Morningstar DBRS: Credit positive για τις ελληνικές τράπεζες η ταχύτερη μείωση των DTCs

Morningstar DBRS: Credit positive για τις ελληνικές τράπεζες η ταχύτερη μείωση των DTCs
Toronto, Canada - May 6, 2019: DBRS sign on the headquarters building in Toronto, Canada. DBRS is an independent, privately held, globally recognized credit ratings agency. Photo: Shutterstock
Τα DTCs επιβαρύνουν τα κεφάλαια, και αυτό λαμβάνεται υπόψη στις εκτιμήσεις μας για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών

Ιδιαίτερα θετικό αντίκτυπο αναμένεται να έχει στα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών η ταχύτερη αποπληρωμή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC) -κληρονομιά της κρίσης χρέους- σύμφωνα με τον καναδικό οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Morningstar DBRS.

«Τα DTCs επιβαρύνουν τα κεφάλαια, και αυτό λαμβάνεται υπόψη στις εκτιμήσεις μας για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών. Οι συστημικές τράπεζες (Alpha Bank A.E., Eurobank A.E., Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. και Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.) προτίθενται να επιταχύνουν την απόσβεση των DTCs, προσδοκώντας να τα αφαιρέσουν πλήρως από τα εποπτικά κεφάλαια πριν από τον αρχικά προγραμματισμένο στόχο του 2041» σημειώνει η Morningstar DBRS. 

Σε αυτό το πλαίσιο, όπως επισημαίνεται, η αναμενόμενη επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs είναι ιδιαίτερα θετική για την πιστοληπτική αξιολόγηση των τραπεζών, καθώς αυτό θα επιτρέψει τη βελτίωση της ποιότητας του κεφαλαίου τους και των στρατηγικών επιλογών σε ό,τι αφορά τη διαχείριση κεφαλαίων τους. Σημειωτέον, οι τράπεζες θα μπορέσουν να απορροφήσουν τον αντίκτυπο της επιταχυνόμενης απόσβεσης, εφόσον η κερδοφορία τους και η οργανική δημιουργία κεφαλαίων θα παραμείνουν επαρκείς μεσοπρόθεσμα.

Βελτίωση της ποιότητας κεφαλαίων και ενίσχυση της ευελιξίας

Υπενθυμίζεται πως οι ελληνικές τράπεζες συσσώρευσαν DTCs λόγω των ζημιών από την κρίση κρατικού χρέους το 2009. Τα DTCs των συστημικών τραπεζών ανέρχονταν σε περίπου 12,2 δισ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024, από 15,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τα DTCs περιλαμβάνονται στις κεφαλαιακές δομές των τραπεζών και αντιπροσώπευαν κατά μέσο όρο περίπου το 48% του κεφαλαιακού δείκτη CET1 στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024.  

Μέχρι σήμερα, ακολουθούσαν ένα γραμμικό σχέδιο απόσβεσης, ανεξάρτητα από την εξέλιξη της κερδοφορίας. Αυτό οδήγησε σε ετήσια μείωση των DTCs κατά 4%-6% από το 2019. Ωστόσο, στο πλαίσιο των παρουσιάσεων αποτελεσμάτων εννεαμήνου 2024, οι συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να επιταχύνουν την απόσβεσή τους από το 2025. Στόχος είναι η πλήρης απόσβεση των DTCs έως το 2034 το αργότερο, πολύ πριν από τον αρχικά προβλεπόμενο στόχο του 2041. Η επιτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί από την κερδοφορία και τα ποσοστά διανομής κερδών. 

Να σημειωθεί πως οι τράπεζες πρόσφατα ξεκίνησαν ξανά μετά από 15 χρόνια να διανέμουν μερίσματα στους μετόχους τους. Αν και τα ποσοστά διανομής παραμένουν μέτρια προς το παρόν, αναμένεται αύξηση της απόδοσης ώστε να υπάρξει σύγκλιση με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές.

Οργανική δημιουργία κεφαλαίων 

Σύμφωνα με τη Morningstar DBRS, οι τράπεζες θα μπορέσουν να απορροφήσουν τον αντίκτυπο της επιταχυνόμενης απόσβεσης. Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες ανέφεραν καθαρά κέρδη 3,5 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο 2024, αυξημένα κατά 23% σε ετήσια βάση. Η αύξηση της κερδοφορίας οφείλεται στα υψηλότερα βασικά έσοδα (καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες), στον έλεγχο κόστους και στις χαμηλότερες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις.

Παρότι αναμένεται συμπίεση των καθαρών εσόδων από τόκους λόγω μείωσης επιτοκίων, η αυξημένη πιστωτική δραστηριότητα, ιδιαίτερα από δάνεια συνδεδεμένα με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μπορεί να αντισταθμίσει εν μέρει τις επιπτώσεις της νομισματικής χαλάρωσης. Η διαφοροποίηση των εσόδων προς υψηλότερα εισοδήματα από προμήθειες και ο έλεγχος των δαπανών θα παραμείνουν κρίσιμες παράμετροι για τη στήριξη της κερδοφορίας.

Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών συστημικών τραπεζών ενισχύθηκε στο εννεάμηνο 2024, παρά τις αυξημένες διανομές μερισμάτων και τις σημαντικές νέες χορηγήσεις δανείων. Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024, ο μέσος δείκτης CET1 ήταν 16,7%, ενώ ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας ήταν 20,8%, αυξημένοι από 15,6% και 19% αντίστοιχα στο τέλος του 2023.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: