Η «πριγκίπισσα» που δεν έζησε happily ever after: Η ιστορία πίσω από μια αγωγή
- 27/11/2024, 09:06
- SHARE
Στον θαυμαστό κόσμο της Disney τελικά δεν είναι όλα μαγικά. Η Walt Disney, μια από τις πιο ισχυρές και αναγνωρίσιμες εταιρείες ψυχαγωγίας στον κόσμο, συμφώνησε να καταβάλει 43,3 εκατ. δολ. για να διευθετήσει μια αγωγή που κατατέθηκε το 2019, υποστηρίζοντας ότι οι γυναίκες υπάλληλοί της στην Καλιφόρνια αμείβονταν κατά 150 εκατ. δολ. λιγότερα από τους άνδρες συναδέλφους τους κατά τη διάρκεια μιας οκταετούς περιόδου, αναφέρει δημοσίευμα του Reusters. Αυτή η συμφωνία έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένει ένα διαρκές πρόβλημα στον εργασιακό κόσμο, ακόμη και στις μεγαλύτερες και πιο προοδευτικές εταιρείες του πλανήτη.
Η υπόθεση ξεκίνησε όταν η LaRonda Rasmussen, πρώην υπάλληλος της Disney, διαπίστωσε το 2019 ότι έξι άνδρες με τον ίδιο τίτλο εργασίας κέρδιζαν σημαντικά περισσότερα χρήματα από εκείνη, παρά τη λιγότερη εμπειρία τους. Η αγωγή της, η οποία σύντομα απέκτησε μαζική υποστήριξη -σ.σ. η συμφωνία διακανονισμού, η οποία κατατέθηκε σε πολιτειακό δικαστήριο της Καλιφόρνια, απαιτεί ακόμη την έγκριση ενός δικαστή, σύμφωνα με τους δικηγόρους-, αναδεικνύει τις μισθολογικές ανισότητες που υπήρχαν σε μια εταιρεία φαινομενικά προοδευτική και ανοιχτή στην ποικιλομορφία, αποκαλύπτοντας την ευρύτερη δομή του μισθολογικού χάσματος που επηρεάζει εκατομμύρια γυναίκες εργαζόμενες στις ΗΠΑ και όχι μόνο.
Μια βαθύτερη ματιά στο μισθολογικό χάσμα
Το συγκεκριμένο θέμα έρχεται σε μια εποχή που παρά τις προσπάθειες για ισότητα και τη θέσπιση νομικών προτύπων κατά των διακρίσεων, οι γυναίκες εξακολουθούν να κερδίζουν λιγότερα από τους άνδρες σε πολλές βιομηχανίες. Σύμφωνα με ανάλυση του Pew Research Center για το 2022, οι γυναίκες κέρδιζαν κατά μέσο όρο το 82% των μισθών των ανδρών για την ίδια εργασία — ποσοστό που δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά σε δύο δεκαετίες. Στην περίπτωση της Disney, η ανάλυση έδειξε ότι οι γυναίκες αμείβονταν περίπου 2% λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους από το 2015 έως το 2022, παρά τις προσπάθειες της εταιρείας να διασφαλίσει τη δίκαιη αμοιβή των εργαζομένων της.
Αυτή η περίπτωση είναι ενδεικτική ενός ευρύτερου προβλήματος που παραμένει σταθερό παρά τις βελτιώσεις στις νομοθεσίες και τις αυξανόμενες φωνές για ισότητα στους χώρους εργασίας. Το 2022, η αναλογία των μισθών ανδρών και γυναικών στις ΗΠΑ ήταν σχεδόν ίδια με αυτήν του 2002 — ένας στατιστικός δείκτης που αντικατοπτρίζει τη στασιμότητα στην επίλυση του προβλήματος, παρόλο που η κοινωνία και οι εταιρείες συνεχίζουν να αναγνωρίζουν τις ανισότητες.
Σημειώνεται ότι η Disney συμφώνησε όχι μόνο να καταβάλει τη χρηματική αποζημίωση, αλλά και να προσλάβει έναν οικονομολόγο εργασίας για τρία χρόνια, προκειμένου να αναλύσει την ισότητα αμοιβών και να προτείνει τρόπους για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων. Η συμφωνία αυτή, αν και σημαντική, δεν εγγυάται μια ριζική αλλαγή στις διαρθρωτικές αιτίες του μισθολογικού χάσματος.
Τα αποτελέσματα της έρευνας του Pew Research Center αποκαλύπτουν ότι οι παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάζουν το μισθολογικό χάσμα περιλαμβάνουν τη διακριτική μεταχείριση από τους εργοδότες, τις διαφορετικές επιλογές των γυναικών για ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, αλλά και την τάση των γυναικών να απασχολούνται σε λιγότερο αμειβόμενες θέσεις. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες θεωρούν σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους άνδρες ότι η διακριτική μεταχείριση από τους εργοδότες αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το μισθολογικό χάσμα — και αυτό είναι ακριβώς το ζήτημα που θέτει σε αμφισβήτηση η περίπτωση της Disney.
Ο ρόλος της πολιτικής και των επιχειρήσεων
Η υπόθεση της Disney ενσωματώνει ένα άλλο σημαντικό σημείο συζήτησης: την ανάγκη για την πολιτική να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στην καταπολέμηση των ανισοτήτων των φύλων στην εργασία. Η κυβέρνηση της Καλιφόρνιας, για παράδειγμα, έχει ήδη θεσπίσει νόμους που απαιτούν από τις εταιρείες να αναφέρουν τη μισθολογική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών, όμως η εφαρμογή αυτών των πολιτικών εξακολουθεί να είναι ακανόνιστη και οι επιχειρήσεις συχνά αποφεύγουν την πλήρη διαφάνεια.
Είναι σαφές ότι οι εταιρείες, ακόμη και οι κολοσσοί όπως η Disney, χρειάζονται να επενδύσουν στην επίλυση αυτών των ανισοτήτων, όχι μόνο για να αποφύγουν νομικές συνέπειες, αλλά και για να ενισχύσουν την εικόνα τους και να διασφαλίσουν την εταιρική κοινωνική τους ευθύνη. Η αποζημίωση των 43,3 κατ. δολ. είναι ένα σημαντικό βήμα για την εταιρεία, αλλά δεν είναι η λύση του προβλήματος — η διαρθρωτική ανισότητα παραμένει, όπως δείχνει η συνεχιζόμενη αναφορά σε διαφορές μισθών από ανεξάρτητες έρευνες και αναλύσεις.
Ωστόσο, το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα ακολουθήσουν και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις το παράδειγμα της Disney ή αν το πρόβλημα θα παραμείνει μία υποτονική συζήτηση, χωρίς να γίνουν πραγματικές αλλαγές στη βιομηχανία. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν αυτό το βήμα θα αποτελέσει τον καταλύτη για ευρύτερη, διαρθρωτική αλλαγή στο μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων.