Ανταγωνισμός για τους πολλούς, μονοπώλια για τους λίγους
- 11/07/2024, 10:24
- SHARE
Στους κλάδους της μεγάλης βιομηχανίας δεσπόζουν μονοπώλια ή μονοπωλιακές τάσεις, ενώ στους κλάδους που κυριαρχούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κυριαρχούν συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ ενώ από την πλευρά του ο ΟΟΣΑ βλέπει πρόοδο αλλά και περιθώρια βελτίωσης σε κλάδους όπως λιανική πώληση φαρμάκων, οδικές μεταφορές, logistics, σταθερή τηλεφωνία αλλά και επαγγέλματα που διέπονται από αυστηρές ρυθμίσεις -συγκριτικά με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ– όπως δικηγόροι, μηχανικοί και αρχιτέκτονες.
Κι ενώ ο ΟΟΣΑ εμφανίζει την Ελλάδα να καταγράφει σημαντική βελτίωση και σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στο πλαίσιο της έκθεσης για τον Δείκτη Αγοράς Προϊόντων (PMR) που μετρά τις στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, η έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ προειδοποιεί για επιδείνωση. Όπως προκύπτει από την εξέταση του μεριδίου των 5 μεγάλων εταιρειών κάθε κλάδου, στην ελληνική οικονομία επικρατεί ένας βαθύτατος διχασμός μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων, το 87,3% των οποίων θεωρεί ότι υπάρχουν ολιγοπώλια που ελέγχουν μεγάλο μέρος της αγοράς και διαμορφώνουν τις τιμές.
Ενδεικτικά αναφέρεται έρευνα του Ευρωβαρόμετρου (2022), απ’ όπου προκύπτει ότι σε επίπεδο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και με ερώτημα “πόσο σημαντικές πιστεύετε ότι είναι οι βελτιώσεις στον ανταγωνισμό σε συγκεκριμένους τομείς”, η απάντηση που συγκέντρωσε τις περισσότερες προτιμήσεις ήταν “να καταπολεμηθούν τα καρτέλ”. Το 76% των ερωτηθέντων χαρακτήρισε το συγκεκριμένο μέτρο πολύ σημαντικό και το 17% αρκετά σημαντικό. Αθροιστικά, το 93% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προκρίνει την καταπολέμηση των καρτέλ κι ακολουθεί η “αποτροπή κατάχρησης της δύναμης που κατέχουν στην αγορά οι παράγοντες σε διάφορους τομείς της αγοράς”.
Στο ερώτημα αν έχουν αντιμετωπίσει προβλήματα, όπως υψηλότερες τιμές, λιγότερες επιλογές προϊόντων ή προμηθευτών ή χαμηλότερη ποιότητα, λόγω έλλειψης ανταγωνισμού σε μια σειρά από κλάδους, η ενέργεια απέσπασε το μεγαλύτερο σκόρ (41% στην Ελλάδα και 27% στην ΕΕ) και ακολουθεί το λιανικό εμπόριο τροφίμων όπως π.χ. σούπερ μάρκετ (με 32% των ερωτηθέντων έναντι 20% στην ΕΕ) και οι τηλεπικοινωνίες (25% και 18% αντίστοιχα). Σε άλλη ερώτηση με θέμα “ποια πιστεύετε ότι είναι τα κύρια προβλήματα σε αυτόν τον τομέα”, η πιο δημοφιλής απάντηση με σκορ 75% στην Ελλάδα και 60% στην ΕΕ, είναι “Οι τιμές είναι υπερβολικά υψηλές”.
Σε περιδίνηση οι ΜμΕ
Εντωμεταξύ, σύμφωνα με την μελέτη του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ ο κύκλος εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει ήπια επιδείνωση το 2023, με το 57,3% να εμφανίζει κερδοφορία, με αύξηση των επιχειρήσεων που εμφάνισαν μείωση εσόδων στο β’ εξάμηνο και σχεδόν τις μισές επιχειρήσεις να εμφανίζουν πρόβλημα ρευστότητας διαθέτοντας μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ή ρευστότητα για μόλις ένα μήνα. Από τη μελέτη διαπιστώνεται επίσης ότι το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 35% στο διάστημα 2021-2023.
Όπως σχολιάζει ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ στο εισαγωγικό του μήνυμα στην έκθεση, οι πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού οδήγησαν σε σταδιακή επιδείνωση της θέσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες καλούνται, επιπλέον, να αντιμετωπίσουν και τα προβλήματα που έχουν σωρεύσει κατά τη μακρά περίοδο των αλλεπάλληλων κρίσεων αλλά και τις πρόσφατες προκλήσεις του πράσινου και ψηφιακού μετασχηματισμού τους. Πρόσθεσε ότι η αντιφατική εικόνα μιας επιδεινούμενης κατάστασης των ΜμΕ στο πλαίσιο μιας γενικότερης θετικής εικόνας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνει τον μονοδιάστατο τρόπο διάχυσης της οικονομικής μεγέθυνσης και συνακόλουθα την αύξηση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στη χώρα μας. Ο κ. Καββαθάς καταλήγει σημειώνοντας ότι η έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση του θέματος, που φαίνεται ότι θα μας απασχολήσει έντονα και στο μέλλον, δεδομένου ότι ο ανταγωνισμός συνιστά το επίκεντρο της ελεύθερης οικονομίας, λειτουργώντας ως καταλυτικό στοιχείο για τη μείωση των τιμών, την καινοτομία, την ενίσχυση της δημιουργικότητας και εν γένει την οικονομική ανάπτυξη, διευρύνοντας, παράλληλα, το πεδίο επιλογών για το καταναλωτικό κοινό.