O Αντώνης Σαμαράς και η «έκτη αίσθηση»
- 18/11/2024, 08:42
- SHARE
Λένε πως στην πολιτική, όταν θέλεις να επιβληθείς ως αρχηγός οφείλεις να διαγράψεις τον πρώην. Ή εάν δεν τον διαγράψεις, σίγουρα να συγκρουστείς. Ο Σημίτης είχε διαφωνήσει σκληρά με τον Ανδρέα πριν εκλεγεί Πρωθυπουργός. Ο Κώστας Καραμανλής, διατήρησε για πολύ καιρό μια δύσκολη σχέση με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ο Γιώργος Παπανδρέου διέγραψε τον Σημίτη. Ο Τσίπρας τον Αλέκο Αλαβάνο. Ο Παπανδρέου δεν έδωσε τη δυνατότητα στον Βενιζέλο να τον διαγράψει – αφού ο ΓΑΠ φρόντισε να φτιάξει δικό του κόμμα. Ωστόσο η σχέση τους υπήρξε πολεμική. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όμως, είχε εδώ και χρόνια δημιουργήσει ένα modus operandi με τους πρώην, που του επέτρεπε να διοικεί το κόμμα ανενόχλητος. Έστειλε τον Μεϊμαράκη στις Βρυξέλλες, άφησε τον Καραμανλή να αποχωρήσει ήσυχα στις τελευταίες εκλογές και όσο χρειάστηκε, συνυπήρξε αρμονικά με τον Αντώνη Σαμαρά. Αυτά μέχρι πέρυσι.
Εδώ κι ένα χρόνο, ο Αντώνης Σαμαράς, δεν κάθεται στα αβγά του: διαμαρτύρεται για την έλλειψη πολιτικού σχεδίου, για τη στροφή της ΝΔ στο Κέντρο, για την “υιοθέτηση της woke ατζέντας”, για την Σακελλαροπούλου, για τα ελληνοτουρκικά. Σχεδόν για κάθε έκφανση της κυβερνητικής πολιτικής. Κατά τη λογική Σαμαρά, η ΝΔ έχει χάσει την επαφή της με τη βάση, έχει χάσει τον προσανατολισμό της και οφείλει να επανέλθει στις εργοστασιακές της ρυθμίσεις.
Αφήνω κάπως ασχολίαστο το γεγονός πως, όταν η ΝΔ στρεφόταν στα δεξιά, αποτύγχανε εκλογικά (με τη χειρότερη επίδοση να καταγράφεται στις εκλογές του 2012 υπό την ηγεσία Σαμαρά). Με την “πολιτική τριγωνοποίηση” ο Μητσοτάκης κατάφερε να κερδίσει τρεις συνεχόμενες φορές εθνικές εκλογές με ποσοστό 40%, ποσοστό που κανένα κόμμα δεν πήρε στην μεταμνημονιακή περίοδο.
Είναι εύκολο να συνειδητοποιήσει κανείς πως η φθορά της ΝΔ αφορά τη μάχη της καθημερινότητας, τα φαινόμενα μεταρρυθμιστικής κόπωσης και τη συνειδητοποίηση πως πολλά πράγματα δύσκολα μπορεί να αλλάξουν προς όφελος των πολλών. Κανένας ψηφοφόρος δεν αλλάζει γνώμη γιατί φοβάται την “μυστική διπλωματία Γεραπετρίτη”.
Η διαγραφή Σαμαρά δεν φαίνεται να ήταν ποτέ βασική επιδίωξη του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μάλλον το αντίθετο, του είχε δώσει τη δυνατότητα να εκφράζεται πολιτικά και να διατηρεί το προνόμιο κάθε πρώην Πρωθυπουργού, να λέει τη γνώμη του κι εκτός κομματικής γραμμής, που εκ των πραγμάτων έχει μια ξεχωριστή βαρύτητα. Ωστόσο ο Σαμαράς δεν του άφησε πλέον κανένα περιθώριο. Με την κριτική που άσκησε ήταν σαν να εκμαίευσε τη διαγραφή του ώστε να συνεχίσει ανενόχλητος το δρόμο που έχει πλέον αποφασίσει να διανύσει. Όσοι αναρωτιούνται για το εάν ο Σαμαράς διαθέτει σχέδιο για την επόμενη μέρα, ξεχνούν ίσως πως ο χώρος στα δεξιά της Δεξιάς εκφράζεται πλέον από κομματικούς σχηματισμούς που έχουν εδώ και καιρό δημιουργήσει σχέσεις με ψηφοφόρους και δίκτυα υποστήριξης.
Εάν το εγχείρημα της Πολιτικής Άνοιξης απέτυχε μέσα σε τρία χρόνια, εκεί γύρω στο 1996, τριάντα χρόνια μετά, η πιθανότητα ολικής επαναφοράς του Αντώνη Σαμαρά πατάει επάνω σε όσα έχει περιγράψει ο Μαρξ για την επανάληψη της ιστορίας. Υπό αυτή την έννοια, ο Μητσοτάκης απλά έκλεισε ένα ακόμη λογαριασμό με τους πρώην – έστω κι αν αυτό έγινε σε timing που κανείς δεν υπολόγιζε. Κατά τα άλλα, η χώρα έχει πολύ πιο σημαντικά πράγματα να ασχοληθεί από τα όσα φοβάται ο κ. Σαμαράς.