Αλλάζει το τοπίο της φαρμακευτικής έρευνας – Σε ρόλο πρωταγωνιστή η Ελλάδα

Αλλάζει το τοπίο της φαρμακευτικής έρευνας – Σε ρόλο πρωταγωνιστή η Ελλάδα
Photo: pixabay.com
Η επαρκής δημόσια χρηματοδότηση θα περιορίσει την παράλογη φορολόγηση των εταιρειών, ανέφερε ο πρόεδρος της ΠΕΦ

Σε κόμβο φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής φαρμάκων στην Ευρώπη στοχεύει να αναδειχθεί η Ελλάδα. Οι επενδύσεις που ήδη έχουν ξεκινήσει από την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία θα φτάσουν μέχρι το 2026, το 1,5 δισ ευρώ και περιλαμβάνουν αναβάθμιση των υφιστάμενων, αλλά και την κατασκευή 10 νέων εργοστασίων σε όλη την Ελλάδα με 56 γραμμές παραγωγής, 14 νέες ερευνητικές δομές και την απασχόληση 5.500 εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης.

Οι εξελίξεις αυτές θα ενισχύσουν τη θέση της χώρας μας στον τομέα της φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής φαρμάκων, η οποία σήμερα έχει 45 εργοστάσια, αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του ευρωπαϊκού παραγωγικού ιστού και έχει ανταγωνιστική διεθνή παρουσία σε σχεδόν 150 χώρες του κόσμου.  

Η ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών θα επιφέρει κάλυψη 75% των φαρμακευτικών αναγκών της χώρας με ποιοτικές θεραπείες σε προσιτό κόστος για το σύστημα και τον ασθενή. Αυτό σημαίνει διασφάλιση της επάρκειας της φαρμακευτικής αγοράς και δραστικός περιορισμός των ελλείψεων.

Η Ευρώπη μετά την πανδημία αντιλήφθηκε ότι η έρευνα και η παραγωγή φαρμάκων αποτελούν κρίσιμες υποδομές προκειμένου να εξασφαλίζεται η επάρκεια της φαρμακευτικής αγοράς και σε αυτό τον τομέα σήμερα η ελληνική φαρμακοβιομηχανία πρωταγωνιστεί, αναφέρει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας Θεόδωρος Τρύφων.

Περιγράφει το φιλόδοξο πλάνο επενδύσεων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, τις δράσεις της να αντιστρέψει το brain drain σε brain gain και καταθέτει προτάσεις για τη φαρμακευτική πολιτική. Θεωρεί ότι το βασικό πρόβλημα αφορά στην υποχρηματοδότηση και τονίζει ότι «η επαρκής δημόσια χρηματοδότηση θα περιορίσει την παράλογη φορολόγηση των εταιρειών και θα  ξεκλειδώσει ακόμη μεγαλύτερες επενδύσεις από τη φαρμακοβιομηχανία αυξάνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά της».

Ακολουθεί η συνέντευξη του προέδρου της ΠΕΦ Θεόδωρου Τρύφων στη δημοσιογράφο Έφη Φουσέκη

Ερ: Πρόσφατα μιλήσατε για «έκρηξη» επενδύσεων στον φαρμακευτικό τομέα. Πού οφείλεται αυτό; Ποιες αλλαγές έχουν συντελεστεί σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο; 

Απ: H ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι ένας δυναμικός κλάδος που δημιουργεί σημαντική προστιθέμενη αξία για την εθνική οικονομία. Πράγματι, μετά την υπερδεκαετή οικονομική κρίση, τα μνημόνια και την υπέρμετρη φορολόγηση αναγκαστήκαμε να επιβραδύνουμε τις επενδύσεις μας, καθώς οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι (clawback & rebate) έφθασαν  να αναλογούν κατά μέσο όρο στο 70% του κύκλου εργασιών μιας ελληνικής βιομηχανίας φαρμάκου. Ταυτόχρονα είχαμε μια τεράστια μείωση των τιμών των φαρμάκων των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών. Ο συνδυασμός αυτός στέρησε πολύτιμους πόρους από τις επενδύσεις.

Ωστόσο, θεωρούμε ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας. Η χώρα έχει κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, το Ταμείο Ανάκαμψης δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για επενδύσεις, ενώ και η θεσμοθέτηση του επενδυτικού clawback σημείωσε εξαιρετική επιτυχία, καθώς δρομολόγησε σημαντικές επενδύσεις από ελληνικές αλλά και ξένες φαρμακοβιομηχανίες.

Οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες δυνάμωσαν τις εξαγωγές τους, έγιναν ακόμη πιο εξωστρεφείς, συμμετέχουν σε διεθνείς αλυσίδες αξίας, δικτυώνονται και συνεργάζονται, επενδύουν σε έρευνα, αναπτύσσουν καινοτομία. Θεωρούμε ότι η ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο τη θέση της χώρας μας στο χάρτη της ευρωπαϊκής φαρμακευτικής αγοράς.  

Σε ό,τι αφορά στο σκέλος που αφορά στο ευρωπαϊκό επίπεδο, μετά την πανδημική κρίση η φαρμακευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σαφώς μεταβλήθηκε. Στις Βρυξέλλες, επιτέλους αντιλήφθηκαν ότι η έρευνα και η παραγωγή φαρμάκων αποτελούν κρίσιμες υποδομές προκειμένου να εξασφαλίζεται η επάρκεια της φαρμακευτικής αγοράς, η κάλυψη των αναγκών με προσιτό κόστος για τον ασθενή, η πρόσβαση στις νέες θεραπείες αλλά και η οικονομική βιωσιμότητα των συστημάτων φαρμακευτικής φροντίδας. Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε μια νέα πολιτική κινήτρων με στόχο την επιστροφή της φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής στην Ευρώπη, με στόχο τη θωράκιση των συστημάτων υγείας από τυχόν μελλοντικές κρίσεις, όπως αυτή της COVID-19. 

Ερ: Ποιοι οι στόχοι της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας; Ποια σχέδια βρίσκονται σε εξέλιξη ή προγραμματίζονται σε βάθος χρόνου;

Απ: Ο διαχρονικός στόχος μας είναι η όσο το δυνατόν καλύτερη κάλυψη των αναγκών των Ελλήνων ασθενών με οικονομικώς προσιτά φάρμακα άριστης ποιότητας. Παράλληλα όμως, στοχεύουμε στις αγορές του εξωτερικού. Η Ελλάδα ήδη διαθέτει μια ισχυρή παραγωγική βάση φαρμάκου. Με 45 εργοστάσια σήμερα αντιπροσωπεύουμε περίπου το 10% του ευρωπαϊκού παραγωγικού ιστού. Η διασφάλιση της ποιότητας σύμφωνα με τις πολύ αυστηρές απαιτήσεις και πρότυπα της ΕΕ σε κάθε στάδιο της παραγωγής, μας επιτρέπει να έχουμε ανταγωνιστική διεθνή παρουσία σήμερα σε σχεδόν 150 χώρες του κόσμου. 

Αυτή την περίοδο υλοποιούμε ένα σημαντικό επενδυτικό πρόγραμμα που αναμένεται τελικά να φθάσει σε ύψος το 1,5 δισ. ευρώ με ορίζοντα το 2026. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα αναβάθμισης των υφιστάμενων, αλλά και την κατασκευή 10 νέων εργοστασίων σε όλη την Ελλάδα με 56 γραμμές παραγωγής, 14 νέων ερευνητικών δομών και τη δημιουργία 5.500 θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Αυτό θα οδηγήσει στην αναβάθμιση των δυνατοτήτων μας αλλάζοντας το τοπίο της φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής στη χώρα μας, επιτρέποντας την ανάπτυξη καινοτόμων φαρμακοτεχνικών μορφών και συστημάτων χορήγησης με υψηλή προστιθέμενη θεραπευτική αξία για το Έλληνα γιατρό και ασθενή, την παραγωγή δραστικών ουσιών και πρώτων υλών αλλά και την ανάπτυξη και παραγωγή βιολογικών θεραπειών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επενδύσεις αυτές, έχουν μοναδική πολλαπλασιαστική αξία στα δημόσια έσοδα, στο ΑΕΠ και στην απασχόληση, καθώς οδηγούν στη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, η ανταποδοτικότητα της επένδυσης για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων εκτιμάται στο 86% του ποσού της επένδυσης, ενώ και η αύξηση των εσόδων του Δημοσίου αντιστοιχεί στο 22,5% της επενδυτικής δαπάνης. Επίσης, σημαντική είναι η συμβολή της λειτουργίας των νέων μονάδων στο ΑΕΠ, με τη συνολική πολλαπλασιαστική επίδραση να αντιστοιχεί στο 130% της επενδυτικής δαπάνης.

Ερ: Υπάρχει το υψηλού επιπέδου εξειδικευμένο προσωπικό στην Ελλάδα για να στηρίξει τις επενδύσεις; 

Απ: Οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλοί κλάδοι, από τις κατασκευές, στη βιομηχανία και την πληροφορική. Είναι γεγονός ότι κατά την οικονομική κρίση πολλοί Έλληνες επιστήμονες έφυγαν στο εξωτερικό, όμως τουλάχιστον στο κλάδο μας η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει ήδη καταφέρει να αντιστρέψει το brain drain σε brain gain. Είναι μια συνεχής προσπάθεια, καθώς οι θέσεις εργασίας είναι υψηλής εξειδίκευσης και καλά αμειβόμενες.

Παράλληλα, οι εταιρείες ξεχωριστά και η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) «τρέχουν» προγράμματα κατάρτισης και εμπλουτισμού των δεξιοτήτων των εργαζομένων. Χαρακτηριστικό και πρόσφατο παράδειγμα το «ΠΕΦ Professional Development», ένα πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης για νέους επιστήμονες, οι οποίοι με την ολοκλήρωση της κατάρτισης πιστοποιούνται και τους προσφέρονται ευκαιρίες εργασίας στην εγχώρια βιομηχανία φαρμάκου. Επιπροσθέτως, ενισχύουμε τη συνεργασία μας με πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, ώστε οι νέοι επιστήμονες να μάθουν για τη δυναμική της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και να απασχοληθούν σε αυτήν. 

Οι πρωτοβουλίες μας όμως, δεν σταματούν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Περιλαμβάνουν και την περιφέρεια, καθώς πολλές επενδύσεις αφορούν περιοχές όπως η Τρίπολη και τα Ιωάννινα,  που αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Προχωράμε και σε αυτήν, σε ενημερωτικές εκδηλώσεις, ώστε οι νέοι να γνωρίσουν τη φαρμακοβιομηχανία, να εργαστούν στον τόπο τους και να ενισχύσουν την τοπική οικονομία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τρίπολη, όπου με επενδύσεις τριών εταιρειών -ενώ αναμένονται και άλλες, θα οδηγήσει στη δημιουργία τουλάχιστον 1.000 άμεσων θέσεις εργασίας. Στόχος μας είναι η ανάπτυξη του κλάδου να «αγκαλιάσει» όλη τη χώρα και τους νέους επιστήμονες. 

Ερ: Τι θα κερδίσει ο Έλληνας, αλλά και ο Ευρωπαίος ασθενής από την ανάπτυξη της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας;

Απ: Είναι γεγονός ότι οι επενδύσεις μας έχουν έντονο κοινωνικό πρόσημο. Και αυτό γιατί διασφαλίζουν την επάρκεια φαρμάκων στην εγχώρια αγορά, θωρακίζουν το σύστημα υγείας και φαρμακευτικής φροντίδας προκειμένου να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει έκτακτες κρίσεις, ενώ παράλληλα θα οδηγήσουν στη βελτίωση της  πρόσβασης των ασθενών σε ακόμη περισσότερες θεραπείες. Η ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών θα μας επιτρέψει να καλύψουμε το 75% των φαρμακευτικών αναγκών της χώρας με ποιοτικές θεραπείες σε προσιτό κόστος για το σύστημα και το ασθενή. Αυτό σημαίνει διασφάλιση της επάρκειας της φαρμακευτικής αγοράς και δραστικός περιορισμός των ελλείψεων. Ταυτόχρονα, μας φέρνει ακόμη πιο κοντά στο στόχο της ανάδειξης της χώρας μας σε κόμβο φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής για τη ΝΑ Ευρώπη.

Σε ό,τι αφορά στην Ευρώπη, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία σήμερα εξάγει φάρμακα σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, καλύψαμε τις ανάγκες σε φάρμακα πρώτης γραμμής σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή παραγωγική βάση και οι προοπτικές είναι ευοίωνες, ώστε να εξελιχθούμε σε κόμβο παραγωγής και έρευνας φαρμάκων στην Ευρώπη. 

Ερ: Σε ποια θέση βρίσκονται σήμερα τα γενόσημα φάρμακα στην Ελλάδα; Υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης της διείσδυσής τους στην αγορά; 

Απ: Το μερίδιο των γενοσήμων στην αποζημιούμενη αγορά είναι κοντά στο 27% σε όγκο και στο 15% σε αξίες. Η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τη μικρότερη διείσδυση γενοσήμων στην Ευρώπη. Αυτό οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων που αφορούν στην ύπαρξη κανόνων, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της συνταγογράφησης, στον περιορισμό της αδόκιμης υποκατάστασης των καταξιωμένων φαρμάκων από νεότερα ακριβότερα, τη διαρκή ενημέρωση των επαγγελματιών υγείας, αλλά και του κοινού για την αξία και τα οφέλη από την χρήση των γενοσήμων. Παράλληλα, θα πρέπει να σχεδιαστεί ένα σύστημα κινήτρων για τη διάθεση γενοσήμων σε επίπεδο φαρμακείου. 

Ερ: Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που έχετε αναδείξει για τον κλάδο είναι το clawback. Πώς θα χειριστείτε το θέμα, καθώς έχει γίνει ξεκάθαρο ότι θα συνεχιστεί και μετά το 2025;

Απ: Είναι πασιφανές ότι οι προϋπολογισμοί της φαρμακευτικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων, βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις ανάγκες. Βάσει της νομοθεσίας, η διαφορά μεταξύ του προϋπολογισμού και της δαπάνης που πραγματοποιήθηκε καλύπτεται από τη βιομηχανία. Οι ανεπαρκείς προϋπολογισμοί έχουν οδηγήσει τα τελευταία χρόνια όλες τις φαρμακοβιομηχανίες και κυρίως τις ελληνικές, να φορτώνονται με τεράστιες επιβαρύνσεις (rebate, clawback, άλλες αναγκαστικές εκπτώσεις) καθώς οι ανάγκες όχι μόνο δεν σταματούν αλλά αυξάνονται διαρκώς.

Οι τεράστιες επιβαρύνσεις, σε συνδυασμό με την καθήλωση των τιμών σε εξωπραγματικά χαμηλά επίπεδα, πλήττουν τη βιωσιμότητα κυρίως των οικονομικών καταξιωμένων φαρμάκων, οδηγούν σε ελλείψεις και προβλήματα πρόσβασης των ασθενών στις θεραπείες. Κατά συνέπεια, το βασικό πρόβλημα αφορά στην υποχρηματοδότηση. Είναι δεδομένο ότι η επαρκής δημόσια χρηματοδότηση που θα περιορίσει την παράλογη φορολόγηση των εταιρειών. Αυτό θα ξεκλειδώσει ακόμη μεγαλύτερες επενδύσεις από τη φαρμακοβιομηχανία αυξάνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά της.

Εξίσου σημαντικός όμως και ο εξορθολογισμός της συνταγογράφησης, της ασφαλιστικής αποζημίωσης και της κατανάλωσης. Ευελπιστούμε ότι τα νέα ψηφιακά εργαλεία που αναπτύσσονται στον ΕΟΠΥΥ και τα νοσοκομεία θα δώσουν νέες δυνατότητες παρακολούθησης και ελέγχου. 

 Τέλος, είναι πολύ σημαντική η διατήρηση των επενδυτικών κινήτρων για τη φαρμακοβιομηχανία. Το μέτρο του συμψηφισμού ενός μικρού μέρους του clawback με επενδύσεις σε υποδομές και έρευνα,  σημείωσε μεγάλη επιτυχία καθώς οδήγησε στην κατάθεση 59 επενδυτικών προτάσεων από ελληνικές και ξένες φαρμακοβιομηχανίες. Η επέκταση του μέτρου και στην περίοδο 2024 2025 είναι μια καλή εξέλιξη καθώς ο επενδυτικός προγραμματισμός ειδικά των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, εκτείνεται πέρα από τα χρονικά και οικονομικά όρια της προηγούμενης περιόδου του μέτρου. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι τα κίνητρα θα πρέπει να επεκταθούν / να μονιμοποιηθούν ώστε να καλύπτουν την πλήρη διάσταση των επενδύσεων. 

Θεωρούμε ότι η ορθή χρηματοδότηση, ο αποτελεσματικός έλεγχος της φαρμακευτικής δαπάνης, και ο σχεδιασμός των κατάλληλων επενδυτικών κινήτρων θα πρέπει να αποτελούν τη βάση της φαρμακευτικής πολιτικής για την επόμενη ημέρα. Ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο που θα διασφαλίζει την επάρκεια της φαρμακευτικής αγοράς, θα εξασφαλίζει την πρόσβαση των ασθενών σε κάθε θεραπεία με το χαμηλότερο δυνατό κόστος ενώ παράλληλα θα επιτρέπει την ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: