Γιώργος Στάσσης στο Fortune: «Μετατρέψαμε τη ΔΕΗ από πρώην ΔΕΚΟ σε μια σύγχρονη ενεργειακή εταιρεία»

Γιώργος Στάσσης στο Fortune: «Μετατρέψαμε τη ΔΕΗ από πρώην ΔΕΚΟ  σε μια σύγχρονη ενεργειακή εταιρεία»
Το 2021 αποδείχτηκε χρονιά-σταθμός για τη ΔΕΗ. Ο επικεφαλής της εταιρείας μιλάει στο περιοδικό Fortune για το πλάνο επενδύσεων και τους στόχους της εταιρείας, την ενεργειακή μετάβαση, την κλιματική αλλαγή. 

Ανέλαβε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ την ώρα που η εταιρεία βρισκόταν στη χειρότερη στιγμή της ιστορίας της. Η μεταγραφή του από τον ιταλικό όμιλο ενέργειας ENEL SpA σε μια υπό χρεοκοπία ΔΕΚΟ ήταν απόφαση που πήρε «με την καρδιά και με το μυαλό».  Αποδείχτηκε ότι είχε ένα μελετημένο σχέδιο και το προσωπικό του στοίχημα οδήγησε σε μια εθνική επιτυχία.

Δύο χρόνια μετά, μπορεί δικαίως να υπερηφανεύεται ότι μετασχημάτισε τη ΔΕΗ σε μια σύγχρονη ενεργειακή εταιρεία με μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες, που πατάει γερά στα πόδια της, υπόσχεται ότι το 2025 ο λιγνίτης θα αποτελεί οριστικά παρελθόν και όλα δείχνουν ότι έχουμε πολλά ακόμη να δούμε και να ακούσουμε από έναν τολμηρό manager, 47 ετών.

Αναλάβατε τη διοίκηση της ΔΕΗ σε μια στιγμή που η εταιρεία βρισκόταν στη δυσμενέστερη θέση της ιστορίας της. Ποια ήταν η κρισιμότερη από τις προκλήσεις με τις οποίες γνωρίζατε ότι θα βρεθείτε αντιμέτωπος;

Η ΔΕΗ ήταν, όντως, σε πολύ δύσκολη κατάσταση το καλοκαίρι του 2019. Και δεν ήταν µόνο οικονοµικό το πρόβληµα, ήταν πολλαπλό. Η έλλειψη ρευστότητας ήταν το βασικότερο όλων –το είχε επισηµάνει, εξάλλου, και ο ορκωτός ελεγκτής της εταιρείας στην έκθεσή του τον Απρίλιο 2019– αλλά δεν ήταν το µοναδικό πρόβληµα. Ήταν επίσης οι δεσµεύσεις που είχε ήδη αναλάβει η εταιρεία που τη δυσκόλευαν. Ήταν οι αρκετά γραφειοκρατικές δοµές της που την εµπόδιζαν να ακολουθήσει τον ανταγωνισµό, ήταν οι υποδοµές που δεν είχαν για χρόνια εκσυγχρονιστεί, ήταν πολλά τα προβλήµατα.

Τα γνωρίζατε όλα αυτά; 

Κάποια τα ήξερα. Για τα οικονοµικά, παραδείγµατος χάριν, είχα εικόνα. Κάποια άλλα τα διαπίστωσα στην πορεία. Όλα, όµως, σήµερα είναι σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση µε το πώς ήταν όταν αναλάβαµε τη διοίκηση.

Τι ήταν τελικά αυτό που σας έκανε να αποφασίσετε την επιστροφή σας στην Ελλάδα από τον ιταλικό όμιλο ενέργειας ENEL SpA σε μια προβληματική ΔΕΚΟ;

Ήταν απόφαση που πήρα και µε την καρδιά και µε το µυαλό. Ήθελα να επιστρέψω στην Ελλάδα και ήξερα και τη σηµασία που έχει η ΔΕΗ για τη χώρα µας και την εθνική οικονοµία. Δεν θέλω να ακουστεί µελό, αλλά το είδα πραγµατικά σαν εθνική υπόθεση. Από την άλλη, πίστευα πραγµατικά στις δυνατότητες της ΔΕΗ αλλά και στο σχέδιο που είχα στο µυαλό µου. Δεν ήταν µόνο συναισθηµατική η απόφαση, το µελέτησα πολύ. Και βλέποντας την τεράστια πρόοδο που έχουµε σηµειώσει αυτά τα δυόµισι χρόνια, νιώθω δικαιωµένος για την απόφασή µου. Ελπίζω το ίδιο να αισθάνονται και όσοι µε επέλεξαν.

Η ΔΕΗ ήταν, όντως, σε πολύ δύσκολη κατάσταση το καλοκαίρι του 2019. Και δεν ήταν μόνο οικονομικό το πρόβλημα, ήταν πολλαπλό. Η έλλειψη ρευστότητας ήταν το βασικότερο όλων.

Είχατε πει τότε ότι αυτό που χρειάζεται η  ΔΕΗ είναι ένα νέο business plan. Τι προϋποθέτει ένα καλό business plan προκειμένου να οδηγήσει μια εταιρεία, πόσω μάλλον χρεοκοπημένη, στην ανασύνταξη και την επόμενη ημέρα;

Τα business plans πρέπει να είναι «κοµµένα και ραµµένα» στα µέτρα κάθε επιχείρησης. Η ΔΕΗ έχει και αδυναµίες, αλλά έχει και µοναδικά προτερήµατα. Είναι µια πλήρως καθετοποιηµένη εταιρεία και αυτό της δίνει τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήµατα. Σε συνεργασία µε ικανούς και εξειδικευµένους συµβούλους µελετήσαµε πώς θα διορθώσουµε τις αδυναµίες και πώς θα αξιοποιήσουµε τα πλεονεκτήµατα. Και, κυρίως, πώς θα διαµορφώσουµε ένα σχέδιο για την επόµενη ηµέρα της επιχείρησης, ώστε να αντλήσουµε κεφάλαια και να µπορέσουµε να εφαρµόσουµε το σχέδιό µας. Αυτό κάναµε και η ανταπόκριση της αγοράς ήταν εντυπωσιακή. Αυξήσεις κεφαλαίου, πιστοληπτικές αναβαθµίσεις διεθνών οίκων, άνοδος µετοχής. Όλα αυτά ήταν ψήφος εµπιστοσύνης στο business plan της εταιρείας.

Η ταχύτητα στις πρωτοβουλίες που αναλάβατε από την πρώτη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων σας ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Έναρξη της απολιγνιτοποίησης, στροφή στις ΑΠΕ, αποκατάσταση της ρευστότητας… Αρκεί μόνο ένα καλό business plan;

Το business plan πρέπει και να εφαρµόζεται. Και ως προς αυτό νιώθω τυχερός που είχα εξαιρετικούς συνεργάτες που µε βοήθησαν. Όχι µόνο εκείνους που επέλεξα εγώ αλλά και πολλούς άλλους που υπήρχαν ήδη στο ανθρώπινο δυναµικό της ΔΕΗ. Οι άνθρωποι αυτοί, αλλά και γενικά οι εργαζόµενοι της εταιρείας, είναι πλούτος για την επιχείρηση. Μόλις εκλήθησαν να λειτουργήσουν µε ένα συγκροτηµένο σχέδιο, έδειξαν τον καλύτερό τους εαυτό. Φυσικά και έχουµε ακόµη πολύ µεγάλες αδυναµίες, τις οποίες, όµως, θα διορθώσουµε σιγά σιγά τα επόµενα χρόνια.

Το 2021 αποδείχτηκε χρονιά-σταθμός, με την πώληση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ και την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ ως τις πλέον εντυπωσιακές κινήσεις, που ξεπέρασαν και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Ποιος είναι ο απώτερος στόχος αυτών των στρατηγικών κινήσεων;

Μέσα σε δυόµισι χρόνια έχουµε προβεί σε τρεις οµολογιακές εκδόσεις, όλες πετυχηµένες. Έχουµε προχωρήσει µε επιτυχία στην πώληση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ µε τίµηµα-ρεκόρ. Και προχωρήσαµε και σε µια πολύ πετυχηµένη αύξηση µετοχικού κεφαλαίου, η οποία προσείλκυσε διεθνείς επενδυτές και µάλιστα σε µακροπρόθεση βάση. Όλα αυτά έχουν µεταµορφώσει τη ΔΕΗ από πρώην ΔΕΚΟ, όπως µου είπατε πριν, σε µια σύγχρονη ενεργειακή εταιρεία, στην οποία είναι στραµµένα τα βλέµµατα της αγοράς. Τη ΔΕΗ παλαιότερα την «κοίταζαν» επειδή ανησυχούσαν για τη βιώσιµότητά της, ενώ τώρα την «κοιτάζουν» για τις επενδυτικές ευκαιρίες που παρουσιάζει και τον σταδιακό εκσυγχρονισµό της. Ο στρατηγικός στόχος όλων αυτών των κινήσεων που ενίσχυσαν σηµαντικά τη ρευστότητά µας είναι ένας κύκλος σηµαντικών επενδύσεων την επόµενη πενταετία 2022-2026, που θα καταστήσουν τη χώρα ενεργειακά πιο ανταγωνιστική.

Πώς βλέπετε να υλοποιείται το πλάνο των επενδύσεων και ποιος είναι ο άμεσος στόχος για το 2022;

Το ότι έχουµε τη ρευστότητα σίγουρα βοηθάει όλους τους στόχους µας. Και όχι µόνο σε σχέση µε το επενδυτικό µας πρόγραµµα αλλά και ως προς τη στήριξη των πελατών µας. Το ότι καταφέραµε να στηρίξουµε τους πελάτες µας µέσω της αντιστάθµισης κινδύνου, το λεγόµενο «hedging», απορροφώντας µεγάλο µέρος των αυξήσεων, οφείλεται στο ότι έχουµε καταφέρει να πατάµε γερά στα πόδια µας οικονοµικά. Αυτό για εµάς ήταν πολύ σηµαντικό. Το ίδιο ισχύει και για το επενδυτικό µας πρόγραµµα. Θα επιταχυνθεί, και µέσα στο 2022 θα ακούσετε σηµαντικά νέα από εµάς. Θέλω, όµως, να προσθέσω κάτι ακόµα εδώ. Πέρα από την οικονοµική εξυγίανση, τα κέρδη, τις επενδύσεις, έχουµε κάνει πολύ µεγάλα βήµατα και στην εξυπηρέτηση των πελατών µας. Τα τελευταία δύο χρόνια έχουµε ανακαινίσει καταστήµατα, έχουµε διευρύνει το ωράριο λειτουργίας τους, έχουµε βελτιώσει τις ηλεκτρονικές συναλλαγές µας. Και είµαστε περήφανοι που παράλληλα µε τον οικονοµικό εξορθολογισµό της επιχειρησης εκσυγχρονίσαµε και τη λειτουργία της προς όφελος των πελατών που µας εµπιστεύονται.

Έχετε μιλήσει για «έξοδο» της ΔΕΗ στα Βαλκάνια. Πού θα επικεντρωθείτε και σε τι ορίζοντα;

Οι αγορές των Βαλκανίων µάς ενδιαφέρουν, ειδικά η Ρουµανία και η Βουλγαρία. Όλες οι ευκαιρίες στις περιοχές αυτές µας ενδιαφέρουν και ιδίως οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, γιατί προς τα εκεί κατευθύνεται όλος ο ενεργειακός σχεδιασµός της ΕΕ. Και, φυσικά, υπάρχει και µια ευρύτερη διάσταση σε όλο αυτό το εγχείρηµα, καθώς µε τις επενδύσεις αυτές η ΔΕΗ γίνεται ισχυρός περιφερειακός «παίκτης» στον χώρο της ενέργειας και αυτό µόνο οφέλη έχει για τη χώρα µας.

Ποιες είναι οι στρατηγικές προτεραιότητές σας μπροστά στην πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης;

Να πούµε, κατ’ αρχάς, ότι η κλιµατική αλλαγή είναι µια πραγµατικότητα. Βιώνουµε ήδη πολλές αλλαγές και σηµαντικές επιπτώσεις στην καθηµερινότητά µας. Η ενεργειακή µετάβαση είναι η καλύτερη απάντηση στο φαινόµενο αυτό. Είναι υποχρέωσή µας, εξάλλου, να διαµορφώσουµε ένα καλύτερο περιβάλλον για τα παιδιά µας. Και το τονίζω αυτό, γιατί η ενεργειακή µετάβαση δεν πρέπει να εκλαµβάνεται µόνο ως δέσµευση της χώρας στο πλαίσιο της ΕΕ αλλά και ως εθνικός στόχος. Ως µέσο για να προστατεύσουµε το κλίµα και το περιβάλλον όπου ζούµε. Ο βασικός µας στόχος, λοιπόν, είναι η ΔΕΗ να είναι πρωταγωνιστής σε αυτή την προσπάθεια, αλλάζοντας το ενεργειακό µας µείγµα µε µηδενικό λιγνίτη και περισσότερο ρεύµα από ΑΠΕ.

Σας ρωτώ, γιατί φέτος το καλοκαίρι φάνηκαν οι αδυναμίες του συστήματος λόγω της έλλειψης μονάδων αποθήκευσης ενέργειας, με αποτέλεσμα να επαναλειτουργήσουν με μεγάλο κόστος για τους καταναλωτές εγκαταστάσεις που ήδη είχαν μπει σε τροχιά απολιγνιτοποίησης. Πώς μπορούμε να μην το ξαναζήσουμε;

Τα χρονοδιαγράµµατα είναι συγκεκριµένα και δεν θέλουµε να διαφοροποιηθούν. Μέχρι το 2028 θα έχουµε τελειώσει µε τον λιγνίτη, ο οποίος είναι επιβλαβής για το περιβάλλον αλλά και οικονοµικά ασύµφορος. Όλες οι εν λειτουργία λιγνιτικές µονάδες θα κλείσουν έως το 2023, ενώ η «Πτολεµαΐδα V» θα έχει µετασχηµατιστεί µέχρι το 2025. Το ότι αναγκαστήκαµε να χρησιµοποιήσουµε λιγνιτικές µονάδες σε έκτακτες συνθήκες οφείλεται στο ότι δεν έχουµε προχωρήσει ακόµη όσο πρέπει µε τις ΑΠΕ. Η λύση δεν είναι να παρατείνουµε τον λιγνίτη, αλλά να αυξήσουµε το ρεύµα που παράγεται από ΑΠΕ. Και αυτός είναι ο σχεδιασµός µας.

Η κλιματική αλλαγή είναι μια πραγματικότητα. Είναι υποχρέωσή μας, εξάλλου, να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο περιβάλλον για τα παιδιά μας.

Το κόστος της ενέργειας έχει εκτοξευθεί για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, λόγω της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου και της μεταβλητότητας των τιμών των ορυκτών καυσίμων ευρύτερα. Η μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ  που σημαίνει, όπως υποστηρίζετε, και χαμηλότερες τιμές για όλους, προϋποθέτει αποθήκευση μεγάλης κλίμακας. Πώς σκοπεύετε να το αντιμετωπίσετε;

Τα ορυκτά καύσιµα είναι µεταβατικά καύσιµα. Δεν µπορούµε να εξαρτώµαστε µόνιµα από αυτά, επειδή, όπως είδαµε και στην τρέχουσα συγκυρία, θα είµαστε ευάλωτοι στις διεθνείς διακυµάνσεις. Οι ΑΠΕ, εκτός από το ότι είναι φτηνότερες, έχουν και µεγαλύτερη σταθερότητα. Το ζήτηµα της αποθήκευσης που θέσατε είναι πολύ σηµαντικό και γι’ αυτό πρέπει να εξετάσουµε όλες τις σχετικές δυνατότητες µε επενδύσεις στον τοµέα αυτό. Με µπαταρίες και άλλα πολλά. Καθώς επίσης και να αναζητήσουµε και εναλλακτικά µεταβατικά καύσιµα, όπως το υδρογόνο κ.ά.

Πόσο  επιτεύξιμος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο στόχος της μετάβασης σε ένα μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, με δίκαιο, ασφαλή και εμπορικά ανταγωνιστικό τρόπο για την Ευρώπη;

Κάθε χώρα πρέπει να επενδύει στα συγκριτικά της πλεονεκτήµατα. Η Ελλάδα δεν είναι χώρα πετρελαιοπαραγωγός. Η Ελλάδα έχει ήλιο, έχει αέρα, έχει νερά, έχει συνεπώς όλες τις προϋποθέσεις να γίνει χώρα-πρότυπο στην παραγωγή ρεύµατος από ΑΠΕ. Γι’ αυτό ακριβώς προσελκύει το ενδιαφέρον µεγάλων επενδυτών στον τοµέα αυτό. Το µήνυµα που θέλω να στείλω είναι ότι η διαδικασία της µετάβασης δεν πρέπει να µας τροµάζει, αλλά να τη δούµε ως στόχο που, αν επιτευχθεί, η χώρα µας θα βγει κερδισµένη, καθώς θα έχει πλέον φθηνότερη ενέργεια και καλύτερο περιβάλλον.

Κύριε Στάσση, ως νέος ηγέτης, με ποια κριτήρια επιλέγετε τους συνεργάτες σας και πώς καλύπτετε τις ανάγκες για νέα ταλέντα και δεξιότητες;

Να πω, κατ’ αρχάς, ότι η ΔΕΗ είχε ήδη πολλά ικανά στελέχη. Έφερα δικούς µου συνεργάτες στη διοίκηση για κάποια ζητήµατα που απαιτούσαν υψηλή εξειδίκευση, αλλά βασικό µου µέληµα ήταν να αξιοποιήσω ανθρώπους που ήδη υπήρχαν στην εταιρεία και ήξεραν καλά τα θέµατά της. Και νοµίζω ότι αυτό το µείγµα παλαιών και νέων στελεχών έχει λειτουργήσει καλά. Το πρωτεύον κριτήριό µου είναι να υπάρχει συναντίληψη για το πού πρέπει να πάµε την εταιρεία και αποτελεσµατικότητα στην άσκηση των καθηκόντων, κατά κύριο λόγο όµως προσλαµβάνω  ανθρώπους που, εκτός από την εξειδίκευση, έχουν και κάποια standards χαρακτήρα και αξιών που θα µε κάνουν να νιώσω εµπιστοσύνη. Για να το πω µε απλά λόγια, για µένα ο χαρακτήρας παίζει τον πιο σηµαντικό ρόλο.

*H συνέντευξη δημοσιεύεται στο νέο τεύχους του Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.