Fortune ρεπορτάζ: Θα χρειαστούν 30 χρόνια για να συνέλθει η μελισσοκομία στην Ελλάδα
- 14/09/2021, 16:21
- SHARE
Πικρή είναι η γεύση που αφήνει η φετινή χρονιά στους μελισσοπαραγωγούς που βλέπουν έναν από τους πιο νευραλγικούς κλάδους του πρωτογενούς τομέα να βρίσκεται υπό την απειλή αφανισμού. Η κλιματική αλλαγή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι πυρκαγιές, αλλά και τα ισχυρά φυτοφάρμακα οδηγούν στο θάνατο εκατομμύρια μέλισσες με τους επαγγελματίες του κλάδου να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και να κάνουν έκκληση για βοήθεια.
Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση τον χρόνο είναι δύο κιλά μέλι και θεωρείται από τις πιο υψηλές στην Ευρώπη. Κάτι που ίσως ελάχιστοι γνωρίζουν είναι ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την πρώτη θέση σε πυκνότητα μελισσών και παρά το γεγονός ότι είναι στην 5η με 6η θέση στην παραγωγή μελιού στην Ευρώπη, είναι και ένας κλάδος που αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα τα οποία οφείλονται στις καιρικές συνθήκες (π.χ. ανομβρία, υψηλός κίνδυνος πυρκαγιών, έλλειψη ανθοφορίας), στους εχθρούς και τις ασθένειες των μελισσών και στις απώλειες μελισσοσμηνών, τόσο από την τροφοδότηση μελισσών με ακατάλληλες τροφές ή λανθασμένο τρόπο χορήγησης, όσο και από την εφαρμογή ακατάλληλων σκευασμάτων ή υψηλών δόσεων.
Κάηκαν 10.000 κυψέλες
«Μέχρι τώρα δεν έχει εξαγγελθεί κάποιο συγκεκριμένο μέτρο. Η κυβέρνηση εξέφρασε την πρόθεση να βοηθήσει όμως η μόνη αποζημίωση, που προς το παρόν θεωρείται δεδομένη, είναι αυτή του ΕΛΓΑ, αλλά δεν είναι επαρκής. Το σύνολο της μελισσοκομίας έχει πληγεί σημαντικά. Χάθηκαν από 5.000 έως 10.000 τόνοι μελιού και το πρόβλημα αυτό θα το βρούμε μπροστά μας για τα επόμενα 20 με 30 χρόνια μέχρι να αποκατασταθεί ο κλάδος» λέει στο fortunegreece.com ο Βασίλης Ντούρας, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ).
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι επαγγελματίες του κλάδου είναι η μάχη που θα δώσουν προκειμένου να λάβουν μια θέση για να τοποθετήσουν τα μελίσσια τους. Όπως επισημαίνει ο κ. Ντούρας, θα υπάρξει έντονος γεωγραφικός συνωστισμός, όταν από αρχές Ιουλίου έως και τέλη Δεκέμβρη, παραδοσιακά περί το μισό εκατομμύριο κυψέλες μεταφέρονταν στην Εύβοια και τώρα η παραγωγή θα πρέπει να γίνει σε περιοχές όπως η Χαλκιδική, η Θάσος, η Κεντρική και Νότια Εύβοια καθώς και σε άλλα μέρη της Ελλάδος.
«Σχεδόν 10.000 κυψέλες κάηκαν και οι παραγωγοί θα ταλαιπωρούνται για πολλά χρόνια. Ελπίζω η Πολιτεία να συνεισφέρει ώστε να μην αποχωρήσει κανένας από το επάγγελμα. Τα προβλήματα έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται, όμως θεωρώ ότι θα ξεπεράσουμε σύντομα το πρώτο σοκ της απογοήτευσης. Στα 30 χρόνια που δραστηριοποιούμαι στον κλάδο είναι η πιο δύσκολη χρονιά που θυμάμαι στη ζωή μου. Τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουμε αρχίσει να τις βλέπουμε τα τελευταία 10 με 15 χρόνια. Φέτος από 1 έως 23 Μαΐου είχαμε έναν λίβα διαρκείας που τσάκισε τις μέλισσες» προσθέτει.
Σύμφωνα με τον κ. Ντούρα, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν 2 εκατομμύρια κυψέλες και 25.000 μελισσοκόμοι εκ των οποίων 5.000 οι οποίοι το ασκούν ως κύριο επάγγελμα, 10.000 είναι ετεροαπασχολούμενοι και 10.000 ερασιτέχνες.
Να υπάρξει μέριμνα για όλους τους μελισσοκόμους
Τη δική του εικόνα για την επόμενη μέρα στον μελισσοκομικό κλάδο έδωσε και ο Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου Μελισσοκόμων Αττικής, κ. Άγγελος Καραγιάννης, μιας και από τα 100 μέλη που απαριθμεί συνολικά ο εν λόγω Σύλλογος ένας σημαντικός αριθμός εξ αυτών μεταφέρει τα μελίσσια του στην περιοχή της Ευβοίας.
«Στην Ελλάδα ασκείται η νομαδική μελισσοκομία και η γειτνίαση της Αθήνας με την Εύβοια βοηθάει ώστε να μεταφέρονται τα μελίσσια εκεί. Μιλάμε για αποζημιώσεις και στον εξοπλισμό αλλά και στο ζωικό κεφάλαιο. Δυστυχώς στην Ελλάδα, εν αντιθέσει με την Ευρώπη, δεν υπάρχει δυνατότητα ασφάλισης του ζωικού κεφαλαίου. Το κράτος δεν διαθέτει το κατάλληλο πλαίσιο προστασίας και ο μόνος τρόπος αφορά τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Πρόκειται για ένα πλαίσιο όχι ιδιαίτερα ευέλικτο και φιλικό» υπογραμμίζει στο Fortune ο κ. Καραγιάννης.
Οι μελισσοκόμοι, όπως λέει, βρίσκονται εν αναμονή της καταγραφής των καταστροφών από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα ώστε να καταλήξουν στο ποιος θα λάβει τελικά την προβλεπόμενη αποζημίωση.
«Η Πολιτεία δίνει αποζημιώσεις μόνο σε αυτούς που κάηκαν είτε οι μέλισσες είτε οι εγκαταστάσεις τους. Κανονικά θα έπρεπε να υπάρξει μέριμνα και για εκείνους που δεν κάηκαν τα ζώα τους, αφού δεν θα λαμβάνουν κανενός είδους αμοιβή όταν οι μέλισσες δεν θα μπορούν να βοσκήσουν και να βγάλουν παραγωγή. Ο τόπος εργασίας είναι το δάσος, μην το ξεχνάμε αυτό».
Ο κ. Καραγιάννης καταλήγει λέγοντας πως στον κατάλογο των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο κλάδος βρίσκονται παράμετροι όπως: τα φυτοφάρμακα, η κλιματική αλλαγή, ο κατακερματισμός των δραστηριοτήτων αλλά και η έλλειψη της τεχνογνωσίας. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να υπάρξει στοχευμένη στρατηγική από το Κράτος για τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη της ελληνικής μελισσοκομίας τα επόμενα χρόνια.
Παρθένες αγορές για το μέλι οι Τρίτες Χώρες
«Από την αρχή της χρονιάς δεν είχε πάει καλά η σοδειά λόγω της κλιματικής αλλαγής. Είχαμε έναν σκληρό χειμώνα και τα μελίσσια ήταν αδύναμα. Με τις πυρκαγιές η ζημιά που έγινε σε θυμάρι και πεύκα είναι τεράστια. Το φθινόπωρο είναι η δεύτερη παραγωγή, το δεύτερο “βάρεμα” όπως λέμε στη γλώσσα των μελισσοκόμων όπου παράγεται η περισσότερη ποσότητα μελιού και αυτό θα κρίνει το μέγεθος του προβλήματος. Δεν ξέρω αν οι αποζημιώσεις που δίνονται σε επαγγελματίες είναι ικανές για να κάνουν το restart» λέει στο Fortune Greece o Γιάννης Ταμπάρης, Ιδρυτής της εταιρείας Χρυσόμελο.
Η εταιρεία του, η οποία έχει παρουσία σε 17 χώρες του εξωτερικού, πρόσφατα υπέγραψε συμφωνία με την αγορά των ΗΑΕ και αυτό το διάστημα περιμένει να εκδοθούν οι σχετικές άδειες προκειμένου τα προϊόντα να τοποθετηθούν στα ράφια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σε διάστημα ενός μήνα.
«Οι Τρίτες Χώρες, όπως για παράδειγμα η Ιαπωνία στην οποία είμαστε πλέον πολύ δυνατοί, είναι αρκετά δύσκολες για να μπει ένα ξένο brand. Χρειάζεται να κερδίσεις την εμπιστοσύνη και πρέπει να πας με κάποιον ενδιάμεσο που να ξέρει την αγορά. Στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν πάει λίγες ελληνικές εταιρείες και θεωρώ ότι υπάρχει περιθώριο διείσδυσης. Η εταιρεία μας παράγει 7 με 8 τόνους μελιού το χρόνο από τις περιοχές της Μεσσηνίας, της Μάνης, της Ναυπάκτου, της Εύβοιας και της Αργολίδας. Εξάγουμε σε 17 χώρες και οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν το 50% του τζίρου μας. Νο1 αγορά είναι Ιαπωνία – έχουμε τοποθετηθεί σε 35 πόλεις – και πλέον επικεντρωνόμαστε πολύ στην αγορά της Αυστρίας ενώ προσεχώς θα ανοίξουμε την αγορά της Κορέας. Η Ευρώπη είναι κορεσμένη και οι τρίτες χώρες θεωρούνται παρθένες αγορές» λέει χαρακτηριστικά.
Εστιάζοντας στη δυναμική του ελληνικού μελιού, ο κ. Ταμπάρης τονίζει πως αν και υπάρχουν πολλές χώρες παραγωγοί, η Ελλάδα υπερτερεί, τόσο ως προς τον αριθμό των ποικιλιών, όσο και σε επίπεδο ποιότητας και πλούσιας γεύσης.
«Αντικειμενικά είναι ένα value for money προϊόν. Να σημειώσω δε πως πολύς κόσμος θεωρεί το κρυστάλλωμα του μελιού ως ένδειξη ότι το προϊόν έχει χαλάσει. Αντιθέτως υπογραμμίζει την εξέλιξη του και υποδηλώνει ότι είναι υγιεινό. Αν δεν εμφανίζεται θα πρέπει να μας απασχολεί. Στο Χρυσόμελο παράγουμε 8 ποικιλίες μελιού με πιο δυνατό το θυμαρίσιο, το μέλι βελανιδιάς και το μέλι από πορτοκάλι. Η τιμή κιλού, ανάλογα με την ποικιλία, κυμαίνεται από 12 έως 15 ευρώ. Έχουμε παρουσία σε 300 σημεία πώλησης, σε delicatessen, παντοπωλεία και κάβες. Δεν σκεφτόμαστε την είσοδο μας στα μεγάλα σουπερμάρκετ διότι δεν θέλουμε να μπερδέψουμε τον καταναλωτή που μας έχει συνδέσει με πιο gourmet προϊόντα» καταλήγει ο κ. Ταμπάρης.
Πώς θα ήταν ο πλανήτης χωρίς μέλισσες
Αναμφίβολα στους περισσότερους από εμάς οι μέλισσες προκαλούν φόβο. Και μόνο η σκέψη ότι το τσίμπημα τους μπορεί να προκαλέσει αφόρητο πόνο ή αλλεργικό σοκ, είναι αρκετή για να τις μετατρέψει σε άσπονδους εχθρούς. Έχετε όμως ποτέ αναρωτηθεί πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς αυτές;
Σύμφωνα με έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα η Greenpeace, ένας πλανήτης χωρίς μέλισσες θα σήμαινε ταυτόχρονα το τέλος της γεωργίας. Φρούτα και λαχανικά, μεταξύ των οποίων, καρπούζια, πεπόνια, αγγουράκια, κολοκυθάκια καθώς και μελιτζάνες, που εξαρτώνται από τις μέλισσες για την επικονίασή τους, δηλαδή τη γονιμοποίηση του άνθους ώστε να παραχθεί ο καρπός, θα ήταν αδύνατο να ευδοκιμήσουν.
Για να αντιληφθεί κανείς τη συμβολή και τη σημασία των μελισσών στην τροφική αλυσίδα αρκεί να λάβει υπόψη του πως πάνω από το 35% της παγκόσμιας παραγωγής τροφής εξαρτάται από τα έντομα-επικονιαστές. Εάν αφανιστούν οι μέλισσες, θα αρχίσουν να εξαφανίζονται και 71 από τις 100 πιο σημαντικές φυτικές καλλιέργειες παγκοσμίως που επικονιάζονται από τις μέλισσες. Την ίδια ώρα, η παραγωγή μήλων, φραουλών και αμυγδάλων θα σημειώσει δραματική πτώση.
Στην έκθεση επισημαίνεται πως χωρίς τη μέλισσα, η οποία ζει στη Γη το λιγότερο 15 εκατομμύρια χρόνια και θεωρείται από τους πιο παλαιούς κατοίκους της, εκατομμύρια άνθρωποι και ζώα θα υπέφεραν από στέρηση τροφής, αφού το 1/3 των καλλιεργειών βασίζεται στην επικονίαση. Στην Ευρώπη μόνο πάνω από 4.000 είδη λαχανικών μεγαλώνουν χάρη στην ακούραστη δουλειά των μελισσών. Η εξαφάνιση των μελισσών όμως θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις και στην οικονομία, αν αναλογιστούμε ότι η οικονομική αξία της επικονίασης των μελισσών αποτιμάται σε 265 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο παγκοσμίως.
Μια μέλισσα επισκέπτεται 7.000 λουλούδια την ημέρα και για να παράξει ένα κιλό μέλι χρειάζεται να επισκεφθεί συνολικά 4.000.000 φυτά. Από τα 20.000 είδη μελισσών που υπάρχουν στον πλανήτη μόλις εφτά είναι σε θέση να παράξουν το πολύτιμο θρεπτικό για τον ανθρώπινο οργανισμό αγαθό.