Αχιλλέας Γραβάνης: Η Ελλάδα οφείλει να είναι παρούσα στο επενδυτικό «boom» της βιοτεχνολογίας

Αχιλλέας Γραβάνης: Η Ελλάδα οφείλει να είναι παρούσα στο επενδυτικό «boom» της βιοτεχνολογίας
Ο διακεκριμένος επιστήμονας μιλάει στο Fortune για τις μεγάλες αλλαγές που φέρνει η τεχνολογία στον τομέα της υγείας, την πανδημία, την επιχειρηματικότητα και την ανάγκη αλλαγής κουλτούρας, ώστε να επιβιώσει η χώρα στον διεθνή ανταγωνισμό.

Σε ένα αφιέρωμα για την τεχνολογία και τον καταλυτικό ρόλο που διαδραματίζει στη ζωή μας, δεν θα μπορούσε να λείπει το ζήτημα της καινοτομίας στην υγεία. Αν υπάρχει ένας κλάδος που «συμπυκνώνει» την εξέλιξη σε αυτό που αποκαλούμε εξατομικευμένη Ιατρική, αυτός δεν είναι άλλος από τη Βιοτεχνολογία. Και ο πλέον κατάλληλος άνθρωπος για να μιλήσουμε γιʼ αυτή την παγκόσμια τάση, με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης, σε συνδυασμό με το επενδυτικό και επιχειρηματικό κομμάτι, είναι ο καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας & Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ, Αχιλλέας Γραβάνης.

Με ακαδημαϊκή πορεία που ξεπερνάει τα 30 χρόνια, συμμετοχή σε πάνω από 155 ερευνητικές εργασίες, παρουσία σε Ελλάδα και ΗΠΑ, συνεργασία με το Harvard University, ο διακεκριμένος επιστήμονας μιλάει στο Fortune για τον τομέα στον οποίο διαπρέπουν παγκοσμίως οι Έλληνες, καθορίζοντας τις εξελίξεις εν μέσω πανδημίας στο κρίσιμο θέμα του εμβολιασμού, καθώς ηγούνται στις τέσσερις από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές-βιοτεχνολογικές εταιρείες του κόσμου.

Αναφέρεται, επίσης, στην πανδημία και στους νέους δρόμους που ανοίγει η τεχνολογία mRNA, στην ανάγκη για εκπαίδευση των επιστημόνων ώστε να αντιμετωπίζουν τόσο μεγάλες κρίσεις, ενώ παράλληλα κάνει λόγο για «θλιβερές και ανεύθυνες μετριότητες, που έχουν φτιάξει καριέρα και δημόσιο προφίλ από το τίποτα», βασιζόμενοι στα fake news και στη «γκρι επιστήμη» τα τελευταία δύο χρόνια.

Με το επενδυτικό «καπέλο» της συμμετοχής του στο venture capital BigPi, αλλά και ως ιδρυτής spinoff εταιρειών βιοτεχνολογίας όπως η Bionature, ο Αχιλλέας Γραβάνης αναφέρεται στην ανάγκη ο Έλληνας επιστήμονας ή επιχειρηματίας να ανακαλύψει ξανά αυτό που ήταν η δύναμή του τα προηγούμενα χρόνια, όταν ήταν κοσμοπολίτης έμπορος με «όχημα» την εξωστρέφεια. Αναλύει τις ευκαιρίες που «γεννούν» τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη στον τομέα της υγείας και επισημαίνει πού στρέφονται οι επενδύσεις στον χώρο της βιοτεχνολογίας, σε μια αγορά που η Ελλάδα οφείλει να είναι παρούσα.

Έχετε διατυπώσει την άποψη ότι η πανδημία μάλλον θα τεθεί υπό έλεγχο το 2022. Πού αποδίδετε αυτή σας την εκτίμηση και πόσο θα βοηθήσουν, εκτός από τα εμβόλια, οι νέες θεραπείες κατά της Covid-19;

Η επιστήμη όλο αυτό το διάστημα έχει κάνει το καθήκον της και μέσα σε μόλις έναν χρόνο έχει αναπτύξει τουλάχιστον επτά εμβόλια εξαιρετικά αποτελεσματικά, με προστασία που αγγίζει το 90% – 95% κατά της απώλειας ζωής και κατά της βαριάς νόσησης. Παράλληλα, έχουμε πλέον και αντιιικά φάρμακα, εξειδικευμένα κατά του κορωνοϊού. Αυτά τα δύο αλλάζουν πλήρως της εικόνα της πανδημίας. Αν νοσήσεις με μια μορφή γριπώδους νόσου στο σπίτι, όπως έχουμε συνηθίσει τα τελευταία 80 χρόνια, αυτό δεν αλλάζει ούτε τη ζωή ούτε την καθημερινότητά σου. Ευτυχώς διαθέτουμε πλέον τέσσερα αντιιικά φάρμακα, δύο που χορηγούνται από το στόμα και δύο που χορηγούνται ενδοφλέβια, στα πρώτα στάδια της λοίμωξης, που ελαττώνουν την ανάγκη νοσηλείας και τη βαριά νόσηση έως και 90%.

Ο ιός έχει βιολογικά και επιδημιολογικά χαρακτηριστικά που συνηγορούν στην παραμονή του. Οφείλουμε, λοιπόν, ως κοινωνία να προσαρμοστούμε στη συμβίωση μαζί του, ενεργητικά, με οργανωμένες παρεμβάσεις, και όχι με υστερίες και υπερβολές, που, δυστυχώς, κάποιοι διαχέουν στον δημόσιο διάλογο. Πρέπει, επίσης, να αλλάξουμε ό,τι χρειάζεται στο σύστημα υγείας, ώστε να προστατέψουμε τον ευάλωτο πληθυσμό και παράλληλα να προστατεύσουμε την ανθρώπινη δημιουργικότητα και παραγωγικότητα, δηλαδή την ποιότητα της ζωής μας. Δεν μπορούμε να μένουμε κλεισμένοι μέσα επ’ αόριστον, ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι. Οφείλουμε να προσαρμοστούμε και να ελαχιστοποιήσουμε τον κίνδυνο από τη λοιμώδη αυτή νόσο στους πληθυσμούς που κινδυνεύουν περισσότερο, ώστε να συνεχιστεί η ζωή φυσιολογικά. Είναι, επομένως, κεφαλαιώδες να προχωρήσει ο ευρύτερος εμβολιασμός των 300.000 πολιτών άνω των 60 ετών που δεν έχουν εμβολιστεί καθώς και άλλων περίπου 300.000 εμβολιασμένων που δεν έχουν κάνει την πολύ σημαντική 3η δόση που προστατεύει κατά 90% και από το στέλεχος Όμικρον. Επιπλέον, χρειάζεται καλύτερη οργάνωση και στελέχωση των υπηρεσιών υγείας, ιδιαίτερα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας μέσα στην κοινότητα.

Πώς μπορεί να γίνει πράξη ο επανασχεδιασμός της εκπαίδευσης των επιστημόνων και των επαγγελματιών υγείας, ώστε να είναι πιο έτοιμοι να  αντιμετωπίσουν μια κατάσταση τόσο σοβαρή όπως αυτή που βιώνουμε;

Οι επιστήμονες της γενιάς μου δεν είχαμε αντιμετωπίσει μια τόσο σοβαρή πρόκληση δημόσιας υγείας και είχαμε πρόβλημα να «επικοινωνήσουμε» αποτελεσματικά και κατανοητά την ίδια την επιστήμη μας στους πολίτες, ιδιαίτερα σε αυτούς δίχως πίστη στους θεσμούς της Πολιτείας. Χρειαζόμαστε εκπαίδευση σε αυτό το πεδίο: όλοι μας, εκπαιδευτικοί και επαγγελματίες υγείας. Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εξηγήσουμε στον ασθενή αυτό που τον απασχολεί και ποιες είναι οι λύσεις του. Να τον πείσουμε, να τον ετοιμάσουμε, να τον κάνουμε κοινωνό όλης αυτής της συλλογικής προσπάθειας. Παράλληλα έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα τεράστιο πρόβλημα το οποίο δεν αφορά μόνο στο θέμα της υγείας, αλλά και γενικότερα στην οικονομία και την κοινωνία, αυτό που ονομάζουμε «fake news». Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν χρησιμοποιηθεί σαν επικίνδυνο «όπλο» επιτηδευμένων οικονομικά και πολιτικά ατόμων και συλλογικοτήτων, διαταραγμένων και ανισόρροπων ανθρώπων που μας γυρίζουν στον Μεσαίωνα. Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον εύλογο φόβο, την αγωνία, χρησιμοποιούν την ατεκμηρίωτη, «γκρι επιστήμη», χρησιμοποιούν ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την επιστήμη αλλά περισσότερο με τις ιδεοληψίες και με συγκεκριμένες ακραίες πολιτικές συμπεριφορές, αποκομίζοντας τεράστιο οικονομικό και πολιτικό όφελος από την πανδημία. Αυτοί οι άνθρωποι, ειδικά κάποιοι «συνάδελφοι», θλιβερές και ανεύθυνες μετριότητες, έχουν φτιάξει καριέρα και δημόσιο προφίλ από το τίποτα μέσα στην πανδημία.

Πλέον αναπτύσσονται πολυδύναμα mRNA εμβόλια κατά διαφόρων λοιμωδών νόσων και θεραπευτικά mRNA εμβόλια κατά του καρκίνου.
Πλέον αναπτύσσονται πολυδύναμα mRNA εμβόλια κατά διαφόρων λοιμωδών νόσων και θεραπευτικά mRNA εμβόλια κατά του καρκίνου.

Μια άποψη που έχει διακινηθεί αρκετά και από επιστήμονες είναι ότι η μετάλλαξη Όμικρον ίσως αποτελέσει το τέλος της πανδημίας. Πώς «βλέπετε» αυτή την εκτίμηση;

Δεν έχω δει ακόμη πειστικά επιστημονικά δεδομένα για το τέλος της πανδημίας − περισσότερο εικασίες ακούω, αλλά βέβαια δεν είμαι ειδικός επιδημιολόγος. Ανησυχώ, όμως, για το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού στις αναπτυσσόμενες χώρες, εκεί που ξεπήδησαν τα επικίνδυνα νέα στελέχη του κορωνοϊού: το Δέλτα από την Ινδία, με 38% εμβολιασμένους, και τα Βήτα και Όμικρον από τη Νότιο Αφρική, με 30% εμβολιασμένους. Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο είναι η πολιτική και ηθική μας στάση απέναντι στον φτωχότερο κόσμο, τον οποίο οφείλουμε να εμβολιάσουμε πάραυτα.  Η εκτίμησή μου είναι ότι θα τα καταφέρουμε, γιατί έχουμε πλέον πολύ σημαντικά όπλα: Πρώτον, την επιστήμη, δεύτερον την εκπαίδευση και, τρίτον, διαθέσιμους οικονομικούς πόρους.

Έχει ειπωθεί ότι τα εμβόλια με την τεχνολογία mRNA ανοίγουν νέους ορίζοντες στην Ιατρική. Ποιοι είναι οι επόμενοι στόχοι;

Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να επισημάνω ότι η καινοτομία δεν είναι σε καμία περίπτωση θέμα τύχης. Έχει να κάνει με πολλά χρόνια επίπονης προσπάθειας, συνήθως βασικής έρευνας, με επιτυχίες και αποτυχίες, επένδυση οικονομικών πόρων και χρόνου. Τα mRNA εμβόλια, λοιπόν, ξεκίνησαν πριν από 20-25 χρόνια, οι επιστήμονες και οι εταιρείες κατέβαλαν τεράστιες προσπάθειες να τα μετατρέψουν σε εμβόλια-φάρμακα, καθώς το mRNA είναι ένα εξαιρετικά ασταθές μόριο, που μπορεί να αποδομηθεί σε δευτερόλεπτα. Γι’ αυτό η κοινωνία και η οικονομία πρέπει να επενδύουν στη βασική έρευνα, γιατί θα τη χρησιμοποιήσουν σε ανύποπτο μελλοντικό χρόνο για να λύσουν σημαντικά προβλήματα τους, όπως η σημερινή πανδημία. Η νέα γνώση παράγει λύσεις, πλούτο και θέσεις εργασίας. Ήδη αυτήν τη στιγμή αναπτύσσονται πολυδύναμα mRNA εμβόλια κατά διαφόρων λοιμωδών νόσων (δοκιμάζονται mRNA εμβόλια κατά των ιών HIV, EBV, γρίπης) και θεραπευτικά mRNA εμβόλια κατά του καρκίνου και των νευροεκφυλιστικών νόσων (δοκιμάζονται mRNA εμβόλια στο μελάνωμα, τον καρκίνο του μαστού, τη σκλήρυνση κατά πλάκας).

Στον τομέα της βιοτεχνολογίας, που λόγω της πανδημίας έγινε και ιδιαίτερα δημοφιλής, οι κορυφαίοι άνθρωποι, οι «πατριάρχες» του χώρου αυτού παγκοσμίως, είναι Έλληνες. H χώρα μας, ωστόσο, υπολείπεται σημαντικά της υπόλοιπης Ευρώπης στον τομέα αυτό. Πώς μπορούμε να μειώσουμε αυτό το «χάσμα»;

Πράγματι, στις τέσσερις από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές-βιοτεχνολογικές εταιρείες του κόσμου ηγούνται Έλληνες. Ο Έλληνας επιστήμονας ή επιχειρηματίας πρέπει να εστιάσει τις δραστηριότητές του στην παγκόσμια αγορά (η εγχώρια αγορά, ιδιαίτερα στον χώρο του φαρμάκου, είναι μικρή για μεγάλες και διατηρήσιμες επενδύσεις τεχνολογίας), να ανακαλύψει ξανά αυτό που ήταν η δύναμή του τα προηγούμενα χρόνια, όταν ήταν κοσμοπολίτης έμπορος με «όχημα» την εξωστρέφεια. Οφείλουμε να ανακαλύψουμε ξανά αυτόν τον τρόπο ζωής και λειτουργίας, και ο μόνος δρόμος που μπορούμε να το πετύχουμε είναι η εκπαίδευση. Xρειάζεται αλλαγή παιδείας σε όλες τις βαθμίδες. Απαιτείται αξιοκρατία παντού, κάτι για το οποίο δεν είναι έτοιμη η κοινωνία μας, που έχει εκμαυλιστεί από τον λαϊκισμό της ευκολίας, της ήσσονος προσπάθειας και του βολέματος. Είναι αναγκαία δε η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο υπάρχει στη χώρα, αλλά φεύγει· υπάρχει στο εξωτερικό, αλλά αγνοείται. Το Ισραήλ είναι ένα καλό παράδειγμα που μπορούμε να ακολουθήσουμε. Τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά μας κέντρα και τα σχολεία μας πρέπει να «αναπνέουν» στον διεθνή χώρο, με συνεργασίες, κοινά προγράμματα σπουδών, κοινά προγράμματα έρευνας.

Χρειάζεται αλλαγή παιδείας σε όλες τις βαθμίδες και αξιοκρατια. Είναι αναγκαία επίσης η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο υπάρχει στη χώρα αλλά φεύγει, υπάρχει στο εξωτερικό αλλά αγνοείται.

Ως το 2030 αναμένεται το 30% της παγκόσμιας δαπάνης να διατίθεται σε βιολογικά φάρμακα. Σε ποιους τομείς απαιτούνται επενδύσεις, ώστε η Ελλάδα να μπει στον «χάρτη» των βιολογικών παραγόντων;

Για να συμμετέχει η Ελλάδα σε αυτόν τον νέο κόσμο, σε αυτήν τη νέα οικονομία, χρειάζονται σοβαρές και διαχρονικές επενδύσεις σε υποδομές αιχμής, στα πανεπιστήμια, στα ερευνητικά κέντρα από την Πολιτεία, αλλά και από τον ιδιωτικό τομέα.

«Βλέπουμε» την εγχώρια φαρμακευτική βιομηχανία να δραστηριοποιείται, όπως για παράδειγμα η εταιρεία ΕΛΠΕΝ, που ετοιμάζει ένα διεθνών προδιαγραφών ερευνητικό πάρκο στην Παιανία, με στόχο να προσελκύσει κορυφαίους ερευνητές βιοεπιστήμονες, η εταιρεία Demo, η οποία ανακοίνωσε μεγάλη επένδυση τα επόμενα χρόνια, η εταιρεία TheraCell, σε συνεργασία με την αμερικανοϊσραηλινή Orgenesis στις νέες γονιδιακές, κυτταρικές, αναγεννητικές θεραπείες, με στόχο η Ελλάδα να γίνει κέντρο ανάπτυξης και παραγωγής συνθετικών και βιολογικών, κυτταρικών φαρμάκων, επιπρόσθετα των επιτυχημένων διεθνώς ελληνικών γενοσήμων φαρμάκων με εξαγωγές περίπου 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Επίσης, υπάρχει κινητικότητα στον χώρο των venture capitals όπως το BigPi, στο οποίο συμμετέχω, για επενδύσεις σε health science. Και, βέβαια, η πρόσφατη μεγαλή επένδυση της Pfizer στη Θεσσαλονίκη. Μπορούν να ακολουθήσουν και άλλες διεθνείς εταιρείες με έντονο το ελληνικό στοιχείο, όπως οι Biogen, Regeneron, AstraZeneca. Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω ως το πιο θετικό είναι ότι με εκπλήσσει η αντίδραση που έχουμε  ως χώρα μετά απ’ αυτήν τη οικονομική και υγειονομική λαίλαπα των τελευταίων χρόνων. Η αλλαγή της παραγωγικής βάσης της χώρας έχει αρχίσει και ελπίζω να συνεχιστεί.

Είναι ελπιδοφόρο ότι στον χώρο της οικονομίας και επιχειρηματικότητας της υγείας κάποιοι «φωτισμένοι» έχουν αντιληφθεί την αναγκαιότητα αλλαγής νοοτροπίας για την επιβίωση του στον διεθνή ανταγωνισμό.

Η εξατομίκευση είναι βασικό χαρακτηριστικό της εξέλιξης της τεχνολογίας. Μπορούμε να δούμε άμεσα, μέσω της βιοτεχνολογίας, και εξατομίκευση των θεραπειών, ανάλογα με τα βιολογικά χαρακτηριστικά των ασθενών;

Αυτό είναι το μέλλον των θεραπειών. Η γενωμική ανάλυση προσδίδει τεράστιες δυνατότητες στην ανάπτυξη νέων θεραπειών, στην πρόληψη, στη διατροφή, στον τρόπο ζωής. Στη φαρμακοβιομηχανία έχουμε διαπιστώσει πλέον ότι ελάχιστα είναι τα one-size φάρμακα. Υπάρχουν φάρμακα που είναι αποτελεσματικά σε ορισμένους πληθυσμούς και παράλληλα δεν δρουν αποτελεσματικά ή έχουν τοξικότητα σε κάποιους άλλους. Το κόστος των αποζημιώσεων  των one size προβληματικών φαρμάκων για τη φαρμακοβιομηχανία είναι τεράστιο  και μπορεί να κλείσει μια εταιρεία. Οι ίδιες οι φαρμακευτικές εταιρείες είναι οι επενδυτές σε γενωμική ανάλυση, γιατί θα τους δώσει τη δυνατότητα να παραγάγουν αποτελεσματικά φάρμακα στοχευμένα για συγκεκριμένους πληθυσμούς, και να ελαχιστοποιήσουν τις τοξικές δράσεις, που είναι ένα τεράστιο πρόβλημα. Η ανάλυση του γονιδιώματος μεγάλων πληθυσμών με προβλήματα μας δίνει δύο «όπλα», τα οποία  δεν είχαμε τα προηγούμενα χρόνια: να έχουμε το γενετικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο αναπτύσσουμε εξειδικευμένα φάρμακα, καθώς και βιοδείκτες, ώστε να μπορούμε να παρακολουθήσουμε την αποτελεσματικότητα και την τοξικότητά τους.

Who is who: Ο Αχιλλέας Γραβάνης είναι καθηγητής Φαρμακολογίας, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας & Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ. Διετέλεσε μέλος της Επιτροπής Προγράμματος Βιοϊατρικής Έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέλος του Συμβουλίου της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΔΙΠ) και πρόεδρος του Τομεακού Επιστημονικού Συμβουλίου Βιοεπιστημών του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας & Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ). Επίσης, διετέλεσε εκλεγμένο μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας & Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ). Είναι ακόμη, συνεργαζόμενος καθηγητής Έρευνας στο Κέντρο Ανάπτυξης Φαρμάκων του Πανεπιστήμιου Northeastern της Βοστώνης, συνιδρυτής και επιστημονικός συνεργάτης των spinoff εταιριών βιοτεχνολογίας και συνεργαζόμενος κύριος ερευνητής της εταιρείας βιοτεχνολογίας Emulate του Harvard University. Έχει δημοσιεύσει 155 ερευνητικές εργασίες στο Pubmed (h-index: 50).

Η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να επηρεάσει τον τομέα της υγείας ριζικά. Πώς βλέπετε τις επενδύσεις σε health tech εταιρείες;

Στο BigPi έχουμε επενδύσει σε αρκετές εταιρείες του χώρου αυτού. Οι βασικές υποδομές τους αφορούν στο ανθρώπινο κεφάλαιο, και όχι τόσο σε υλικοτεχνικές επενδύσεις. Άλλωστε, η μεγαλύτερη αξία τα επόμενα χρόνια θα είναι τα δεδομένα. Αν έχεις π.χ. δεδομένα για το πώς συμπεριφέρεται ο Έλληνας και ποιες επιρροές έχει αυτό διατροφικά σε πολλά νοσήματα, μπορείς να σχεδιάσεις είτε πολιτικές πρωτοβάθμιας υγείας είτε θεραπευτικές παρεμβάσεις που θα είναι πιο αποτελεσματικές. Το μέλλον, λοιπόν, είναι τα Big Data και το Deep Learning, δεδομένα τα οποία θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σαν πλατφόρμα, για να αναπτύξουμε, να επιλέξουμε νέες εξατομικευμένες θεραπείες, να σχεδιάσουμε παρεμβάσεις στη δημόσια υγεία μέσα από την πρόληψη, τη διατροφή και τον τρόπο ζωής μας.

Είστε venture partner στο BigPi VC και παράλληλα συνιδρυτής της spinoff εταιρείας βιοτεχνολογίας Bionature. Τι ρόλο παίζει στη ζωή σας η επιχειρηματικότητα και πώς μπορούμε να τη στηρίξουμε ακόμη περισσότερο;

Ξεκινήσαμε την Bionature ως spinoff εταιρεία του Πανεπιστημίου Κρήτης στον πολύ ανταγωνιστικό χώρο της ανάπτυξης νέων θεραπειών και πρωτότυπων φαρμάκων για τις νευροεκφυλιστικές νόσους: μικρά συνθετικά μόρια, αλλά πρόσφατα και νευρικά βλαστικά κύτταρα. Αντιμετωπίσαμε αρκετά προβλήματα, αλλά με πολλή προσπάθεια  συνεχίζουμε. Η προσπάθεια αυτή μας έδωσε σημαντικές εμπειρίες, που τώρα προσπαθούμε να ενσωματώσουμε στις επενδύσεις του BigPi, σε συνεργασία με πολύ καταρτισμένους συνεργάτες στον χώρο των επιχειρήσεων: επενδύσαμε συνολικά σε 23 εταιρείες τεχνολογίας, οκτώ από τις οποίες σε έμμεση η άμεση σχέση με τις επιστήμες ζωής και υγείας. Η υπερτριακονταετής ακαδημαϊκή μου διαδρομή σε τρεις χώρες συμπληρώνεται με την προσπάθειά μου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, στον χώρο της φαρμακευτικής-βιοτεχνολογικής επιχειρηματικότητας. Εμπνεύστηκα από τους καθηγητές μου σε Γαλλία και Αμερική, και το προσπαθώ και στον τόπο μου, εκπαιδεύοντας τους νέους συνεργάτες μου, τους φοιτητές μου, οι οποίοι συνεχίζουν την προσπάθεια. Οι επενδυτές γνωρίζουν ότι η χώρα μας διαθέτει αξιόλογο, διεθνώς ανταγωνιστικό επιστημονικό προσωπικό, σε ανταγωνιστικά μισθολογικά επίπεδα. Η πολιτική σταθερότητα, η πρόσφατη προσπάθεια για ένα σύγχρονο νομικό, θεσμικό και φορολογικό  πλαίσιο, που θα ευνοεί τις επενδύσεις και βέβαια τα πολύ αξιόλογα στελέχη στην Ελλάδα, δημιουργούν συνθήκες εμπιστοσύνης για την είσοδό τους στη χώρα. Η Ελλάδα είναι σταυροδρόμι οικονομικό, πολιτισμικό, εμπορικό, και μπορεί να αναδειχθεί σε «κόμβο» τεχνολογίας, καινοτομίας και επιχειρηματικότητας έντασης γνώσης. Η διεθνής φαρμακοβιομηχανία επενδύει στο outsourcing το ετήσιο ποσό των 70 δισ. δολαρίων, και η Ελλάδα με την ακαδημαϊκή και επιχειρηματική της κοινότητα οφείλει να είναι παρούσα σε αυτή την τεράστια επενδυτική ευκαιρία.

Έχετε δημοσιεύσει πάνω από 155 ερευνητικές εργασίες και ακολουθείτε μια σημαντική καριέρα σε Ελλάδα και ΗΠΑ. Πώς θα περιγράφατε ευρύτερα τη δική σας επιστημονική αποστολή;

Στα 33 χρόνια ακαδημαϊκής μου διαδρομής συνέβαλα στην εκπαίδευση πολλών χιλιάδων νέων γιατρών και επιστημόνων-ερευνητών. Οι μεταπτυχιακοί μου φοιτητές, μετά τη διατριβή τους στο εργαστήριό μας, συνέχισαν σε κορυφαίες ιατρικές σχολές και πανεπιστήμια του κόσμου (Harvard, NIH, Oxford, MIT, UPenn, Karolinska, Imperial, Yale, Cambridge). Νιώθω πολύ υπερήφανος γι’ αυτά τα παιδιά και μια αίσθηση δανεικής  καταξίωσης από τις επιτυχίες τους. Οι περισσότεροι από τους πρώην μεταπτυχιακούς φοιτητές μου είναι πλέον καθηγητές και ερευνητές σε πανεπιστήμια ή στελέχη σε εταιρείες βιοτεχνολογίας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το γεγονός ότι όλα αυτά τα πετύχαμε στην Κρήτη, που όταν ήρθα δεν είχε καμία απολύτως ακαδημαϊκή και ερευνητική υποδομή και παράδοση, με κάνει να νιώθω ακόμη μεγαλύτερη ικανοποίηση. Με τους συνεργάτες μου δημοσιεύσαμε στα κορυφαία διεθνή επιστημονικά περιοδικά  και συνεργαστήκαμε με πολύ σημαντικούς επιστήμονες εντός και εκτός Ελλάδος. Αφήνουμε πλέον στην Κρήτη μια σημαντική υποδομή και παράδοση στον χώρο της Φαρμακολογίας.

Η ομάδα σας πλέον επικεντρώνεται στην τεχνολογία «brain on a chip». Πού ακριβώς εστιάζετε;

Η ερευνητική μας ομάδα αναπτύσσει νέες συνθετικές χημικές ενώσεις σε συνεργασία με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών στην Αθήνα, αγωνιστές των υποδοχέων των νευροτροφινών, με νευροπροστατευτικές και νευροαναγεννητικες ιδιότητες και πιθανές εφαρμογές στη θεραπευτική αντιμετώπιση των νευροεκφυλιστικών ασθενειών. Επιπρόσθετα, επικεντρώνεται σε τεχνολογίες τρισδιάστατων ικριωμάτων που φιλοξενούν νευρικά βλαστικά κύτταρα (brain on-a-chip) για την ανάπτυξη νευροεμφυτευμάτων για τη θεραπευτική των τραυματικών βλαβών του νωτιαίου μυελού και την αναστροφή της συνεπαγόμενης παράλυσης. Οι τεχνολογίες αιχμής που χρησιμοποιούμε για την ανάπτυξη των νέων θεραπευτικών αυτών μέσων κατά των νευροεκφυλιστικών νόσων είναι πρωτότυπες και διεθνώς ανταγωνιστικές. Έχουμε πετύχει ήδη σημαντικές ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις κυρίως από την Αμερική, αλλά και από την Ευρώπη, για την προσπάθεια μεταφοράς της γνώσης αυτής στην κλινική πρακτική. Κινητήρια δύναμή μας είναι η πιθανότητα να βοηθήσουμε τους ασθενείς με αυτά τα επικίνδυνα νοσήματα. Αν το καταφέρουμε, νιώθω ότι θα είναι η κορυφαία καταξίωση της ακαδημαϊκής διαδρομής μας στον χώρο της Ιατρικής.

Πού στρέφονται πλέον οι επενδύσεις στη βιοτεχνολογία;

Στη χώρα μας, η μία κατεύθυνση είναι στην υπάρχουσα επιτυχή εμπειρία, την οποία δεν έχουμε εκμεταλλευθεί πλήρως. Η άλλη κατεύθυνση είναι η ανάπτυξη state-of-the-art και disruptive τεχνολογίας, που δεν την έχει κανένας διεθνώς και αλλάζει την αγορά.

Στην πρώτη κατηγορία έχουμε έναν πρωτογενή τομέα με πλούσια χλωρίδα, στον οποίο έχουν ήδη γίνει πολλές επιτυχείς επενδύσεις στα φυσικά προϊόντα. Παράλληλα με την αγροτική μας βιομηχανία, πρέπει να επενδύσουμε σε αυτό που ονομάζεται nutraceuticals, δηλαδή προϊόντα και συμπεριφορές διατροφής που αλλάζουν τον τρόπο λειτουργίας του οργανισμού, προλαμβάνουν ή και θεραπεύουν νόσους. Επίσης έχουμε διεθνώς επιτυχείς δραστηριότητες στον χώρο των νέων μορφών χορήγησης φαρμάκων (formulations) και βέβαια στην παραγωγή επιτυχημένων διεθνώς γενοσήμων φαρμάκων. Έχουμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε με τη συνεργασία της φαρμακευτικής βιομηχανίας και των ακαδημαϊκών και ερευνητικών ιδρυμάτων στη διερεύνηση και την ανάπτυξη νέων θεραπευτικών ενδείξεων γνωστών, ήδη υπαρχόντων φαρμάκων (drug repurposing, repotitioning).
Στη δεύτερη κατηγορία είναι η Βιοπληροφορική, η οποία στην Ιατρική και τη Βιοτεχνολογία είναι κορυφαίο «εργαλείο» για την ανάλυση δεδομένων της γενωμικής, τον υπολογιστικό σχεδιασμό νέων φαρμάκων και θεραπειών, αλλά και διαγνωστικών, την εξομοίωση της λειτουργίας των ανθρωπίνων οργάνων και ιστών και την εφαρμογή τους στην αναγεννητική ιατρική.

Είναι ανάγκη να μάθουμε να σκεφτόμαστε τολμηρά στην Ελλάδα στον χώρο των life sciences. Τα τελευταία χρόνια άλλαξε τελείως ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσουμε θεραπείες και διαγνωστικά. Έχουμε τις νέες τεχνολογίες των υλικών, της εμβιομηχανικής των ιστών, τη μοριακή βιολογία και γενετική, την βιοπληροφορική για νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες που αντέχουν τον διεθνή ανταγωνισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα αυτά θα τα αναπτύξουμε μόνοι μας, αλλά θα δημιουργήσουμε ανταγωνιστική τεχνογνωσία και προϊόντα, ώστε να αναζητήσουμε συνέργειες με τη διεθνή φαρμακευτική και βιοτεχνολογική βιομηχανία. Άρα, πρέπει να μάθουμε και στον εξαιρετικά ανταγωνιστικό χώρο των life sciences, να σκεφτόμαστε φιλόδοξα και με εξωστρέφεια.

BY THE NUMBERS

FACTS

  • Η διεθνής φαρμακοβιομηχανία επενδύει ετησίως στο outsourcing το ποσό των 70 δισ. δολαρίων.
  • Η επιστήμη σε μόλις έναν χρόνο έχει αναπτύξει τουλάχιστον επτά εμβόλια εξαιρετικά αποτελεσματικά, με προστασία που αγγίζει το 90% – 95% κατά της απώλειας ζωής και κατά της βαριάς νόσησης.
  • 300.000 πολίτες άνω των 60 ετών δεν έχουν ακόμη εμβολιστεί.

WHO IS WHO

Ο Αχιλλέας Γραβάνης είναι καθηγητής Φαρμακολογίας, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας & Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ. Διετέλεσε μέλος της Επιτροπής Προγράμματος Βιοϊατρικής Έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέλος του Συμβουλίου της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΔΙΠ) και πρόεδρος του Τομεακού Επιστημονικού Συμβουλίου Βιοεπιστημών του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας & Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ). Επίσης, διετέλεσε εκλεγμένο μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας & Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ). Είναι ακόμη, συνεργαζόμενος καθηγητής Έρευνας στο Κέντρο Ανάπτυξης Φαρμάκων του Πανεπιστήμιου Northeastern της Βοστώνης, συνιδρυτής και επιστημονικός συνεργάτης των spinoff εταιριών βιοτεχνολογίας και συνεργαζόμενος κύριος ερευνητής της εταιρείας βιοτεχνολογίας Emulate του Harvard University. Έχει δημοσιεύσει 155 ερευνητικές εργασίες στο Pubmed (h-index: 50)

*Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο νέο Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα

**Φωτογραφίες: Προσωπικό αρχείο