Οι συνθήκες κατοικίας των Ελλήνων: Πάνω από 35% του εισοδήματος «φεύγει» στη στέγαση
- 28/11/2024, 13:25
- SHARE
Η σημαντική υποχώρηση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια καταγράφεται -μεταξύ άλλων- στα στοιχεία για την κατάσταση κατοικιών και διαβίωσης στα σπίτια της Ευρώπης του 2024.
Τα σχετικά στοιχεία της Eurostat -αφορούν το 2023- φανερώνουν τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών στα σπίτια τους, την οικονομική τους κατάσταση, το εάν μένουν σε ιδιόκτητα σπίτια ή στο ενοίκιο και πολλά άλλα.
Ξεχωρίζουν οι αρνητικές πρωτιές της Ελλάδας ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση στην αύξηση του κόστους στέγασης από το 2010 έως το 2023 και η μεγάλη άνοδος στις καθυστερήσεις πληρωμής λογαριασμών των νοικοκυριών.
Ισχυρή πτώση της ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα από την πανδημία και μετά
Για την Ελλάδα, το ποσοστό των ατόμων που μένουν σε ιδιόκτητα σπίτια έχει υποχωρήσει σημαντικά στη μετά της πανδημίας του κορονοϊού Covid-19 εποχή.
Ειδικότερα, το ποσοστό των ατόμων που έμεναν για το 2023 σε ιδιόκτητο σπίτι στη χώρα μας ήταν στο 69,6% έναντι 30,4% που ζούσαν σε ενοικιαζόμενες κατοικίες. Το 2020 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν στο 73,9% και στο 26,1% αντίστοιχα.
Πανευρωπαϊκά το 69% του πληθυσμού στην ΕΕ ήταν ιδιοκτήτες κατοικιών, ενώ το υπόλοιπο 31% ζούσε σε ενοικιαζόμενες κατοικίες. Τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκτησίας παρατηρήθηκαν στη Ρουμανία (96% του πληθυσμού ζούσε σε νοικοκυριό που κατείχε το σπίτι του), τη Σλοβακία (94%), την Κροατία και την Ουγγαρία (και οι δύο 91%).
Σε όλες τις χώρες της ΕΕ, εκτός από τη Γερμανία, η ιδιοκτησία ήταν πιο διαδεδομένη. Στη Γερμανία, η ενοικίαση ήταν κάπως πιο συνηθισμένη με το 52% του πληθυσμού να είναι ενοικιαστές. Ακολούθησαν η Αυστρία (46%) και η Δανία (40%).
Διαμερίσματα
Η κατανομή του πληθυσμού ανά τύπο κατοικίας (house -όπως αναφέρεται από την Eurostat-, διαμέρισμα ή άλλο) διαφέρει μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Διαφέρει επίσης ανάλογα με το αν ζείτε σε πόλη, κωμόπολη ή προάστιο ή σε αγροτική περιοχή.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό των ατόμων που ζούσε σε house ανήλθε το 40,6% και το ποσοστό όσων ζούσαν σε διαμέρισμα στο 59,4%.
Πανευρωπαϊκά, το 51,7% του πληθυσμού ζούσε σε σπίτι, ενώ το 47,7% ζούσε σε διαμέρισμα (και το 0,6% ζούσε σε άλλα καταλύματα, όπως π.χ. οικίσκους και φορτηγά).
Τα σπίτια είναι πιο διαδεδομένα στα δύο τρίτα των χωρών της ΕΕ. Η Ιρλανδία (90%) κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού που ζούσε σε σπίτι, ακολουθούμενη από την Ολλανδία (79%), το Βέλγιο και την Κροατία (και οι δύο 77%).
Τα υψηλότερα ποσοστά για τα διαμερίσματα παρατηρήθηκαν στην Ισπανία (66%), τη Λετονία (65%, στοιχεία 2021), τη Μάλτα (63%) και τη Γερμανία (61%).
Στις πόλεις, το 72% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε σε διαμέρισμα και το 27% σε σπίτι. Για τις πόλεις και τα προάστια, τα ποσοστά ήταν 56% των ανθρώπων που ζούσαν σε σπίτι και 43% σε διαμέρισμα, ενώ στις αγροτικές περιοχές το 82% του πληθυσμού ζούσε σε σπίτι και μόνο το 17% σε διαμέρισμα.
Αριθμός δωματίων ανά άτομο
Το μέγεθος των κατοικιών μπορεί να μετρηθεί ως ο μέσος αριθμός δωματίων ανά άτομο.
Στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν 1,3 δωμάτια ανά άτομο. Πανευρωπαϊκά το 2023 υπήρχαν κατά μέσο όρο 1,6 δωμάτια ανά άτομο στην ΕΕ.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ο μεγαλύτερος αριθμός καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο και τη Μάλτα (2,2 δωμάτια ανά άτομο), ακολουθούμενος από το Βέλγιο και την Ολλανδία (2,1 δωμάτια).
Στο άλλο άκρο της κλίμακας βρίσκονταν η Πολωνία (1,1 δωμάτια) και η Κροατία, η Λετονία (στοιχεία για το 2021), η Ρουμανία και η Σλοβακία (όλες με 1,2 δωμάτια κατά μέσο όρο ανά άτομο).
Άτομα ανά νοικοκυριό
Ένας σχετικός δείκτης είναι ο αριθμός των ατόμων ανά νοικοκυριό.
Στην Ελλάδα καταγράφηκαν 2,4 άτομα ανά νοικοκυριό όταν στην ΕΕ αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο 2,3 άτομα ανά νοικοκυριό.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ο αριθμός αυτός κυμαινόταν από 3,1 άτομα στη Σλοβακία, 2,9 στην Πολωνία, 2,7 στην Κροατία και την Ιρλανδία έως 2,0 άτομα στη Γερμανία, τη Δανία και τη Σουηδία και 1,9 άτομα στη Φινλανδία και τη Λιθουανία.
Υπερπληθυσμός
Η ποιότητα της στέγασης μπορεί να μετρηθεί με πολλούς τρόπους. Ο ένας είναι αν οι άνθρωποι ζουν σε ένα σπίτι.
Στην Ελλάδα το 26,9% των πολιτών ζούσε σε overcrowded νοικοκυριά, όταν στην ΕΕ ήταν στο 16,8%
Το 2023, τα υψηλότερα ποσοστά υπερπληθυσμού εντοπίστηκαν στη Λετονία (40,9%), τη Ρουμανία (40,0%) και τη Βουλγαρία (34,9%) και τα χαμηλότερα στην Κύπρο (2,2%), τη Μάλτα (2,4%) και την Ολλανδία (3,8%).
Το χαμηλότερο ποσοστό για under-occupied κατοικία
Το αντίθετο του υπερπλήρους σπιτιού είναι τα under-occupied νοικοκυριά, αυτά που θεωρούνται πολύ μεγάλα για τις ανάγκες του νοικοκυριού που ζει σε αυτό. Η κλασική αιτία είναι τα ηλικιωμένα άτομα ή ζευγάρια που παραμένουν στο σπίτι τους αφού τα παιδιά τους έχουν μεγαλώσει και φύγει.
Στην ΕΕ το 2023, το ένα τρίτο του πληθυσμού (33,3%) ζούσε σε under-occupied κατοικία, ποσοστό που παραμένει αρκετά σταθερό από το 2010.
Το 2023, τα υψηλότερα ποσοστά under-occupied κατοικιών καταγράφηκαν στην Κύπρο (71,3%), τη Μάλτα (69,2%) και την Ιρλανδία (66,0%) και τα χαμηλότερα στη Ρουμανία (7,2%), τη Λετονία (9,8%) και την Ελλάδα (12,3%).
Σχεδόν το 20% των δεν μπορεί να ζεσταθεί επαρκώς
Δεν είναι μόνο ο αριθμός των ατόμων που ζουν σε μια κατοικία που επηρεάζει την ποιότητα ζωής, αλλά και η ποιότητα της κατοικίας, όπως η ικανότητα να διατηρείται η κατοικία επαρκώς ζεστή, η διαρροή της στέγης, οι υγροί τοίχοι, τα δάπεδα ή τα θεμέλια ή η σήψη στα κουφώματα ή το δάπεδο.
Στην Ελλάδα το 19,2% των κατοικιών δεν μπορούσε να διατηρηθεί επαρκώς ζεστό όταν στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 10,6%.
Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Ισπανία, την Πορτογαλία (και οι δύο 20,8%) και τη Βουλγαρία (20,7%) και τα χαμηλότερα στο Λουξεμβούργο (2,1%), τη Φινλανδία (2,6%) και τη Σλοβενία (3,6%).
Όσον αφορά τη διαρροή της στέγης, τους υγρούς τοίχους, τα δάπεδα ή τα θεμέλια ή τη σήψη στα κουφώματα ή το δάπεδο, το 15,5% του πληθυσμού της ΕΕ είχε τέτοιο πρόβλημα το 2023. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Κύπρο (31,6%), την Πορτογαλία (29,0%) και την Ισπανία (23,0%).
Το 12% των σπιτιών στην Ελλάδα έχει προχωρήσει σε ενεργειακές βελτιώσεις τα τελευταία 5 χρόνια
Το 2023, το 25,5% των κατοίκων της ΕΕ, ηλικίας 16 ετών και άνω, ζούσε σε κατοικίες στις οποίες η ενεργειακή απόδοση είχε βελτιωθεί τα τελευταία 5 χρόνια, κυρίως με την αναβάθμιση της θερμομόνωσης στους εξωτερικούς τοίχους, τις οροφές ή τα δάπεδα, την αντικατάσταση των παραθύρων με μονό τζάμι με διπλά ή τριπλά τζάμια και την εγκατάσταση αποδοτικότερων συστημάτων θέρμανσης.
Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Ολλανδία (59%), την Εσθονία (47%) και τη Λετονία (37%) και τα χαμηλότερα στη Μάλτα (8%), την Ελλάδα (12%), την Ισπανία και την Κύπρο (και οι δύο 15%).
Η μεγαλύτερη αύξηση του κόστους στέγασης
Πέρα από τις τιμές σπιτιών και των ενοικίων, η Eurostat αναφέρεται και στο κόστος στέγασης, τις μηνιαίες δαπάνες που συνδέονται με το δικαίωμα διαβίωσης σε μια κατοικία. Αυτό περιλαμβάνει το κόστος των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, όπως το νερό, το ηλεκτρικό ρεύμα, το φυσικό αέριο και η θέρμανση.
Τα υψηλότερα ποσοστά επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης στις πόλεις παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (31%) και τη Δανία (23,3%) και τα χαμηλότερα στην Κύπρο (3,4%) και την Κροατία (3,5%).
Στις αγροτικές περιοχές ήταν τα υψηλότερα στην Ελλάδα (24,7%) και το Λουξεμβούργο (22,1%) και τα χαμηλότερα στην Κύπρο (0,7%) και τη Σλοβενία (2,5%).
Η επιβάρυνση από το κόστος στέγασης ήταν υψηλότερη στις πόλεις από ό,τι στις αγροτικές περιοχές σε 21 χώρες της ΕΕ και χαμηλότερη σε 6. Οι ακραίες τιμές αυτής της διαφοράς ήταν η Δανία (12,9 , με 23,3% στις πόλεις και 10,4% στις αγροτικές περιοχές) και η Μάλτα (-12,1 ποσοστιαίες μονάδες, με 5,5% και 17,6%).
Οι Έλληνες δίνουν πάνω από 35% του εισοδήματος για τη στέγαση
Ένας άλλος τρόπος για να δούμε αν η στέγαση είναι προσιτή είναι το μερίδιο του κόστους στέγασης στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα. Κατά μέσο όρο το 2023, τα νοικοκυριά της ΕΕ δαπανούν το 19,7% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση.
Αυτό διέφερε μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με τα υψηλότερα ποσοστά στην Ελλάδα (35,2%), το Λουξεμβούργο (27,6%) και τη Δανία (25,9%).
Εξετάζοντας τα νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το 60% του εθνικού διάμεσου εισοδήματος – άτομα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας, το μερίδιο της στέγασης στο διαθέσιμο εισόδημα ήταν 38,2% κατά μέσο όρο στην ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά, για τα άτομα με διαθέσιμο εισόδημα άνω του 60% του διάμεσου εισοδήματος, το μερίδιο ανήλθε σε 16,2%.
Αύξηση 47,3% στις καθυστερήσεις πληρωμής λογαριασμών
Οι καθυστερήσεις σε υποθήκες, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφέλειας είναι μια άλλη ένδειξη ότι το κόστος στέγασης μπορεί να είναι υπερβολικά υψηλό.
Παρόλο που οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά την περίοδο 2010-2023, το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά με ληξιπρόθεσμες οφειλές για στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφέλειας στην ΕΕ μειώθηκε από 12,4% το 2010 σε 9,3% το 2023.
Τα μερίδια μειώθηκαν σε 22 χώρες της ΕΕ και αυξήθηκαν σε 5.
Το 2023, τα μεγαλύτερα μερίδια παρατηρούνται στην Ελλάδα (47,3%), τη Βουλγαρία (18,8%), τη Ρουμανία (14,4%) και την Κύπρο (14,3%) και τα μικρότερα στην Ολλανδία (2,6%), την Τσεχία (2,9%), το Βέλγιο (4,6%) και την Ιταλία (5%).