«Μάχη για τους 270»: Το περίεργο εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ
- 01/11/2024, 16:30
- SHARE
«Μάχη για τους 270», ή αλλιώς αμερικανικές προεδρικές εκλογές.
Είναι πιθανό, όπως έχει γίνει πέντε φορές στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, ένας υποψήφιος πρόεδρος να νικήσει τις εκλογές χωρίς να έχει πάρει τις περισσότερες ψήφους (popular vote). Πιο πρόσφατη περίπτωση ήταν εκείνη των εκλογών του 2016, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τον Λευκό Οίκο, έχοντας συγκεντρώσει σχεδόν 3 εκατ. ψήφους λιγότερες από την αντίπαλό του, Χίλαρι Κλίντον. Ο Τζον Κουίνσι Άνταμς ήταν ο πρώτος το 1824 με αντίπαλο τον Άντριου Τζάκσον.
Οι πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών δεν εκλέγουν τον/την Πρόεδρο απευθείας. Αντιθέτως, αυτό που ψηφίζουν είναι ποιοι εκλέκτορες της Πολιτείας ή της Περιφέρειάς τους θα τους εκπροσωπήσουν στην εκλογή του Προέδρου. Τον τελικό ρόλο έτσι, δε τον παίζει ο αριθμός των ψήφων, αλλά ο αριθμός των εκλεκτόρων που θα μαζέψει ο κάθε υποψήφιος.
Τo Εκλεκτορικό Κολέγιο (Electoral College) ή Σώμα Εκλεκτόρων είναι ο θεσμός που ουσιαστικά αποφασίζει (ή, πιο έγκυρα, επικυρώνει) το αποτέλεσμα των εκλογών περίπου έναν μήνα μετά. Οι εκλέκτορες είναι συνολικά 538, κάτι που σημαίνει ότι ο νικητής θα πρέπει να μαζέψει 270 (τους μισούς συν έναν) και πάνω.
Το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ χρονολογείται από το 1787 και ορίζει τους κανόνες για την εκλογή προέδρου, με έμμεσο τρόπο και σε ένα γύρο. Οι ιδρυτές των ΗΠΑ θεώρησαν ότι αυτό το σύστημα αποτελεί έναν συμβιβασμό μεταξύ της άμεσης εκλογής προέδρου από τους πολίτες και την εκλογή προέδρου από το Κογκρέσο.
Οι εκλέκτορες είναι στην πλειονότητά τους τοπικοί αξιωματούχοι του εκάστοτε κόμματος. Τα ονόματά τους δεν εμφανίζονται στα ψηφοδέλτια, στα οποία αναγράφονται μόνο τα ονόματα των υποψήφιων προέδρων και αντιπροέδρων των δύο κομμάτων.
Ο καταμερισμός τους στις πολιτείες ισοδυναμεί με το άθροισμα Γερουσιαστών και των Αντιπροσώπων, τους οποίους διαθέτει κάθε Πολιτεία στο Ανώτατο Νομοθετικό Σώμα των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, οι πολυπληθείς πολιτείες όπως η Καλιφόρνια (σταθερά υπέρ των Δημοκρατικών) δίνει 55 εκλέκτορες και το Τέξας (σταθερά υπέρ των Ρεπουμπλικανών) δίνει 38. Οι πολιτείες με αρκετά μικρό πληθυσμό όπως η Αλάσκα, το Βερμόντ, το Γουαϊόμινγκ και το Ντέλαγουερ δίνουν μόνο 3. Εκτός από τις 50 πολιτείες, για 3 εκλέκτορες αποφασίζουν και οι πολίτες της πρωτεύουσας Ουάσιγκτον (ή επίσημα District of Columbia-Περιφέρεια της Κολούμπια).
Σε αυτό το σημείο μπαίνουν στην εξίσωση οι λεγόμενες swing states. Το αποτέλεσμα των περισσότερων πολιτειών είναι πάνω-κάτω γνωστό εκ των προτέρων, αλλά υπάρχουν κάποιες που η αναμέτρηση θα είναι αμφίρροπη και θα κρίνουν τον νικητή. Φέτος αυτές οι πολιτείες είναι επτά: Μίσιγκαν, Αριζόνα, Νεβάδα, Ουισκόνσιν, Πενσιλβάνια, Τζόρτζια και Βόρεια Καρολίνα. Μπορούν κάλλιστα να καταλήξουν και στους δύο υποψηφίους χωρίς να αποτελέσει καθόλου έκπληξη. Χαρίζουν ικανό αριθμό εκλεκτόρων η καθεμία, ικανό να επηρεάσει το αποτέλεσμα για κατάκτηση 270 εκλεκτόρων και πάνω.
Ο υποψήφιος που κερδίζει τις περισσότερες ψήφους σε μία πολιτεία αυτομάτως κερδίζει και όλους τους εκλέκτορές της. Εξαίρεση αποτελούν η Νεμπράσκα και το Μέιν που μοιράζουν αναλογικά τους εκλέκτορες στους δύο υποψήφιους.
Στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου 2020, ο Τζο Μπάιντεν είχε επικρατήσει του Ντόναλντ Τραμπ κερδίζοντας 306 εκλέκτορες, έναντι 232. Σε δύο swing states μάλιστα, σε Τζόρτζια και Πενσιλβάνια, είχε υπάρξει «θρίλερ», με το αποτέλεσμα να επικυρώνεται περίπου τρεις μέρες μετά το κλείσιμο της κάλπης. Στο ενδιάμεσο ο Ντόναλντ Τραμπ είχε αξιωθεί τη νίκη και στις δύο πολιτείες, με την τελική καταμέτρηση να μη τον δικαιώνει.