Η Ελληνίδα εξπέρ στις δημοπρασίες των Christie’s και Sotheby’s
- 16/09/2014, 13:28
- SHARE
Η δικηγόρος Φοίβη Κουβελά βρίσκεται πίσω από τις δημοπρασίες και τις αγοραπωλησίες σπουδαίων έργων τέχνης σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Από την Ντέπυ Κουρέλλου
Ο συναρπαστικός κόσμος των δημοπρασιών και της τέχνης έχει απασχολήσει μεγάλους κινηματογραφιστές, που μαγεύονται από τον «εθισμό» του συλλέκτη και τις αγωνιώδεις δημοπρατήσεις. Τελευταία τέτοια ταινία, Το Τέλειο Χτύπημα, με πρωταγωνιστή τον Geoffrey Rush και την υπογραφή του Giuseppe Tornatore, που μας ξεναγεί στο παρασκήνιο των δημοπρασιών και των πολύτιμων συλλογών.
Η Φοίβη Κουβελά είναι μία από τους λίγους Έλληνες δικηγόρους που καθοδηγεί αγοραστές και πωλητές στην αγορά και στη διαπραγμάτευση έργων τέχνης, με δραστηριότητα στο γραφείο της στο Παλαιό Ψυχικό, αλλά και συχνές επισκέψεις στο Λονδίνο και τους διάσημους εκεί οίκους δημοπρασιών.
«Μεγαλώνοντας είχα δύο ανθρώπους που αγαπούν την τέχνη και έχουν φτιάξει τις δικές τους μικρές συλλογές – τον πατέρα μου και τον αδελφό της μητέρας μου. Η επιρροή τους υπήρξε καθοριστική. Έτσι, όταν κάποια στιγμή μού ζητήθηκαν νομικές υπηρεσίες για την πώληση ενός ιδιαίτερου έργου τέχνης, το πάντρεμα έγινε φυσικά και έτσι γεννήθηκε το δικηγορικό μου γραφείο Attorney-at-Art. Η πρώτη υπόθεση πήγε πολύ καλά και μετά ήρθε η δεύτερη» εξηγεί η Φοίβη Κουβελά για την «περίεργη» εξειδίκευσή της.
«Δρω συμβουλευτικά στην αγορά και στη διαπραγμάτευση. Αξιολογώ την προέλευση του έργου και την ερευνώ. Αυτό δεν επηρεάζει μόνο την εκτίμηση της αξίας, αλλά είναι απαραίτητο βήμα για να είμαστε σίγουροι ότι ο αγοραστής αποκτά τίτλο ιδιοκτησίας. Παράλληλα, δίνω μεγάλη έμφαση στην πιστοποίηση της αυθεντικότητας του έργου. Ανάλογα με τον καλλιτέχνη, έρχομαι σε επαφή με ειδικούς (μουσείο, επιτροπή, πινακοθήκη κ.λπ.) ή με ερευνητικά κέντρα για την επιστημονική μελέτη της γνησιότητας των έργων». Έτσι εξασφαλίζεται στους αγοραστές ότι δεν αγοράζουν ένα πλαστό έργο, ενώ στους πωλητές παρέχεται η δυνατότητα να διαπραγματευτούν καλύτερη τιμή πώλησης. Αφού οι παραπάνω παράγοντες ικανοποιηθούν, συντάσσεται το συμβόλαιο πώλησης με όρους ειδικά προσαρμοσμένους κατά περίπτωση.
Ποιοι, όμως, αγοράζουν έργα τέχνης; Οι μανιώδεις συλλέκτες που διαβάζουμε στις σελίδες του Vanity Fair ή επενδυτές που γνωρίζουν ότι τα αριστουργήματα των εικαστικών τεχνών αποτελούν ένα από τα δυνατότερα χαρτιά του παγκόσμιου εμπορίου με τζίρο 12 δισ. δολάρια (στοιχεία για τις αγοραπωλησίες σε δημοπρασίες 2013, σύμφωνα με το ArtPrice). «Όσον αφορά στην αγορά έργων τέχνης, βρίσκουμε τρεις κατηγορίες αγοραστών. Από τη μια τους συλλέκτες, που αγοράζουν από πάθος για την τέχνη, και από την άλλη αυτούς που βλέπουν την τέχνη σαν μια ασφαλή επένδυση. Κάπου ενδιάμεσα βρίσκονται αυτοί που αγοράζουν μόνο κάτι που αγαπάνε, ζυγίζοντας όμως και τον οικονομικό παράγοντα. Αναδύεται στο εξωτερικό και μια νέα κατηγορία αγοραστών, οι λεγόμενοι art flippers, οι οποίοι κυνηγούν έργα ανερχόμενων καλλιτεχνών, με στόχο να τα πουλήσουν σε μικρό χρονικό διάστημα με κέρδος. Αυτή η πρακτική, όμως, εγκυμονεί κινδύνους, δίνοντας στην αγορά απόχρωση οικονομικής φούσκας».
Οι περιγραφές της Φοίβης Κουβελά μου φέρνουν στο μυαλό εικόνες από την Υπόθεση Τόμας Κράουν, κινηματογραφικό αρχέτυπο σε πολλές κατηγορίες, και τις συχνότατες ειδήσεις που αφορούν σε διαρρήξεις σε μουσεία.
Πώς, λοιπόν, διακινούνται τα κλεμμένα έργα αν δεν είσαι ο Steve McQueen ή ο Pierce Brosnan; «Αρχικά, δύσκολα εμφανίζονται στην ανοιχτή αγορά, μια και έχουν καταγραφεί ως κλεμμένα. Στατιστικά, πολύ λίγα έργα ανακτώνται. Τα κλεμμένα παραμένουν στην αφάνεια για τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν ενεργοποιηθεί ο δράστης στην ανεύρεση αγοραστή.
Τι γίνονται στο ενδιάμεσο; Συχνά χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά μεγάλων ποσών εκτός χώρας. Μιας και οι τελωνειακοί δεν έχουν γνώσεις σε θέματα τέχνης, είναι εύκολο να περάσουν από ελέγχους έργα εκατομμυρίων. Έπειτα, τα έργα χρησιμοποιούνται στη μαύρη αγορά σαν νόμισμα για τη χρηματοδότηση παράνομων δραστηριοτήτων, όπως όπλα και ναρκωτικά, με αξία σημαντικά χαμηλότερη απ’ την αξία της ανοιχτής αγοράς. Δεν αποκλείεται να δούμε το παράδοξο σενάριο είκοσι-τριάντα χρόνια μετά την κλοπή (οπότε το έγκλημα έχει παραγραφεί), η αστυνομία να δίνει αστρονομικές αμοιβές σε όποιον επιστρέψει τα έργα – συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του δράστη».
Οι δημοπρασίες είναι τόσο συναρπαστικές όσο φανταζόμαστε; «Ναι! Οι δημοπρασίες είναι συναρπαστικές! Ξεχωρίζω τα impressionist/modern art evening sales των Christie’s και των Sotheby’s του Λονδίνου. Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη και η κάθε προσφορά μπορεί να ανεβάζει την τιμή πώλησης ανά εκατομμύριο. Σε ένα βράδυ μπορεί να πραγματοποιηθούν πωλήσεις που να υπερβαίνουν τα 130 εκατομμύρια λίρες!» περιγράφει. «Στην Ελλάδα η αγορά εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλά, παρά τα δειλά σημάδια ανάκαμψης τους τελευταίους μήνες. Έχει εξαφανιστεί ένα ολόκληρο αγοραστικό κοινό: ο μεσαίος συλλέκτης. Τους περισσότερους αγοραστές σήμερα τους ενδιαφέρει να αγοράσουν έργα σε πολύ χαμηλές τιμές όχι τόσο για την τέχνη, αλλά σαν επένδυση. Το αγοραστικό ενδιαφέρον έχει περιοριστεί σε λίγους σύγχρονους καλλιτέχνες όπως Μόραλης, Τσαρούχης, Γκίκας, Ακριθάκης, Εγγονόπουλος. Οι πιο κλασικοί έχουν ελάχιστη ζήτηση και σε χαμηλές τιμές, με εξαιρέσεις σταθερές αξίες όπως ο Θεόφιλος».
Και όσον αφορά στην αυθεντικότητα; Ποιος και πώς την πιστοποιεί; «Το θέμα πιστοποίησης είναι πονεμένο στην Ελλάδα, όχι μόνο γιατί κυκλοφορούν πολλά πλαστά, αλλά επειδή και το νομικό πλαίσιο δυσκολεύει την κατάσταση. Ο νόμος απαγορεύει στους ιστορικούς τέχνης που εργάζονται στην Εθνική Πινακοθήκη να γνωματεύσουν για έργα που δεν ανήκουν στη συλλογή της, εκτός εξαιρέσεων. Επίσης, απαγορεύεται να κατάσχονται ή να καταστρέφονται πλαστά έργα. Οπότε έχουμε μια σχετικά ελεύθερη κυκλοφορία πλαστών χωρίς κάποια επίσημη αρχή αρμόδια να γνωματεύσει επί της αυθεντικότητάς τους» με αφήνει άφωνη η Φοίβη Κουβελά με μια ακόμη ιστορία ελληνικής παράνοιας. «Για τους καλλιτέχνες που υπάρχουν επίσημα ιδρύματα απευθυνόμαστε σε αυτά. Για όσους δεν υπάρχει εγκεκριμένος ειδικός, υπάρχει έγκυρος τρόπος πιστοποίησης μέσω επιστημονικών αναλυτικών μεθόδων στα ερευνητικά κέντρα».
Κλείνοντας, τη ρωτώ αν έχει πιάσει τον εαυτό της να σκέφτεται πως κάποιο έργο θα έπρεπε να είναι σε μουσείο για να το βλέπει όλος ο κόσμος. «Ναι, μου έχει τύχει να δω υπέροχα έργα σε δημοπρασίες και να σκεφτώ τι απώλεια είναι που δεν θα τα ξαναδώ».
* Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό People
Δείτε ακόμα:
Οι ακριβότερες δημοπρασίες: Αστρονομικά ποσά για έργα τέχνης