Εθνική Τράπεζα: Κέρδη 1,106 δισ. το 2023, στα 3,7% τα NPEs
- 12/03/2024, 10:28
- SHARE
Στα 1,106 δισ. διαμορφώθηκαν τα καθαρά κέρδη της Εθνικής Τράπεζας το 2023, από 1,12 δισ. το 2022, καταγράφοντας πτώση 1%. Τα οργανικά κέρδη μετά φόρους σε επίπεδο Ομίλου ανήλθαν σε €1,2 δισ. το 2023, ενισχυμένα κατά 2,5 φορές ετησίως.
Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 18,3%, χωρίς την αναπροσαρμογή για το υπερβάλλον κεφάλαιο CET1 άνω των εποπτικών ορίων
– Η δυναμική των καθαρών εσόδων από τόκους διατηρήθηκε στο Δ’ τρίμηνο 2023 (+6% σε τριμηνιαία βάση) και αποτυπώνει την ανατιμολόγηση των δανείων λόγω των αυξήσεων του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), απορροφώντας το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης.
Κατά συνέπεια, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο παρέμεινε σε ανοδική τροχιά, σημειώνοντας αύξηση κατά +15μ.β. σε τριμηνιαία βάση και προσεγγίζοντας τις 337μ.β. το Δ΄ τρίμηνο 2023
– Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν σημαντικά, κατά +10% σε ετήσια βάση για το 2023, αντανακλώντας τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες προμηθειών, με αιχμή του δόρατος τις επιχειρηματικές πιστοδοτήσεις, τη χρηματοδότηση εμπορικών συναλλαγών (trade finance), και τις αυξημένες σταυροειδείς πωλήσεις επενδυτικών και ασφαλιστικών προϊόντων
– Η συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών συνεχίστηκε, με την αύξηση στις δαπάνες προσωπικού και τα γενικά και διοικητικά έξοδα να κυμαίνεται σε χαμηλότερα του πληθωρισμού επίπεδα (+2% ετησίως περίπου), αντανακλώντας τις συμφωνηθείσες κλαδικές μισθολογικές αυξήσεις και το σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών.
Οι υψηλότερες αποσβέσεις αντικατοπτρίζουν το στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων της Τράπεζας στον τομέα της πληροφορικής, με βασικότερο άξονα την αντικατάσταση του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών (Core Banking System).
Το 2023, ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε σε 31,6%
– Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 64 μ.β.2, έναντι στόχου περί των 80μ.β. που είχαμε θέσει για το 2023, αντανακλώντας τη διατήρηση της δημιουργίας νέων ΜΕΑ σε χαμηλά επίπεδα
-Η ισχυρή ανάκαμψη των εκταμιεύσεων σε €2,6 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2023, οδηγεί τα εξυπηρετούμενα δάνεια +€1,3 δισ. υψηλότερα σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το στόχο που είχε θέσει η τράπεζα
– Οι ισχυρές εκταμιεύσεις το Δ’ τρίμηνο 2023 οδήγησαν τις συνολικές εκταμιεύσεις σε επίπεδο έτος στα €7,0 δισ. έναντι €6,7 δισ. το 2022
– Η αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά +€1,3 δισ. ετησίως στα €30,5 δισ. σε επίπεδο Ομίλου, αποδίδεται κυρίως στις μεσαίες επιχειρήσεις, τη χρηματοδότηση έργων (project finance) και τη ναυτιλία. Το 2023, οι εκταμιεύσεις Λιανικής Τραπεζικής ενισχύθηκαν στα €1,2 δισ.
-Η αύξηση του χαρτοφυλακίου χρεογράφων σταθερού επιτοκίου παρέχει προστασία έναντι της μελλοντικής ομαλοποίησης του επιτοκίου της ΕΚΤ
– Οι εγχώριες καταθέσεις παρέμειναν σε ανοδική τροχιά, καταγράφοντας αύξηση κατά €1,7 δισ. σε ετήσια βάση, η οποία αποδίδεται σε πελάτες Λιανικής, καθώς οι αυξημένες αναλήψεις καταθέσεων από πελάτες Εταιρικής Τραπεζικής για την αποπληρωμή δανείων επηρέασαν το 2023
– Αφαιρουμένου του υπολοίπου του Προγράμματος Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO ΙΙΙ) ύψους €1,85 δισ. και λαμβάνοντας υπόψη τη θέση της ΕΤΕ στη διατραπεζική αγορά ως καθαρός δανειστής, τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα της Τράπεζας ενισχύθηκαν περαιτέρω σε €8,0 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2023, σταθερά στα υψηλότερα επίπεδα της αγοράς.
-Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 3,7% σε επίπεδο Ομίλου, με τον δείκτη κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις να ανέρχεται 87,5%, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου
– Τα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε €1,3 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2023, ή €0,2 δισ. μετά από προβλέψεις
– Οι καθαρές ροές ΜΕΑ ανήλθαν σε μόλις ~€50 εκατ. το Δ΄ τρίμηνο 2023, με τη συνολική μείωση ΜΕΑ να διαμορφώνεται στα -€0,5 δισ. για το 2023
Στο 20,2% ο δείκτης CET1
Ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 17,8%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 20,2%. o Ο δείκτης CET1 αυξήθηκε κατά +220μ.β. σε ετήσια βάση σε 17,8% το 2023, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης 90μ.β., ήτοι 30% επί των κερδών διανομή μερίσματος, ως αποτέλεσμα της ισχυρής οργανικής κερδοφορίας.
Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας διαμορφώθηκε σε 20,2%, ενισχυμένος κατά +350μ.β. σε ετήσια βάση
– Συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης ομολόγων υψηλής εξασφάλισης ύψους €600 εκατ. τον Ιανουάριο 2024,
– δείκτης MREL του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 25,4%, υπερβαίνοντας ήδη την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου 2025 ύψους 25,3%
– Το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού μας συνεχίζει να συνιστά συγκριτικό πλεονέκτημα για την ΕΤΕ, λειτουργώντας ως η κινητήρια δύναμη για ταχείες και βιώσιμες αλλαγές
– Ταχεία μετάβαση προς ένα πιο ευέλικτο επιχειρηματικό μοντέλο, ενισχύοντας την εμπορική μας αποτελεσματικότητα και βελτιώνοντας τη λειτουργική αποδοτικότητά μας μέσω της κεντροποίησης και της αυτοματοποίησης των διαδικασιών, αναβαθμίζοντας παράλληλα τις τεχνολογικές υποδομές της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών μας, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2025.
– Ευρεία αναγνώριση της ΕΤΕ για τις ψηφιακές υπηρεσίες της, γεγονός που επιβεβαιώνουν τα ηγετικά μερίδια αγοράς μας στους μηνιαίους ενεργούς χρήστες (κινητά: 32%, διαδίκτυο: 25%) και τις ψηφιακές πωλήσεις (κάρτες: 41%, καταναλωτικά δάνεια: 32%, ασφάλειες: 55%).
Επιπλέον, οι πωλήσεις μέσω ψηφιακών καναλιών αυξήθηκαν σε 1,2 εκατ. τεμάχια το 2023 από 0,8 εκατ. το 2022
– Οι φιλόδοξοι στόχοι μας για την επίτευξη μηδενικού καθαρού ισοζυγίου χρηματοδοτούμενων εκπομπών άνθρακα (Net-Zero) υποστηρίζονται από την επιχειρηματική στρατηγική για το κλίμα και το περιβάλλον.
Η αποτελεσματική εποπτεία και καθοδήγηση επιτεύχθηκε με την ενίσχυση της διακυβέρνησης ESG σε όλα τα επίπεδα ιεραρχίας και τις γραμμές άμυνας της Τράπεζας, ενώ καταγράψαμε σημαντικές βελτιώσεις στις αξιολογήσεις ESG.
Μυλωνάς: Οφέλη από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα
“Το 2023, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα παρέμεινε σε υγιή ανοδική πορεία, παρά το δυσμενές εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον και τις περιοριστικές νομισματικές συνθήκες. Η υψηλή αξιοπιστία σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής, η ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας –με την προσέλκυση σημαντικών εγχώριων και ξένων επενδύσεων– και η ώριμη πλέον φάση του επιχειρηματικού κύκλου στη χώρα μας, υποστηρίζουν την αναπτυξιακή υπεραπόδοση της Ελλάδας.
Επιπλέον, τα οφέλη από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα διαχέονται στις ευρύτερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και οδηγούν σε υψηλότερες αποτιμήσεις. Οι σημαντικές τομές που έχουν γίνει στη χώρα μας έθεσαν τις βάσεις για την επιτυχία της διάθεσης του 22% του μετοχικού μας κεφαλαίου από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο, η οποία συνιστά και έμπρακτη αναγνώριση της αξιοπιστίας μας από τους μετόχους μας μετά από τη συνεπή και ακριβή εκτέλεση σειράς φιλόδοξων επιχειρηματικών σχεδίων τα τελευταία πέντε χρόνια, μέσω του Προγράμματος Μετασχηματισμού μας.
Πράγματι, καταγράψαμε εντυπωσιακά αποτελέσματα και για το 2023, αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, τα ισχυρά πλεονεκτήματα του ισολογισμού μας και τον επιτυχημένο ψηφιακό και λειτουργικό μετασχηματισμό μας. Ειδικότερα, τα οργανικά κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε €1,2 δισ. για το 2023, με αποτέλεσμα ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων να διαμορφωθεί πάνω από το 18%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον ετήσιο στόχο που είχαμε θέσει για το 2023. Η επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων ήταν εμφανής σε όλους τους τομείς κερδοφορίας της Τράπεζας. Όσον αφορά την πιστωτική επέκταση, οι εκταμιεύσεις ξεπέρασαν τα €7,5 δισ. σε επίπεδο Ομίλου, με αποτέλεσμα την υγιή αύξηση των υπολοίπων των εξυπηρετούμενων δανείων μας κατά €1,3 δισ. ετησίως, παρά τις υψηλές αποπληρωμές κατά τη διάρκεια του έτους. Η ισχυρή κερδοφορία ενδυνάμωσε περαιτέρω τα κεφαλαιακά μας αποθέματα, παρέχοντας στην Τράπεζα σημαντική στρατηγική ευελιξία για το μέλλον.
Ο δείκτης CET1 αυξήθηκε κατά +220μ.β. ετησίως μετά την πρόβλεψη για διανομή μερίσματος, και ανήλθε σε 17,8%, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου, με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται στο 20,2%, ενισχυμένος κατά +350μ.β. σε ετήσια βάση. Οι αναπτυξιακοί παράγοντες και οι μεταρρυθμίσεις ενισχύουν τις προοπτικές ανάπτυξης για το 2024 και έπειτα, ενώ η Τράπεζα παραμένει προσηλωμένη στη στήριξη των ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η στρατηγική μας αξιοποιεί i) τις επενδύσεις μας στην τεχνολογία, ώστε να ξεχωρίζουμε για τον ευέλικτο και αποτελεσματικό τρόπο λειτουργίας μας και για την υψηλή ποιότητα στην εμπειρία που προσφέρουμε στους πελάτες μας, και ii) τους ανθρώπους μας, οι οποίοι συνεχίζουν να κερδίζουν την εμπιστοσύνη των πελατών μας παρέχοντας βέλτιστες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα η Εθνική Τράπεζα να αναγνωρίζεται ως η Τράπεζα Πρώτης Επιλογής.”
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: