Το ερώτημα του «greedflation»: Tι γνωρίζουμε μέχρι τώρα για τον πληθωρισμό απληστίας
- 17/11/2023, 12:36
- SHARE
Με τη ραγδαια αύξηση των τιμών στα προϊόντα, κάποιοι έστρεψαν επικριτικά το δάχτυλό τους στους κερδοσκόπους.
Πλέον όμως, με το πλεονέκτημα του χρόνου και των δεδομένων, αξίζει να δούμε τι μάθαμε για τον «πληθωρισμό». Όσοι δεν θεωρούν τις τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις αποτέλεσμα της απληστίας των εταιρειών επιχειρηματολογούν κάνοντας ειδική αναφορά στην πανδημία, στον πόλεμο στην Ουκρανία και στα ιδιαιτέρως επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα των κυβερνήσεων ανά τον κόσμο. Με άλλα λόγια… όπως λένε, δεν χρειαζόμαστε αφηγήματα περί κακών μονοπωλίων που συγκεντρώνουν δύναμη και μετά ξαφνικά εξοντώνουν ανυποψίαστους πελάτες.
Αλλά είναι λίγο πιο εποικοδομητικό να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τι υποστηρίζουν οι πιο προσεκτικοί αναλυτές: δεν είναι ότι η αναντιστοιχία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς δεν ενέτεινε τον πληθωρισμό, αλλά σίγουρα οι εταιρικές τιμολογιακές πολιτικές βοήθησαν στην ενσωμάτωσή του.
Σύμφωνα με τους Isabella Weber και Evan Wasner του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης Amherst, τα σημεία συμφόρησης της εφοδιαστικής αλυσίδας περιορίζουν τον ανταγωνισμό καθιστώντας ορισμένες εταιρείες ανίκανες να εξυπηρετήσουν τη ζήτηση. Στη συνέχεια, όμως, εκείνοι που λαμβάνουν εισροές ανεβάζουν τις τιμές. Και όταν οι άνθρωποι κατανοούν ότι ο πληθωρισμός είναι γενικά υψηλός δεν κυνηγούν ευκαιρίες. Αυτό σημαίνει πως οι εταιρείες παρά τις αυξήσεις βρίσκουν εύκολα πελάτες.
Η αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων που υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία είχε μικτή επιτυχία. Η έρευνα δείχνει ότι κάτι συμβαίνει. Ο Jonathan Haskel της Τράπεζας της Αγγλίας υπολόγισε τον Μάιο ότι το αυξανόμενο «κόστος ανά μονάδα κεφαλαίου» συνέβαλε περίπου στα δύο τρίτα του πληθωρισμού σε όλη την οικονομία (όχι μόνο στις τιμές καταναλωτή) το 2022 στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ευρωζώνη και περίπου στο ένα τέταρτο στις ΗΠΑ.
Ένα νέο ερευνητικό σημείωμα από την Τράπεζα της Αγγλίας διαπιστώνει ότι ναι, τα κέρδη αυξήθηκαν πολύ σε ονομαστικούς όρους. Αλλά το ίδιο και το κόστος. Και έτσι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, εκτός από το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και την εξόρυξη, τα κέρδη μέχρι το 2022 συμπεριφέρονταν αρκετά φυσιολογικά.
Τα λογιστικά κέρδη μπορούν να ωθηθούν από όλα τα είδη των πραγμάτων. Το μέτρο των εταιρειών που συνήθως προτιμούν οι οικονομολόγοι είναι διαφορετικό και ορίζεται ως η προσαύξηση πάνω από το οριακό κόστος. Εάν ο πληθωρισμός προκαλούνταν από τις εταιρείες, θα περίμενε κανείς να δει μια συσχέτιση μεταξύ των αυξήσεων των τιμών και της αύξησης των προσαυξήσεων.
Μια μελέτη από την Τράπεζα της Ιταλίας εκτίμησε ότι οι προσαυξήσεις στη Γερμανία ήταν σταθερά στη βιομηχανία και τη μεταποίηση το 2022, αλλά αυξήθηκαν στις κατασκευές, το λιανικό εμπόριο, τη στέγαση και τις μεταφορές. Στην Ιταλία, επέστρεψαν στα προ πανδημίας επίπεδα αρκετά γρήγορα.
Το ΔΝΤ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «τα περιορισμένα διαθέσιμα στοιχεία δεν υποδηλώνουν ευρεία αύξηση των προσαυξήσεων». Μια εργασία του Christopher Conlon του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και των Nathan Miller, Tsolmon Otgon και Yi Yao του Πανεπιστημίου Georgetown δεν βρήκε καμία συσχέτιση μεταξύ των προσαυξήσεων και των αυξήσεων τιμών μεταξύ του 2018 και του τρίτου τριμήνου του 2022 στις ΗΠΑ.
Μια διαφορετική μελέτη από τη Fed του Κάνσας Σίτι διαπίστωσε ότι οι προσαυξήσεις στις ΗΠΑ αυξήθηκαν το 202, αλλά στη συνέχεια μειώθηκαν κατά τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2022, παρά τον υψηλό πληθωρισμό, καθώς οι εταιρείες αυξάνουν τις τιμές προσδοκώντας πως το μελλοντικό κόστος θα ανέβει.
Οι αντιθέσεις που διαπιστώνονται σε αυτήν την ποικιλία συσχετισμών και τάσεων δεν αποδεικνύουν το αν έχει σημασία η ισχύς των εταιρειών επί της αγοράς. Εάν οι εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να υπερασπίζονται τα περιθώρια κέρδους τους ενόψει αυξανόμενου κόστους, αυτό θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι ότι ασκούν εξουσία. Ωστόσο, η απουσία αποδείξεων δεν είναι το ίδιο με την απόδειξη απουσίας.
Υπάρχουν μερικές ενδιαφέρουσες προσπάθειες για να προχωρήσουμε παραπέρα. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο συγκρίνει βιομηχανίες και χώρες εντός της ευρωζώνης και διαπιστώνει ότι εκείνες με τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών πριν από την πανδημία το βρήκαν ιδιαίτερα εύκολο να αυξήσουν τις τιμές εν μέσω της διαταραχής στις αλυσίδες εφοδιασμού που προκάλεσε ο πληθωρισμός. Αυτές οι ισχυρές εταιρείες βρήκαν επίσης ευκολότερο να αυξήσουν τις τιμές όταν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό ήταν αυξημένες, παρότι δεν αντιμετώπιζαν καθόλου προβλήματα προσφοράς.
Αυτό το είδος του αποτελέσματος μιλά για την εκδοχή του greedflation, δηλαδή του πληθωρισμού της απληστίας, στο πλαίσιο της οποίας οι εταιρείες, στην προσπάθειά τους να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη, συνέβαλαν στην πρόκληση ενός σοκ κόστους που διαχέεται σε όλο το οικονομικό σύστημα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:
- Εθνική Τράπεζα: Υπερκαλύφθηκε 8 φορές το βιβλίων προσφορών – Συγκεντρώθηκε 1 δισ. ευρώ
- Χατζηδάκης για ΕΤΕ: Πηγή αισιοδοξίας για το τραπεζικό μας σύστημα και την ελληνική οικονομία
Πηγή: Financial Times