Τέλος στην «αναρχία» του πρωτογενούς τομέα

Τέλος στην «αναρχία» του πρωτογενούς τομέα

Η συμβολαιακή γεωργία φιλοδοξεί να αλλάξει για πάντα τους όρους στον αγροτοδιατροφικό τομέα.

Του  Απόστολου Μαγγηριάδη

Ο Γιώργος Χατζησταύρου ασχολείται με τις γεωργικές εργασίες από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Ο 47χρονος αγρότης ζει στην Αλεξάνδρεια της Ημαθίας, μια μικρή πόλη χτισμένη στο κέντρο της  κοιλάδας του Αλιάκμονα, που στηρίζεται οικονομικά στην καλλιέργεια προϊόντων τα οποία παράγονται στις εύφορες εκτάσεις της.

Tο βαμβάκι, τα ροδάκινα, τα ζαχαρότευτλα, τα καπνά, τα αχλάδια, τα μήλα και τα κηπευτικά αποτελούν την αιχμή του δόρατος της τοπικής γεωργικής παραγωγής, μεγάλο μέρος της οποίας εξάγεται. Την ίδια στιγμή, σημαντικό τμήμα της κινεί τις τοπικές βιομηχανικές επιχειρήσεις.

Το 2012 ο Γιώργος Χατζησταύρου από τα 250 στρέμματα του οικογενειακού κλήρου με καλλιέργειες βιομηχανικού ροδάκινου και νεκταρινιού πήρε παραγωγή που ανήλθε σε 800 τόνους. Το σύνολο της παραγωγής του το διέθεσε, μέσω συμβολαίου, στην εταιρεία Venus Growers, έναν πρότυπο συνεταιρισμό που δραστηριοποιείται στη μεταποίηση και την εξαγωγή φρούτων, με δυναμική παρουσία σε περισσότερες από 45 χώρες του κόσμου.

«Το βασικότερο πλεονέκτημα μέσα από αυτή τη διαδικασία είναι ότι μας παρέχεται ρευστότητα τη στιγμή που τη χρειαζόμαστε» επισημαίνει στο Fortune ο Γιώργος Χατζησταύρου και προσθέτει: «Κι όλα αυτά χωρίς να χρειαστεί να υποθηκεύσουμε κομμάτι γεωργικής γης. Είναι μια απολύτως συμφέρουσα διαδικασία τόσο για εμάς τους αγρότες όσο και για τους μεταποιητές». «Η εγγύηση είναι ότι ο αγρότης θα παραδώσει την πρώτη ύλη σε εμάς σε προκαθορισμένη τιμή και συγκεκριμένους κανόνες ποιότητας» λέει ο Αντώνης Μαρκοβίτης, γενικός διευθυντής του συνεταιρισμού.

O συνεταιρισμός Venus Growers είναι η πρώτη αγροτική συνεταιριστική εξαγωγική επιχείρηση της χώρας. Οι εξαγωγές του αντιπροσωπεύουν το 98% του κύκλου εργασιών και πραγματοποιούνται σε 45 χώρες, όπως η Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο, που αποτελούν και τις πιο απαιτητικές αγορές. Είναι ένας πρωταγωνιστής της παγκόσμιας αγοράς κονσερβοποιημένων φρούτων από πλευράς ποιότητας, ενώ αριθμεί 362 διαφορετικούς κωδικούς.

Το 2013 το πρόγραμμα συμβολαιακής γεωργίας μεταξύ Venus Growers και της Τραπέζας Πειραιώς ξεκίνησε πιλοτικά. Φέτος ανανεώθηκε και περιλαμβάνει περισσότερους παραγωγούς και νέα προϊόντα, όπως το ροδάκινο και το αχλάδι. «Είμαστε οι μοναδικοί που έχουμε υπογράψει 85 συμβόλαια 15ετούς διάρκειας με αμοιβαίες δεσμεύσεις» αναφέρει ο Αντώνης Μαρκοβίτης.

Ο Αντώνης Μαρκοβίτης είναι γενικός διευθυντής στον συνεταιρισμό από το 1975. Έχει τεράστια πείρα στον αγροτικό τομέα και σχολιάζει με σκωπτική διάθεση τις καταστάσεις που βίωσε στον πρωτογενή τομέα στη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια. «Πριν από χρόνια στο εμπόριο επικρατούσε η λογική των 3Α: Ασυμφώνητα, Αζύγιστα, Απλήρωτα. Με την αναρχία της παραγωγής κινδυνεύαμε να επιστρέψουμε σε αυτό το καθεστώς. Η συμβολαιακή γεωργία έρχεται να βάλει τέλος στην αναρχία και να βάλει τον πρωτογενή τομέα σε τροχιά ανάπτυξης».

 

Tι είναι η συμβολαιακή γεωργία
Συμβολαιακή γεωργία είναι η παραγωγή αγροτικών προϊόντων, η οποία στηρίζεται στην υπογραφή ενός δεσμευτικού συμβολαίου ή σύμβασης ή συμφωνητικού το οποίο προσδιορίζει τις υποχρεώσεις τόσο των αγοραστών όσο και των παραγωγών των προϊόντων. Στην Ελλάδα, για πρώτη φορά, η Τράπεζα Πειραιώς ενσωμάτωσε και την τραπεζική διάσταση στην αμφίδρομη σχέση μεταξύ παραγωγών και μεταποιητικής-εμπορικής επιχείρησης μέσω του προγράμματος Συμβολαιακής Γεωργίας και Κτηνοτροφίας. Πάνω από 3.000 παραγωγοί έχουν ενταχθεί στα 13 προγράμματα συμβολαιακής γεωργίας που βρίσκονται σε εξέλιξη. Στο ξεκίνημα του εγχειρήματος αυτού υποστηρίχθηκαν προϊόντα όπως το βιομηχανικό ροδάκινο και ο καπνός, με την επιδίωξη επέκτασης και σε άλλους τομείς της παραγωγικής αλυσίδας.

Σε αυτό το πλαίσιο οι συνεργασίες της Τράπεζας Πειραιώς ξεπερνούν τις 50, ενώ περισσότεροι από 12.000 παραγωγοί έχουν επωφεληθεί. Στόχος είναι η συμβολαιακή γεωργία να καλύψει όλα τα προϊόντα σε όλη την επικράτεια, εντάσσοντας κάτω από την ομπρέλα της μεγάλο μέρος των παραγωγών – αγροτών και κτηνοτρόφων. Στο πρόγραμμα ήδη εντάσσονται βαμβακοκαλλιεργητές, που εφοδιάζουν τα μεγαλύτερα εκκοκιστήρια της Ελλάδας, κτηνοτρόφοι της Θεσσαλίας, των οποίων η παραγωγή προορίζεται για την παρασκευή γαλακτοκομικών, αλλά και καπνοκαλλιεργητές της Ξάνθης, που προμηθεύουν μεταποιητικές βιομηχανίες και με τη σειρά τους καπνοβιομηχανίες. Το πλάνο προϋποθέτει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι, δηλαδή από τον αγρότη και τον μεταποιητή έως και τον αγοραστή του τελικού προϊόντος, θα συνδέονται μεταξύ τους μέσω συμβολαίου. Η διαδικασία προβλέπει χαμηλότερα επιτόκια και ευνοϊκότερους όρους στην αποπληρωμή των δανείων, προσαρμοσμένους στις νέες συνθήκες παραγωγής. «Τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία στα οποία θα πρωτοστατεί η συμβολαιοποιημένη γεωργία αναμένεται να ενισχύσουν σημαντικά τη ρευστότητα» εξηγεί μιλώντας στο Fortune ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Αθανάσιος Τσαυτάρης.

«Την ίδια στιγμή, θα ανοίξουν τον δρόμο της ανάπτυξης και ενίσχυσης του αγροτοδιατροφικού τομέα, μέσα από συμπράξεις και συνέργειες που θα ανακύψουν μεταξύ των παραγωγών, των μεταποιητών και των οργανωμένων επιχειρήσεων του λιανεμπορίου».

Πώς λειτουργεί η διαδικασία
Με την τραπεζική υποστήριξη η συμβολαιακή γεωργία αφορά μια τριγωνική σχέση: του παραγωγού, της επιχείρησης και της τράπεζας. Κάθε αγρότης υπογράφει με τη μεταποιητική βιομηχανία ένα ιδιωτικό συμφωνητικό, στο οποίο αναφέρεται ότι θα της παραδώσει τη σοδειά του σε προκαθορισμένη τιμή.

Με την ένταξη στο πρόγραμμα της τράπεζας επιτυγχάνονται η έγκαιρη πληρωμή των παραγωγών και ο εξορθολογισμός του κόστους παραγωγής τους. Πρόκειται για ένα καινοτόμο τραπεζικό εργαλείο, μια σύγχρονη μορφή δανεισμού (αναλόγως της δυναμικότητας του παραγωγού) μέσω ειδικής κάρτας, χωρίς υποθήκες ή προσημειώσεις και με επιτόκιο κάτω από 6,95% επί του χορηγούμενου ποσού. Η τελική επιβάρυνση για τον παραγωγό είναι χαμηλότερη, διότι η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου δεν είναι ετήσια, όπως στις συμβατικές χορηγήσεις, αλλά αντιστοιχεί στον κύκλο παραγωγής κάθε προϊόντος, που στην περίπτωση του βιομηχανικού ροδάκινου είναι γύρω στους 6-7 μήνες (από τον Φεβρουάριο έως τις αρχές Σεπτεμβρίου).

Επίσης, τα ποσά των χορηγήσεων έχουν προϋπολογιστεί και καλύπτουν το καλλιεργητικό κόστος κάθε αγρότη, κατόπιν συνεργασίας με την τράπεζα.

Παράλληλα, η δυνατότητα τοις μετρητοίς πληρωμής μέσω κάρτας προσφέρει την ευκαιρία στους παραγωγούς να αγοράσουν εγκαίρως και με έκπτωση τους σπόρους, τα λιπάσματα, τις ζωοτροφές και τα φυτοφάρμακά τους. Τους δίνεται δε η δυνατότητα να πληρώσουν τους εργάτες γης. Η αποπληρωμή του δανείου γίνεται μέσω της τελικής πληρωμής από τον συνεταιρισμό ή τη μεταποιητική επιχείρηση, που θα λαμβάνει αντίστοιχη χρηματοδότηση μέσω της τράπεζας για τον ίδιο σκοπό.

Έτσι, μπαίνει τέλος στην αβεβαιότητα της πώλησης της παραγωγής, αφού ο παραγωγός ξέρει ότι η παραγωγή του θα διατεθεί χωρίς προβλήματα. Ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης είναι ένθερμος υποστηρικτής της συμβολαιακής γεωργίας:

«Κατ’ αρχάς ο παραγωγός εξασφαλίζει τη διάθεση του προϊόντος του κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και σε προκαθορισμένη τιμή. Έπειτα θα έχει τα χρήματα τότε που τα χρειάζεται, με την έναρξη δηλαδή της καλλιεργητικής περιόδου, και όχι κατά τη διάρκειά της, όπως σε πολλές περιπτώσεις συμβαίνει σήμερα. Θα εξοφλείται έγκαιρα σε προκαθορισμένο χρόνο και όχι όπως σήμερα, που εισπράττει προκαταβολές. Τέλος, κατοχυρώνεται ότι το δάνειο δεν θα καταλήξει να χρηματοδοτήσει άλλες καταναλωτικές ανάγκες του αγρότη, καθώς την όλη διαδικασία θα παρακολουθεί στενά η τράπεζα».

 

Μεγάλες εταιρείες επενδύουν στη συμβολαιακή γεωργία
Στη διαδικασία της συμβολαιακής γεωργίας έχουν επενδύσει πολλές μεγάλες εταιρείες στη χώρα. Για παράδειγμα, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχει θέσει ως στόχο για το 2014 να καλύψει το 100% των αναγκών της σε κριθάρι βυνοποίησης από την ελληνική παραγωγή, στη βάση του μεγάλου προγράμματος συμβολαιακής γεωργίας, που ξεκίνησε το 2008. «Χάρη στην εμπιστοσύνη 3.000 Ελλήνων παραγωγών της περιφέρειας, μόλις επτά χρόνια μετά, αυτός ο στόχος πραγματοποιείται, καθώς φέτος η συγκομιδή του κριθαριού αναμένεται να καλύψει το 100% των αναγκών παραγωγής μας» αναφέρει η υπεύθυνη εταιρικών σχέσεων, Έλλη Παναγιωτοπούλου. Η εξέλιξη αυτή σημαίνει ότι γνωστές μπίρες, όπως οι Amstel, Heineken, ΑΛΦΑ, Fischer, θα μεταφέρουν αποκλειστικά το κριθάρι της ελληνικής γης στα ποτήρια των καταναλωτών που τις επιλέγουν.

Για την εταιρεία, η πορεία του Προγράμματος Συμβολαιακής Καλλιέργειας Κριθαριού από την έναρξή του μέχρι σήμερα θεωρείται ανοδική και επιτυχημένη. Προσφέρει διέξοδο και προοπτική στην ελληνική αγροτική παραγωγή, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού κριθαριού. Τα στοιχεία είναι εντυπωσιακά: Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις υπολογίζονται σε 240.000 στρέμματα, ενώ από την αρχή του προγράμματος έχουν προμηθευτεί 108.600 τόνους υψηλής ποιότητας ελληνικού κριθαριού από 20 νομούς της χώρας, η αξία του οποίου ξεπερνά τα 22 εκατ. ευρώ, δημιουργώντας ταυτόχρονα περισσότερες από 800 θέσεις εργασίας αποκλειστικά στον αγροτικό τομέα.

Από τις επιδοτήσεις στην ανταγωνιστική δομή
Έχουν περάσει 30 και πλέον χρόνια από τότε που το κοινοτικό χρήμα, μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, έρεε άφθονο στην Ελλάδα. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η ελληνική γεωργία απορρόφησε μεγάλο μέρος των επιδοτήσεων, με σκοπό τη δημιουργία αναπτυξιακών υποδομών. Ο πραγματικός στόχος, όμως, δεν επετεύχθη ποτέ. Κι όταν το πάρτι των επιδοτήσεων έληξε, οι αγρότες βρέθηκαν στην ίδια μοίρα με άλλους εργαζόμενους σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Με απουσία επένδυσης στη γνώση, ελάχιστες καινοτομίες και δίχως ανταγωνιστική παραγωγική δομή.

Την τελευταία τετραετία, οπότε η ελληνική οικονομία βυθίζεται σε μια άνευ προηγουμένου στα μεταπολεμικά χρονικά ύφεση, 38.000 άνθρωποι, κυρίως νέοι, εγκατέλειψαν τα μεγάλα αστικά κέντρα και στράφηκαν στην αγροτική εργασία. Ενώ η ανεργία στον τριτογενή τομέα χτυπάει κόκκινο, στον κλάδο της αγροτικής παραγωγής παρατηρείται αύξηση 7%, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο τομέας αυτός μπορεί να αποτελέσει πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας – καθώς μάλιστα ο πλέον περιοριστικός πόρος για τη γεωργία είναι ο «ανθρώπινος», όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου μόνο το 7,5% των αγροτών είναι κάτω των 35 ετών.

Στην έρευνα που εκπόνησε πριν από δύο χρόνια η εταιρεία συμβούλων McKinsey με τίτλο «Ελλάδα: 10 χρόνια μπροστά», γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στα θέματα της αγροτικής ανάπτυξης, ενώ τονίζεται ότι την επόμενη δεκαετία, η αγροτική παραγωγή μπορεί να δημιουργήσει 140,000 νέες θέσεις εργασίας, με θετική επίδραση και στο εμπορικό ισοζύγιο της τάξης των 2,7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Στην έρευνα επισημαίνεται ότι προϋπόθεση για να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι είναι να διαφοροποιηθεί το παραγόμενο προϊόν με στόχευση σε συγκεκριμένες αγορές, να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μέσα από οικονομίες κλίμακος, να αυξηθεί η παραγωγικότητα και η ποιότητα των προϊόντων, να δοθεί έμφαση στην εξωστρέφεια και να ενταθεί η επένδυση στη γνώση και στην καινοτομία.

«Θέλουμε νέους που θα γίνουν γεωργοί από επιλογή τους, γιατί θέλουν να ακολουθήσουν αυτό το επάγγελμα», εξηγεί ο Αθανάσιος Τσαυτάρης. «Με τα προγράμματα που τρέχουν στο υπουργείο έχουμε ήδη στηρίξει 10.000 νέους αγρότες, ενώ έχουμε και πρόγραμμα διανομής γης σε νέους αγρότες και ήδη πήραν χωράφια περίπου 4.000 νέοι δικαιούχοι».

 

Στροφή στη…γεωργία
Ακόμη κι αν δεν εγκαταλείπουν τα αστικά κέντρα για τη μακρινή ύπαιθρο ή την επαρχία, υπάρχουν νέοι άνθρωποι που μένουν στην Αττική, αλλά στρέφονται επαγγελματικά στη γεωργία. Η Αλεξάνδρα Βαλοπετροπούλου είναι βιοκαλλιεργήτρια. Παιδί της πόλης, μεγάλωσε στην Αθήνα, σπούδασε Αρχαιολογία και για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την παραγωγή διαφημίσεων. Το 2003 αποφάσισε να κάνει μια στροφή στην καριέρα της. Άφησε τη δουλειά της και μετακόμισε στο κτήμα της, λίγο έξω από το Μαρκόπουλο. Εκεί καλλιεργεί κηπευτικά, ελιές και αρωματικά φυτά.

«Ο πρώτος μεγάλος κίνδυνος είναι να αντιμετωπίσεις τη γεωργία ως lifestyle, να δεις την επιστροφή στη φύση με έναν ρομαντισμό. Είναι βασική παράμετρος και κινητήριος δύναμη, αλλά πρέπει κανείς να πάρει χαρτί και μολύβι για να ξεκινήσει. Ένα μέσο αγρόκτημα εμπεριέχει την επένδυση μιας βιοτεχνίας με πολύ λιγότερο ασφαλείς αποδόσεις. Και έπειτα έρχονται οι δυσκολίες λόγω έλλειψης γνώσεων στις καλλιέργειες, εξαντλούνται τα αρχικά κεφάλαια, υπεισέρχεται η προσωπική κούραση και μπορείς να καταστραφείς πριν συνειδητοποιήσεις τι ακριβώς έχει συμβεί» αναφέρει.

Η Αλεξάνδρα Βαλοπετροπούλου εκφράζει τις επιφυλάξεις της για τη διαδικασία της συμβολαιακής γεωργίας. Η ίδια έχει δημιουργήσει τη δική της εταιρεία στο αγρόκτημα, με την επωνυμία Biobox. To Biobox είναι στην πραγματικότητα ένα κουτί με ελληνικά, πιστοποιημένα βιολογικά φρούτα και λαχανικά εποχής, που έρχεται στο σπίτι του καταναλωτή σε εβδομαδιαία βάση.
«Εγώ πιστεύω ότι κάθε αγρότης πρέπει να έχει το δικό του κανάλι διανομής. Να προσφέρει ακόμη και αγροτουριστικές υπηρεσίες στο κτήμα του. Να είναι δραστήριος σε τοπικό επίπεδο σε κανάλια διάθεσης που ελέγχουν οι ίδιοι οι παραγωγοί.

Εφόσον έχουν κάνει αυτό τον κύκλο που θα του προσφέρει αυτοπεποίθηση και ρευστότητα, θα μπορούσε να αφιερώσουν το πλεόνασμα της παραγωγής σε ένα συμβόλαιο».

Ωστόσο, ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης έχει αντίθετη γνώμη: «Το νέο μοντέλο χρηματοδοτικής στήριξης του πρωτογενούς τομέα αναμένεται να θεραπεύσει πολλές από τις στρεβλώσεις του παρελθόντος. Πρόκειται για μια σύμπραξη (cluster) όλων των κρίκων της παραγωγικής αλυσίδας που θα έχει ευεργετικές συνέπειες σε όλους, αφού θα συμβάλει και στη μείωση της ψαλίδας των τιμών μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή».

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο νέο τεύχος του περιοδικού Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα

Διαβάστε ακόμη:

Η αγροτική επανάσταση ξεκινά από τα βόρεια προάστια!

Τα αγροτικά προϊόντα «βασιλιάς» των ελληνικών εξαγωγών

Ο σύμμαχος των ελληνικών εξαγωγών