Η κλινική έρευνα και η βιοφαρμακευτική καινοτομία ως μοχλός ανάπτυξης της κοινωνικής ευημερίας, της επιστημονικής προόδου και της οικονομικής σταθερότητας
- 19/05/2023, 10:00
- SHARE
της Τίνας Ανταχοπούλου – Medical Director, AbbVie
Κάθε χρόνο στις 20 Μαΐου γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα της Κλινικής Έρευνας. Κι αυτό γιατί στις 20 Μαΐου 1747 o σκωτσέζος ναυτικός ιατρός James Lind πραγματοποίησε την πρώτη κλινική μελέτη στην ιστορία, όταν μελέτησε τη λήψη εσπεριδοειδών σε ναυτικούς με σκορβούτο, προκειμένου να αποδείξει τη συσχέτιση τροφών με μεγάλη περιεκτικότητα σε βιταμίνη C με την πρόληψη και τη θεραπεία του σκορβούτου.
Έκτοτε, και ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά σχετικά με την αξία των κλινικών μελετών. Είναι, πλέον, αποδεδειγμένο ότι η καινοτομία στην επιστήμη και στην τεχνολογία, η οποία εκφράζεται μέσω της κλινικής έρευνας, έχει οδηγήσει στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης στις ανεπτυγμένες χώρες, με σταθερή σημαντική επίδραση στην μακροπρόθεσμη εθνική παραγωγικότητα και ανάπτυξη.
Η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης μεταξύ των ετών 1990 και 2015 αποδίδεται κατά το ένα τρίτο στην έρευνα και ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο της βιοφαρμακευτικής καινοτομίας, καθώς το προσδόκιμο επιβίωσης αυξήθηκε κατά 3,3 έτη, αυτή την χρονική περίοδο.
Ακόμα πιο εντυπωσιακά είναι τα αποτελέσματα σε συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών, οι οποίοι έχουν κερδίσει μία σημαντική αύξηση στο προσδόκιμο επιβίωσης, συνοδευόμενη από βελτιωμένη ποιότητα ζωής. Το 1996, η συνολική αναμενόμενη επιβίωση ενός εικοσάχρονου ασθενή με HIV ήταν 39 χρόνια. Το 2011, η αντίστοιχη αναμενόμενη επιβίωση ήταν 70 χρόνια. Παράλληλα, μεταξύ των ετών 2010 και 2014 ο ετήσιος αριθμός νέων λοιμώξεων με HIV στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μειώθηκε κατά 10%.
Αναφορικά με τον καρκίνο του μαστού, ένα από τα συχνότερα νεοπλάσματα παγκοσμίως, παρατηρήθηκε μία αύξηση της δεκαετούς επιβίωσης μεταξύ του 1970 και του 2010 από 40% στο 78%, αντίστοιχα. Σ’ αυτή τη σημαντική επιτυχία συνέβαλε τόσο η ανάπτυξη νέων αποτελεσματικότερων φαρμάκων, όσο, κυρίως, η εξέλιξη των προτύπων φροντίδας (έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία), τα οποία και αυτά διαμορφώθηκαν και επικυρώθηκαν μέσω κλινικών μελετών.
Σε μελέτες που έγιναν στις ΗΠΑ, υπολογίστηκε ότι τα συσσωρευμένα οφέλη από την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης μετά το 1970, είναι 2,6 με 3,2 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, τα οποία προστίθενται στον εθνικό πλούτο και είναι κεφάλαιο που αποτελεί σημαντικό μέρος του Εθνικού Ακαθάριστου Προϊόντος των ΗΠΑ. Στις ίδιες μελέτες αναφέρεται ότι η μείωση της θνησιμότητας, εξαιτίας του καρκίνου, υπολογίζεται σε οφέλη της τάξης των 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων ανά έτος για την οικονομία των ΗΠΑ.
Εκτός από τη θετική επίδραση της κλινικής έρευνας και της ανάπτυξης της τεχνολογίας στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, είναι σημαντικό να αναφέρουμε τη σημαντική οικονομική επίδραση που έχει η βιοφαρμακευτική καινοτομία στην ελαχιστοποίηση της χρήσης πόρων υγείας σε πολλά νοσήματα, καθώς επίσης και η αύξηση της εργασιακής παραγωγικότητας. Για παράδειγμα, έχει εκτιμηθεί ότι η συστηματική λήψη αντι-υπερτασικής αγωγής έχει οδηγήσει σε μείωση κατά 38% των νοσηλειών εξαιτίας εγκεφαλικού επεισοδίου και σε 25% μείωση των νοσηλειών εξαιτίας εμφράγματος του μυοκαρδίου.
Μία ακόμα σημαντική διάσταση που σχετίζεται με την οικονομία και την κοινωνική πρόοδο είναι ότι στην κλινική έρευνα απασχολείται μεγάλο μέρος του ιατρικού και επιστημονικού κεφαλαίου της χώρας μας. Για τον ίδιο λόγο, άλλα προηγμένα κράτη όπως το Βέλγιο, καταρτίζουν εθνικό σχέδιο δράσης για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας στο Διεθνές ερευνητικό προσκήνιο, ώστε να προσελκύσουν περισσότερες κλινικές μελέτες και να απολαύσουν περισσότερα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη από τη διεξαγωγή τους.
Ο πιο σημαντικός πυλώνας της κλινικής έρευνας για κάθε νέα θεραπεία είναι οι εθελοντές που συμμετέχουν στις κλινικές μελέτες. Οφείλουμε σε αυτούς τους ανθρώπους τα σημερινά υψηλά πρότυπα ιατρικής φροντίδας, καθώς με τη συμμετοχή τους στις κλινικές μελέτες του παρελθόντος συνέβαλαν στην έγκριση νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων. Ακόμα και στις περιπτώσεις που οι ερευνητές δεν κατάφεραν να έχουν τις ανταποκρίσεις που επιθυμούσαν σ’ ένα ερευνητικό φάρμακο, οι μελέτες τούς βοήθησαν να προσανατολιστούν προς τη σωστή κατεύθυνση και να μη χρονοτριβούν σε μη αποτελεσματικές θεραπείες.
Τα οφέλη για τους ασθενείς από τη συμμετοχή τους σε μια κλινική μελέτη είναι πολλά και σημαντικά:
- έχουν ενεργό ρόλο στην προσωπική τους ιατρική φροντίδα,
- έχουν πρόσβαση σε νέες πειραματικές θεραπείες, πριν αυτές γίνουν διαθέσιμες,
- έχουν περισσότερες εναλλακτικές όταν οι συμβατικές θεραπείες αποτυγχάνουν,
- λαμβάνουν την καλύτερη, εντατικότερη και πιο εξειδικευμένη φροντίδα σε πρότυπα θεραπευτικά ιδρύματα,
- βοηθούν άλλους ασθενείς και το κοινωνικό σύνολο μέσω της ανάπτυξης της ιατρικής γνώσης και επιστήμης.
Στη χώρα μας, το θέμα των κλινικών μελετών περιορίζεται σε μια ατέρμονη συζήτηση μεταξύ των διαφόρων φορέων, χωρίς όμως να υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση και διοικητική υποστήριξη. Τα συνήθη εμπόδια για κάθε επένδυση στη χώρα μας είναι η γραφειοκρατία, η αδιαφορία των θεσμικών φορέων και η έλλειψη συντονισμένου σχεδίου εθνικής δράσης.
Οι ευκαιρίες, τόσο για τις ελληνικές όσο και για τις πολυεθνικές εταιρείες, είναι πολλές, όπως να αναπτύξουν με ταχύτητα και ποιότητα το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων τους, να απασχολήσουν αποτελεσματικά το επιστημονικό τους προσωπικό και να χτίσουν σχέσεις εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους φορείς του εθνικού συστήματος υγείας, τους ιατρούς και τους ασθενείς.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: