Τα «μυστικά» πίσω από την εκρηκτική ανατίμηση στο ρούβλι – Πόσο υγιής είναι η ρωσική οικονομία;
- 23/06/2022, 11:11
- SHARE
Την Τετάρτη 22 Ιουνίου, το ρωσικό ρούβλι σημείωσε αύξηση 1,3%, φτάνοντας στα υψηλότερα επίπεδά του από τον Μάιο του 2015. Πιο συγκεκριμένα, ένα δολάριο ισοδυναμεί, πλέον, με 52,3 ρούβλια. Υπενθυμίζεται πως όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία η ισοτιμία ανά δολάριο διαμορφωνόταν στα 139 ρούβλια. Η άνοδος του ρωσικού νομίσματος τους επόμενους μήνες έδωσε επιχειρήματα στο Κρεμλίνο ως προς το ότι οι δυτικές κυρώσεις δεν λειτουργούν.
«Το σχέδιό τους ήταν ξεκάθαρο: συντρίψτε τη ρωσική οικονομία, είπε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν την περασμένη εβδομάδα κατά τη διάρκεια του ετήσιου Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης. «Δεν τα κατάφεραν. Προφανώς, αυτό δεν συνέβη».
Στα τέλη Φεβρουαρίου, μετά την αρχική πτώση του ρουβλίου και τέσσερις ημέρες μετά την έναρξη της εισβολής της στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, η Ρωσία υπερδιπλασίασε το βασικό επιτόκιο της χώρας στο δυσθεώρητο 20% από 9,5% που ήταν πριν. Από τότε, η αξία του ρουβλίου έχει βελτιωθεί σε σημείο τέτοιο που η κεντρική τράπεζα μείωσε το επιτόκιο τρεις φορές, για να φτάσει στο 11% στα τέλη Μαΐου.
Μάλιστα, το ρούβλι έχει γίνει τόσο ισχυρό που η κεντρική τράπεζα λαμβάνει μέτρα για να το αποδυναμώσει, φοβούμενη ότι οι εξαγωγές της θα γίνουν λιγότερο ανταγωνιστικές.
Οι λόγοι της ανόδου
Αλλά τι πραγματικά κρύβεται πίσω από την άνοδο του ρωσικού νομίσματος και μπορεί να διατηρηθεί; Η Ρωσία σημειώνει ρεκόρ εσόδων από πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Οι λόγοι είναι οι εντυπωσιακά υψηλές τιμές στην Ενέργεια, τα capital controls και οι κυρώσεις αυτές καθαυτές.
Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου. Ο κύριος πελάτης του; Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αγοράζει ρωσική ενέργεια αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων ανά εβδομάδα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να την τιμωρήσει.
Αυτό τη φέρνει σε δύσκολη θέση: έχει στείλει τώρα εκθετικά περισσότερα χρήματα στη Ρωσία σε αγορές πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα από ό,τι έστειλε βοήθεια στην Ουκρανία. Έτσι, με τις τιμές του αργού Brent κατά 60% υψηλότερες από ό,τι ήταν πέρυσι, παρόλο που πολλές δυτικές χώρες έχουν περιορίσει τις αγορές πετρελαίου από τη Ρωσία, η Μόσχα εξακολουθεί να σημειώνει κέρδη ρεκόρ.
Σύμφωνα με το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα, έναν ερευνητικό οργανισμό με έδρα τη Φινλανδία, τις πρώτες 100 ημέρες του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, η Ρωσική Ομοσπονδία άντλησε έσοδα 98 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων. Περισσότερα από τα μισά από αυτά τα κέρδη προέρχονταν από την ΕΕ, περίπου 60 δισεκατομμύρια δολάρια.
Και ενώ πολλές χώρες της ΕΕ σκοπεύουν να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις ρωσικές εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων, αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει χρόνια – το 2020, το μπλοκ στηρίχθηκε στη Ρωσία για το 41% των εισαγωγών φυσικού αερίου και το 36% των εισαγωγών πετρελαίου, σύμφωνα με τη Eurostat.
Εν προκειμένω αξίζει να σημειωθεί πως η ΕΕ ενέκρινε ένα πακέτο κυρώσεων τον Μάιο που απαγόρευε εν μέρει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά προβλέπονταν σημαντικές εξαιρέσεις για τις παραδόσεις μέσω αγωγών, καθώς χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβενία δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές πετρελαίου.
«Αυτή η συναλλαγματική ισοτιμία που βλέπετε για το ρούβλι υπάρχει επειδή η Ρωσία έχει πλεονάσματα ρεκόρ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, δήλωσε στο CNBC ο Max Hess, συνεργάτης στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Εξωτερικής Πολιτικής. Αυτά τα έσοδα είναι κυρίως σε δολάρια και ευρώ, τα οποία εισέρχονται στη χώρα μέσω ενός πολύπλοκου μηχανισμού που τα μετατρέπει σε ρούβλια.
«Αν και η Ρωσία μπορεί να πουλά ελαφρώς λιγότερα ενεργειακά προϊόντα στη Δύση αυτήν τη στιγμή, πουλά σε πολύ υψηλές τιμές. Αυτό εξασφαλίζει μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών».
Σύμφωνα με τη ρωσική κεντρική τράπεζα, το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Ρωσίας από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του τρέχοντος έτους ήταν λίγο πάνω από 110 δισεκατομμύρια δολάρια – 3,5 φορές μεγαλύτερο έναντι της αντίστοιχης περσινής περιόδου.
Capital controls
Οι έλεγχοι κεφαλαίων έχουν παίξει μεγάλο ρόλο, συν το γεγονός ότι η Ρωσία δεν μπορεί να εισάγει τόσο πολλά λόγω των κυρώσεων, κάτι που σημαίνει ότι ξοδεύει λιγότερα. «Οι αρχές εφάρμοσαν αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίων μόλις επιβλήθηκαν οι κυρώσεις», δήλωσε ο Nick Stadtmiller, διευθυντής στρατηγικής για τις αναδυόμενες αγορές στη Medley Global Advisors στη Νέα Υόρκη. «Το αποτέλεσμα είναι ότι εισρέουν χρήματα από τις εξαγωγές ενώ υπάρχουν σχετικά λίγες εκροές κεφαλαίων. Το καθαρό αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ένα ισχυρότερο ρούβλι».
Η Ρωσία έχει πλέον χαλαρώσει ορισμένους από τους ελέγχους κεφαλαίων της και μείωσε τα επιτόκιά της σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει το νόμισμά της, καθώς ένα ισχυρό ρούβλι μπορεί να τη βλάψει.
Ισοτιμία Ποτέμκιν
Επειδή η Ρωσία είναι πλέον αποκομμένη από το διεθνές τραπεζικό σύστημα SWIFT και έχει αποκλειστεί από τις διεθνείς συναλλαγές σε δολάρια και ευρώ, έχει αφεθεί ουσιαστικά στις συναλλαγές με τον εαυτό της, λέει ο Hess. Αυτό σημαίνει ότι ενώ έχει τεράστιο όγκο συναλλαγματικών αποθεμάτων που ενισχύουν το νόμισμά της στο εσωτερικό, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτά τα αποθέματα για να εξυπηρετήσει τις εισαγωγικές της ανάγκες.
Η συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλίου «είναι πραγματικά μια ισοτιμία Ποτέμκιν, επειδή η αποστολή χρημάτων από τη Ρωσία στο εξωτερικό είναι αδύνατη. Στην πολιτική και την οικονομία, ο Ποτέμκιν αναφέρεται σε ψεύτικα χωριά που υποτίθεται ότι χτίστηκαν για να προσφέρουν μια ψευδαίσθηση ευημερίας στη Ρωσίδα αυτοκράτειρα Αικατερίνη τη Μεγάλη.
«Λοιπόν, ναι, το ρούβλι στα χαρτιά είναι αρκετά ισχυρότερο, αλλά αυτό είναι το αποτέλεσμα της κατάρρευσης των εισαγωγών, και ποιο είναι το νόημα της δημιουργίας συναλλαγματικών αποθεμάτων, χωρίς δυνατότητα εισαγωγών προϊόντων από το εξωτερικό που χρειάζεται μια οικονομία. Ακόμη λοιπόν και αν το ρούβλι έχει υψηλή αξία, αυτό θα έχει καταστροφικό αντίκτυπο στην οικονομία και στην ποιότητα ζωής» ανέφερε ο Hess.
Kαι φυσικά, το ισχυρό ρούβλι δεν καθιστά τη Ρωσία ισχυρή. «Η ισχύς του ρουβλίου συνδέεται με ένα πλεόνασμα στο συνολικό ισοζύγιο πληρωμών, το οποίο οφείλεται πολύ περισσότερο σε εξωγενείς παράγοντες που συνδέονται με κυρώσεις, τιμές εμπορευμάτων και μέτρα πολιτικής, και όχι με μακροπρόθεσμες υποκείμενες μακροοικονομικές τάσεις και θεμελιώδη μεγέθη», δήλωσε ο Θέμος Φιωτάκης, επικεφαλής FX στην Barclays.
Το υπουργείο Οικονομίας της Ρωσίας δήλωσε στα μέσα Μαΐου ότι αναμένει πως η ανεργία θα φτάσει σχεδόν το 7% φέτος και ότι δεν υα υποχωρήσει ως το 2025.
Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, χιλιάδες διεθνείς εταιρείες έχουν αποχωρήσει από τη Ρωσία, αφήνοντας στο πέρασμά τους τεράστιους αριθμούς ανέργων. Οι ξένες επενδύσεις έχουν δεχθεί τεράστιο πλήγμα και οι φτωχοί σχεδόν διπλασιάστηκαν μόνο τις πρώτες πέντε εβδομάδες του πολέμου, σύμφωνα με την ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία της Ρωσίας Rosstat.
«Το ρωσικό ρούβλι δεν είναι πλέον δείκτης για την υγεία της οικονομίας», είπε ο Hess. «Ακόμη και η ίδια η ρωσική στατιστική υπηρεσία, διαβόητη για το μασάζ αριθμών για την επίτευξη των στόχων του Κρεμλίνου, αναγνώρισε ότι ο αριθμός των Ρώσων που ζουν στη φτώχεια αυξήθηκε από 12 [εκατομμύρια] σε 21 εκατομμύρια ανθρώπους το πρώτο τρίμηνο του 2022».
Όσο για το αν μπορεί να διατηρηθεί η ισχύς του ρουβλίου, ο Φιωτάκης είπε: «Είναι αβέβαιο και εξαρτάται από το πώς θα εξελιχθεί η γεωπολιτική και θα προσαρμοστεί η πολιτική».