεία, εστιατόρια, catering).

Σημειώνει τέλος ότι οι εξελίξεις δημιουργούν ανανεωμένο ενδιαφέρον για την αξία της ύπαρξης αποθεμάτων στα εργοστάσια, ως πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας, αλλά η διατήρησή τους είναι δυστυχώς ακριβή.

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ