Κορωνοϊός εναντίον άλλων θανατηφόρων ιών: Ποιος έχει σκοτώσει τους περισσότερους
- 25/09/2020, 12:05
- SHARE
Ο απολογισμός των νεκρών της πανδημίας του κορωνοϊού πλησιάζει παγκοσμίως το ένα εκατομμύριο, αριθμός ήδη πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με τους θανάτους που προκάλεσαν άλλοι νέοι ιοί που έκαναν τα τελευταία χρόνια την εμφάνισή του και πολύ πάνω από αυτόν της «ισπανικής γρίπης» πριν από έναν αιώνα.
Ιοί που εμφανίστηκαν τον 21ο αιώνα
Ο μέχρι στιγμής απολογισμός των νεκρών από τον ιό SARS-CoV-2 ξεπερνά ήδη αυτόν που προκάλεσαν άλλοι νέοι ιοί που πρωτοεμφανίστηκαν τον 21ο αιώνα.
Η επιδημία της γρίπης Α (Η1Ν1), η λεγόμενη και «γρίπη των χοίρων», προκάλεσε το 2009 παγκόσμιο συναγερμό. Επισήμως 18.500 άνθρωποι πέθαναν από αυτή σε όλο τον κόσμο. Αργότερα το επιστημονικό περιοδικό The Lancet αναθεώρησε προς τα πάνω τον αριθμό των θανάτων από τη γρίπη Α, εκτιμώντας ότι κυμαίνονται μεταξύ 151.700 και 575.400.
Ο πρώτος κορονοϊός που προκάλεσε παγκόσμια ανησυχία και που επίσης προήλθε από την Κίνα προκάλεσε την περίοδο 2002-2003 την επιδημία Sars (Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο) και σκότωσε 774 ανθρώπους.
Επιδημίες γρίπης
Αρκετοί είναι αυτοί που συγκρίνουν τους νεκρούς από covid-19 με αυτούς από την εποχική γρίπη, η οποία σκοτώνει χιλιάδες ανθρώπους κάθε χρόνο.
«Σε παγκόσμιο επίπεδο οι ετήσιες επιδημίες της γρίπης προκαλούν περίπου 5 εκατομμύρια σοβαρές περιπτώσεις και 290.000 με 650.000 θανάτους», σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Τον 20ο αιώνα δύο μεγάλες πανδημίες γρίπης που συνδέονται με νέους ιούς (και όχι με τον εποχικό τύπο), αυτή του 1957-58, η λεγόμενη και ασιατική γρίπη, και αυτή του 1968-70, η γρίπη του Χονγκ Κονγκ, προκάλεσαν η κάθε μία περίπου ένα εκατομμύριο θανάτους σε παγκόσμιο επίπεδο, βάσει απολογισμών που έγιναν μετά την εξάλειψή τους.
Ωστόσο εμφανίστηκαν σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες. Έκτοτε λόγω της παγκοσμιοποίησης οι οικονομικές συναλλαγές και οι μετακινήσεις των ατόμων και άρα των ιών είναι πολύ περισσότερες και πιο έντονες.
Η μεγάλη γρίπη του 1918-19, η λεγόμενη “ισπανική” (η οποία επίσης προκλήθηκε από έναν νέο ιό) είχε τρομακτικές επιπτώσεις: σε τρία κύματα σκότωσε συνολικά 50 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στις αρχές του 2000.
Τροπικοί ιοί
Ο απολογισμός των θανάτων από τον νέο κορωνοϊό είναι ήδη μεγαλύτερος από αυτόν του ιού Έμπολα, ο οποίος πρωτοεμφανίστηκε το 1976.
Το πιο πρόσφατο κύμα Έμπολα προκάλεσε τον θάνατο σχεδόν 2.300 ανθρώπων στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό την περίοδο μεταξύ του Αυγούστου του 2018 και τα τέλη Ιουνίου 2020.
Αν σε αυτό τον αριθμό προστεθούν οι νεκροί από τις διάφορες επιδημίες Έμπολα εδώ και σαράντα χρόνια, συνολικά έχουν χάσει τη ζωή τους από τον ιό αυτό περίπου 15.000 άνθρωποι, αποκλειστικά στην Αφρική.
Ωστόσο το ποσοστό θνησιμότητας του Έμπολα είναι πολύ πιο υψηλό από του SARS-CoV-2, καθώς περίπου το 50% των ατόμων που μολύνονται πεθαίνουν, ενώ σε κάποιες επιδημίες το ποσοστό έφτασε το 90%, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Ο ιός του Έμπολα όμως είναι λιγότερο μεταδοτικός σε σχέση με άλλες ιογενείς ασθένειες: μεταδίδεται μόνο από την άμεση και στενή επαφή με έναν ασθενή και όχι μέσω του αέρα.
Άλλοι τροπικοί ιοί, όπως ο δάγκειος πυρετός, η πιο σοβαρή μορφή του οποίου μπορεί να προκαλέσει θάνατο, είναι λιγότερο θανατηφόροι. Η ασθένεια αυτή που μεταδίδεται από τα κουνούπια προκαλεί μερικές χιλιάδες θανάτους κάθε χρόνο (4.032 το 2015).
Άλλες ιογενείς επιδημίες
Άλλος ένας ιό που σκοτώνει, ο HIV που προκαλεί το AIDS και για τον οποίο ακόμη δεν υπάρχει εμβόλιο, προκάλεσε πραγματική εκατόμβη νεκρών την περίοδο 1980 με 2000.
Χάρη στην επέκταση των αντιρετροϊκων θεραπειών πλέον ο ετήσιος αριθμός των ανθρώπων που πεθαίνουν από AIDS μειώνεται σταθερά από το 2004, όταν κουφώθηκε με 1,7 εκατομμύρια νεκρούς. Το 2019, 690.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τον HIV, σύμφωνα με την υπηρεσία του ΟΗΕ για το AIDS.
Από την εμφάνισή του, το AIDS έχει προκαλέσει τον θάνατο σχεδόν 33 εκατομμυρίων ατόμων.
Οι ιοί που προκαλούν την ηπατίτιδα Β και C σκοτώνουν ετησίως περίπου 1,3 εκατομμύριο ανθρώπους, συνήθως σε πιο φτωχές χώρες, λόγω κύρωσης ή καρκίνου του ήπατος (900.000 από ηπατίτιδα Β και 400.000 από ηπατίτιδα C).