Δημοσιονομική βιωσιμότητα με πράσινη/δίκαιη ανάπτυξη – Πού απαιτούνται μεταρρυθμίσεις
- 09/05/2024, 09:55
- SHARE
Αγορά εργασίας, κοινωνικές υπηρεσίες, μετανάστευση και αποταμιεύσεις/επενδύσεις απαιτούν μεταρρυθμίσεις την επόμενη δεκαετία ώστε η χώρα να πετύχει βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, σε συνέχεια της ανάκαμψης που επιτεύχθηκε και η οποία επικροτήθηκε από τον Economist όταν αξιολόγησε την επίδοση της ελληνικής οικονομίας ως την καλύτερη μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ το 2023.
Σύμφωνα με Policy brief που υπογράφει ο Κωνσταντίνος Μιχαλόπουλος, Ειδικός σύμβουλος ΕΛΙΑΜΕΠ, πρώην αξιωματούχος της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Οργανισμού για τη Διεθνή Ανάπτυξη των ΗΠΑ (USAID), λόγω της συνεχιζόμενης επιβάρυνσης του χρέους, οι επιτυχείς μεταρρυθμίσεις θα απαιτήσουν τη διατήρηση μιας λεπτής και δύσκολης ισορροπίας μεταξύ της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και της λήψης των αναγκαίων μέτρων για τη στήριξη της πράσινης και δίκαιης ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό προτείνει σχέδιο δράσης με ορίζοντα δεκαετίας.
Αγορά εργασίας
Το σχέδιο δράσης που προτείνεται στη μελέτη “Η ελληνική οικονομία μια δεκαετία αργότερα” λαμβάνει υπόψη ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει λάβει σημαντικά μέτρα και ειδικά στον τομέα της αγοράς εργασίας εστιάζει στο λόγο συνταξιοδοτικής δαπάνης στο ΑΕΠ. Όπως σημειώνεται, μέχρι το 2030, η καθαρή βελτίωση του λόγου αυτού θα είναι μικρή, καθώς ο αυξημένος δείκτης εξάρτησης θα αντισταθμίσει τις μειωμένες παροχές και τους αυστηρότερους κανόνες συνταξιοδότησης. Μια σημαντική πρόβλεψη είναι ότι η ηλικία συνταξιοδότησης τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες θα προσαρμόζεται στις αλλαγές στο προσδόκιμο επιβίωσης. Όμως, οι προβλέψεις εξαρτώνται σε κρίσιμο βαθμό από την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ανδρών και ιδίως των γυναικών, που θεωρείται ότι θα αυξηθεί κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες τη δεκαετία 2020-2030. Δεν υπάρχει τίποτα στην ίδια τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που θα βοηθούσε στην επίτευξη αυτού του στόχου, αναφέρει μεταξύ άλλων η μελέτη. Η παραγωγικότητα της εργασίας και η κινητικότητα μεταξύ θέσεων εργασίας θα πρέπει επίσης να αυξηθούν ως συνέπεια των αλλαγών που απαιτούνται για την προώθηση της μετάβασης στην “πράσινη” οικονομία. Αυτό θα απαιτήσει ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και πρόσθετες δαπάνες για την κατάρτιση, ιδίως στους κλάδους που εμπλέκονται στην πράσινη μετάβαση.
Κοινωνική πρόνοια και κοινωνικές υπηρεσίες
Σύμφωνα με την ανάλυση, ένας σημαντικός κυβερνητικός στόχος θα πρέπει να είναι η αύξηση του μεριδίου του ΑΕΠ που διατίθεται στην κοινωνική πρόνοια και στις κοινωνικές υπηρεσίες. Ειδικότερα, είναι σημαντικό:
-να επεκταθεί η υγειονομική περίθαλψη εκεί όπου η κάλυψη είναι χαμηλή, και οι εγκαταστάσεις υγείας του δημόσιου τομέα ανεπαρκείς,
-να αυξηθούν οι δαπάνες για την προσχολική φροντίδα, που θα συμβάλλει στην αύξηση της γυναικείας απασχόλησης, και
-να στηριχθούν οι οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, που θα επηρεαστούν αρνητικά από την αύξηση της τιμής των ρύπων. Ως αποτέλεσμα θα υπάρξει μείωση τόσο της φτώχειας όσο και της εισοδηματικής ανισότητας.
Μετανάστευση
Στο πλαίσιο της νέας πολιτικής της ΕΕ για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, η κυβέρνηση θα πρέπει να αναπτύξει ένα εθνικό σχέδιο που να περιλαμβάνει τρεις διαστάσεις:
-τον αριθμό και τις δεξιότητες των μεταναστών που θα ενσωματωθούν στο εργατικό δυναμικό,
-το κόστος της ένταξης των προσφύγων ή/και των παράνομων μεταναστών στην οικονομία,
-την περαιτέρω απλούστευση των διαδικασιών παροχής καθεστώτος μόνιμης διαμονής και ιθαγένειας στους μετανάστες.
Αποταμιεύσεις και επενδύσεις
Η ανάπτυξη της εγχώριας κεφαλαιαγοράς, καθώς και η λήψη μέτρων για τη μείωση της παραοικονομίας (όπως έχει ήδη δεσμευτεί η κυβέρνηση), θα συμβάλει στην αύξηση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων. Επιπλέον, πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ σημειώνει ότι εάν τα νοικοκυριά επένδυαν μέρος των ετήσιων αποταμιεύσεών τους σε κρατικά ομόλογα, αυτό θα συνέβαλε στη μετακύλιση κάποιων από τα εξωτερικά μακροπρόθεσμα δάνεια της κυβέρνησης. Ωστόσο, δεν είναι σαφές -όπως σημειώνεται στην ανάλυση- ποια κίνητρα θα είχαν οι πολίτες ώστε να πράξουν κάτι τέτοιο.
Η μελέτη του Κωνσταντίνου Μιχαλόπουλου καταλήγει σημειώνοντας ότι η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία απαιτούν μεγάλες δημόσιες επενδύσεις. Δεν υπάρχει όμως κανένα λογικό σενάριο ανάπτυξης βάσει του οποίου οι επενδύσεις του δημόσιου τομέα θα πρέπει να μειωθούν μετά το 2026, όπως προβλέπουν οι κυβερνητικές εκτιμήσεις σήμερα.