Wood: Το «είναι και το φαίνεσθαι» για τους Έλληνες καταναλωτές – Έως 3 φορές μεγαλύτερος ο αντιληπτός πληθωρισμός
- 14/05/2024, 15:06
- SHARE
Στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών της Ελλάδας αναφέρεται -μεταξύ άλλων- η Wood σε έκθεση της που δημοσιεύτηκε την Τρίτη.
Ο χρηματοπιστωτικός οίκος εστιάζει στη βελτίωση που καταγράφεται στις δαπάνες λιανικής στη χώρα μας, σημειώνοντας παράλληλα πως «ο ρυθμός αυτής της εξομάλυνσης παραμένει περιορισμένος από ένα ακόμη εμφανές χάσμα μεταξύ των μισθών και της ανεργίας και της πραγματικότητας της περιορισμένης αγοραστικής δύναμης και των παρατεταμένων ανησυχιών για την κατεύθυνση της οικονομίας».
Στην έκθεση -όπου εκτός της Ελλάδας, βρίσκονται και οι Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία- οι αναλυτές της Wood υποστηρίζουν πως «η απόκλιση μεταξύ αυτού που “φαίνεται” και αυτού που “είναι” είναι η πιο έντονη στην Ελλάδα».
Η Wood εστιάζει σε πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ, αναφέροντας πως «οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 3,8% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο και κατά 9,8% σε ετήσια βάση. Η ανάλυση δείχνει αδυναμία σε όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων (μείωση κατά 11% σε ετήσια βάση σε όρους αξίας και -9,8% σε ετήσια βάση σε όρους όγκου) και στα τρόφιμα (-2,6% σε ετήσια βάση σε αξία, -8% σε ετήσια βάση σε όγκο).
Αυτά τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα υστερεί έναντι τόσο της κεντρικής Ευρώπης όσο και της Ευρωζώνης συνολικά όσον αφορά το μοτίβο ανάκαμψης δαπανών, επειδή, σε αυτές τις χώρες, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι, για τα απαραίτητα είδη, η ζήτηση έχει ανακάμψει, και, σε ορισμένες χώρες, οι διακριτικές δαπάνες δείχνουν δειλά σημάδια βελτίωσης».
«Η περίπτωση της Ελλάδας είναι περίεργη από πολλές απόψεις» υποστηρίζει η έκθεση, τονίζοντας 3 σημεία ενδιαφέροντας για τη χώρα μας.
Τα καταναλωτικά στοιχεία
«Πρώτο, η Ελλάδα δημοσιεύει στοιχεία κατανάλωσης έναν μήνα αργότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες: έτσι, ενώ, για την υπόλοιπη Ευρώπη, τα στοιχεία του Μαρτίου δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα, στην Ελλάδα, τα τελευταία αποτελέσματα αναφέρονται στον Φεβρουάριο και ένας μήνας σε αυτή τη διαδικασία αναζωογόνησης της κατανάλωσης μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στην αντίληψη για το πού βρισκόμαστε, ειδικά δεδομένου ότι φέτος το Πάσχα έπεσε σε διαφορετικό μήνα έναντι του 2023 (για τους καθολικούς ήταν τον Μάρτιο, έναντι τον Απρίλιο του 2023 για τους ορθόδοξους, ήταν τον Μάιο αντί για τον Απρίλιο)».
O αντιληπτός πληθωρισμός
Δεύτερον, σύμφωνα με την Wood, «οι καταναλωτικές έρευνες δείχνουν ότι οι δείκτες εμπιστοσύνης δυσκολεύονται να αυξηθούν από την περασμένη άνοιξη στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας παραμένει σταθερό ή πέφτει, και αυτό το παράδοξο είναι πιο έντονο στην Ελλάδα. Οι καταναλωτές αναφέρουν πολύ μικρή βελτίωση στον αντιληπτό πληθωρισμό: αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν 3,2% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο, οι έρευνες δείχνουν ότι τα νοικοκυριά τον αισθάνονται πιθανώς τριπλάσιο.
Τον Απρίλιο, οι καταναλωτές ανέφεραν σημαντική βελτίωση στην κατάσταση της οικονομίας και στις αποταμιεύσεις τους, αλλά μέχρι τον Μάρτιο, οι έρευνες ανέφεραν πολύ μικρή βελτίωση στην οικονομική τους κατάσταση και στην οικονομία συνολικά. Αυτό συμβαίνει παρά τη σταθερή μείωση της ανεργίας και τους ιστορικά χαμηλούς φόβους για μελλοντική ανεργία».
Μισθοί και εργασιακά
Τρίτον, «υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ της αντίληψης αυτού που φαίνεται να συμβαίνει και της πραγματικότητας, για τη συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών. Στην επιφάνεια, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα είναι πολύ ισχυρή. Το ποσοστό ανεργίας συνεχίζει να μειώνεται κάθε μήνα, φθάνοντας στο 10,4% τον Μάρτιο, από 28% το 2013.
Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 41,6% από το 2018 και ανέρχεται στα 830 ευρώ/μήνα επί του παρόντος. Ωστόσο, αυτή η προσαρμογή πιθανώς υπερεκτιμά την πραγματική αποζημίωση των ατόμων με τον κατώτατο μισθό, δεδομένου ότι η φοροδιαφυγή των υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης παραμένει συχνή.
Επιπλέον, οι διαπραγματεύσεις για τις εθνικές συμβάσεις εργασίας τα τελευταία δύο χρόνια αποκαλύπτουν υψηλό βαθμό συμφωνιών χωρίς αυξήσεις μισθών, υπονοώντας ότι οι καταναλωτές χάνουν αγοραστική δύναμη στους μισθούς και τις αποταμιεύσεις τους, που εξακολουθούν να διατηρούνται σε μετρητά πολύ συχνά» σημειώνει η Wood.
Τα καλά νέα
Καταλήγοντας για την Ελλάδα, η έκθεση αναφέρει «Υπάρχουν καλά νέα για την Ελλάδα;», εξηγώντας:
«Φαίνεται να υπάρχει μια ήπια βελτίωση στην καταναλωτική πίστη. Σε συνδυασμό με την με τη δειλή αύξηση της εμπιστοσύνης που αναφέρθηκε τον Απρίλιο, αυτό μας οδηγεί να αναμένουμε βελτίωση το 2ο τρίμηνο.
Ωστόσο, όσον αφορά το μέγεθος των κερδών και τον ρυθμό της ανάκαμψης, μέχρι να υπάρξουν σημαντικές βελτιώσεις στον αντιληπτό πληθωρισμό μεταξύ των νοικοκυριών, η ομαλοποίηση της κατανάλωσης φαίνεται να απέχει πολύ.
Όσον αφορά τον αντίκτυπο του ΑΕΠ, φαίνεται εύλογο ότι, το α’ τρίμηνο του 2024, η κατανάλωση συρρικνώθηκε σε τριμηνιαία βάση, μετά από μια ανάκαμψη 1,4% σε πραγματικούς όρους το τέταρτο τρίμηνο πέρυσι, ενώ θα επιστρέψει, όπως εκτιμάται, σε επέκταση το δεύτερο τρίμηνο.
Για το ΑΕΠ, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η προοπτική επί του παρόντος, καθώς διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τις επενδύσεις, οι οποίες είναι πιο δύσκολο να παρακολουθούνται σε μηνιαία βάση. Ωστόσο, προειδοποίει πως η εκτίμησή της για αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,8% φέτος αντιμετωπίζει σημαντικούς κινδύνους υποβάθμισης λόγω της αργής ανάκαμψης της κατανάλωσης» υποστηρίζει η Wood.