ΠΟΥ για ευλογιά των πιθήκων: Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο ιός έχει μεταλλαχθεί – Η επιδημία μπορεί να ελεγχθεί

ΠΟΥ για ευλογιά των πιθήκων: Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο ιός έχει μεταλλαχθεί – Η επιδημία μπορεί να ελεγχθεί
Photo: pixabay.com
Οι επιστήμονες προσπαθούν να καταλάβουν την προέλευση των κρουσμάτων και αν έχει αλλάξει κάτι στον ιό της ευλογιάς των πιθήκων.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν διαθέτει αποδείξεις ότι ο ιός της ευλογιάς των πιθήκων έχει μεταλλαχθεί, δήλωσε σήμερα ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του ΠΟΥ, επισημαίνοντας ότι αυτή η μολυσματική νόσος που είναι ενδημική στη δυτική και κεντρική Αφρική έχει την τάση να μην αλλάζει.

Η Ρόζαμουντ Λιούις, η επικεφαλής της γραμματείας ευλογιάς, που αποτελεί τμήμα του Προγράμματος Επειγουσών Καταστάσεων του ΠΟΥ, είπε κατά την ενημέρωση των δημοσιογράφων ότι οι μεταλλάξεις είναι συνήθως λιγότερες με αυτόν τον ιό. Η αλληλούχιση του γονιδιώματός του ωστόσο θα βοηθήσει τις υγειονομικές αρχές να κατανοήσουν το ξέσπασμα αυτό.

Σύμφωνα με τη Μαρία βαν Κέρκοβ, την επικεφαλής του τμήματος αναδυόμενων ασθενειών και ζωονόσων, τα περισσότερα από 100 ύποπτα και επιβεβαιωμένα κρούσματα που έχουν εντοπιστεί στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική δεν είναι σοβαρά. «Πρόκειται για μια κατάσταση που μπορεί να ελεγχθεί, ιδίως στις χώρες όπου παρατηρούμε να εξαπλώνεται η επιδημία στην Ευρώπη», τόνισε, εξηγώντας ότι η μετάδοση του ιού «μπορεί να σταματήσει» στις χώρες όπου δεν είναι ενδημικός.

Οι επιστήμονες προσπαθούν να καταλάβουν την προέλευση των κρουσμάτων και αν έχει αλλάξει κάτι στον ιό της ευλογιάς των πιθήκων.

Το ΕCDC συνιστά στις χώρες να επικεντρωθούν στον έγκαιρο εντοπισμό, τη διαχείριση, τον εντοπισμό επαφών και την αναφορά νέων κρουσμάτων ευλογιάς των πιθήκων

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) συνιστά στις χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ να επικεντρωθούν στον έγκαιρο εντοπισμό, τη διαχείριση, τον εντοπισμό επαφών και την αναφορά νέων κρουσμάτων ευλογιάς των πιθήκων. Οι χώρες θα πρέπει επίσης να ενημερώσουν τους μηχανισμούς ανίχνευσης των επαφών τους, τη διαγνωστική ικανότητα για τους ιούς orthopox και να επανεξετάσουν τη διαθεσιμότητα εμβολίων κατά της ευλογιάς, αντιικών και ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού για επαγγελματίες υγείας.

Τα μολυσμένα άτομα θα πρέπει να παραμένουν απομονωμένα έως ότου πέσουν οι κρούστες και θα πρέπει ιδιαίτερα να αποφεύγουν τη στενή επαφή με άτομα με ανοσοκαταστολή και κατοικίδια ζώα. Η αποχή από τη σεξουαλική δραστηριότητα και η στενή σωματική επαφή συνιστάται επίσης μέχρι να επουλωθεί το εξάνθημα. Οι περισσότερες περιπτώσεις μπορούν να παραμείνουν στο σπίτι με υποστηρικτική φροντίδα.

Οι στενές επαφές των περιπτώσεων ευλογιάς των πιθήκων θα πρέπει να παρακολουθούν από μόνες τους την ανάπτυξη συμπτωμάτων για 21 ημέρες μετά την τελευταία έκθεση. Το ECDC θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και θα επικαιροποιεί την εκτίμηση κινδύνου καθώς θα είναι διαθέσιμα νέα δεδομένα και πληροφορίες.

Μεταξύ 15 και 23 Μαΐου έχουν αναφερθεί συνολικά 85 κρούσματα ευλογιάς των πιθήκων σε οκτώ κράτη μέλη της ΕΕ (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία). Η μετάδοση μπορεί να συμβεί μέσω της στενής επαφής του βλεννογόνου ή του μη ανέπαφου δέρματος με μολυσματικό υλικό από τις βλάβες ή μέσω μεγάλων αναπνευστικών σταγονιδίων κατά τη διάρκεια παρατεταμένης επαφής πρόσωπο με πρόσωπο.

«Οι περισσότερες από τις τρέχουσες περιπτώσεις έχουν εμφανιστεί με ήπια συμπτώματα και για τον ευρύτερο πληθυσμό, η πιθανότητα εξάπλωσης είναι πολύ χαμηλή», δήλωσε η διευθύντρια του ECDC, ‘Αντρεα Αμόν.

«Ωστόσο, η πιθανότητα περαιτέρω εξάπλωσης του ιού μέσω της στενής επαφής, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια σεξουαλικών δραστηριοτήτων μεταξύ ατόμων με πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, θεωρείται υψηλή», συμπλήρωσε.

Ο ιός της ευλογιάς των πιθήκων μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια σε ορισμένες ομάδες πληθυσμού, όπως τα παιδιά μικρής ηλικίας, οι έγκυες, και ανοσοκατασταλμένα άτομα. Απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για την ακριβή εκτίμηση του επιπέδου νοσηρότητας και θνητότητας.

Εάν συμβεί μετάδοση από άνθρωπο σε ζώο και ο ιός εξαπλωθεί σε πληθυσμό ζώων, υπάρχει κίνδυνος η ασθένεια να γίνει ενδημική στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, πρέπει να υπάρχει στενή διατομεακή συνεργασία μεταξύ των αρχών δημόσιας υγείας του ανθρώπου και των κτηνιατρικών αρχών για τη διαχείριση των εκτεθειμένων κατοικίδιων ζώων και την πρόληψη της μετάδοσης της νόσου στην άγρια ζωή.