Έρχονται ευέλικτες σχέσεις εργασίας και νέες συμβάσεις “μηδενικού ωραρίου”

Έρχονται ευέλικτες σχέσεις εργασίας και νέες συμβάσεις “μηδενικού ωραρίου”
Photo: pixabay.com
Τι κομίζει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας.

Σημαντικές αλλαγές στις σχέσεις εργασίας, με την υιοθέτηση συμβάσεων χωρίς προβλέψιμο χρόνο απασχόλησης και νέες ρυθμίσεις στην παράλληλη απασχόληση, κομίζει το νομοσχέδιο που φέρνει σε διαβούλευση αυτό το διάστημα ο υπουργός Εργασίας, Άδωνις Γεωργιάδης.

Το νέο νομοσχέδιο, που ενσωματώνει την ευρωπαϊκή οδηγία 2019/1152, όπως εξήγησε ο υπουργός Εργασίας, έρχεται να δημιουργήσει καθαρές σχέσεις μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου δίνοντας μεταξύ άλλων δυνατότητα σύναψης συμβάσεων “μηδενικού ωραρίου”. “Δίνει δηλαδή την ευκαιρία σε επιχειρήσεις να δημιουργούν συμβάσεις μηδενικού ωραρίου με τους εργαζόμενους, όπου ο εργαζόμενος ειδοποιείται εντός εύλογου χρόνου, π.χ. 24 ώρες νωρίτερα για την κάλυψη συγκεκριμένης ανάγκης της επιχείρησης. Είναι ασφαλισμένος, καλύπτονται ασφαλιστικές εισφορές του, άδεια κ.ο.κ.”, εξήγησε ο κ. Γεωργιάδης.

Εργατολόγοι εξηγούν ότι πρόκειται για ένα σύστημα εργασίας έκτακτης ανάγκης που δεν προβλέπει ωράριο απασχόλησης. Με άλλα λόγια, ο εργαζόμενος δεν γνωρίζει πόσες ώρες θα εργαστεί αλλά θα ενημερώνεται σχετικά όταν καλείται από τον εργοδότη. Αυτό το μοντέλο αξιοποιείται σε ορισμένες χώρες για να καλύψει εποχιακές ανάγκες ή ημερήσιες ανάγκες λόγω π.χ. αυξημένης ζήτησης για συγκεκριμένες παραγγελίες μιας εταιρείας.

Σχετικά με την παράλληλη απασχόληση, με βάση τις αλλαγές που φέρεται να υιοθετεί το νέο πλαίσιο, ένας εργαζόμενος θα μπορεί να συνάπτει μια επιπλέον σύμβαση εργασίας υπό τον όρο ότι δεν θα ξεπερνά τα ελάχιστα όρια ξεκούρασης που ορίζει το ευρωπαϊκό πλαίσιο, ήτοι 11 ώρες το 24ωρο. Αφορά όσους θέλουν να αυξήσουν νόμιμα το εισόδημά τους χωρίς να χάνουν ασφαλιστικές εισφορές όπως π.χ. με μια επιπλέον βάρδια το Σάββατο, με τον εργαζόμενο να δικαιούται ημερομίσθιο για την έκτη ημέρα απασχόλησής του προσαυξημένο κατά 40%.

Μέχρι σήμερα επιτρεπόταν σε έναν εργαζόμενο να απασχολείται με το ανώτατο επιτρεπόμενο ωράριο σε δύο ή και περισσότερους εργοδότες με το μοντέλο της μερικής απασχόλησης. Με το νέο πλαίσιο παρέχεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο να έχει σε έναν εργοδότη πλήρη απασχόληση, δηλαδή 8ωρο και σε έναν άλλο εργοδότη να απασχολείται 5ωρο ώστε να συμπληρώνεται χρόνος 13 ωρών και να απομένουν οι 11 ώρες υποχρεωτικής ανάπαυσης στο 24ωρο.

Εντωμεταξύ, με την ευρωπαϊκή οδηγία μειώνεται το χρονικό διάστημα του δόκιμου εργαζόμενου από 12 μήνες γίνεται 6 μήνες ενώ οι επιχειρήσεις που θα επιλέξουν την ψηφιακή κάρτα εργασίας απαλλάσσονται σχεδόν από το σύνολο της γραφειοκρατίας στην ΕΡΓΑΝΗ.

Μεταξύ άλλων, αναμένεται να καταργηθεί η περικοπή κατά 30% των συντάξεων με θέσπιση ειδικής εισφοράς για το πρόσθετο εισόδημα συνταξιούχων που παραμένουν στην αγορά εργασίας ενώ προωθείται ο χαρακτηρισμός ως ποινικού αδικήματος της παρεμπόδισης της λειτουργίας μιας εταιρείας από συνδικαλιστικές δράσεις. Εάν οι εργαζόμενοι επιθυμούν να απεργήσουν θα απεργούν και εάν θέλουν να δουλέψουν θα δουλεύουν, σύμφωνα με το σκεπτικό της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας.

Οι αμοιβές και το tax wedge

Εντωμεταξύ, αναφορικά με τον κατώτατο μισθό (είναι στα 780 ευρώ προσαυξημένος με δώρα και επιδόματα), με βάση το προεκλογικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, θα προσαρμόζεται ανάλογα και με την αύξηση του μέσου μισθού πλήρους απασχόλησης συνυπολογίζοντας όμως τις δυνατότητες της οικονομίας. Ας σημειωθεί ότι στην παρούσα συγκυρία το οικονομικό επιτελείο υιοθετεί στάση δημοσιονομικής σύνεσης ενόψει και της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης διαμορφώνεται πάνω από τα 404 δισ. ευρώ και χωρίς ρήτρα διαφυγής επιβάλλεται συνετή δημοσιονομική πολιτική.

Πάντως σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (Νοέμβριος 2022) ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης είναι 1.294 ευρώ, που δίνει καθαρά στον εργαζόμενο 1.013 ευρώ. Όπως εξηγεί στο Fortune Greece ο Χρήστος A. Ιωάννου, Σύμβουλος Διοίκησης ΣΕΒ, οι κρατήσεις είναι ασφαλιστικές εισφορές του εργαζομένου 13,87% και φόρος 7,8% και προκύπτει από τον συνδυασμό αφορολογήτου και πρώτης φορολογικής κλίμακας. Στον εργοδότη ο μισθός των 1.294 ευρώ κόστιζε 1.588,65 ευρώ, δηλαδή 294,65 ευρώ επιπλέον λόγω εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών 22,77%.

Όπως σημειώνει ο κ. Ιωάννου, η διαφορά μεταξύ του συνολικού κόστους 1.588,65 ευρώ του εργοδότη και του καθαρού διαθέσιμου των 1.013 ευρώ του εργαζομένου είναι η λεγόμενη “φορολογικο-ασφαλιστική σφήνα” (tax wedge), που είναι ιδιαίτερα υψηλή στην Ελλάδα και αυξάνεται όσο μεγαλύτερος είναι ή γίνεται ο μισθός από τον μέσο μισθό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: